Α.Π.Δ. 58/2005

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα - Διαχείριση κυκλοφορίας - Κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης - Παράταση χρόνου λειτουργίας συστήματος - Αίτημα επέκτασης σκοπού - Αρχή αναλογικότητας - Απόρριψη αιτήματος -.

 

Με έγγραφό του, το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ζητεί την παράταση του χρόνου της λειτουργίας του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης που χρησιμοποιείται για τον σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας, ενώ υποβάλλει και αίτημα επέκτασης του σκοπού επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων που λαμβάνονται από το σύστημα, προκειμένου να καλύπτει και την επεξεργασία δεδομένων για την πρόληψη σοβαρών αξιόποινων πράξεων, την ασφάλεια των πολιτών κλπ. Ως προς το πρώτο αίτημα, η Αρχή επιτρέπει την παράταση της λειτουργίας του συστήματος υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ως προς το δεύτερο αίτημα, βασιζόμενη στην αρχή της αναλογικότητας και ενόψει του ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρξε σοβαρή απειλή για την δημόσια ασφάλεια που να δικαιολογεί την εισαγωγή ενός τέτοιου μέτρου, η Αρχή κρίνει το αίτημα μη νόμιμο, γιατί με τον τρόπο αυτό επέρχεται σοβαρή και καθολική προσβολή των δικαιωμάτων των πολιτών, χωρίς να επιτυγχάνεται ανάλογη αναβάθμιση του δικαιώματος των πολιτών στην ασφάλεια.

 

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

  ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

   ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ 

   ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΡ. 58/2005

   Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, συνήλθε μετά από πρόσκληση του Προέδρου της σε τακτική συνεδρίαση την 2-8-2005 στο κατάστημά της αποτελούμενη από τον Δ. Γουργουράκη, Πρόεδρο, και τους Σ. Λύτρα, Α. Παπαχρίστου, Σ. Σαρηβαλάση, μέλη, και τα αναπληρωματικά μέλη Γ. Πάντζιου, Α. Παπανεοφύτου και Χ. Πολίτη σε αναπλήρωση των τακτικών μελών Α. Πομπόρτση, Ν. Παπαγεωργίου και Ν. Φραγκάκη αντίστοιχα, οι οποίοι αν και είχαν προσκληθεί νομίμως δεν προσήλθαν λόγω κωλύματος, προκειμένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Εισηγητές της υπόθεσης είχαν ορισθεί οι Χ. Πολίτης και Γ. Πάντζιου. Παρόντες χωρίς δικαίωμα ψήφου ήσαν ο Φ. Μίτλεττον, ελεγκτής, ως βοηθός εισηγητής και η Γ. Παλαιολόγου ως γραμματέας.

   Η Αρχή έλαβε υπόψη τα παρακάτω:

   Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης - Αρχηγείο Ελληνικής Αστυνομίας - Διεύθυνση Ασφάλειας Ολυμπιακών Αγώνων (ΔΑΟΑ) με το με αρ. πρωτ. ΑΠ 62/24-5-2005 έγγραφό του ζητεί από την Αρχή την παράταση του χρόνου της λειτουργίας του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης που χρησιμοποιείται για τον σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση αρ. 63/2004 της Αρχής, που έληξε την 18-5-2005.

   Ως πρωτογενής σκοπός επεξεργασίας δηλώνεται η διαχείριση της κυκλοφορίας, στην οποία περιλαμβάνονται:

   (α) η ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων,

   (β) η βεβαίωση σοβαρών-επικίνδυνων τροχαίων παραβάσεων και

   (γ) η διαχείριση σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων

   Υποβάλλει επίσης το Υπουργείο αίτημα επέκτασης του σκοπού επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων που λαμβάνονται από το σύστημα.  Ως δευτερογενής σκοπός επεξεργασίας δηλώνεται η προστασία προσώπων και αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται:

   α) η ειδική πρόληψη και εξιχνίαση σοβαρών αξιόποινων πράξεων, με αναφορά στη δυνατότητα χρήσης του συστήματος κατά τη διάρκεια συγκεντρώσεων ή συναθροίσεων,

   β) η διαχείριση σοβαρών περιστατικών ασφάλειας και κρίσεων,

   γ) η προστασία επισήμων προσώπων κατά τις μετακινήσεις τους,

   δ) η προστασία ευπαθών στόχων (δημοσίων κτιρίων, πρεσβειών κλπ.), χωρίς αυτά να προσδιορίζονται ειδικότερα και συγκεκριμένα

   ε) ο συντονισμός και έλεγχος του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και

   στ) η καταγραφή και διαβίβαση στις αρμόδιες αστυνομικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές δεδομένων σε περίπτωση θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων και τροχαίων ατυχημάτων με εγκατάλειψη, καθώς και σε περίπτωση σοβαρών εγκληματικών αξιόποινων πράξεων.

   Το ΥΔΤ ζητεί επίσης διεύρυνση του αριθμού των χρηστών του συστήματος ώστε να υπάρχει η δυνατότητα (α) απευθείας λήψης και επεξεργασίας της εικόνας εκτός του ΘΕΠΕΚ και από τα Κέντρα Επιχειρήσεων της ΓΑΔΑ και της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας Επισήμων/Υπηρεσίας Προστασίας Επισήμων, του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και (β) παράλληλης διασύνδεσης  του συστήματος με τα Κέντρα Επιχειρήσεων του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος, χωρίς δυνατότητα χειρισμού των μηχανημάτων λήψης από τα τελευταία αυτά κέντρα.

   Ακόμη ζητείται η δυνατότητα προσωρινής άρσης της απαγόρευσης που αφορά την αλλαγή της οπτικής γωνίας λήψης και την απόκρυψη εικόνας της εισόδου ή του εσωτερικού κατοικιών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και κατόπιν ειδικής αδείας της Αρχής.

   Το ΥΔΤ ισχυρίζεται ότι τα παραπάνω είναι απολύτως αναγκαία για λόγους δημοσίου συμφέροντος που συνίστανται, πέραν της διαχείρισης της κυκλοφορίας οχημάτων και πεζών, στην προστασία της ασφάλειας των πολιτών.

   Υπεύθυνος επεξεργασίας των δεδομένων είναι το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης / Ελληνική Αστυνομία και ειδικότερα οι επιμέρους υπηρεσίες για τις οποίες ζητείται δυνατότητα απευθείας λήψης και επεξεργασίας της εικόνας. Το κύκλωμα αποτελείται από 293 μηχανήματα λήψης εικόνας και ήχου (κάμερες) που είναι ενσωματωμένα στο σύστημα C4I και 49 μηχανήματα που προϋπήρχαν της εγκατάστασης του πιο πάνω συστήματος. Η βάση δεδομένων και ο εξοπλισμός, που υποστηρίζει την επεξεργασία, θα τηρείται στο ΘΕΠΕΚ της Δ/νσης Τροχαίας Αττικής. Τα δεδομένα θα τηρούνται για επτά ημέρες, μετά την παρέλευση των οποίων τα στοιχεία θα παύουν να υφίστανται.

   Μετά από εξέταση όλων των παραπάνω στοιχείων και αφού έλαβε υπ' όψιν τα πρακτικά που είχαν τηρηθεί κατά τις συνεδριάσεις της Αρχής της 16-6-2005, 24-6-2005, 29-6-2005 και 13-7-2005 που αφορούσαν το κρινόμενο ζήτημα και ειδικότερα τις απόψεις τις οποίες ανέπτυξαν ενώπιον της Αρχής οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης

   ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

   1. Η Αρχή έλαβε υπ' όψιν:

   Το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που αναφέρεται στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το οποίο ορίζει τα εξής: «1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του. 2. Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων».

   Τη Σύμβαση 108/1981 του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ατόμων από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.

   Τα άρθρα 7 (σεβασμός της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και 8 (προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τα οποία ορίζονται αντίστοιχα ότι «κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και των επικοινωνιών του» και «κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η επεξεργασία αυτών των δεδομένων πρέπει να γίνεται νομίμως, για καθορισμένους σκοπούς και με βάση τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου ή για άλλους θεμιτούς λόγους που προβλέπονται από τον νόμο».

   Την Οδηγία 95/46/ΕΚ της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών.

   Τα άρθρα 9 και 9Α του Συντάγματος, τα οποία ορίζουν αντίστοιχα ότι «η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του καθενός είναι απαραβίαστη» και ότι «καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει».

   Τον Ν. 2472/97 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

   Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι η επεξεργασία δεδομένων μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης συνιστά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία υπόκειται στις ρυθμίσεις που αναφέρονται στις πιο πάνω διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, του ελληνικού συντάγματος και του ειδικού νόμου της Αρχής. Η Αρχή με την οδηγία 1122/2000 καθώς και η Ομάδα προστασίας των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 29 της Οδηγίας 95/46/ΕΚ (Ομάδα του άρθρου 29), με την γνωμοδότηση 4/2004, έχουν ορίσει τις γενικές προϋποθέσεις εγκατάστασης και λειτουργίας κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης σε δημόσιους χώρους. Ειδικότερα, με τις αποφάσεις αρ. 28/2004 και 63/2004 η Αρχή είχε επιτρέψει τη λειτουργία του συστήματος που αναφέρεται στην υπό κρίσιν αίτηση και το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.  

   2. Με την υπό κρίσιν αίτηση ζητείται αφενός μεν η παράταση της λειτουργίας του συστήματος για τον σκοπό της ρύθμισης της κυκλοφορίας, αφετέρου δε η διεύρυνση του σκοπού της επεξεργασίας των δεδομένων που λαμβάνονται μέσω του συστήματος για την προστασία προσώπων και αγαθών. Όπως προκύπτει από την αίτηση, επιδίωξη του υπεύθυνου επεξεργασίας είναι η εγκατάσταση ενός γενικού συστήματος ηλεκτρονικής εποπτείας που θα καλύπτει, πέραν της ρύθμισης της κυκλοφορίας, όλες τις δυνατές δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στους δημόσιους χώρους όπου έχουν εγκατασταθεί οι μηχανές λήψης (κυκλοφορία οχημάτων και πεζών, μετακινήσεις επισήμων προσώπων, πορείες και συγκεντρώσεις, περιπολία αστυνομικών οργάνων κλπ.). Επίσης θα καλύπτονται όσον το δυνατόν περισσότεροι στόχοι (οδικό δίκτυο, πλατείες, πάρκα, δημόσια κτίρια, πρεσβείες κλπ.). Με τη διεύρυνση αυτή το ΥΔΤ αποσκοπεί, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό κρίσιν αίτηση,  να καταστεί το σύστημα ηλεκτρονικής εποπτείας όσο το δυνατόν περισσότερο αποτελεσματικό σε σχέση με τον απώτερο στόχο της πρόληψης και καταπολέμησης ενδεχόμενων εγκληματικών και τρομοκρατικών ενεργειών.

   3. Για τον λόγο αυτό η νομιμότητα της λειτουργίας του συστήματος, πρέπει να εξετασθεί το μεν ως προς το πρωτογενές αίτημα της ρύθμισης της κυκλοφορίας το δε ως προς το δευτερογενές αίτημα επεκτάσεως του σκοπού της επεξεργασίας.

   Α. Ως προς το πρωτογενές αίτημα, η Αρχή στο άρθρο 1 της οδηγίας 1122/2000 είχε κρίνει ότι η λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, που λειτουργεί μονίμως, συνεχώς ή κατά τακτά χρονικά διαστήματα, δεν επιτρέπεται, διότι προσβάλλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του ατόμου. Κατ' εξαίρεση, τέτοιου είδους λήψη και επεξεργασία είναι νόμιμη, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου, υπό τις προϋποθέσεις του Ν. 2472/1997, εφόσον, εκτός των άλλων, αφορά και τη ρύθμιση της κυκλοφορίας. Παρέκκλιση από τον κανόνα αυτόν μπορεί να αναγνωρίζεται, υπό αυστηρές θεσμικές εγγυήσεις, μόνο σε ειδικές περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

   Υπό το φως των ανωτέρω η λειτουργία του συστήματος πληροί τις απαιτούμενες από τον νόμο προϋποθέσεις αναλογικότητας σε σχέση με τον πρωτογενή σκοπό, δηλαδή τη διαχείριση της κυκλοφορίας και μόνον υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα διασφαλίζεται ότι το σύστημα δεν χρησιμοποιείται για άλλο σκοπό και δεν γίνεται χρήση από υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας άλλες από αυτές που έχουν επιφορτισθεί νομίμως με τη διαχείριση της κυκλοφορίας των οχημάτων.

   Συνεπώς η Αρχή πρέπει να επιτρέψει τη λειτουργία του συστήματος για τον πρωτογενή σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας για το αιτούμενο χρονικό διάστημα, ήτοι μέχρι την 24-5-2006, υπό τις προϋποθέσεις της απόφασης αρ. 63/2004, όπως ειδικότερα αναφέρονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. 

   Β. Ως προς το δευτερογενές αίτημα της επεκτάσεως του σκοπού της επεξεργασίας για την προστασία προσώπων και αγαθών, που συνδέεται με την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, η Αρχή πρέπει να διερευνήσει αν οι επιπτώσεις από τη λειτουργία του συστήματος στα θεμελιώδη δικαιώματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής είναι ή όχι αναγκαίες για την αποτελεσματική προστασία του δικαιώματος των πολιτών στην ασφάλεια. Δηλαδή η νομιμότητα λειτουργίας του συστήματος πρέπει να εξετασθεί βάσει της αρχής της αναλογικότητας σε σχέση με τους επιδιωκόμενους σκοπούς,

   Από την εξέταση του φακέλου δεν μπορούν να συναχθούν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης σε δημόσιους χώρους σε σχέση με την πρόληψη ή την καταστολή πράξεων που βλάπτουν τη δημόσια ασφάλεια. Ενδεικτικά, το Υπουργείο Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου (Home Office) έχει εκπονήσει ειδική επιστημονική μελέτη [Home Office Research study 292, Martin Gill, Angela Spriggs, Assessing the impact of CCTV, Φεβρουάριος 2005] τα αποτελέσματα της οποίας είναι ιδιαιτέρως αποθαρρυντικά για την αποτελεσματικότητα των κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης σε σχέση με την ασφάλεια των πολιτών. Συγκεκριμένα η μελέτη έδειξε ότι στις περισσότερες περιοχές όπου υπήρχε εγκατεστημένο ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης, η εγκληματικότητα δεν μειώθηκε και ότι, όπου μειώθηκε, αυτό δεν είναι βέβαιο ότι οφειλόταν στην παρουσία καμερών. Η μελέτη έδειξε επίσης ότι οι κάτοικοι των περιοχών αυτών θεωρούσαν ότι η παρουσία των καμερών δεν τους έκανε να νοιώθουν ασφαλέστεροι. Σύμφωνα με τα πορίσματα της μελέτης, η τοποθέτηση κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης είναι αποτελεσματική σε σχέση με τη μείωση της εγκληματικότητας και την προστασία αγαθών σε μικρής κλίμακας φυλασσόμενους χώρους, όπως χώρους στάθμευσης, αποθήκες εμπορευμάτων κλπ. Αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις που να καταδεικνύουν ότι είναι αποτελεσματική σε μεγάλης κλίμακας χώρους, όπως είναι οι δημόσιοι χώροι.

   Επίσης σε σχέση με τη λειτουργία κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης σε δημόσιους χώρους γενικώς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών έκρινε προσφάτως με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (απόφαση 2765/2005) ότι «η λειτουργία των καμερών προσβάλλει παράνομα το δικαίωμα της προσωπικότητας () των πολιτών, διότι τους θέτει υπό έλεγχο και αδικαιολόγητο περιορισμό της ελευθερίας τους, ως εκδήλωση της προσωπικότητάς τους και τους παρεμποδίζει στην ελεύθερη ανάπτυξη της κοινωνικής και πολιτικής δραστηριότητάς τους. Η αίσθηση του πολίτη ότι είναι πολύ πιθανό να βρίσκεται υπό παρακολούθηση σίγουρα επηρεάζει τη συμπεριφορά του κατά τρόπο αντιτιθέμενο σε βασικές αξιολογήσεις μίας δημοκρατικής εννόμου τάξεως. Επομένως η λειτουργία των επίμαχων καμερών συνιστά ανεπίτρεπτη προσβολή των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου (άρθρο 5 § 1 Σ), της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 9 Σ) και της προστασίας του ατόμου από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδομένων (άρθρο 9Α Σ)».

   Ενόψει των διαπιστώσεων αυτών και του άρθρου 4 § 1 του Ν. 2472/97, που ορίζει ότι «τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει (α) να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών και (β) να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται ενόψει των σκοπών της επεξεργασίας» (αρχή της αναλογικότητας) καθώς επίσης και της μη υπάρξεως μέχρι σήμερα, ειδικής, συγκεκριμένης και σημαντικής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια και την έννομη τάξη, το αίτημα επεκτάσεως του σκοπού επεξεργασίας δεν είναι νόμιμο, γιατί με τον τρόπο αυτό επέρχεται σοβαρή και καθολική προσβολή των δικαιωμάτων των πολιτών χωρίς να επιτυγχάνεται ανάλογη αναβάθμιση του δικαιώματος των πολιτών στην ασφάλεια. Αυτό δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, σε περίπτωση έκτακτης και ειδικής ανάγκης, να επιτραπεί η χρήση δεδομένων για άλλο σκοπό, αλλά μόνο μετά από ειδική άδεια της Αρχής, η οποία εκδίδεται κατόπιν υποβολής ειδικού και συγκεκριμένου αιτήματος του υπεύθυνου επεξεργασίας και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των υποκειμένων. 

   Συνεπώς η Αρχή πρέπει να απορρίψει το δευτερογενές αίτημα της διεύρυνσης του σκοπού επεξεργασίας που αφορά την προστασία προσώπων και αγαθών και ως εκ τούτου παρέλκει η εξέταση των επιμέρους θεμάτων που τίθενται στην υπό κρίσιν αίτηση τα οποία συνδέονται με το αίτημα διεύρυνσης του σκοπού ενόψει του ότι το αίτημα αυτό απορρίπτεται.

   Για τους λόγους αυτούς

   1. Δέχεται εν μέρει την αίτηση.

   2. Επιτρέπει την παράταση της λειτουργίας του συστήματος Κλειστού Κυκλώματος Τηλεόρασης που αποτελείται από 293 μηχανήματα λήψης εικόνας και ήχου που  λειτουργούν στο πλαίσιο του συστήματος C4I και 49 μηχανήματα που προϋπήρχαν της εγκατάστασης του συστήματος αυτού και είναι εγκατεστημένο στο οδικό δίκτυο του Νομού Αττικής, μέχρι την 24-5-2006, για τον σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας, υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην απόφαση αρ. 63/2004 της Αρχής, ήτοι: 

   α) Η λειτουργία του συστήματος επιτρέπεται για τον σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας των οχημάτων. Απαγορεύεται η χρήση του συστήματος και η αξιοποίηση των δεδομένων, που συλλαμβάνονται μέσω του συστήματος και καταγράφονται σε αυτό, για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός της διαπίστωσης παραβατικών πράξεων κατά τη νόμιμη και σύμφωνα με τους όρους της παρούσης αποφάσεως λειτουργία του συστήματος.

   β) Επιτρέπεται η λειτουργία εκείνων των καμερών, οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε οδικούς άξονες μεγάλης κυκλοφορίας για την διαχείριση της οποίας είναι απαραίτητη η χρήση των καμερών. Απαγορεύεται η λειτουργία των καμερών που είναι εγκατεστημένες σε δρόμους περιορισμένης κυκλοφορίας, πλατείες, πάρκα, πεζόδρομους, και χώρους συνάθροισης πολιτών (π.χ. εισόδους θεάτρων) και οι κάμερες αυτές πρέπει να αφαιρεθούν.

   Ειδικότερα, πρέπει να αφαιρεθούν οι παρακάτω κάμερες των οποίων η θέση, σύμφωνα με το χωροδιάγραμμα που υποβλήθηκε από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, δεν δικαιολογείται:  Κάμερες με αρ. 133, 138, 149, 150, 151, 152, 158, 159, 161, 162, 163, 165, 170, 173, 176, 177, 178, 180, 181, 183, 186, 188, 189, 227, 231, 232, 233, 236, 274, 275, 283, 285, καθώς και όποια άλλη κάμερα εμπίπτει στην κατηγορία της προηγουμένης παραγράφου.

   γ) Οι κάμερες θα πρέπει να λειτουργούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι δυνατή η λήψη και η καταγραφή εικόνων της εισόδου ή του εσωτερικού των κατοικιών. Ως εκ τούτου θα πρέπει οι κάμερες να ρυθμιστούν έτσι ώστε είτε να είναι σταθερές ή  να επιτρέπεται η προβολή ορισμένων περιοχών μέσω καταλλήλων περιορισμών της οπτικής γωνίας, κλίσης και ζουμ.

   δ) Απαγορεύεται η λήψη και η καταγραφή ήχου. Ως εκ τούτου, τα μικρόφωνα θα πρέπει να απομακρυνθούν από τους στύλους, στους οποίους έχουν τοποθετηθεί.

   ε) Απαγορεύεται η λειτουργία των καμερών που είναι εγκατεστημένες σε διασταυρώσεις ή οδικούς άξονες όταν σε αυτούς έχει διακοπεί η κυκλοφορία των οχημάτων, π.χ. κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων, διαδηλώσεων, κ.λπ.

   στ) Το σύστημα θα πρέπει να παρακολουθείται και να ελέγχεται μόνον από το ΘΕΠΕΚ της Διεύθυνσης Τροχαίας, όπου θα τηρείται  η βάση δεδομένων και ο εξοπλισμός, που υποστηρίζει την επεξεργασία, και δεν θα έχει πρόσβαση σε αυτό και δεν θα είναι διαθέσιμο  σε οποιαδήποτε άλλη Υπηρεσία εκτός της Διεύθυνσης Τροχαίας.

   ζ) Απαγορεύεται η διαβίβαση δεδομένων σε τρίτους.

   η) Τα δεδομένα θα τηρούνται το πολύ για επτά ημέρες μετά την παρέλευση των οποίων, τα στοιχεία θα πρέπει να διαγράφονται.

   θ) Τηρούνται απαρεγκλίτως τα μέτρα ασφάλειας του συστήματος επεξεργασίας και αποθήκευσης δεδομένων.

   ι) Για κάθε μία από τις κάμερες, πριν το άτομο εισέλθει στην εμβέλειά της ενημερώνεται με τρόπο πρόσφορο και σαφή (επαρκής αριθμός ευδιάκριτων πινακίδων σε εμφανή σημεία), ότι εισέρχεται σε χώρο, ο οποίος βιντεοσκοπείται, καθώς επίσης και για το σκοπό της βιντεοσκόπησης.

   2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να υποβάλει  προς έγκριση στην Αρχή τα ακόλουθα:

   α) Τις τελικές θέσεις εγκατάστασης εξοπλισμού CCTV, όπως αυτές θα προσδιορισθούν μετά την εφαρμογή των ανωτέρω. Σημειώνεται ότι θα πρέπει να δοθούν  οι τελικές θέσεις εγκατάστασης των καμερών του έργου C4I και των καμερών της Ελληνικής Αστυνομίας, που προϋπήρχαν και ενσωματώθηκαν στο εν λόγω σύστημα.

   β) Τη τελική διαμόρφωση του συστήματος, η οποία θα περιλαμβάνει για κάθε μία από τις θέσεις εγκατάστασης εξοπλισμού, κατ΄ ελάχιστον την περιοχή ενδιαφέροντος της κάμερας (πολύγωνο ή γραμμές ροής στην περιοχή αυτή), και τους περιορισμούς της οπτικής γωνίας, κλίσης και ζουμ της κάμερας.

   γ) Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να υποβάλει στην Αρχή την τελική μορφή Πολιτικής Ασφαλείας του συστήματος και Κώδικα Δεοντολογίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται.

   3. Απορρίπτει το αίτημα επεκτάσεως του σκοπού της επεξεργασίας του συστήματος και απαγορεύει τη χρήση του για τον σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών ή άλλους σκοπούς πέραν της διαχείρισης της κυκλοφορίας.