Δικαίωμα πρόσβασης πατέρα στα ιατρικά δεδομένα της ανήλικης κόρης του. Παροχή αδείας σε μαιευτική κλινική, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, να χορηγήσει στον ίδιο, ως τρίτο αιτούντα, τα ζητηθέντα από τον ίδιο ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της εν διαστάσει συζύγου του, τα οποία αφορούν την κατάστασή της κατά την κυοφορία της ανήλικης θυγατέρας τους, για δικαστική χρήση (άσκηση αγωγής προσβολής της πατρότητας).

 

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
 
Ταχ. Δ/νση:   ΚΗΦΙΣΙΑΣ  1-3         
                               115 23  ΑΘΗΝΑ 
ΤΗΛ.:              210-6475600
FAX:                210-6475628

 

 

 

 

 

Αθήνα, 31-03-2010

Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2091/31-03-2010

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η   22/2010

(Τμήμα)

 

Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τμήματος στην έδρα της τη 15/03/2010 και ώρα 10:00, μετά από πρόσκληση του Προέδρου της, προκειμένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν οι Χρήστος Παληοκώστας, Αναπληρωτής Πρόεδρος, κωλυομένου του Προέδρου της Αρχής Χρίστου Γεραρή, και τα αναπληρωματικά μέλη της Αρχής Πέτρος Τσαντίλας, ως εισηγητής, και Γρηγόρης Λαζαράκος. Εξάλλου, δεν παρέστησαν λόγω κωλύματος, αν και εκλήθησαν νομίμως εγγράφως, τα τακτικά μέλη της Αρχής Λεων. Κοτσαλής και Αν. Πράσσος, οι οποίοι αντικαταστάθηκαν αντίστοιχα από τα προαναφερόμενα αναπληρωματικά μέλη της Αρχής. Επίσης, δεν παρέστησαν λόγω κωλύματος, αν και εκλήθησαν νομίμως εγγράφως, το τακτικό μέλος της Αρχής Αν. - Ιωάν. Μεταξάς και ο αναπληρωτής αυτού Δημήτριος Λιάππης, Στη συνεδρίαση παρέστη, με εντολή του Προέδρου, ο Δημήτρης Ζωγραφόπουλος, δικηγόρος (ΔΝ) - νομικός ελεγκτής, ως βοηθός εισηγητή. Επίσης, παρέστη, με εντολή του Προέδρου, και η Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του Διοικητικού - Οικονομικού Τμήματος της Αρχής, ως γραμματέας.

Η Αρχή έλαβε υπόψη τα ακόλουθα:

Με την υπ’ αρ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/5557/22-09-2009 αίτηση του Α, η οποία υποβλήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αλεξάνδρα Λιαράκου, ζητείται από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα να χορηγήσει στην Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη από το άρθρο 7 παρ. 2 άδεια επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για τη διαβίβαση στον ίδιο ιατρικών δεδομένων της συζύγου του Β και της ανήλικης θυγατέρας τους Γ, που τηρούνται στα αρχεία του, για δικαστική χρήση.

Μετά από εξέταση των προαναφερομένων στοιχείων, αφού διάβασε τα πρακτικά της συνεδρίασης της 15/03/2010, άκουσε την πρόταση του εισηγητή και του βοηθού εισηγητή, και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης,

Η Αρχή, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

1) Τις διατάξεις του Συντάγματος, και ιδίως εκείνες των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9Α, 20, 25, 26, και 28,

2) Τις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που ενσωμάτωσε στην ελληνική έννομη τάξη εκείνες της Οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, καθώς και τις διατάξεις της Οδηγίας αυτής,

3) Τις διατάξεις του Ν. 3418/2005 για τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας,

4) Τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, και, ιδίως, εκείνες των άρθρων 1461επ.

 

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

 

1. Επειδή, το άρθρο 2 του Ν. 2472/1997 ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως: α) Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων. Δεν λογίζονται ως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα στατιστικής φύσεως συγκεντρωτικά στοιχεία, από τα οποία δεν μπορούν πλέον να προσδιορισθούν τα υποκείμενα των δεδομένων. β) Ευαίσθητα δεδομένα, τα δεδομένα που αφορούν τη φυλετική ή εθνική προέλευση, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε  συνδικαλιστική οργάνωση, στην υγεία, στην κοινωνική πρόνοια και στην ερωτική ζωή,  στα σχετικά με ποινικές διώξεις ή καταδίκες, καθώς και στη συμμετοχή σε συναφείς με τα ανωτέρω ενώσεις προσώπων. γ) Υποκείμενο των δεδομένων, το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, δηλαδή μπορεί να προσδιορισθεί αμέσως ή εμμέσως, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός η περισσότερων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από άποψη φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική, πολιτική ή κοινωνική. (…) θ) Τρίτος, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία, ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, εκτός από το υποκείμενο των δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία ή για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας. (…)».

2. Επειδή, η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2472/1997, εναρμονιζόμενη, ιδίως, με τις διατάξεις των άρθρων 9Α, 25 παρ. 1 και 28 του Συν/τος, 8 και 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 6 της Οδηγίας 95/46/ΕΕ, ρητά ορίζει ότι: «Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) Να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών. β) Να είναι συναφή, πρόσφορα, και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. (…)». Καθιερώνονται, λοιπόν, ως θεμελιώδεις προϋποθέσεις για τη νομιμότητα κάθε επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για τη νομιμότητα της σύστασης και λειτουργίας κάθε αρχείου, οι αρχές του σκοπού της επεξεργασίας και της αναλογικότητας των δεδομένων σε σχέση πάντα με το σκοπό επεξεργασίας. Συνεπώς, κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, που γίνεται πέραν του επιδιωκόμενου σκοπού ή η οποία δεν είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξή του, δεν είναι νόμιμη.

3. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 και 7 του Ν. 2472/1997 προκύπτει ότι η συλλογή και κάθε περαιτέρω επεξεργασία απλών και ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται, καταρχήν, εφόσον το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. Ωστόσο, η συλλογή και κάθε περαιτέρω επεξεργασία τόσο των απλών όσο και των ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου τους, στις περιπτώσεις που περιοριστικά προβλέπει ο νόμος. Ειδικότερα, επιτρέπεται για τα μεν απλά δεδομένα, ιδίως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παρ. 2 στοιχ. (ε΄) και για τα ευαίσθητα δεδομένα, ιδίως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 παρ. 2 στοιχ. (γ΄) του Ν. 2472/1997. Όπως παγίως έχει κρίνει η Αρχή, οι όροι και προϋποθέσεις της νομιμότητας επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 παρ. 2 στοιχ. (γ΄) του Ν. 2472/1997, εφαρμόζονται κατά μείζονα λόγο και στην επεξεργασία απλών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Βλ., ιδίως, τις αποφάσεις της Αρχής 27/2001, 75/2001, 83/2001, 8/2003, 61/2003, 8/2005, 9/2005, 75/2005, 25/2006, 38/2006, 1/2009, 2/2009, 10/2009, 37/2009, 2/2010 και 3/2010).

4. Επειδή, επιπλέον, το άρθρο 11 παρ. 3 του Ν. 2472/1997 ρητά ορίζει ότι «εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς».

5. Επειδή, το άρθρο 14 του Ν. 3418/2005 σχετικά με τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι: «1. Ο ιατρός υποχρεούται να τηρεί ιατρικό αρχείο, σε ηλεκτρονική ή μη μορφή, το οποίο περιέχει δεδομένα που συνδέονται αρρήκτως ή αιτιωδώς με την ασθένεια ή  την υγεία των ασθενών του. Για την τήρηση του αρχείου αυτού και την επεξεργασία των δεδομένων του εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α'). 2. Τα ιατρικά αρχεία πρέπει να περιέχουν το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο, το φύλο, την ηλικία, το επάγγελμα, τη διεύθυνση του ασθενή, τις ημερομηνίες της επίσκεψης, καθώς και κάθε άλλο ουσιώδες στοιχείο που συνδέεται με την παροχή φροντίδας στον ασθενή, όπως, ενδεικτικά και ανάλογα με την ειδικότητα, τα ενοχλήματα της υγείας του και το λόγο της επίσκεψης, την πρωτογενή και δευτερογενή διάγνωση ή την αγωγή που ακολουθήθηκε. 3. Οι κλινικές και τα νοσοκομεία τηρούν στα ιατρικά τους αρχεία και τα αποτελέσματα όλων των κλινικών και παρακλινικών εξετάσεων. 4. Η υποχρέωση διατήρησης των ιατρικών αρχείων ισχύει: α) στα ιδιωτικά ιατρεία και τις λοιπές μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του ιδιωτικού τομέα, για μία δεκαετία από την τελευταία επίσκεψη του ασθενή και β) σε κάθε άλλη περίπτωση, για μία εικοσαετία από την τελευταία επίσκεψη του ασθενή. (…) 6. Ο ιατρός τηρεί τα επαγγελματικά του βιβλία με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται το ιατρικό απόρρητο και η προστασία των προσωπικών δεδομένων. 7. Στα ιατρικά αρχεία δεν πρέπει να αναγράφονται κρίσεις ή σχολιασμοί για τους ασθενείς, παρά μόνον εάν αφορούν στην ασθένεια τους. 8. Ο ασθενής έχει δικαίωμα πρόσβασης στα ιατρικά αρχεία, καθώς και λήψης αντιγράφων του φακέλου του. Το δικαίωμα αυτό, μετά το θάνατο του, ασκούν οι κληρονόμοι του, εφόσον είναι συγγενείς μέχρι τετάρτου βαθμού. 9. Δεν επιτρέπεται σε τρίτο η πρόσβαση στα ιατρικά αρχεία ασθενή. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η πρόσβαση: α) στις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους αυτεπάγγελτα ή μετά από αίτηση τρίτου που επικαλείται έννομο συμφέρον και σύμφωνα με τις νόμιμες διαδικασίες, β) σε άλλα όργανα της Ελληνικής Πολιτείας, που με βάση τις καταστατικές τους διατάξεις έχουν τέτοιο δικαίωμα και αρμοδιότητα. 10. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα πρόσβασης, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, στα εθνικά ή διεθνή αρχεία στα οποία έχουν εισέλθει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τον αφορούν».

6. Επειδή, τέλος, το άρθρο 1465 παρ. 1 ΑΚ ορίζει ότι : «Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την ακύρωσή του τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον σύζυγο της μητέρας (τέκνο γεννημένο σε γάμο)». Εξάλλου, το άρθρο 1469 ΑΚ ορίζει ότι: «Την ιδιότητα του τέκνου ως γεννημένου σε γάμο μπορούν να προσβάλλουν: 1. ο σύζυγος της μητέρας. 2. Ο πατέρας ή η μητέρα του συζύγου, αν αυτός πέθανε χωρίς να έχει χάσει το δικαίωμα της προσβολής. 3. Το τέκνο. 4. Η μητέρα του τέκνου. 5. Ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα, βρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Η προσβολή γίνεται από το δικαιούμενο αυτοπροσώπως ή από ειδικό πληρεξούσιό του ή, μετά από άδεια του δικαστηρίου, από το νόμιμο αντιπρόσωπό του».

7. Επειδή, στην υπό κρίση υπόθεση, ο Α, δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Αλεξάνδρας Λιαράκου, ζητεί από την Αρχή να χορηγήσει στην Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη από το άρθρο 7 παρ. 2 άδεια επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για τη διαβίβαση στον ίδιο ιατρικών δεδομένων της εν διαστάσει συζύγου του Β και της ανήλικης θυγατέρας τους Γ, που τηρούνται στα αρχεία του, για δικαστική χρήση. Ειδικότερα, ο Α ισχυρίζεται ότι προτίθεται να εγείρει, προς το καθ’ ύλη αρμόδιο δικαστήριο, αγωγή και να προσβάλει την πατρότητα της ανήλικης θυγατέρας του, που γεννήθηκε πρόωρα την 14/08/2006 στην Κλινική «ΙΑΣΩ», διότι, κατά τους ισχυρισμούς του, η εν διαστάσει σύζυγος του Β, μόλις πληροφορήθηκε ότι άσκησε εναντίον της τη με αριθμό κατάθεσης 4278/27-03-2009 αίτησή του προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων ) και αιτούταν το να καθοριστούν ημέρες και ώρες επικοινωνίας του με την ανήλικη θυγατέρα τους, του δήλωσε ότι η ανήλικη θυγατέρα τους δεν είναι δικό του παιδί και εκ του λόγου αυτού δεν χρειάζεται να επικοινωνεί μαζί της. Ως συνέπεια της δήλωσης αυτής της συζύγου του, ο Α, με δήλωση του στο ακροατήριο κατά τη δικάσιμο της 22/07/2009, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της περί επικοινωνίας αίτησης του, έως ότου το καθ’ ύλη αρμόδιο δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο) αποφανθεί για το εαν ο ίδιος είναι (ή όχι) ο βιολογικός πατέρας της ανήλικης Γ. Για το σκοπό αυτό, ο Α ζητεί την πρόσβαση σε όλα τα ιατρικά στοιχεία, που συγκροτούν το φάκελο παρακολούθησης της εγκύου Β και την κατάσταση του κυοφορούμενου (γνωματεύσεις ιατρών , ιατρικές και αιματολογικές εξετάσεις της εγκύου και του εμβρύου, κλπ.), ο οποίος τηρείται στα αρχεία της Κλινικής «ΙΑΣΩ». Εξάλλου, ο Α, με την από 16/03/2010 υπεύθυνη δήλωσή του, που υποβλήθηκε στην Αρχή (με αρ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/1707/17-03-2010), δήλωσε ότι επισκέφτηκε αυτοπροσώπως την Κλινική «ΙΑΣΩ», προκειμένου να λάβει αντίγραφα των ως άνω εγγράφων αλλά ο αρμόδιος υπάλληλος, επικαλούμενος το ιατρικό απόρρητο, αρνήθηκε να του τα χορηγήσει.

8. Επειδή, στα ως άνω ζητηθέντα από τον Α στοιχεία που συγκροτούν το φάκελο παρακολούθησης της εγκύου Β και την κατάσταση του κυοφορούμενου και τηρούνται στα αρχεία της Κλινικής «ΙΑΣΩ»., ως υπευθύνου επεξεργασίας, περιλαμβάνονται τόσο απλά όσο και ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των υποκειμένου τους, δηλαδή της Β και της ανήλικης θυγατέρας τους Γ.

9. Επειδή, καταρχάς, ο Α ζητεί την πρόσβαση σε απλά και ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της ανήλικης Γ, που τηρούνται στα αρχεία της Κλινικής «ΙΑΣΩ»., ως υπευθύνου επεξεργασίας. Στα δεδομένα αυτά ο Α έχει δικαίωμα πρόσβασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 2472/1997. Και τούτο, διότι στην υπό κρίση περίπτωση - ανεξάρτητα από το εάν, στη συνέχεια, ο Α ασκήσει ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου αγωγή για προσβολή της πατρότητας της ανήλικης Γ και η αγωγή αυτή κριθεί βάσιμη - τυγχάνει προς το παρόν εφαρμογής το τεκμήριο του άρθρου 1465 παρ. 1 ΑΚ και η ανήλικη Γ τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα το σύζυγο της μητέρας της, δηλαδή τον Α.  Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 1510 ΑΚ, ο Α ασκεί, προς το παρόν, από κοινού με την εν διαστάσει σύζυγό του Β τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας τους Γ, και έχει δικαίωμα πρόσβασης στα ιατρικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της ανήλικης θυγατέρας τους Γ, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1510 ΑΚ, 14 παρ. 8 εδ. (α΄) του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας και 12 του Ν. 2472/1997. Συνεπώς, η Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνος επεξεργασίας, υποχρεούται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 2472/1997, να ικανοποιήσει το δικαίωμα πρόσβασης του Α στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της ανήλικης θυγατέρας του Γ, που τηρούνται στα αρχεία της.

10. Επειδή, ακολούθως, ο Α ζητεί, ως τρίτος, την πρόσβαση σε απλά και ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της εν διαστάσει συζύγου του Β, τα οποία αφορούν την κατάστασή της κατά την κυοφορία της ανήλικης θυγατέρας τους και τηρούνται στα αρχεία της Κλινικής «ΙΑΣΩ», ως υπευθύνου επεξεργασίας.  Ο Α έχει έννομο συμφέρον για τη διαβίβαση από την Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας, στον ίδιο των δεδομένων αυτών, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 14 παρ. 9 εδ. (β΄) του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, 1469 ΑΚ, 5 παρ. 2 στοιχ. (ε΄) και 7 παρ. 2 στοιχ. (γ΄) του Ν. 2472/1997. Εξάλλου, η διαβίβαση των δεδομένων αυτών, από την Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας, στον Α πληροί τις προαναφερόμενες θεμελιώδεις προϋποθέσεις, που θέτουν για τη νομιμότητα κάθε επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2472//1997, εν όψει και του προβαλλόμενου από τον Α σκοπού επεξεργασίας, ο οποίος συνίσταται στην αναγνώριση, άσκηση και υπεράσπιση των νομίμων δικαιωμάτων του.  Ο Α επιτρέπεται να κάνει χρήση των δεδομένων αυτών αποκλειστικά στο πλαίσιο του ως άνω προβαλλόμενου από τον ίδιο σκοπού επεξεργασίας, αλλιώς εκτίθεται, μεταξύ άλλων, στις προβλεπόμενες από το άρθρο 22 παρ. 2 του Ν. 2472/1997 ποινικές κυρώσεις.

11. Επειδή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 3 του Ν. 2472/1997, για τη νομιμότητα της διαβίβασης των προαναφερομένων απλών και ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της Β στον τρίτο αιτούντα Α, απαιτείται η προηγούμενη ενημέρωση της ιδίας από την Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Η Αρχή,

1) Αποφαίνεται ότι ο Α, ως πατέρας της ανήλικης Γ, έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα της προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται στα αρχεία της Κλινικής «ΙΑΣΩ»., ως υπευθύνου επεξεργασίας. Συνεπώς, η Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνος επεξεργασίας, υποχρεούται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 2472/1997, να ικανοποιήσει το δικαίωμα πρόσβασης του Α στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της ανήλικης θυγατέρας του Γ, που τηρούνται στα αρχεία της.

2) Αποφαίνεται ότι, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 14 παρ. 9 εδ. (β΄) του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, 1469 ΑΚ, 5 παρ. 2 στοιχ. (ε΄), ο Α, ως αιτών τρίτος, έχει έννομο συμφέρον για τη διαβίβαση από την Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας, στον ίδιο των ως άνω ζητηθέντων από τον ίδιο απλών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που αφορούν ως υποκείμενο την εν διαστάσει σύζυγό του Β.

3) Παρέχει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 2 στοιχ. (γ΄) και 4 παρ. 1 του Ν. 2472/1997, στην Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνο επεξεργασίας, την άδεια να χορηγήσει στον τρίτο αιτούντα Α τα ως άνω ζητηθέντα από τον ίδιο ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της εν διαστάσει συζύγου του Β, τα οποία αφορούν την κατάστασή της κατά την κυοφορία της ανήλικης θυγατέρας τους και τηρούνται στα αρχεία της εν λόγω κλινικής. Εξάλλου, η Κλινική «ΙΑΣΩ» θα χορηγήσει στον Α βεβαίωση, όπου θα αναγράφεται ότι τα επίμαχα απλά και ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της Β διαβιβάζονται στον ίδιο, προκειμένου να τα προσκομίσει αποκλειστικά ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων και διοικητικών αρχών για τον ως άνω προβαλλόμενο από τον ίδιο σκοπό της αναγνώρισης, άσκησης και υπεράσπισης των νομίμων δικαιωμάτων του.

4) Η Κλινική «ΙΑΣΩ», ως υπεύθυνος επεξεργασίας, υποχρεούται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 3 του Ν. 2472/1997, να ενημερώσει την Β, ως υποκείμενο των ως άνω δεδομένων, πριν από τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών στον τρίτο αιτούντα Α.

 

Ο Αναπληρωτής Πρόεδρος

 

 

Χρήστος Παληοκώστας

 

 

Η Γραμματέας

 

 

Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου