ΔΕφΘεσ (Ακυρ) 1683/2010

 

Ανάκληση πράξης εφαρμογής μετά την κύρωσή της υπό την ισχύ του άρθρου 11 του ν. 3212/2006 -.

 

 

Δεν αποτελεί πλάνη περί τα πράγματα της Διοίκησης το γεγονός της ύπαρξης στοιχείων που ήταν γνωστά κατά την έκδοση της ανακαλουμένης απόφασης και δεν δικαιολογείται η κατ' εξαίρεση ανάκληση αμετάκλητης πράξης εφαρμογής.

 

 

 

Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης

(Τμήμα Α΄- Ακυρωτικό)

Αριθμός 1683/2010

 

 

«... 4. Επειδή, στο άρθρο 12 του Ν. 1337/1983 (33 Α΄) ορίζονται τα εξής: «1. Η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης πραγματοποιείται με τη σύνταξη πράξεων εφαρμογής…. Η πράξη εφαρμογής καθορίζει τα τμήματα που αφαιρούνται από κάθε ιδιοκτησία για εισφορά γης, τα τμήματα που μετατρέπονται σε χρηματική εισφορά και προσδιορίζει τα τμήματα που ρυμοτομούνται για κοινόχρηστους χώρους..5. (όπως η παρ. αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν. 2242/1994). Η πράξη εφαρμογής συντάσσεται με την ακόλουθη διαδικασία που προωθείται παράλληλα με τη διαδικασία του άρθρου 7 του νόμου αυτού για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης.  α. Κατά τη σύνταξη του κτηματογραφικού διαγράμματος της πολεοδομικής μελέτης οι κύριοι ή νομείς ακινήτων υποχρεούνται, κατόπιν προσκλήσεως, να υποβάλουν δήλωση ιδιοκτησίας στον οικείο δήμο ή κοινότητα προσκομίζοντας συγχρόνως τίτλους κτήσεως, πιστοποιητικό μεταγραφής, ιδιοκτησίας, βαρών, διεκδικήσεων, κατασχέσεων και τοπογραφικό διάγραμμα...  β. Με βάση τα στοιχεία της προηγούμενης περίπτωσης α, συντάσσεται το κτηματογραφικό διάγραμμα εφαρμογής και ο πίνακας εφαρμογής. γ. Μετά τη σύνταξη της πράξης εφαρμογής καλούνται οι φερόμενοι ιδιοκτήτες, μέσα σε προθεσμία που αναφέρεται σε σχετική πρόκληση, να λάβουν γνώση της πράξης εφαρμογής και να ασκήσουν τυχόν ενστάσεις. 6…..7. α. Η πράξη εφαρμογής κυρώνεται με απόφαση του νομάρχη, αποτελεί ταυτόχρονα και πράξη βεβαίωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εισφοράς σε γη, όπως και κάθε μεταβολής που επέρχεται στα ακίνητα σύμφωνα με την παράγραφο 3…και μεταγράφεται στο οικείο υποθηκοφυλακείο... Με τη μεταγραφή επέρχονται όλες οι αναφερόμενες στην πράξη εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίας….β) Αμέσως μετά την κύρωση και μεταγραφή των πράξεων εφαρμογής ο οικείος Ο.Τ.Α., το Δημόσιο...καθώς και κάθε ενδιαφερόμενος, μπορούν να καταλάβουν τα νέα ακίνητα που διαμορφώθηκαν με την πράξη εφαρμογής και περιέρχονται σ’ αυτούς….Δικαιώματα της επόμενης περίπτωσης (δ) μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση για αποζημίωση. γ) Η μεταβολή ακινήτων σύμφωνα με την παρ. 3 και την πράξη εφαρμογής συνεπάγεται την άμεση απόσβεση κάθε εμπραγμάτου δικαιώματος τρίτου που υφίσταται στα μεταβαλλόμενα ακίνητα, δ)…...ε) (όπως η περίπτωση αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 3212/2003, ΦΕΚ 308 Α΄, ισχύς από 31-12-2003) Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωσή της γίνεται οριστική και, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, αμετάκλητη. Η Διοίκηση κατ’ εξαίρεση μόνο επιτρέπεται να ανακαλεί εν όλω ή εν μέρει την πράξη εφαρμογής, για λόγους νομιμότητας ή για πλάνη περί τα πράγματα που αποδεικνύεται από στοιχεία που δεν ήταν γνωστά κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης ή από τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η ανάκληση γίνεται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η πράξη ανακαλείται μόνο κατά το μέρος που διαπιστώνεται η παράβαση ή η πλάνη, μέσα σε εύλογο χρόνο από την κύρωση της πράξης εφαρμογής και συντάσσεται διορθωτική πράξη. Κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης. Αν κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοίκησης η αυτούσια διόρθωση δεν είναι δυνατή για λόγους που επιβάλλονται από τις αρχές της καλής πίστης και της ασφάλειας του δικαίου, οι διαφορές που προκύπτουν κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση…..».

 

 

5. Επειδή, από τις διατάξεις της περιπτ. ε΄ της παρ. 7 του παρατεθέντος άρθρου 12 του Ν. 1337/1983, όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από την παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 3212/2003, συνάγεται ότι για να είναι επιτρεπτή η κατ’ εξαίρεση ανάκληση των αμετάκλητων πράξεων εφαρμογής απαιτούνται σωρευτικά διάφορες προϋποθέσεις (εύλογος χρόνος, συνδρομή λόγων που επιτρέπουν την ανάκληση). Όταν δε πρόκειται για ανάκληση που χωρεί λόγω πλάνης περί τα πράγματα της Διοίκησης, τέτοια προϋπόθεση αποτελεί και το γεγονός της ύπαρξης στοιχείων ή τελεσίδικης δικαστικής αποφάσεως που να μην ήταν γνωστά στη Διοίκηση κατά την έκδοση της ανακαλούμενης απόφασης, ώστε να δικαιολογείται η κατ’ εξαίρεση του αμετακλήτου των ως άνω πράξεων εφαρμογής, δυνατότητα επανόδου της Διοικήσεως και εκδόσεως, μετά από ανάκληση των αρχικών αυτών πράξεων, νέων διορθωτικών πράξεων.

 

 

6. Επειδή, στην κρινόμενη περίπτωση, με την 60692/1992 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης κυρώθηκε η αριθ. 12/92 πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης επέκτασης του Δήμου Νέας Μηχανιώνας Νομού Θεσσαλονίκης, η κυρωθείσα δε πράξη αυτή μεταγράφηκε εν συνεχεία στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς. Στην ως άνω πράξη η ιδιοκτησία 022316 του Ο.Τ Γ87 και Γ91 εφέρετο ως έχουσα ιδιοκτήτη τον αιτούντα με ποσοστό κυριότητας 100%. Ακολούθησε η έκδοση της 12/3 γενικής διορθωτικής πράξης που κυρώθηκε με την 29/37911/ΠΕ/3314/1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης στην οποία η παραπάνω ιδιοκτησία παρέμεινε ως προς το ζήτημα του ιδιοκτήτη με τα ίδια στοιχεία. Περαιτέρω, αφού μεσολάβησαν και άλλες διορθωτικές πράξεις εκδόθηκε η 12/243 πράξη διόρθωσης η οποία κυρώθηκε με την 29/15626/19-5-2004 νομαρχιακή απόφαση. Μ’ αυτήν, αφού λήφθηκε υπόψη η από 5-11-2003 αίτηση του πρώτου από τους παρεμβαίνοντες με την οποία ζητούνταν η συμπερίληψη και του ίδιου ως συνιδιοκτήτη στην αρχική πράξη εφαρμογής, και αφού λήφθηκε υπόψη το 1653/1975 συμβόλαιο αυτοσύμβασης αγοραπωλησίας αγρού της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ..., η 1934/1966 απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η 979/1991 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης και η 1330/1995 απόφαση του Αρείου Πάγου που αποδείκνυαν ύπαρξη συνιδιοκτησίας μεταξύ του αιτούντος και του προαναφερομένου παρεμβαίνοντος, διορθώθηκε μερικώς η αρχική πράξη εφαρμογής 12/92 καθώς και η γενική διορθωτική πράξη (12/3), και για την προαναφερθείσα ιδιοκτησία 022316 αναγράφηκαν πλέον ως ιδιοκτήτες αφενός μεν ο αιτών με ποσοστό 77,32%, αφετέρου δε ο ως άνω παρεμβαίνων με ποσοστό 22,68%. Η ως άνω κυρωτική νομαρχιακή απόφαση δεν προσβλήθηκε ούτε διοικητικά ούτε και δικαστικά από τον αιτούντα. Την 1-6-2006 και στη συνέχεια στις 20-6-2007 ο τελευταίος υπέβαλε προς το αρμόδιο Τμήμα Πολεοδομικών Εφαρμογών της Ν.Α. Θεσσαλονίκης αίτηση με την οποία ζήτησε την ανάκληση της βλαπτικής γι’ αυτόν υπ αριθ. 12/243 διορθωτικής πράξης. Κατ αποδοχή της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η 12/312 πράξη διόρθωσης (σχετική η 29/35992/9-7-2007 απόφαση Νομάρχη) η οποία κυρώθηκε με την 29/60353/30-2-2008 νομαρχιακή απόφαση. Μ’ αυτές, κατ’ επίκληση των ίδιων στοιχείων που είχε λάβει υπόψη της και η προηγηθείσα 12/243 διορθωτική πράξη (συμβόλαιο, δικαστικές αποφάσεις) και επιπλέον κατ’ επίκληση του 17254/5-5-2006 εγγράφου της Νομικής Υπηρεσίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Θεσσαλονίκης, που περιείχε την άποψη του νομικού συμβούλου της παραπάνω Αυτοδιοικήσεως, μετά από ερμηνεία των ίδιων ως άνω στοιχείων (δικαστικών αποφάσεων και συμβολαίων) για τα ορθή κατανομή των ποσοστών συνιδιοκτησίας μεταξύ αιτούντος και παρεμβαίνοντος, καθώς και του 1731/2007/6-6-2007 εγγράφου του Συνηγόρου του Πολίτη με το οποίο ζητείτο απάντηση για το ως άνω ζήτημα των ποσοστών συνιδιοκτησίας εκ μέρους της οικείας Νομαρχιακής Υπηρεσίας, ανακλήθηκε η 12/243 διορθωτική πράξη και εγκρίθηκε η 12/312 πράξη διόρθωσης με καθορισμό των ποσοστών συνιδιοκτησίας ως προς τον αιτούντα σε 91,58% και ως προς τον προαναφερθέντα παρεμβαίνοντα (…….) σε 8,42%. Κατά της κυρωτικής νομαρχιακής αποφάσεως αμφότεροι οι παρεμβαίνοντες, ..., άσκησαν προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, η οποία έγινε δεκτή και ακυρώθηκε η ως άνω απόφαση. Ως αιτιολογία για την παραπάνω ακύρωση ο ως άνω Γενικός Γραμματέας επικαλέστηκε το γεγονός ότι δεν ήταν δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 3212/2003 με την οποία θεσπίστηκε δυνατότητα για την κατ’ εξαίρεση ανάκληση των οριστικών πράξεων εφαρμογής υπό προϋποθέσεις, στην προκείμενη περίπτωση, διότι: α) η αρχική πράξη εφαρμογής είχε εκδοθεί και είχε καταστεί οριστική και αμετάκλητη πριν την ισχύ του νόμου αυτού, ο οποίος δεν μπορούσε να καταλάβει ως εκ της μη αναδρομικότητάς του, πράξεις εκδοθείσες πριν την ισχύ του, β) είχε παρέλθει ο εύλογος χρόνος για την επίμαχη ανάκληση αφού είχαν συμπληρωθεί περίπου 16 έτη από την έκδοση και κύρωση της αρχικής πράξης εφαρμογής έως την έκδοση της προσβληθείσας ενώπιόν του 29/60353/30-2-2008 κυρωτικής νομαρχιακής αποφάσεως, γ) η επίκληση με την ως άνω νομαρχιακή απόφαση των υπ αριθ. 1934/1966 και 979/1991 αποφάσεων του Πρωτοδικείου και του Εφετείου Θεσσαλονίκης αντίστοιχα, δεν μπορούσαν, και με την εκδοχή της ισχύος στην προκείμενη περίπτωση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 3212/2003, να αποτελέσουν έρεισμα για ανατροπή των ιδιοκτησιακών ρυθμίσεων της αρχικής πράξης εφαρμογής, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μετά την τροποποίησή της με την 12/243 διορθωτική πράξη, αλλά μπορούσαν μόνο να στηρίξουν αποζημιωτικές ενδεχομένως αξιώσεις του αιτούντος κατά των παρεμβαινόντων.

 

 

7. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση που στρέφεται κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως, ο αιτών υποστηρίζει ότι οι παραπάνω αιτιολογίες δεν είναι νόμιμες. Ο λόγος όμως αυτός είναι βάσιμος μόνο καθ’ όσον αφορά στο ζήτημα της δυνατότητας εφαρμογής των διατάξεων  του άρθρου 11  παρ. 1 του Ν. 3212/2003 στην προκείμενη περίπτωση. Και τούτο, γιατί, εφόσον η διορθωτική πράξη εκδόθηκε μετά την ισχύ της ως άνω διατάξεως, δηλαδή μετά την 31-12-2003, ήταν δυνατή κατ’ αρχήν..  εφόσον βεβαίως υφίσταντο και οι λοιπές τασσόμενες ουσιαστικές προϋποθέσεις .. η ανάκληση, μερική ή ολική, της αρχικής πράξεως εφαρμογής. Εξάλλου, με την εν λόγω επάνοδο της Διοικήσεως δεν επιχειρήθηκε να προσδοθεί κύρος σε προγενέστερες της θέσεώς της σε ισχύ ατομικές πράξεις, ώστε, ενόψει της νομολογίας που είχε διαμορφωθεί από το Συμβούλιο  της Επικρατείας (ΣτΕ Ολομ. 1730/2000 κ.ά.), αναφορικά με τις πριν την ισχύ του Ν. 3212/2003 διατάξεις, για τον αμετάκλητο χαρακτήρα των πράξεων αυτών, να τίθεται ζήτημα παραβιάσεως του εν λόγω αμετακλήτου (ΣτΕ 2601/2008).  Συνεπώς, η σχετική αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν είναι νόμιμη κατά το σκέλος αυτό. Αντίθετα, αυτή είναι νόμιμη καθ’όσον αφορά στη συνδρομή των λοιπών απαιτούμενων ουσιαστικών προϋποθέσεων για την κατ’ εξαίρεση δυνατότητα ανάκλησης και ιδίως για την προϋπόθεση των «στοιχείων» που μπορούν να στηρίξουν τέτοια δυνατότητα. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση, η  ένδικη μερική ανάκληση με την 29/60353/30-2-2008 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης και η συνακόλουθη αλλαγή των ποσοστών συνιδιοκτησίας της ιδιοκτησίας 022316 στηρίχθηκε σε στοιχεία που ήταν ήδη γνωστά στη διάδικη Αρχή, τουλάχιστον από το έτος 1996 όταν και εκδόθηκε η 12/3 γενική διορθωτική πράξη, λήφθηκαν δε υπόψη και στην μεταγενέστερη διόρθωση που έγινε με την 12/243 διόρθωση (βλ. 29/οικ.8101/8-12-2003 απόφαση Νομάρχη). Μάλιστα, τα στοιχεία αυτά υπήρχαν πριν και από την έκδοση και κύρωση της αρχικής πράξης εφαρμογής κατά το έτος 1992, δεδομένου ότι υπήρχε τόσο η 1934/1966 απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης  και το 1653/1975 συμβόλαιο αυτοσύμβασης αγοραπωλησίας, όσο και η τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης με αριθμό 979/1991. Συνεπώς, τα εν λόγω στοιχεία τα είχε υπόψη της και τα είχε εκτιμήσει η νομαρχιακή αρχή πολύ πριν από την έκδοση της 29/60353/30-2-2008 τελευταίας αποφάσεώς της και δεν μπορούσαν να θεμελιώσουν νόμιμο λόγο επανόδου αυτής. Περαιτέρω, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως νέο στοιχείο, ικανό να νομιμοποιήσει ανάκληση οριστικής πράξης εφαρμογής, το 17254/5-5-2006 έγγραφο της Νομικής Υπηρεσίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Θεσσαλονίκης, στην οποία εκφράζεται η άποψη του νομικού συμβούλου της παραπάνω Αυτοδιοικήσεως, μετά από ερμηνεία των ίδιων ως άνω στοιχείων (δικαστικών αποφάσεων και συμβολαίων) για τα ορθή κατανομή των ποσοστών συνιδιοκτησίας μεταξύ αιτούντος και παρεμβαίνοντος. Εξάλλου, το ζήτημα της νομιμότητας της προηγούμενης διορθωτικής πράξεως 12/243, η οποία ουδέποτε αμφισβητήθηκε δικαστικά από τον αιτούντα και με την οποία μειώθηκαν, σε σχέση με την αρχική πράξη εφαρμογής, τα ποσοστά συνιδιοκτησίας αυτού, δεν ενδιαφέρει την παρούσα δίκη, αφού αφορά σε άλλη ατομική πράξη που δεν μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως  επ’ ευκαιρία προσβολής άλλης νομαρχιακής πράξης. Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω, ο οικείος Γενικός Γραμματέας ορθώς ακύρωσε με την προσβαλλόμενη απόφασή του την 29/60353/30-2-2008 πράξη του Νομάρχη Θεσσαλονίκης. ...».