ΑΠ 174/2005

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Αδικοπραξία - Αποζημίωση - Καταστήματα με υπαίθριο χώρο στάθμευσης - Εποπτεία οχήματος από πελάτη - Μη ανάληψη ευθύνης φύλαξης οχημάτων από επιχειρηματία - Μη ευθύνη επιχειρηματία προς αποζημίωση πελατών για ζημίες σταθμευμένων οχημάτων από τρίτους -.

 

Ο επιχειρηματίας ο οποίος, αποσκοπώντας  στην καλύτερη εκμετάλλευση καταστήματος πωλήσεως αγαθών, θέτει στη διάθεση των πελατών του ειδικά διασκευασμένο υπαίθριο χώρο για τη στάθμευση των αυτοκινήτων τους χωρίς αντάλλαγμα και χωρίς να τους αποστερεί την δυνατότητα ασκήσεως ελέγχου επ' αυτών, δεν υπέχει αυτοτελή υποχρέωση φυλάξεως (κύρια ή παρεπόμενη) των σταθμευμένων οχημάτων, καθόσον μεταξύ των μερών ούτε σύμβαση με τέτοιο περιεχόμενο συνάπτεται, ούτε από το νόμο, την καλή πίστη ή από το εν γένει πνεύμα του δικαίου τέτοια υποχρέωση μπορεί να αξιωθεί. Συνεπώς, δεν δημιουργείται ευθύνη αυτού προς αποζημίωση των πελατών του για ζημίες που προκλήθηκαν από τρίτους στα αυτοκίνητά τους, καθώς και για κλοπές κινητών πραγμάτων, κατά το χρόνο που τα μεταφέροντα αυτά οχήματα  ήταν σταθμευμένα σε τέτοιους χώρους.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Αριθμός  174/2005

   ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

   Α' Πολιτικό Τμήμα

 

   ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές : Δημήτριο Σουλτανιά, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ελευθέριο Τσακόπουλο,  Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Ιωάννη Βερέτσο και  Μιχαήλ Μαργαρίτη,  Αρεοπαγίτες.

   ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Νοεμβρίου 2004, με την παρουσία και της Γραμματέως Ευθυμίας  Μαντζάνα,  για να δικάσει μεταξύ :

   Της  αναιρεσείουσας: Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία ΜΑΚΡΟ ΚΑΣ ΚΑΙ ΚΑΡΥ ΧΟΝΔΡΕΜΠΟΡΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ Α.Ε., η οποία εδρεύει στον ΄Αγιο Ιωάννη Ρέντη και εκπροσωπείται νομίμως. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Σαράντη.

   Των  αναιρεσιβλήτων: 1. Α.Κ. του Ι., 2. Ν.Α. συζ. Α.Κ., κατοίκων Ελεκίστρας Πατρών, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.

   Η ένδικη διαφορά έχει εισαχθεί με την από 15 Δεκεμβρίου 1999 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων,  που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Πατρών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις :  298/2000  οριστική του ίδιου δικαστηρίου και 900/2002  του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί η αναιρεσείουσα,  με την από 4 Απριλίου 2003  αίτησή της.

   Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνον η αναιρεσείουσα, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ελευθέριος Τσακόπουλος  ανέγνωσε την από 20 Οκτωβρίου 2004 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την αναίρεση της αποφάσεως. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως αναιρέσεως και την καταδίκη των αντιδίκων στη δικαστική δαπάνη.

   ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

   Επειδή, από τις προσκομιζόμενες υπ' αριθμ. 369 και 370 της 1.7.2003 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πατρών Βασιλείου Βλαντή, προκύπτει ότι επίσημο αντίγραφο της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως με κλήση για συζήτηση αυτής κατά τη δικάσιμο που σημειώνεται στην αρχή της παρούσης, επιδόθηκε  νόμιμα και εμπρόθεσμα  σε κάθε έναν από τους αναιρεσιβλήτους. Αφού δε αυτοί δεν εμφανίσθηκαν κατά τη εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου, η συζήτηση θα προχωρήσει παρά την απουσία τους, σαν να ήταν και αυτοί παρόντες (ΚΠολΔ 576 παρ. 2 εδ. γ΄).

   Επειδή, κατά το άρθρο 914 Α.Κ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η ανθρώπινη συμπεριφορά που αποτελεί το βασικό στοιχείο της αδικοπραξίας, μπορεί να συνίσταται και σε παράλειψη. Η τελευταία όμως για να οδηγήσει σε υποχρέωση αποζημιώσεως πρέπει να είναι παράνομη. Τούτο συμβαίνει, όταν ο υπαίτιος παραλείπει να προβεί σε θετική ενέργεια, στην οποία υποχρεούται από το νόμο, τη δικαιοπραξία, την καλή πίστη και τις κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις, από προηγούμενη συμπεριφορά του ή από το γενικό πνεύμα του δικαίου.  Από την άποψη αυτή, ο επιχειρηματίας ο οποίος, αποσκοπώντας  στην καλύτερη εκμετάλλευση καταστήματος πωλήσεως αγαθών, θέτει στη διάθεση των πελατών του ειδικά διασκευασμένο υπαίθριο χώρο για τη στάθμευση των αυτοκινήτων τους χωρίς αντάλλαγμα και χωρίς να τους αποστερεί την δυνατότητα ασκήσεως ελέγχου επ' αυτών, δεν υπέχει αυτοτελή υποχρέωση φυλάξεως (κύρια ή παρεπόμενη) των σταθμευμένων οχημάτων, καθόσον μεταξύ των μερών ούτε σύμβαση με τέτοιο περιεχόμενο συνάπτεται, ούτε από το νόμο, την καλή πίστη ή από το εν γένει πνεύμα του δικαίου τέτοια υποχρέωση μπορεί να αξιωθεί. Συνεπώς, δεν δημιουργείται ευθύνη αυτού προς αποζημίωση των πελατών του για ζημίες που προκλήθηκαν από τρίτους στα αυτοκίνητά τους, καθώς και για κλοπές κινητών πραγμάτων, κατά το χρόνο που τα μεταφέροντα αυτά οχήματα  ήταν σταθμευμένα σε τέτοιους χώρους. Εν προκειμένω, από την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα ακόλουθα: Η εναγόμενη εταιρία διατηρεί κατάστημα χονδρικού εμπορίου στο Ρίο Πατρών, όπου προς εξυπηρέτηση των πελατών της έχει διαμορφώσει τον συνεχόμενο υπαίθριο χώρο σε πάρκινγκ για τη στάθμευση των οχημάτων τους, τις θέσεις του οποίου προσφέρει σε αυτούς για βραχυχρόνια χρήση χωρίς αντάλλαγμα. Μέσα στο χώρο αυτό, η εναγομένη έχει τοποθετήσει πινακίδες με τις οποίες επισημαίνει στους πελάτες της ότι η στάθμευση των οχημάτων γίνεται με ευθύνη των ιδιοκτητών τους και ότι ίδια δεν φέρει καμία ευθύνη για απώλειες αντικειμένων και φθορές των οχημάτων. Την 12.00' ώρα της 5.6.1999, οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητοι μετέβησαν στο ανωτέρω κατάστημα της εναγομένης για να αγοράσουν διάφορα είδη, στάθμευσαν δε το αυτοκίνητο του πρώτου από αυτούς στο πάρκινγκ του καταστήματος. Κατά το χρόνο όμως που οι αναιρεσίβλητοι ευρίσκοντο εντός αυτού, άγνωστοι διέρρηξαν τη θύρα του αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα να καταστραφεί η κλειδαριά αξίας 99.800 δραχμών, και αφήρεσαν από αυτό την τραπεζική κάρτα αναλήψεως χρημάτων της δευτέρας μαζί με ένα σημείωμα, επάνω στο οποίο ήταν σημειωμένο το ΡΙΝ αυτής, και έτσι ανέλαβαν από αυτόματες ταμειακές μηχανές (ΑΤΜ) υποκαταστημάτων των Πατρών ποσό 400.000 δραχμών από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της. Ακολούθως η προσβαλλόμενη απόφαση έκρινε ότι για τη ζημία αυτή ευθύνεται η εναγομένη, γιατί από αμέλεια παρέλειψε να προσλάβει φύλακες ή να εγκαταστήσει κάμερες για την εποπτεία του χώρου,  εκτιμώντας ότι την ενέργεια αυτή επιβάλλει η καλή πίστη και οι κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις. Η καλή όμως πίστη, υπό την αντικειμενική έννοια που απαντάται στα άρθρα 200, 281 και 288 Α.Κ, δηλαδή η συναλλακτική ευθύτητα την οποία επιδεικνύει ο χρηστός και εχέφρων συναλλασσόμενος, καθώς και το όλο πνεύμα του δικαίου δεν υποδεικνύουν ως επιβαλλόμενη μία τέτοια υποχρέωση, όταν ο χώρος σταθμεύσεως είναι υπαίθριος, η  χρήση του παραχωρείται δωρεάν και, επί πλέον, ο πελάτης διατηρεί τη δυνατότητα εποπτείας του οχήματός του. Πολύ μάλλον τέτοια αξίωση δεν μπορεί να ιδρυθεί, όταν με γραπτή αναγγελία προς το κοινό, αναρτημένη στο χώρο της σταθμεύσεως, ανακοινώνεται η μη ανάληψη της ευθύνης για τη φύλαξη των οχημάτων από τον επιχειρηματία. Συνεπώς, με το να κρίνει αντιθέτως η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίασε τις ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, γι' αυτό και πρέπει να αναιρεθεί, κατά τον βάσιμο από το άρθρο 560 αριθμ. 1 ΚΠολΔ  πρώτο λόγο αναιρέσεως. Αναιρουμένης δε της αποφάσεως, η υπόθεση θα παραπεμφθεί προς εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί όμως από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (ΚΠολΔ  580 ( 3, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 του νόμου 2172/1993).-

   ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

   Αναιρεί την υπ' αριθμόν 900/2002 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών.

   Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την αναιρεθείσα απόφαση, και

   Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500).

   Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 17 Ιανουαρίου 2005. Και

   Δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στις 31 Ιανουαρίου 2005.