ΑΠ 1051/2004

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Προστασία καταναλωτών - Αδικοπραξία - Ελαττωματικό προϊόν - Υπαιτιότητα (πταίσμα) παραγωγού - Βάρος απόδειξης - Χρηματική ικανοποίηση - Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης -.

 

Δεν περιλαμβάνεται στο προστατευτικό πεδίο του νόμου για την προστασία των καταναλωτών και η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης του καταναλωτή, λόγω ηθικής του βλάβης, κατά του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος, η οποία μπορεί να θεμελιωθεί μόνο επί των κοινών διατάξεων του ΑΚ για τις αδικοπραξίες, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής αυτών. Επί αγωγής καταναλωτή κατά του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος για επιδίκαση ικανοποίησης χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη, η υπαιτιότητα (πταίσμα) του παραγωγού δεν αποτελεί, στοιχείο της νομικής βάσης της εν λόγω αγωγής. Ο προσδιορισμός του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης έχει αφεθεί στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου της ουσίας, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων και χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί παραβίαση (εσφαλμένη εφαρμογή ή μη εφαρμογή) του ουσιαστικού νόμου, είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου και να ιδρυθούν, αντίστοιχα, οι λόγοι αναίρεσης από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Aντικειμενικώς ευθυνόμενη από αδικοπραξία, εταιρία τροφίμων, παραγωγός ελαττωματικού τυποποιημένου προϊόντος (τυρόπιτας) στη ζύμη του οποίου παρεισέφρυσαν καρφίτσες κατά το στάδιο της παραγωγής του και υπόχρεη σε καταβολή χρηματικής ικανοποίησης σε καταναλώτρια που το προμηθεύτηκε.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Αριθμός 1051/2004

   ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

   Α' Πολιτικό Τμήμα

   ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κρητικό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Σπυρίδωνα Γκιάφη, Ελευθέριο Τσακόπουλο,  Γεώργιο Σαραντινό και Χρήστο Γεωργαντόπουλο,    Αρεοπαγίτες.

   ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση, στο Κατάστημά του, την 1η Μαρτίου 2004, με την παρουσία και της Γραμματέως Κωνσταντίνας Ξηροτύρη, για να δικάσει μεταξύ:

   Της  αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία Hellenic Quality Foods Ανώνυμος Εταιρία Τροφίμων (προηγούμενη επωνυμία Κ Ανώνυμος Εμπορική Βιομηχανική Εταιρία Τροφίμων) και το διακριτικό τίτλο HQF (προηγούμενος διακριτικός τίτλος Κ ΑΕ), που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα.   Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Φωκίωνα Τσίντο.

   Της αναιρεσίβλητης: Ε.Π. του Α., κατοίκου Κορυδαλλού, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χαρίλαο Κατσαρό, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

   Η ένδικη διαφορά έχει εισαχθεί με την από 10-6-1997 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4588/1998, προδικαστική, 4071/2001, οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 1044/2002 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί  η αναιρεσείουσα με την από 3-1-2003  αίτησή της.

   Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως  αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικες παραστάθηκαν  όπως σημειώνεται πιο πάνω.   Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης  Γεώργιος Σαραντινός  ανέγνωσε την από 19-2-2004 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως.  Ο πληρεξούσιος   της αναιρεσείουσας ζήτησε  την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη της  αντιδίκου  στη δικαστική δαπάνη.

   ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

   1. Η αναιρεσίβλητη, με την από 10-6-1997 αγωγή της κατά της αναιρεσείουσας, που είχε τότε την επωνυμία «Κ Α.Ε.», και κατά της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΑΔΕΛΦΟΙ Β. ΑΕΒΕ», ζήτησε να υποχρεωθούν αυτές, εις ολόκληρον καθεμία, να της καταβάλουν, νομιμότοκα, το ποσό των 20.000.000 δραχμών, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης αυτής, κατά τις διατάξεις του ν. 2251/1994, εξαιτίας ελαττωματικότητας του εκεί αναφερόμενου τυποποιημένου προϊόντος (τυρόπιτας), παραγωγής του εργοστασίου της πρώτης, το οποίο αγόρασε από τη δεύτερη, που, με σύμβαση με τη συνεναγόμενή της, είχε αναλάβει τη διάθεση (πώληση) σε τρίτους του προϊόντος αυτού. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με τη 4588/1998 εν μέρει οριστική και εν μέρει μη οριστική απόφασή του, απέρριψε την αγωγή, ως προς τη δεύτερη εναγομένη, ως αόριστη και διέταξε αποδείξεις σε σχέση με το λοιπό μέρος της, ως προς το οποίο την έκρινε ορισμένη και νόμιμη, περαιτέρω δε, με την 4071/2001 οριστική απόφασή του, τη δέχθηκε ως βάσιμη και κατ' ουσίαν για ένα μέρος της και, συγκεκριμένα, για το ποσό των 300.000 δραχμών. Το Εφετείο, κρίνοντας σε δεύτερο βαθμό επί της ίδιας αγωγής, εξαφάνισε την τελευταία αυτή απόφαση, κατά παραδοχή έφεσης της ενάγουσας (αναιρεσίβλητης) κατ' αυτής, και τη δέχθηκε για μεγαλύτερο μέρος της και, συγκεκριμένα, για το ποσό των 1.000.000 δραχμών ή 2934,70 ευρώ.

   2. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 4 περ. α' και 6 παρ. 1 και 7 του ν. 2251/1994, για την προστασία των καταναλωτών, με την τελευταία από τις οποίες ορίζεται ότι η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του καταναλωτή από ελάττωμα του προϊόντος του παραγωγού διέπεται από τις διατάξεις που ισχύουν για τις αδικοπραξίες, το ίδιο δε ισχύει και για την ψυχική οδύνη λόγω θανάτου, προκύπτει ότι δεν περιλαμβάνεται στο προστατευτικό πεδίο του εν λόγω νόμου και η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης του καταναλωτή, λόγω ηθικής του βλάβης, κατά του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος, η οποία μπορεί να θεμελιωθεί μόνο επί των κοινών διατάξεων του ΑΚ για τις αδικοπραξίες (άρθρα 914, 932 αυτού), εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής αυτών. Περαιτέρω, σύμφωνα με το γενικό κανόνα του άρθρου 338 παρ. 1 ΚΠολΔ, που ρυθμίζει το υποκειμενικό βάρος απόδειξης, με βάση την αρχή ότι κάθε διάδικος οφείλει να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα που είναι αναγκαία για τη θεμελίωση της αυτοτελούς αίτησης ή ανταίτησής του, επί αγωγής για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη από αδικοπραξία, ο ενάγων οφείλει, κατ' αρχήν, να επικαλεστεί όλα τα στοιχεία του κανόνα δικαίου του άρθρου 914 ΑΚ, δηλαδή, εκτός από άλλα, και την υπαιτιότητα του εναγομένου ή των προστηθέντων του. Ειδικά, όμως, επί αγωγής καταναλωτή κατά του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος για επιδίκαση τέτοιας ικανοποίησης, ενόψει του ότι αυτός είναι ξένος προς τη διαδικασία παραγωγής του ελαττωματικού προϊόντος και, για τον λόγο αυτόν, δεν είναι σε θέση να αποδείξει αιτία του ελαττώματος, που εμπίπτει στη σφαίρα ευθύνης του παραγωγού, ο ίδιος (ο καταναλωτής), κατ' ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 925 ΑΚ, βαρύνεται με την επίκληση και απόδειξη της παραβίασης της συναλλακτικής υποχρέωσης του τελευταίου, δηλαδή της αντικειμενικής βλαπτικής ελαττωματικότητας του προϊόντος, κατά το χρόνο της κατά τον προορισμό αυτού χρήσης του, της ζημίας που επήλθε, και της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της χρήσης αυτής και της ζημίας, χωρίς να απαιτείται επίκληση και απόδειξη και πταίσματος αυτού, στον παραγωγό δε εναπόκειται να επικαλεστεί και να αποδείξει, προς απαλλαγή του, ότι δεν τον βαρύνει πταίσμα ως προς την παραβίαση της συναλλακτικής του υποχρέωσής, από την οποία προήλθε η ηθική βλάβη και, συγκεκριμένα, ότι η, κατά τον παραπάνω χρόνο, ελαττωματικότητα του προϊόντος δεν οφείλεται σε πλημμελή κατασκευή ή συντήρησή του μέχρι την έξοδό του από την επιχείρηση αυτού ή ότι η τυχόν πλημμέλεια κατασκευής ή συντήρησής του δεν οφείλεται σε πταίσμα δικό του ή των προσώπων για τα οποία αυτός ευθύνεται σε όλα τα στάδια της κατασκευής. Επομένως, η υπαιτιότητα (πταίσμα) του παραγωγού δεν αποτελεί, σύμφωνα με το νόμο (δηλαδή τις διατάξεις του ν. 2251/1994, που προαναφέρθηκαν, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 914 και 932 ΑΚ), στοιχείο της νομικής βάσης της εν λόγω αγωγής.

   Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε ανέλεγκτα, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ότι, από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε, ότι η ενάγουσα και ήδη αναιρεσίβλητη, στις 19-5-1997, προμηθεύθηκε τυποποιημένο καταψυγμένο τρόφιμο (τυρόπιτα), που παρασκευάστηκε στο εργοστάσιο της ήδη αναιρεσείουσας και ότι, κατά την κοπή του προϊόντος αυτού, μετά το ψήσιμό του, στο φούρνο της, αυτή ανακάλυψε μέσα σε ένα κομμάτι (γέμιση) μια καρφίτσα, γεγονός που της προκάλεσε δικαιολογημένη ανησυχία για την υγεία της, διότι είχε προηγουμένως δοκιμάσει να αναλώσει ένα άλλο κομμάτι και υποψιαζόταν ότι είχε «καταπιεί» κάποια καρφίτσα, πράγμα όμως που αποκλείστηκε μετά από κατάλληλες εξετάσεις στο «Τζάνειο  νοσοκομείο» Πειραιώς, στο οποίο μετέβη προς τούτο. Περαιτέρω, συνεχίζει το Εφετείο, ύπαρξη μικρού αριθμού καρφιτσών ανακαλύφθηκε και σε άλλα τεμάχια της ίδιας τυρόπιτας, η οποία υποβλήθηκε σε αστυκτηνιατρικό έλεγχο και καταστράφηκε ως επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία. Δέχθηκε, στη συνέχεια, το Εφετείο, ότι οι καρφίτσες αυτές παρεισέφρυσαν στη ζύμη του προϊόντος, κατά το στάδιο της παραγωγής του, ενώ δεν αποδείχθηκε, ότι το γεγονός αυτό οφείλεται σε ηθελημένη έννομη ενέργεια (σαμποτάζ) κάποιου προστηθέντος της αναιρεσείουσας, και ότι η μόνη δυσμενής επενέργεια για την αναιρεσίβλητη, που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια προς το ελάττωμα του προϊόντος που αυτή αγόρασε, είναι η πρόκληση σε αυτή ευλόγου φόβου για ενδεχόμενη βλάβη της υγείας της, που της δημιούργησε ψυχικό πόνο και ταλαιπωρία, συνεπεία των οποίων η αναιρεσείουσα, ως αντικειμενικώς ευθυνόμενη από αδικοπραξία, οφείλει να της καταβάλει χρηματική ικανοποίηση, το ύψος της οποίας καθόρισε στο ποσό των δραχμών 1.000.000, αφού έλαβε υπόψη τις συνθήκες της αδικοπραξίας και την εν γένει κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών. Τελικά, το Εφετείο, όπως αναφέρθηκε, αφού απέρριψε την έφεση της, αναιρεσείουσας και ειδικά τον πρώτο λόγο της έφεσής της με τον οποίο αυτή παρεπονείτο ότι η αγωγή είναι αόριστη, δέχθηκε, αντίθετα, την έφεση της αναιρεσίβλητης, με την οποία αυτή ζητούσε εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως προς το σκοπό επιδίκασης υψηλότερου, σε σχέση με τον πρώτο βαθμό, ποσού χρηματικής ικανοποίησης. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, δεν αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία από τα οριζόμενα στο νόμο, δηλαδή ότι η ευθύνη της αναιρεσείουσας είναι αντικειμενική και δεν απαιτείται η επίκληση από την αναιρεσίβλητη, για τη νομική βασιμότητα της αγωγής της, του στοιχείου της υπαιτιότητας της αναιρεσείουσας παραγωγού του ελαττωματικού προϊόντος (τυρόπιτας). Επομένως, είναι αβάσιμος ο πρώτος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο προσάπτεται στο Εφετείο η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, ότι δηλαδή αυτό παραβίασε τις πιο πάνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του Ν. 2251/1994 και των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, με το να θεωρήσει ότι η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, καίτοι δεν διαλαμβάνονται σε αυτή περιστατικά υπαιτιότητας της αναιρεσείουσας (νομική αοριστία).

   3. Το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, δέχθηκε ανέλεγκτα ότι το ελάττωμα του επίμαχου τυποποιημένου προϊόντος (τυρόπιττας), δηλαδή η ύπαρξη καρφιτσών μέσα σε αυτό, υπήρχε όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία, αφού οι καρφίτσες, όπως επίσης δέχθηκε, παρεισέφρυσαν στη ζύμη του κατά το στάδιο της παραγωγής του, έτσι δε, εκ του πράγματος, απέρριψε τον αντίθετο ισχυρισμό της αναιρεσείουσας. ’ρα ο δεύτερος, από τους αριθμούς 1 και 8 περ. β' του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πράγματι δε, μόνο από τον αριθμό 8 περ. β' του εν λόγω άρθρου, λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο προσάπτεται στο Εφετείο η πλημμέλεια ότι, παρά το νόμο, δεν έλαβε υπόψη πράγμα που προτάθηκε και έχει ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, δηλαδή τον παραπάνω ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, που συνιστά ένσταση, κατά το άρθρο 8 περ. β' του ν. 2251/1994, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

   4. Κατά το άρθρο 559 αριθ. 11 περ. γ' ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Όπως προκύπτει από το συνδυασμό της παραπάνω διάταξης με εκείνη του άρθρου 335 ΚΠολΔ, για την ίδρυση του πιο πάνω λόγου αναίρεσης, πρέπει ο ισχυρισμός ή τα πραγματικά γεγονότα, προς απόδειξη των οποίων προσκομίστηκαν, με επίκληση, τα αποδεικτικά μέσα που φέρονται ότι δεν λήφθηκαν  υπόψη, να έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, διαφορετικά, αν λ.χ. αυτά προσκομίστηκαν προς απόδειξη επιχειρημάτων, ο λόγος αυτός δεν ιδρύεται (ΑΠ 22/2004, ΑΠ 1397/1997, ΑΠ 1394/1993, ΑΠ 464/1992). Στην προκείμενη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο της αναίρεσης, προσάπτεται στο Εφετείο η από την προαναφερόμενη διάταξη πλημμέλεια, ότι δηλαδή αυτό δεν έλαβε υπόψη, για το σχηματισμό της κρίσης του για την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, την 8608/1998 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε επί της με αριθ. έκθ. κατάθ. 10588/1997 αγωγής της αναιρεσίβλητης κατά της αεροπορικής εταιρείας «KLM», με την οποία αυτή ζήτησε χρηματική ικανοποίηση για ηθική της βλάβη, εξαιτίας τραυματισμού της από πτώση της στο δάπεδο αεροπλάνου, ιδιοκτησίας της εναγομένης, στο οποίο επέβαινε, κατά τη διάρκεια πτήσης αυτού, λόγω ολίσθησής της σε ευρισκόμενο στο δάπεδο σαπούνι. Από την απόφαση αυτή, κατά την αναιρεσείουσα, ενόψει της ομοιότητας των περιστατικών των δύο αγωγών, θα μπορούσε να συναχθεί δικαστικό τεκμήριο για το ότι αποτελεί συνήθη τακτική της αναιρεσείουσας να εμφανίζεται ότι υφίσταται ηθική βλάβη από ανύπαρκτες αιτίες και να διεκδικεί χρηματική ικανοποίηση από επιχειρήσεις με μεγάλη φήμη. Ο ισχυρισμός αυτός, όμως, όπως διατυπώνεται στο αναιρετήριο, στο οποίο μάλιστα δεν αναφέρεται ότι το Πρωτοδικείο, με την παραπάνω απόφαση, απέρριψε την αγωγή εκείνη, μετά από ουσιαστική έρευνα αυτής, ως αβάσιμη κατ' ουσίαν, αποτελούσε απλό επιχείρημα, αρνητικό της ιστορικής βάσης της ένδικης αγωγής και δεν ασκούσε ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της παρούσας δίκης, κατά την οποία εξετάζεται η ουσιαστική βασιμότητα της συγκεκριμένης αγωγής, η δε περί αυτής κρίση του δικαστηρίου της ουσίας δεν επηρεάζεται από την τυχόν άσκηση άλλων, παρόμοιων, αγωγών κατά τρίτων από την ενάγουσα και την ευδοκίμηση ή όχι αυτών. Κατά συνέπεια, ο εξεταζόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

   5. Το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, έλαβε υπόψη και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο τον τρίτο λόγο της έφεσης της αναιρεσείουσας, κατά τον οποίο η ύπαρξη καρφιτσών στο παραπάνω προϊόν οφείλεται σε δολιοφθορά (σαμποτάζ), που έγινε από άτομο εργαζόμενο στην επιχείρηση αυτής, το οποίο τις τοποθέτησε (ενέπηξε) στο προϊόν, με σκοπό να τη βλάψει. Επομένως, ο τέταρτος, από τους αριθμούς 1 και 8 περ. β' του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πράγματι δε μόνο από τον αριθμό 8 περ. β' του άρθρου αυτού, λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Όσα περαιτέρω αναφέρονται στον ίδιο λόγο, για το εσφαλμένο της παραπάνω κρίσης του Εφετείου, όπως και της συναφούς κρίσης του, ότι οι καρφίτσες παρεισέφρυσαν στο προϊόν κατά το στάδιο της παραγωγής κλπ., αφορούν στην από αυτό ουσιαστική εκτίμηση των αποδείξεων και είναι, γι' αυτό, απορριπτέα ως απαράδεκτα (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ).

   6. Από τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ, προκύπτει ότι, σε περίπτωση αδικοπραξίας, παρέχεται στο δικαστήριο η δυνητική ευχέρεια, ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που οι διάδικοι θέτουν υπόψη του (όπως των συνθηκών της αδικοπραξίας και, ειδικότερα, του είδους και της έκτασης της προσβολής, του βαθμού του πταίσματος του υποχρέου και, ενδεχομένως, του αδικηθέντος, της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των μερών κλπ.) και, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, να επιδικάσει ή όχι χρηματική ικανοποίηση, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη ή, σε περίπτωση θανάτωσης αυτού, στα μέλη της οικογένειάς του, ψυχική οδύνη, να καθορίσει δε συνάμα και το ποσό αυτής που θεωρεί εύλογο. Επομένως, ο προσδιορισμός του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης έχει αφεθεί στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου της ουσίας, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων και χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί παραβίαση (εσφαλμένη εφαρμογή ή μη εφαρμογή) του ουσιαστικού νόμου, είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου και να ιδρυθούν, αντίστοιχα, οι λόγοι αναίρεσης από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (Ολ ΑΠ 444/1964, ΑΠ 777/2003, ΑΠ 415/1997). Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πέμπτο και τελευταίο λόγο της αναίρεσης, ψέγεται το Εφετείο, διότι υπέπεσε στην πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, δηλαδή δεν διέλαβε καθόλου στην προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογίες σε σχέση με την κρίση του για το ύψος (ποσό) της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που επιδίκασε στην αναιρεσίβλητη και, ειδικότερα, δεν ανέφερε σε αυτή πραγματικά περιστατικά σχετικά με τις συνθήκες της αδικοπραξίας και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών. Με βάση, όμως, όσα έχουν εκτεθεί, οι αποδιδόμενες στην προσβαλλόμενη απόφαση ελλείψεις δεν ιδρύουν τον παραπάνω λόγο αναίρεσης και, συνεπώς, ο εξεταζόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

   Κατά συνέπεια, πρέπει η αίτηση αναίρεσης να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης (άρθρα 183, 176 ΚΠολΔ).

   ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

   Απορρίπτει την από 3-1-2003 αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "HELLENIC QUALITY FOODS, ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ", για αναίρεση της 1044/2002 απόφασης του Εφετείου Πειραιώς.

   Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων εκατόν εβδομήντα (1170) ευρώ.

   Κρίθηκε και αποφασίσθηκε, στην Αθήνα, στις 30 Ιουνίου 2004. Και

   Δημοσιεύθηκε, στο ακροατήριό του, σε δημόσια συνεδρίαση, στις 15 Σεπτεμβρίου 2004.