ΕφΑθ 1881/2017

 

Επίδοση στον αντίκλητο - ’σκηση έφεσης από τον νικήσαντα διάδικο - Συμβάσεις έργου με δημοτική κοινωφελή επιχείρηση - Δικαιοδοσία πολιτικών δικαστηρίων - Συνένωση Δήμων - Ανάληψη υποχρεώσεων λυθεισών δημοτικών επιχειρήσεων - Ακυρότητα συμβάσεων έργου - Επικουρική βάση από αδικαιολόγητο πλουτισμό -.

 

Η υπογραφή δικηγόρου στο δικόγραφο της αγωγής δεν τον καθιστά και αντίκλητο των εφεσιβλήτων. Απαράδεκτη έφεση λόγω ελλείψεως έννομου συμφέροντος του νικήσαντος διαδίκου για την άσκησή της, καθώς ζητείται η απόρριψη της αγωγής με δυσμενέστερη γι’ αυτόν αιτιολογία. Προϋποθέσεις και διαδικασία σύναψης σύμβασης μίσθωσης έργου με δημοτική (κοινωφελή) επιχείρηση. Αν δεν τηρηθεί η προβλεπόμενη στον νόμο διαδικασία η σύμβαση έργου είναι αυτοδικαίως άκυρη. Η αναφυόμενη από την πράξη αναθέσεως του έργου διαφορά υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Συνένωση Δήμων. Οι νεοσύστατοι Δήμοι υπεισέρχονται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των καταργούμενων Δήμων έναντι των επιχειρήσεών τους, όχι όμως και στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ίδιων των επιχειρήσεων έναντι τρίτων. Δυνατότητα να αναληφθούν οι υποχρεώσεις των λυθεισών δημοτικών επιχειρήσεων από τους Δήμους που τις συνέστησαν υπό την προϋπόθεση ύπαρξης αιτιολογημένης απόφασης του δημοτικού συμβουλίου. Δεν αρκεί για τη θεμελίωση της εις ολόκληρον ευθύνης νεοσύστατου Δήμου η απλή αναφορά ότι ο Δήμος είναι κύριος ή αποκλειστικός μέτοχος της δημοτικής επιχειρήσεως. Αν η βάση της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό σωρεύεται κατά δικονομική επικουρικότητα και υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απορρίψεως της κύριας βάσεως αυτής από τη σύμβαση, αρκεί για την πληρότητα της εν λόγω επικουρικής βάσης να γίνεται απλή επίκληση της ακυρότητας της σύμβασης χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι της ακυρότητας.

 

 

 

 

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1881/2017

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

1° Τμήμα

 

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Παναγιώτη Βενιζελέα, Προεδρεύοντα Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Βασιλική Ανδριοπούλου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 17 Ιανουαρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Α) ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ (πιν. 3): 1. ... και 7. ..., τους οποίους εκπροσώπησε στο ακροατήριο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η πληρεξούσια δικηγόρος τους Ελισσάβετ Τρύφων.

 

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1. Οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «Δήμος Πεντέλης» (πρώην Δήμος Μελισσιών), που εδρεύει στα Μελίσσια Αττικής και επί της οδού Καλαμβόκη 2Α και εκπροσωπείται νόμιμα και 2. Κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης με την επωνυμία «ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΩΝ», που εδρεύει στο Δήμο Μελισσιών Αττικής, ήδη Δήμο Πεντέλης Αττικής, οδός 17ης Νοεμβρίου αριθμ. 15, και εκπροσωπείται νόμιμα, τους οποίους εκπροσώπησε στο ακροατήριο, η πληρεξούσια δικηγόρος τους Μελίνα Τσιούμα.

 

Β) ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ (πιν. 4): ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΩΝ», «λυθέντος» και τεθέντος σε εκκαθάριση, που εδρεύει στο δημοτικό διαμέρισμα Μελισσιών Αττικής του Δήμου Πεντέλης και εκπροσωπείται νόμιμα από την κ. ..., Ορκωτή Ελέγκτρια - Εκκαθαρίστρια, κάτοικο Νέας Ιωνίας Αττικής, οδός ..., το οποίο εκπροσώπησε στο ακροατήριο, η πληρεξούσια δικηγόρος του Μελίνα Τσιούμα.

 

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1. ... - 14. ..., εκ των οποίων η 4η και 10η, δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, τους δε λοιπούς εκπροσώπησε στο ακροατήριο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η πληρεξούσια δικηγόρος τους Ελισσάβετ Τρύφων.

 

Οι ενάγοντες …  κλπ. συνολικά δέκα τέσσερις (14) και ήδη εκκαλούντες οι αναφερόμενοι παραπάνω επτά (7) στην υπό στοιχ. Α έφεση και εφεσίβλητοι άπαντες στην υπό στοιχ. Β. έφεση, με την από 17 Μαρτίου 2011 αγωγή τους, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που είχε κατατεθεί με αριθμό 56395/4373/2011, ζήτησαν να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτή.

 

Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ' αριθμ. 4864/ 2014 οριστική απόφαση του, αντιμωλία των διαδίκων, απέρριψε την αγωγή ως προς τους 1° εναγόμενο και 5°, 10η και 11° των εναγόντων και δέχθηκε αυτή εν μέρει ως προς τους λοιπούς ενάγοντες.

 

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν οι διάδικοι ήτοι: 1) οι εκκαλούντες - ενάγοντες της υπό στοιχείο Α' έφεσης ... κ.λπ., με την από 9 Δεκεμβρίου 2014 (αρ. καταθ. δικ. 8236/2014) έφεση τους και 2) το εκκαλούν - 2° εναγόμενο στην υπό στοιχείο Β' έφεση ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΩΝ», με την από 9 Δεκεμβρίου 2014 (αρ. καταθ. δικ. 8246/2014) έφεση του, προς το Δικαστήριο τούτο και ζητούν να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτές.

 

Αρχική δικάσιμος συζήτησης της υπόθεσης ορίσθηκε η 26-1-201 6 κατά την οποία αναβλήθηκε για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε, ερήμην των 4ης ... και 10ης ... των εφεσίβλητων στην υπό στοιχείο Β' έφεση.

 

Η πληρεξούσια δικηγόρος των εκκαλούντων στην υπό στοιχ. Α έφεση - εφεσίβλητων στην υπό στοιχ. Β' έφεση, ..., κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις του και παραστάθηκε με δήλωση της, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

 

Η πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσίβλητων στην υπό στοιχ. Α έφεση - εκκαλούντος στην υπό στοιχ. Β έφεση, Μελίνα Τσιούμα, αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε.

 

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Οι κρινόμενες 8236 και 8246/2014 εφέσεις πρέπει να συνεκδικασθούν γιατί είναι συναφείς, αφού στρέφονται κατά της ιδίας αποφάσεως, υπάγονται στην ίδια (τακτική) διαδικασία και διευκολύνεται με την συνεκδίκαση η διεξαγωγή της δίκης (άρθρο 246 ΚΠολΔ).

 

Από την 4088/8-12-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Αθηνών ..., την οποία προσκόμισε μετά από νόμιμη τηλεφωνική πρόσκληση του δικαστή, που εξέδωσε την απόφαση αυτή, κατά το άρθρο 227 ΚΠολΔ, η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας της 8246/2014 έφεσης Κοινωφελούς Επιχείρησης, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης αυτής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση της έφεσης στο δικαστήριο τούτο, στην δικάσιμο της 26/1/2016, όταν η συζήτηση της έφεσης αναβλήθηκε από το πινάκιο για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, επιδόθηκε με επιμέλεια της εκκαλούσας στην υπογράφουσα το δικόγραφο της αγωγής των δεκατεσσάρων εφεσίβλητων δικηγόρο Μαρία - Μαγδαληνή Τσίπρα ως αντίκλητο αυτών. Όμως μόνη η υπογραφή του δικογράφου της αγωγής δεν καβιστα την ανωτέρω δικηγόρο και αντίκλητο των εφεσίβλητων κατά τα άρθρα 1 43 και 96 ΚΠολΔ και συνεπώς για την τέταρτη και δέκατη των εφεσίβλητων, οι οποίες δεν εμφανίστηκαν στο δικαστήριο, όταν η έφεση εκφωνήθηκε κατά την σειρά της στο πινάκιο, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης, γιατί οι εφεσίβλητες αυτές δεν έχουν κλητευθεί νόμιμα (άρθρα 524 παρ. 1, 271 παρ. 1 και 2β ΚΠολΔ). Η ίδια 8246/2014 έφεση καθ' όσον στρέφεται κατά του πέμπτου και του ενδέκατου των εφεσίβλητων είναι απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί, γιατί οι εφεσίβλητοι αυτοί ηττήθηκαν πρωτοδίκως, αφού απορρίφθηκε κατ' ουσίαν η αγωγή τους, που στρεφόταν και κατά της εκκαλούσας και η τελευταία ως νικήσασα διάδικος δεν δικαιολογεί στην έφεση της το έννομο συμφέρον της να απευθύνει την έφεση και κατά των ανωτέρα), αφού παραπονείται γιατί η αγωγή κατ' αυτών δεν απορρίφθηκε είτε ως αόριστη και συνεπώς απαράδεκτη είτε ως μη νόμιμη, δηλαδή ζητεί την απόρριψη της αγωγής τους με αιτιολογία δυσμενέστερη για την ίδια, από την αιτιολογία της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρα 516 παρ. 2, 532 ΚΠολΔ). Περαιτέρω η 8246/2014 έφεση ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους αυτής και η 8236/2014 έφεση, ασκήθηκαν αρμόδια και παραδεκτά στο δικαστήριο τούτο, αφού η εκκαλουμένη 4864/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επιδόθηκε στην εκκαλούσα -εφεσίβλητη Κοινωφελή Επιχείρηση με επιμέλεια των εκκαλούντων τ ης 8236/2014 έφεσης στις 10/11/2014 και αμφότερες οι εφέσεις ασκήθηκαν στις 10/12/2014, ενώ και για τις δύο εφέσεις καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (άρθρα 19. 495, 511. 513, 516, 517 και 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επομένως αυτές πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξετασθούν κατ' ουσίαν, κατά την τακτική διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, για το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Οι 14 εφεσίβλητοι της 8246/2014 έφεσης άσκησαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά του Δήμου Πεντέλης (πρώην Δήμου Μελισσιών) Αττικής και κατά τη ς νομίμως ήδη τελούσας υπό εκκαθάριση Κοινωφελούς Επιχείρησης του Δήμου Μελισσιών (ήδη εφεσίβλητων της 8236/2014 έφεσης) την 56395/4373/2011 αγωγή τους, 2010, με συμβάσεις έργου, που κατήρτισαν είτε προφορικώς είτε εγγράφως, με την Κοινωφελή Επιχείρηση, της οποίας αποκλειστικός κύριος μέτοχος ήταν ο Δήμος Μελισσιών, όπως αναλυτικά για κάθε έναν αναφέρεται στην αγωγή, εκτέλεσαν ο καθένας το συμφωνηθέν έργο του, πλην όμως η Κοινωφελής Επιχείρηση και ο Δήμος δεν τους κατέβαλαν το συμφωνηθέν εργολαβικό αντάλλαγμα, ζητούν, όπως παραδεκτά περιόρισαν το αίτημα της αγωγής τους. να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των ανωτέρω εναγομένων να τους καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον νόμιμο τόκο από την λήξη κάθε συμβάσεως άλλως δε από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, τα ποσά για έκαστο τούτων που αναφέρονται στην αγωγή, κυρίως με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις και επικουρικά, αν για οποιοδήποτε λόγο κριθούν άκυρες αυτές, κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Το ανωτέρω δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε την αγωγή ως αόριστη και γι' αυτό απαράδεκτη ως προς τον Δήμο Πεντέλης, ενώ ως προς την Κοινωφελή Επιχείρηση, αφού απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα καταβολής τόκων για το χρονικό διάστημα πριν την επίδοση της αγωγής, έκρινε κατά τα λοιπά ότι αυτή ασκήθηκε παραδεκτά και είναι νόμιμη τόσον κατά την κυρία όσο και κατά την επικουρική της βάση και αφού την εξέτασε κατ' ουσίαν την απέρριψε ως προς τους πέμπτο, δέκατη και ενδέκατο των εναγόντων της, ενώ την έκανε εν μέρει δεκτή ως προς τους λοιπούς ένδεκα ενάγοντες, αναγνωρίζοντας την υποχρέωση της Κοινωφελούς Επιχείρησης να τους καταβάλει νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής τα ποσά που αναλυτικά για έκαστο τούτων αναφέρονται στην αγωγή, τα οποία δικαιούνται από τις έγγραφες συμβάσεις, που είχαν συνάψει, για τις οποίες ακολουθήθηκαν και οι νόμιμες διατυπώσεις. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με τις κρινόμενες εφέσεις τους οι εκκαλούντες και για τους λόγους, που αναφέρουν, ζητούν να γίνει δεκτή η έφεση τους και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, ώστε κατά μεν τους 7 εκκαλούντες της 8236/2014 έφεσης να γίνει καθ' ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή τους, κατά δε την εκκαλούσα της 8346/2016 έφεσης να απορριφθεί καθ' ολοκληρίαν αυτή για τους ενάγοντες, των οποίων έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή, για τους οποίους η έφεση κρίθηκε παραδεκτή και ήδη εξετάζεται κατ' ουσίαν.

 

Στο άρθρο 6 του ν. 2527/1997 (Α' 206) ορίζονται τα εξής: «1. Για τη σύναψη σύμβασης μίσθωσης έργου από υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα με φυσικά πρόσωπα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 681 κ.ε. του Αστικού Κώδικα ή με άλλες ειδικές διατάξεις, απαιτείται η προηγούμενη έκδοση κοινής απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, Δημοσίας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, με την οποία καθορίζεται ο αριθμός των προσώπων που θα απασχοληθούν, το συγκεκριμένο έργο που θα εκτελέσουν, το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολική ή τμηματική παράδοση του έργου, το συνολικό ποσό της αμοιβής του αναδόχου, ο τόπος εκτέλεσης του έργου, καθώς και ότι το έργο δεν ανάγεται στον κύκλο των συνήθων καθηκόντων των υπαλλήλων του οικείου φορέα και αιτιολογία για τους λόγους που δεν μπορεί να εκτελεστεί από υπαλλήλους του. Με τη σύμβαση μίσθωσης έργου καθορίζονται οι τυχόν αναγκαίοι όροι και κάθε λεπτομέρεια, σχετικώς με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του αναδόχου. Σύμβαση μίσθωσης έργου που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι αυτοδικαίως και καθ' ολοκληρίαν άκυρη. 2. Για την έκδοση της κατά την προηγούμενη παράγραφο απόφασης αθώο και για την προηγούμενη έγκριση, οπού αυτή προβλέπεται, κατά τις ισχύουσες διατάξεις, για τη σύναψη σύμβασης μίσθωσης έργου, απαιτείται βεβαίωση της νομικής υπηρεσίας ή νομικού συμβούλου της οικείας υπηρεσίας ή νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα, ότι πρόκειται για γνήσια σύμβαση  έργου που δεν υποκρύπτει εξαρτημένη  εργασία. [....] 6. Ανανέωση ή παράταση της σύμβασης μίσθωσης έργου απαγορεύεται και είναι αυτοδικαίως άκυρη [....] 9. Για συμβάσεις μίσθωσης έργου από τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και τα νομικά πρόσωπα την απόφαση της παρ. 1 εκδίδει ο Γενικός Γραμματέας της οικείας Περιφέρειας ή το υπ' αυτού εξουσιοδοτημένο όργανον...".

 

Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι η κατάρτιση των προβλεπόμενων από το άρθρο 6 του ν. 2527/1 997 συμβάσεων έργου, που διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 68 1 και επ. του Αστικού Κώδικα, έχει ως αφετηρία την έκδοση κοινής απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ή, προκειμένου για οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, με την οποία καθορίζεται ο αριθμός των προσώπων που θα απασχοληθούν, το συγκεκριμένο έργο που θα εκτελέσουν, το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολική ή τμηματική παράδοση του έργου, το συνολικό ποσό της αμοιβής του αναδόχου, ο τόπος εκτέλεσης του έργου, καθώς και ότι το έργο δεν ανάγεται στον κύκλο των συνήθων καθηκόντων των υπαλλήλων του οικείου φορέα και αιτιολογία για τους λόγους που δεν μπορεί να εκτελεστεί από υπαλλήλους του. Για την έκδοση της αποφάσεως αυτής απαιτείται προηγούμενη βεβαίωση της νομικής υπηρεσίας ή νομικού συμβούλου της οικείας υπηρεσίας ή νομικού προσώπου του δημοσίου τομέα ότι πρόκειται για γνήσια σύμβαση έργου που δεν υποκρύπτει εξαρτημένη εργασία. Η πρόβλεψη εκδόσεως της βεβαίωσης αυτής, που αφορά μόνο τον καθορισμό του κανονιστικού πλαισίου προκειμένου να προσκληθούν οι ενδιαφερόμενοι για να εκδηλώσουν ενδιαφέρον προς ανάληψη του έργου, δεν προσδίδει στην πράξη περί αναθέσεως του έργου σε ορισμένα πρόσωπα τον χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξεως, εκδιδόμενης υπήρχε, θα μπορούσε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να της προσδώσει χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξεως. Και τούτο διότι η επιλογή των ενδιαφερομένων για την ανάθεση του έργου γίνεται από το αρμόδιο όργανο και, προκειμένου περί δήμων, από τον δήμαρχο, χωρίς να προβλέπεται από το νόμο συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής. Επομένως, η αναφυόμενη από την πράξη αναθέσεως του έργου διαφορά έχει το χαρακτήρα όχι διοικητικής διαφοράς, αλλά διαφοράς ιδιωτικού δικαίου, και δικαιοδοσία για την εκδίκαση της οποίας έχουν τα πολιτικά δικαστήρια (Α.Π. 1048/2012 - Σ.Τ.Ε. 1665/2010 αμφότερες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην ανωτέρω διαδικασία εξάλλου υπάγονται και οι δημοτικές επιχειρήσεις που επιδιώκουν κοινωφελείς ή άλλους δημόσιους σκοπούς κατά την ρητή διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1γ' Ν. 1892/90, με το οποίο άρθρο επανοριοθετήθηκε ο δημόσιος τομές στον οποίο παραπέμπει το άρθρο 6 Ν. 2527/1997 (πρβλ. για το συναφές θέμα της πρόσληψης προσωπικού από δημοτικές επιχειρήσεις Α.Π. 628/2015 ΝΟΜΟΣ). Αν δεν ακολουθηθεί η ανωτέρω διαδικασία σύμβαση έργου που συνάπτουν τα νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα είναι αυτοδικαίως άκυρη κατά τα άρθρα 174 και 180 Α.Κ. Περαιτέρω σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3852/2010 «2. Οι πρωτοβάθμιοι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης συνιστώνται ανά νομό ως εξής .....5. ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.5. Δήμος Πεντέλης με έδρα τα Μελίσσια αποτελούμενος από τους δήμους α. Μελισσιών β. Πεντέλης και γ. Νέας Πεντέλης οι οποίοι καταργούνται". Παράλληλα κατά την παρ. 1 του άρθρ. 283 του ίδιου νόμου «... Οι δήμοι που συνιστώνται με το άρθρο 1 υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους και χωρίς άλλη διατύπωση σε όλα τα ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δήμων και κοινοτήτων, που συνενώνονται, στα οποία περιλαμβάνονται και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συνεργασίες. Οι εκκρεμείς δίκες, στις οποίες διάδικο μέρος είναι ΟΤΑ πρώτου βαθμού που συνενώνεται, συνεχίζονται από το νέο δήμο αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικαστική πράξη συνέχισης για καθεμία από αυτές.» Εξάλλου, ειδικά ως προς τις επιχειρήσεις των συνενούμενων Δήμων προβλέφθηκε στην παρ. 1 του αρ. 107 του νόμου αυτού ότι «Επιχειρήσεις δήμων. I. Οι δήμοι μπορεί να έχουν μόνον: α) μία κοινωφελή επιχείρηση, β) μία δημοτική επιχείρηση ύδρευσης αποχέτευσης (Δ.Ε.ΥΑ.), γ) μία επιχείρηση με ειδικό σκοπό τη λειτουργία ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού, εφόσον λειτουργούσαν αντίστοιχες στους συνενούμενους δήμους, και δ) μία δημοτική ανώνυμη εταιρία του άρθρου 266 του Κ.Δ.Κ., εφόσον είχαν συσταθεί τέτοιες εταιρίες στους συνενούμενους δήμους....», ενώ με το επόμενο άρθρο 108 και στην παρ. 1 αυτού ορίζεται ότι «Οι δήμοι που προκύπτουν από συνένωση υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των συνενούμενων δήμων και κοινοτήτων, ως προς τις επιχειρήσεις αυτών, καθώς και στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις που έχουν υπογράψει, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι συμβάσεις εργασίας ή έργου μέχρι τη λήξη τους». Από το σύνολο των ως άνω παρατιθέμενων διατάξεων προκύπτει ότι η βούληση του νομοθέτη ήταν να διατηρηθούν στο σύνολο τους τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των καταργουμένων Δήμων και να μεταφερθούν αυτούσια στους νεοσύστατους Δήμους προκειμένου να μην διαταραχθεί η λειτουργία τους και να εξασφαλιστεί κάθε κεκτημένο δικαίωμά τους και παράλληλα να διαφυλαχθούν τόσο οι αξιώσεις των Δήμων έναντι των τρίτων αλλά και αυτές των τρίτων έναντι των Δήμων, εφόσον είχαν αναληφθεί τέτοιες από του καταργούμενους πλέον Δήμους. Ως προς τις υποχρεώσεις των λυθεισών δημοτικών επιχειρήσεων, δεδομένης της αυτοτέλειας που διέπει την λειτουργία τους έναντι των Δήμων, αφού αυτές διοικούνται από χωριστά διοικητικά συμβούλια,  με χωριστούς προϋπολογισμούς και διέπονται από άλλες διατάξεις ο νόμος κατέστησε σαφές ότι οι νεοσύστατοι Δήμοι υπεισέρχονται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των καταργούμενων Δήμων έναντι των επιχειρήσεων τους ακόμη και σε αυτές που απορρέουν από συμβάσεις έργου και εργασίας που έχουν συνάψει οι καταργούμενοι δήμοι με αυτές. Σε καμία περίπτωση, με την παρ. 1 του αρ. 108 του ν. 3852/2010 δεν εννοείται ότι οι νεοσύστατοι Δήμοι υπεισέρχονται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ίδιων των επιχειρήσεων έναντι τρίτων. Η εν λόγω διάταξη αναφέρεται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις σχέσεις μεταξύ των καταργουμένων Δήμων και των επιχειρήσεων, που είχαν συστήσει (π.χ. μετοχικό κεφάλαιο, τυχόν εκκρεμείς συμβάσεις κλπ) και όχι σε αυτά που οι ίδιες οι επιχειρήσεις είχαν προς τρίτους. Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 109 παρ. 7 του ν. 3852/2010, όπως ισχύει σήμερα, παρέχεται η δυνατότητα λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές δυνατότητες του δήμου να αναληφθούν υποχρεώνεις των δημοτικών επιχειρήσεων, που έχουν λυθεί, από τους Δήμους που τις συνέστησαν, μετά από προηγούμενη αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Προκειμένου, επομένως, να εξεταστεί η δυνατότητα εξόφλησης οποιασδήποτε οφειλής της δημοτικής επιχείρησης προς τρίτους από τον δήμο που την συνέστησε προϋποτίθεται η ύπαρξη απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου. Στην κρινόμενη περίπτωση οι εκκαλούντες της 8236/2014 έφεσης, με τον πρώτο λόγο αυτής, παραπονούνται γιατί το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, παρά τον νόμο και μετά από εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, απέρριψε την αγωγή τους ως αόριστη και γι' αυτό απαράδεκτη, ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο Δήμο Πεντέλης. Η αγωγή έχουσα το περιεχόμενο, που προαναφέρθηκε, σύμφωνα με την ανωτέρω μείζονα σκέψη, είναι αόριστη και γι' αυτό απορριπτέα ως απαράδεκτη ως προς τον Δήμο Πεντέλης, γιατί σ' αυτήν, ως προς την εις ολόκληρον ευθύνη του νεοσύστατου Δήμου Πεντέλης, ως διαδόχου του πρώην Δήμου Μελισσιών, αναφέρεται μόνον ότι ο Δήμος είναι κύριος ή αποκλειστικός μέτοχος της δεύτερης εφεσίβλητης - εκκαλούσας Κοινωφελούς Επιχείρησης, το οποίο όμως δεν αρκεί για να θεμελιώσει ευθύνη του, αφού ιδίως δεν αναφέρεται ότι υπήρξε απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου, με την οποία αυτός ανέλαβε τις επίδικες υποχρεώσεις αυτής. Επομένως ορθά απορρίφθηκε η αγωγή ως αόριστη και γι' αυτό απαράδεκτη ως προς τον Δήμο Πεντέλης και γι' αυτό ο ανωτέρω λόγος έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, αφού την παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου και της αναλογικότητας, που επικαλούνται οι εκκαλούντες δεν τις προέβαλαν, με συγκεκριμένα περιστατικά στην αγωγή τους. Κατά το δεύτερο σκέλος του ο ίδιος λόγος έφεσης πρέπει επίσης να απορριφθεί, γιατί στηρίζεται σε αναληθή προϋπόθεση, αφού η απόρριψη της αγωγής ως προς τον Δήμο Πεντέλης έγινε για τον ανωτέρω τυπικό λόγγο χωρίς να εκτιμηθούν οι αποδείξεις. Συνεπώς η 8236/2014 έφεση πρέπει να απορριφθεί κατ' ουσίαν ως προς τον Δήμο. Περαιτέρω η εκκαλούσα της 8246/2014 έφεσης, με τον πρώτο λόγο της έφεσής της, παραπονείται ότι η εναντίον της επίδικη αγωγή εσφαλμένα κρίθηκε ότι είναι ορισμένη ως σύμβαση έργου, αφού δεν αναφέρεται στην αγωγή ο τρόπος με τον οποίο εκτελέστηκε το έργο και οι διαδικασία με την οποία επελέγησαν οι ενάγοντες και επίσης δεν αναφέρεται ότι οι συμβάσεις δεν κάλυπταν πάγιες και διαρκείας ανάγκες της ιδίας και ότι το έργο δεν μπορούσε να εκτελεστεί από μόνιμους υπαλλήλους της. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία, σύμφωνα με την προηγηθείσα μείζονα σκέψη δεν ήταν αναγκαία για να είναι ορισμένη η αγωγή, αφού αποτελούν στοιχεία άρνησης της κυρίας βάσης αυτής, που πρέπει να προβληθούν από την εκκαλούσα, η οποία ισχυρίζεται ότι οι έγγραφες συμβάσεις έργου είναι άκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας και γι' αυτό ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.

 

 

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 904 επ. Α.Κ. και 216, 219 ΚΠΟΛΔ συνάγεται ότι εάν η βάση της αγωγής από τον κατά δικονομική επικουρικότητα (άρθρο 219 ΚΠολΔ), υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απορρίψεως της κυρίας βάσεως αυτής από τη σύμβαση, αρκεί για την πληρότητα της πιο πάνω επικουρικής βάσεως να γίνεται απλή επίκληση της ακυρότητας της συμβάσεως χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η ακυρότητα. Και τούτο, διότι στην τελευταία περίπτωση η επικουρική βάση της αγωγής θα εξετασθεί μόνο αν η στηριζόμενη στην έγκυρη σύμβαση κυρία βάση της αγωγής απορριφθεί μετά παραδοχή της ακυρότητας της συμβάσεως για συγκεκριμένο λόγο, ο οποίος, είτε κατ' αυτεπάγγελτη έρευνα είτε κατ' ένσταση του εναγόμενου αποτέλεσε ήδη αντικείμενο της δίκης και πληρούται έτσι ο σκοπός της διατάξεως του άρθρου 216 του ΚΠολΔ, η οποία απαιτεί τη σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή. Επομένως, στη δικονομικώς ενιαία εκδίκαση της επικουρικής βάσεως της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό δεν είναι αναγκαία η επίκληση από τον ενάγοντα του λόγου ακυρότητας της συμβάσεως που διαγνώστηκε ήδη δικαστικώς στην ίδια δίκη και είναι έτσι δεδομένος, κατά την εξέταση της ως άνω επικουρικής βάσεως (βλ. Ολ ΑΠ 23/2003 Δ/νη 2003, 1261 ).

 

 

Στην κρινόμενη περίπτωση το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξετάζοντας τις επικαλούμενες με την αγωγή συμβάσεις έργου, που είχαν συναφθεί είτε προφορικά είτε εγγράφως, αλλά χωρίς να τηρηθούν οι λοιπές νομικές διατυπώσεις, τις απέρριψε με την ακόλουθη, κατά λέξη παρατιθέμενη, αιτιολογία: «Οι ανωτέρω συμβάσεις, ανεξαρτήτως της ακυρότητας τους, λόγω μη τήρησης των προϋποθέσεων του Ν. 2527/1997, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, δεν αποδείχθηκε ότι πράγματι εκτελέστηκαν». Με την αιτιολογία αυτή το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφ' ενός μεν δέχθηκε ότι οι συμβάσεις αυτές είναι άκυρες, αφ' ετέρου δε λόγω της ακυρότητας τους αυτής, απέρριψε την βάση αυτή ως ουσιαστικά αβάσιμη. Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ερεύνησε και την επικουρική βάση της αγωγής ως προς τις συμβάσεις αυτές και γι' αυτό ο σχετικός τρίτος λόγος έφεσης των εκκαλούντων της 8236/2014 έφεσης, στον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

 

Από τα έγγραφα, που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Η εκκαλούσα της 8246/2016 έφεσης και ήδη τελούσα υπό εκκαθάριση Κοινωφελής Επιχείρηση, ιδρύθηκε από τον τότε υφιστάμενο Δήμο Μελισσιών Αττικής, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παρέχει υπηρεσίες εκπαίδευσης στους τομείς πολιτισμού και αθλητισμού στα ανήλικα παιδιά της περιφέρειας του Δήμου. Στα πλαίσια της δραστηριότητας της αυτής, μετά από αίτηση της εγκρίθηκε κατά το άρθρο 6 Ν. 2527/1997, με την 35893/22777/12-10-2009 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, η εκ μέρους της σύναψη συμβάσεων έργου με καθηγητές διαφόρων ειδικοτήτων με εννεάμηνη διάρκεια. Σε εφαρμογή της απόφασης αυτής καταρτίστηκαν μεταξύ της Κοινωφελούς Επιχείρησης και ορισμένων από τους εφεσίβλητους της έφεσης της, αντίστοιχες έγγραφες συμβάσεις έργου για το χρονικό διάστημα από 12-11-2009 έως 11-8-2010. Έτσι η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει στους χώρους της Κοινωφελούς Επιχείρησης μαθήματα παραδοσιακών χορών αντί συνολικής αμοιβής 9.892,26 ευρώ, η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα χειροποίητου κοσμήματος αντί αμοιβής 7.539,84 ευρώ, η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα κεραμικής αντί αμοιβής 11.448 ευρώ, ο ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα Ευρωπαϊκών και Latin χορών αντί αμοιβής 18.900 ευρώ, η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα συγχρόνου θεάτρου και κινηματογράφου αντί αμοιβής 7.560 ευρώ για κάθε δραστηριότητα και συνολικά 15.120 ευρώ, ο ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα φωτογραφίας αντί αμοιβής 6.664 ευρώ, ο ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα σκηνοθεσίας θεάτρου αντί αμοιβής 12.600 ευρώ, η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα θεατρικού παιγνιδιού, αντί αμοιβής 1.350 ευρώ, η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα παραδοσιακών χορών, αντί αμοιβής 7.065,90 ευρώ και τέλος η ... ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής αντί αμοιβής 7.326 ευρώ. Όλες οι ανωτέρω συμβάσεις ήταν έγκυρες συμβάσεις έργου, αφού συνάφθηκαν εγγράφως και ακολουθήθηκαν όλες οι νόμιμες διατυπώσεις του άρθρου 6 Ν. 2527/1997, ενώ δεν αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί της Κοινωφελούς Επιχείρησης, που περιέχονται στον δεύτερο και τρίτο λόγους της έφεσης της, ότι οι συμβάσεις αυτές ήταν στην πραγματικότητα συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας, που ήταν άκυρες γιατί δεν προβλέπει τέτοιες συμβάσεις το άρθρο 6 Ν. 2527/1997 και γι' αυτό τα ποσά που δικαιούνται οι ανωτέρω του πλουτισμού, ενόψει του ότι η Κοινωφελής Επιχείρηση κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προσκομίζει ότι οι ανωτέρω καθηγητές κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες της ή ήταν σε άμεση εξάρτηση από αυτήν ο τόπος και χρόνος εκτέλεσης των συμβάσεων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε κατά τον ίδιο τρόπο, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, που είχαν προσκομισθεί και γι' αυτό οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. ’λλος λόγος στην 8246/2014 έφεση δεν υπάρχει και γι' αυτό πρέπει να απορριφθεί κατ' ουσίαν αυτή για τους λοιπούς εφεσίβλητους, για τους οποίους δεν κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης ή απαράδεκτη η έφεση. Περαιτέρω ως προς τους επτά ενάγοντες, που άσκησαν την 8236/2014 έφεση αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Αυτοί, εκτός των χρημάτων, που επιδικάσθηκαν με την εκκαλουμένη απόφαση σε ορισμένους τούτων με βάση τις ανωτέρω έγγραφες συμβάσεις, για τα οποία δεν έχουν λόγο έφεσης, παραπονούνται για την απόρριψη της αγωγής ως προς τα ποσά που ζητούν με συμβάσεις που κατήρτισαν, είτε εγγράφως, χωρίς όμως την τήρηση των λοιπών προϋποθέσεων του άρθρου 6 Ν. 2527/1997 είτε προφορικά. Οι συμβάσεις αυτές είναι άκυρες, σύμφωνα με την νομική σκέψη που προαναφέρθηκε και συνεπώς η κυρία βάση της αγωγής ως προς αυτές έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμη και όχι με την αιτιολογία που προαναφέρθηκε, αφού αρχικά κρίθηκε ότι είναι νόμιμη η κυρία βάση της αγωγής και ως προς αυτές. Συνεπώς, αφού αντικατασταθούν οι αιτιολογίες της εκκαλουμένης απόφασης με τις αιτιολογίες της απόφασης αυτής, οι οποίες είναι ευμενέστερες για τους εκκαλούντες - ενάγοντες, πρέπει να απορριφθεί η κυρία βάση της αγωγής ως προς τις άκυρες αυτές συμβάσεις ως μη νόμιμη. Ως προς τις συμβάσεις αυτές σε σχέση με την νόμιμη επικουρική βάση της αγωγής, που στηρίζεται στον αδικαιολόγητο πλουτισμό, από τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Η διάδικος Κοινωφελής Επιχείρηση εξασφάλιζε τους αναγκαίους πόρους για να λειτουργεί, από τα δίδακτρα που κατέβαλαν οι μαθητές των διαφόρων τμημάτων της, στα οποία διδάσκοντες ήταν και οι ενάγοντες της αγωγής και από επιχορηγήσεις, που ελάμβανε από τον Δήμο Μελισσιών. Στις 7/6/2010 δημοσιεύτηκε νόμιμα στο ΦΕΚ ο ανωτέρω Ν. 3852/2010, με τον οποίο, όπως προαναφέρθηκε ο Δήμος Μελισσίων συγχωνεύτηκε στον νεοσυσταθέντα Δήμο Πεντέλης και ορίστηκε ότι ο νεοσυσταθείς Δήμος θα έχει μόνο μία Κοινωφελή Επιχείρηση. Το γεγονός αυτό δημιούργησε μεγάλη αβεβαιότητα στην λειτουργία της ένδικης Κοινωφελούς Επιχείρησης, ενόψει κυρίως της νέας χρονιάς λειτουργίας των ανωτέρω εκπαιδευτικών τμημάτων της, που άρχισε στα μέσα Σεπτεμβρίου 2010, αφού, λόγω της εκκρεμότητας που δημιουργήθηκε, δεν μπορούσε να ακολουθηθεί η ανωτέρω νόμιμη διαδικασία του άρθρου 6 Ν. 2527/1997. Έτσι το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιχείρησης αποφάσισε να προσλάβει και πάλι τους ίδιους διδάσκοντες, που απασχολήθηκαν κατά το προηγούμενο έτος, με προφορικές συμβάσεις, προκειμένου να συνεχισθεί η δραστηριότητα της Επιχείρησης, μέχρι να ξεκαθαρισθεί τι θα γίνει. Έτσι προσέλαβε και πάλι διδάσκοντες, οι οποίοι εκτέλεσαν το ανατεθέν έργο της διδασκαλίας των μαθητών, στο αντικείμενο του έκαστος, μέχρι τις 22/12/2010, που άρχισαν οι διακοπές των Χριστουγέννων. Η ανωτέρω απασχόληση διδασκόντων για τρεις μήνες αποδεικνύεται και από την 5/20-12-2010 απόφαση του Δ.Σ. της Κοινωφελούς Επιχείρησης, αλλά και από σχετικές βεβαιώσεις που χορήγησε σε πολλούς διδάσκοντες η υπεύθυνη της Επιχείρησης ..., ανεξαρτήτως του ότι αυτές από προφανή παραδρομή φέρουν ημερομηνία 10-1-2010, δηλαδή προγενέστερη των γεγονότων, που βεβαιώνουν. Στη συνέχεια, κατ' εφαρμογή του Ν. 3852/2010 ο νεοσυσταθείς Δήμος Πεντέλης με την 58/28-2-2011 απόφασή του, που επικυρώθηκε με τον 8451/5421/28-3-2011 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Β 763/6-5-2011 αποφάσισε την λύση και εκκαθάριση της Κοινωφελούς Επιχείρησης, εκκαθάριση, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί. Περαιτέρω ως προς τις αξιώσεις από άκυρες συμβάσεις των εκκαλούντων της 8236/2014 έφεσης αποδεικνύονται τα ακόλουθα:

 

1) H ... προσκομίζει την από 12/11/2009 έγγραφη σύμβαση με την Κοινωφελή Επιχείρηση, η οποία συνάφθηκε χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 6 Ν. 2527/1997, με την οποία ανέλαβε την εργασία προπαρασκευής και υλοποίησης καλλιτεχνικών εκδηλώσεων από 12/1 1/2009 έως 11/8/2010 αντί αμοιβής 4.282,74 ευρώ. Όμως από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδεικνύεται ότι η ... πράγματι εκτέλεσε την εργασία αυτή, αφού ούτε καν επικαλείται αυτή την πραγματοποίηση οποιασδήποτε συγκεκριμένης καλλιτεχνικής εκδήλωσης, ενώ και τα έγγραφα που επικαλείται και προσκομίζει (αναλυτικό καθολικό των πιστωχρεώσεων της, αποδείξεις παροχής υπηρεσιών της ιδίας και την ... επιταγή της ALPHA BANK εκδόσεως της Κοινωφελούς Επιχείρησης) αφορούν στην εργασία και αμοιβή της με βάση την από 12/11/2009 έγκυρη σύμβαση έργου, που είχε συνάψει και γι' αυτό το αίτημα της για καταβολή του παρέσχε το έργο της καθηγήτριας παραδοσιακών χορών για το χρονικό διάστημα των τριών μηνών από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο του 2010 δυνάμει άκυρης προφορικής συμφωνίας και για την αιτία αυτή δικαιούται το ποσό των 1.099.14 ευρώ ανά μήνα και όχι των 1.575 ευρώ, που ζητεί, και συνολικά των 3.297,42 ευρώ κατά το οποίο κατέστη πλουσιότερη η Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση, όπως πράγματι κατέβαλε το ποσό αυτό στην ίδια την ... κατά το προηγούμενο έτος. Τέλος δεν αποδεικνύεται ότι η ... παρέσχε διδακτικό έργο 36 ωρών πέραν των συμφωνηθέντων και συνεπώς το αίτημα της για καταβολή ποσού 900 ευρώ πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο.

 

2) Η ... προσκομίζει την από 12.11.2009 έγγραφη σύμβαση με την Κοινωφελή Επιχείρηση, η οποία συνάφθηκε χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 6 Ν. 2527/1997, με την οποία ανέλαβε την εργασία της προπαρασκευής και υλοποίησης καλλιτεχνικών εκδηλώσεων από 12/11/2009 έως 11/8/2010 αντί αμοιβής 3.769,92 ευρώ. Η ... πράγματι εκτέλεσε την εργασία αυτή, όπως τούτο ιδίως αποδεικνύεται από το ... Τιμολόγιο για Παροχή Υπηρεσιών, που εξέδωσε σε συνδυασμό με την ... επιταγή της ALPHA BANK που εξέδωσε η Κοινωφελής Επιχείρηση στις 15/7/2010 εις διαταγήν της για ποσό 17.064,96 ευρώ, δηλαδή για ποσό που υπερβαίνει την εκ ποσού 7.539,84 ευρώ αμοιβή της, για την έγκυρη σύμβαση, το οποίο της επιδικάσθηκε πρωτοδίκως. Κατά το ποσό αυτό των 3.769.92 ευρώ η Κοινωφελής Επιχείρηση κατέστη αδικαιολογήτως πλουσιότερη, αφού θα το κατέβαλε σε άλλον διδάσκοντα με τα ίδια προσόντα και έγκυρη σύμβαση. Η ... ζητεί να της επιδικασθεί και το ποσό των 11.309,76 ευρώ δυνάμει τρίτης από 12/11/2009 έγγραφης σύμβασης η οποία δεν προσκομίζεται και αποδεικνύεται ότι δεν συνάφθηκε ποτέ, αφού μάλιστα το αιτούμενο ποσό αφορά το άθροισμα των ποσών των άλλων δύο από 12.11.2009 έγγραφων συμβάσεων που επιδικάσθηκε ήδη σ' αυτήν. Τέλος αποδεικνύεται ότι η ... παρέσχε τις υπηρεσίες της ως καθηγήτρια διακοσμητικών εφαρμογών και χειροποίητου κοσμήματος το χρονικό διάστημα των τριών μηνών από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο 2010 δυνάμει άκυρης προφορικής συμφωνίας και για τις υπηρεσίες αυτές δικαιούται το ποσό των 837,76 ευρώ ανά μήνα και όχι των 2.513,28 ευρώ ανά μήνα, που ζητεί, και συνολικά των 2.513,28 ευρώ, κατά το οποίο κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση και τα ίδια προσόντα, όποος πράγματι κατά μήνα κατέβαλε στην ίδια την ... κατά το προηγούμενο έτος.

 

3) Η ... παρέσχε τις υπηρεσίες της ως καθηγήτρια κεραμικής το χρονικό όιαστημα των τριών μηνών από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο 2010, δυνάμει άκυρης προφορικής συμφωνίας και για τις υπηρεσίες της αυτές δικαιούται το ποσό των 1.272 ευρώ μηνιαίως που ζητεί και συνολικά των 3.816 ευρώ, κατά το οποίο κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη η Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση και τα ίδια προσόντα.

 

4) Ο ... προσκομίζει και επικαλείται δύο από 29/10/2009 και από 1/7/2009 έγγραφες συμβάσεις με την Κοινωφελή Επιχείρηση, που συνάφθηκαν χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 6 Ν. 2527/1997, με τις οποίες ανέλαβε και αυτός τις εργασίες παρασκευής και υλοποίησης καλλιτεχνικών εκδηλώσεων από 29/10/2009 έως 28/7/2010 και από 1/7/2009 έως 31/8/2010 αντί αμοιβής 3.600 και 2.600 ευρώ αντιστοίχως. Όμως από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδεικνύεται ότι αυτός πράγματι εκτέλεσε το έργο αυτό, αφού ούτε καν επικαλείται την πραγματοποίηση οποιασδήποτε συγκεκριμένης καλλιτεχνικής εκδήλωσης και γι' αυτό τα σχετικά αιτήματα του πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα. Αντίθετα αποδεικνύεται ότι αυτός παρέσχε τις υπηρεσίες του ως συνοδός πιάνου της χορωδίας της Επιχείρησης για τους τρεις μήνες από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο του 2010 και για τις υπηρεσίες του αυτές δικαιούται το ποσό των 320 και όχι των 400 ευρώ μηνιαίως που ζητεί (βλ. ιδίως την 326/2010 βεβαίωση της ...) και συνολικά των 960 ευρώ. κατά το ποιο κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότεοη η Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση και τα ίδια προσόντα.

 

5) Ο ... κατά το χρονικό διάστημα των τριών μηνών από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο του 2010 παρέσχε τις υπηρεσίες του ως καθηγητής Χορωδίας στην Χορωδία Ενηλίκων της Κοινωφελούς Επιχείρησης δυνάμει άκυρης προφορικής συμφωνίας και για τις υπηρεσίες του αυτές δικαιούται το ποσό των 1.250 ευρώ ανά μήνα και των 3.750 ευρώ συνολικά (βλ. ιδίως την σχετική βεβαίωση της ...), κατά το οποίο κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη η Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση και τα ίδια προσόντα.

 

6) Η ... κατά το χρονικό διάστημα των τριών μηνών από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο του 2010 παρέσχε τις υπηρεσίες της ως καθηγήτρια Θεατρικού Παιγνιδιού, δυνάμει άκυρης προφορικής συμφωνίας και για τις υπηρεσίες της αυτές δικαιούται το ποσό των 150 ευρώ ανά μήνα και όχι των 196,33 ευρώ που ζητεί και συνολικά των 450 ευρώ, κατά το οποίο κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη η Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση και τα ίδια προσόντα, όπως πράγματι κατέβαλε στην ίδια την ... κατά το προηγούμενο έτος.

 

7) Η ... παρέσχε τις υπηρεσίες της ως καθηγήτρια ζωγραφικής το χρονικό διάστημα των τριών μηνών από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο του 2010, δυνάμει άκυρης προφορικής συμφωνίας και για τις υπηρεσίες της αυτές δικαιούται το ποσό των 814 ευρώ ανά μήνα και όχι των 13 08 ευρώ που ζητεί και συνολικά των 2.442 ευρώ, κατά το οποίο κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη η Κοινωφελής Επιχείρηση και θα κατέβαλε σε άλλο διδάσκοντα με έγκυρη σύμβαση και τα ίδια προσόντα, όπως πράγματι κατέβαλε στην ίδια την ... κατά το προηγούμενο έτος.

 

Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις ως προς το μέρος των αξιώσεων των εναγόντων που στηρίζονται στην επικουρική βάση της αγωγής και απορρίφθηκαν και από το δικαστήριο τούτο και γι' αυτό οι σχετικοί λόγοι έφεσης των εκκαλούντων της 8236/2014 έφεση, που περιέχονται στους δεύτερο, τέταρτο και μέρος του τρίτου λόγους αυτής πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι, ενώ το ίδιο δικαστήριο εσφαλμένα εκτίμησε της αποδείξεις, ως προς το υπόλοιπο μέρος των αξιώσεων των εκκαλούντων, που στηρίζονται στην ίδια βάση και γι' αυτό πρέπει να γίνουν δεκτοί ως ουσιαστικά βάσιμοι οι σχετικοί λόγοι έφεσης που περιέχονται στους δεύτερο, τέταρτο και μέρος του τρίτου λόγους της 8236/2014 έφεσης. ʼλλος λόγος έφεσης δεν υπάρχει και συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η έφεση αυτή, να εξαφανισθεί καθ' ολοκληρίαν η εκκαλούμενη απόφαση (για την ενότητα του τίτλου εκτέλεσης) ως προς τους εκκαλούντες και αφού κρατηθεί η υπόθεση για ουσιαστική έρευνα, να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή τους και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης Κοινωφελούς Επιχείρησης να τους καταβάλει νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση το συνολικό ποσό που προκύπτει από την άθροιση του ποσού που τους επιδικάσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση και του ποσού, που κρίθηκε με την απόφαση αυτή ότι δικαιούνται, κατά την επικουρική βάση της αγωγής και είναι α) για την ... 12.090,54 ευρώ, β) για την ... 13.823,04 ευρώ, γ) για την ... 11.448 ευρώ, δ) για τον ... 960 ευρώ, ε) για τον ... 3.750 ευρώ, στ) για την ... 1.427,78 ευρώ και ζ) για την ... 6.105 ευρώ. Τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας των εναγόντων αυτών και εκκαλούντων της 8236/2014 έφεσης και της δεύτερης εναγομένης - δεύτερης εφεσίβλητης Κοινωφελούς Επιχείρησης, πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ τους κατά ένα μέρος λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους και να επιβληθεί στην Κοινωφελή Επιχείρηση, το υπόλοιπο μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων - εκκαλούντων, όπως αναφέρεται στο διατακτικό (άρθρα 183, 178, 176 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα του πρώτου εφεσιβλήτου Δήμου Πεντέλης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν στους εκκαλούντες της 8236/2014 έφεσης λόγω της ήττα των παρασταθέντων εφεσίβλητων της 8246/2014 έφεσης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει ν α επιβληθούν στην εκκαλούσα Κοινωφελή Επιχείρηση, λόγιο της ήττας της (άρθρα 183, 176 ΚΠολΔ). Τέλος, επειδή η έφεση αυτή απορρίφθηκε πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου αυτής στο Δημόσιο Ταμείο, ενώ επειδή η 8236/2014 έφεση έγινε δεκτή ως προς την δεύτερη εφεσίβλητη αυτής πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της στους εκκαλούντες (άρθρο 495 παρ. 2 ΚΠολΔ).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

- Συνεκδικάζει τις 8236/2014 και 8246/2014 εφέσεις, ερήμην της τέταρτης και της δέκατης των εφεσίβλητων της 8246/2014 έφεσης και κατ' αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

 

- Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της 8246/2014 έφεσης ως προς την τέταρτη και την δέκατη των εφεσίβλητων αυτής.

 

- Απορρίπτει ως απαράδεκτη της 8246/2014 έφεση ως προς τον πέμπτο και τον ενδέκατο των εφεσίβλητων

 

- Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν την 8246/2014 έφεση ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους αυτής.

 

-Καταδικάζει την εκκαλούσα της 8246/2014 έφεσης στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των παρασταθέντων εφεσίβλητων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

 

-Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου της 8246/2014 έφεσης, ποσού διακοσίων (200) ευρώ.

 

- Δέχεται τυπικά την 8236/2014 έφεση.

 

- Απορρίπτει αυτήν κατ' ουσίαν ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο αυτής.

 

- Καταδικάζει τους εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του πρώτου εφεσίβλητου, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

 

- Δέχεται κατ' ουσιαν την 8236/2014 ως προς την δεύτερη εφεσίβλητη αυτής.

 

- Εξαφανίζει την 4864/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά το μέρος αυτής με το οποίο δικάσθηκε η 56395/4373/2011 αγωγή των εκκαλούντων κατά της δεύτερης εφεσίβλητης.

 

- Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την αγωγή κατά το μέρος που έγινε δεκτή η έφεση.

 

- Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

 

- Αναγνωρίζει ότι η δεύτερη εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση τα ακόλουθα ποσά:

 

1) Στην πρώτη ενάγουσα δώδεκα χιλιάδες ενενήντα ευρώ και πενήντα τέσσερα λεπτά (12.090.54).

 

2) Στην δεύτερη ενάγουσα δεκατρείς χιλιάδες οκτακόσια είκοσι τρία ευρώ και τέσσερα λεπτά (13.823,04).

 

3) Στην τρίτη ενάγουσα ένδεκα χιλιάδες τετρακόσια σαράντα οκτώ (11.448) ευρώ.

 

4) Στον πέμπτο ενάγοντα εννιακόσια εξήντα (960) ευρώ.

 

5) Στον ενδέκατο ενάγοντα τρεις χιλιάδες επτακόσια πενήντα (3.750) ευρώ.

 

6) Στην δωδέκατη ενάγουσα χίλια τετρακόσια εβδομήντα δύο ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτά (1.472,78).

 

7) Στην δέκατη τέταρτη ενάγουσα έξι χιλιάδες εκατόν πέντε (6.105) ευρώ.

 

- Καταδικάζει την δεύτερη εφεσίβλητη - δεύτερη εναγόμενη στην πληρωμή ενός μέρους των δικαστικών εξόδων των εκκαλούντων της 8236/2014 έφεσης πρώτης, δεύτερης, τρίτης, πέμπτου, ενδέκατου, δωδέκατης και δεκάτης τετάρτης των εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ.

 

- Διατάσει την επιστροφή στους εκκαλούντες της 82 3 6/2014 έφεσης του παραβόλου αυτής, ποσού διακοσίων (200) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στις 25 Απριλίου 2017 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι τους δικηγόροι.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ