ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΠρΑθ 16017/21018

 

Σήμα φήμης - κίνδυνος σύγχυσης καταναλωτικού κοινού.

 

 

 

Αριθμός απόφασης: 16017/2018

 

Γ.Α.Κ. ./2011

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 5ο Τριμελές

 

σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε   δημόσια στο ακροατήριό του, στις 8 Δεκεμβρίου 2017, με δικαστές τις: Αργυρώ Χορευτάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Καλλιόπη Γαλετάκη και Χριστίνα Χατζηπαύλου (εισηγήτρια), Πρωτοδίκες Δ.Δ.,  και γραμματέα την Ευδοκία Λεουτσάκου, δικαστική υπάλληλο,     

           

γ ι α  να δικάσει την προσφυγή, με χρονολογία κατάθεσης 16.6.2011,

 

τ η ς ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «. ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «Α.», που εδρεύει στο Δημοτικό Διαμέρισμα Τσαγκαράδας. (θέση .) της Δημοτικής Ενότητας . του Δήμου Ζαγοράς - Μουρεσίου, η οποία παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο της Αναστασία Γιαννικοπούλου, 

 

κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, ο οποίος δεν παραστάθηκε.

 

Εξάλλου, υπέρ του καθ’ ου Ελληνικού Δημοσίου έχει ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση η εταιρεία με την επωνυμία «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρία» και τον διακριτικό τίτλο «.», που εδρεύει στη Σκήτη Μελιβοίας της Αγιάς Λάρισας, η οποία παραστάθηκε διά του δικηγόρου Αλέξιου Δαλαμάγκα, εταίρου της δικηγορικής εταιρείας «.».

 

Κατά τη συζήτηση, οι διάδικοι που παραστάθηκαν ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

 

Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

 

 

Αφού μελέτησε τη δικογραφία

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο        

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό αριθμό . έντυπο ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού εκατό ευρώ, του Υπουργείου Οικονομικών), η προσφεύγουσα εταιρεία ζητεί την ακύρωση της υπ’ αρ. ./11.2.2011 απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων (Δ.Ε.Σ.) του - τότε - Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την οποία απορρίφθηκε η από 22.12.2009 τριτανακοπή της κατά της υπ’ αρ. ./2009 απόφασης της ίδιας Επιτροπής. Με την τελευταία αυτή απόφαση  είχε γίνει δεκτή η υπ’ αρ. ./20.10.2008 δήλωση της εταιρείας με την   - τότε - επωνυμία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» για κατάθεση του ημεδαπού λεκτικού σήματος «.» με απεικόνιση και ορισμένη έγχρωμη σύνθεση, προς διάκριση προϊόντων και υπηρεσιών των κλάσεων 29, 30, 31, 33, 43 και 44.

 

2. Επειδή, εξάλλου, νομίμως χώρησε η συζήτηση της κρινόμενης υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, παρά την απουσία του καθ’ ου Ελληνικού Δημοσίου, καθόσον αυτό είχε κλητευθεί νομίμως και εμπροθέσμως προς παράσταση (βλ. το από 4.9.2017 αποδεικτικό επίδοσης της επιμελήτριας δικαστηρίων .).

 

3. Επειδή, περαιτέρω, υπέρ της διατήρησης της ισχύος της προσβαλλόμενης απόφασης της Δ.Ε.Σ. έχει ασκήσει τη με ημερομηνία κατάθεσης 27.11.2017 (Αριθμός Εισαγωγής: Π./2017) πρόσθετη παρέμβαση η εταιρεία με την πρώην επωνυμία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» και ήδη με την επωνυμία «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρία» και τον διακριτικό τίτλο «.», ως δικαιούχος του ως άνω ημεδαπού σήματος «.».

 

4. Επειδή, σύμφωνα με τα παγίως γενόμενα νομολογιακώς δεκτά (βλ. Σ.τ.Ε. 398/2015, πρβλ. Σ.τ.Ε. 168/2016, 1753/2014,  1432/2009, 3037-3043/1994, 1059/1992 7μ., 485/1991 Ολομ.), από τις διατάξεις των άρθρων 23, 25 παρ. 2, 26, 27 παρ. 1, 28 παρ. 1, 2 και 5, 30 παρ. 1 και 2 και 35 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ. - ν. 2717/1999, Α΄ 97), ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ. 1 και 22 παρ. 1 και 3 του κωδικοποιημένου ν. 2190/1920 «Περί Ανωνύμων Εταιρειών» (β.δ. 174/1963 - Α΄ 37), συνάγεται ότι για την άσκηση από ανώνυμη εταιρεία ένδικου βοηθήματος ή μέσου ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου πρέπει να προσκομίζονται έως την πρώτη επ’ ακροατηρίου συζήτηση (ή, πάντως, μέσα στην προθεσμία που έχει, ενδεχομένως, χορηγήσει το δικαστήριο) όλα τα αναγκαία στοιχεία, με τα οποία αποδεικνύεται ότι το ένδικο βοήθημα ή μέσο έχει ασκηθεί από το όργανο της εταιρείας που έχει την αρμοδιότητα να την εκπροσωπεί και, ειδικότερα, να αποφασίσει την άσκηση του ένδικου βοηθήματος ή μέσου. Μεταξύ των στοιχείων αυτών περιλαμβάνεται και το καταστατικό της εταιρείας, ώστε να μπορεί το διοικητικό δικαστήριο να κρίνει αυτεπαγγέλτως το ίδιο, σύμφωνα με την υποχρέωση που έχει από τον νόμο, αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο ασκήθηκε μετά από απόφαση του αρμόδιου οργάνου της εταιρείας και αν ο δικηγόρος, ο οποίος εμφανίστηκε στο ακροατήριο ως πληρεξούσιος της εταιρείας, έχει πράγματι οριστεί από το αρμόδιο προς τούτο όργανο της εταιρείας είτε αμέσως από το όργανο αυτό είτε εμμέσως, δηλαδή, δυνάμει πληρεξουσιότητας χορηγηθείσας από πληρεξούσιο δικηγόρο, στον οποίο είχε παρασχεθεί η σχετική εξουσία από το αρμόδιο όργανο της εταιρείας. Περαιτέρω, οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 3, 4 και 5 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (ν. 2830/2000 -  Α΄ 96) αποβλέπουν στην ασφάλεια των συναλλαγών και στην κατοχύρωση των συμβολαιογράφων και δε δημιουργούν δέσμευση του διοικητικού δικαστηρίου να στηρίξει την κρίση του, για τη νομιμοποίηση της εταιρείας, στα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο προς τον φερόμενο ως πληρεξούσιο της εταιρείας δικηγόρο. Συνεπώς, η μη προσκόμιση στο δικαστήριο όλων των σχετικών με τη νομιμοποίηση της εταιρείας στοιχείων συνιστά λόγο απόρριψης του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, είναι δε αδιάφορο ότι κάποια εκ των στοιχείων αυτών μνημονεύονται στο πληρεξούσιο, ή, ενδεχομένως, είναι προσηρτημένα στο πρωτότυπο του πληρεξουσίου ή βρίσκονται στο αρχείο του συμβολαιογράφου (βλ. Σ.τ.Ε. 398/2015, πρβλ. Σ.τ.Ε. 1753/2014, 1432/2009, 485/1991 Ολομ.). Τέλος, όπως έχει κριθεί, η διάταξη του άρθρου 28 παρ. 3 του Κ.Δ.Δ. περί συμπλήρωσης των στοιχείων νομιμοποίησης των διαδίκων αναφέρεται στην έκταση των εξουσιών του προέδρου του δικαστηρίου όχι σε περίπτωση έλλειψης νομιμοποίησης (βλ. Σ.τ.Ε. 1677-1679/2017 7μ., 168/2016, 398/2015, 1893/2008, 3205, 1215/2007, 1926/2005), αλλά σε περίπτωση αμφιβολιών που ανακύπτουν ως προς τη νομιμοποίηση λόγω ανεπάρκειας των στοιχείων που προσκομίστηκαν (βλ. Σ.τ.Ε. 1677-1679/2016 7μ., 1893/2008, 3205, 1215/2007, 1926/2005), ήτοι στην περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία της νομιμοποίησης είχαν μεν υποβληθεί όλα, διαπιστώνεται, όμως, μεταγενέστερα ότι αυτά παρουσίαζαν ελλείψεις (βλ. Σ.τ.Ε. 3301/2012, 1530/2007), λόγω ατελειών ή ασαφειών (πρβλ. Σ.τ.Ε 1996/2004), οι οποίες δημιουργούν αμφιβολίες ως προς τη νομιμοποίηση (βλ. Σ.τ.Ε. 168/2016, 398/2015).

 

5. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, το δικόγραφο της πρόσθετης παρέμβασης της εταιρείας με την επωνυμία  «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρία» υπογράφεται μόνο από τον δικηγόρο ., εταίρο της δικηγορικής εταιρείας «.», ως πληρεξούσιο της προσθέτως παρεμβαίνουσας εταιρείας. ’λλωστε, ο ως άνω δικηγόρος της προαναφερόμενης δικηγορικής εταιρείας παραστάθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υπόθεσης κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο για λογαριασμό της προσθέτως παρεμβαίνουσας εταιρείας. Σχετικά, δε, με τη νομιμοποίησή του έχουν κατατεθεί από την προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία, στη γραμματεία του Δικαστηρίου, τα εξής έγγραφα: α) αντίγραφο της υπ’ αρ. ./15.9.2017 ανακοίνωσης σχετικά με την καταχώριση στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) i. της από 4.9.2017 απόφασης της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της ανωτέρω εταιρείας περί εκλογής του νέου Διοικητικού της Συμβουλίου με θητεία έως την 4η.9.2020 και ii. του από 4.9.2017 πρακτικού του ως άνω εκλεγέντος Διοικητικού Συμβουλίου περί συγκρότησής του σε σώμα, απoτελούμενο από τους . (Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο), . (Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου) και . (Αντιπρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου), καθώς και περί ανάθεσης, εκ μέρους του, της δικαστικής εκπροσώπησης της εταιρείας στον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο ., β) η από 12.5.2007 εκτύπωση από τον ιστότοπο «https://www.businessregistry.gr» σχετικά με τα στοιχεία δημοσιότητας της ίδιας εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. και γ) αντίγραφο του υπ’ αρ. ./16.11.2017 πληρεξούσιου της συμβολαιογράφου Φαρσάλων ., στο οποίο αναφέρεται ότι ο ., ενεργών ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της προαναφερόμενης εταιρείας, διορίζει «τη Δικηγορική Εταιρεία ., (ήτοι τους κ.κ. ., δικηγόρους Αθηνών)», ως «πληρεξούσιους», προκειμένου να καταθέτουν για λογαριασμό της ως άνω εταιρείας δηλώσεις σύμφωνα με τις περί σημάτων διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας και να την εκπροσωπούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων σε σχετικές αντιδικίες, ενεργώντας από κοινού ή ξεχωριστά. Ωστόσο, η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία δεν προσκόμισε, ως όφειλε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου είτε το ισχύον καταστατικό της είτε το πλήρες κείμενο του αρχικού καταστατικού της σε συνδυασμό με τις τυχόν τροποποιήσεις του, μετά των στοιχείων δημοσιότητας αυτών, έγγραφα αναγκαία προκειμένου να διακριβωθεί αν η ένδικη πρόσθετη παρέμβαση έχει ασκηθεί μετά από απόφαση του αρμόδιου οργάνου της ανωτέρω εταιρείας και αν ο φερόμενος ως πληρεξούσιός της δικηγόρος έχει πράγματι ορισθεί από όργανό της που είχε τη σχετική προς τούτο εξουσία. Είναι, δε, αδιάφορη, από την άποψη της νομιμοποίησης της προσθέτως παρεμβαίνουσας εταιρείας, η μνεία στο προσκομισθέν συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο ότι έχει προσαρτηθεί σε αυτό το καταστατικό σύστασής της μετά των τροποποιήσεών του. Εξάλλου, δε συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 28 παρ. 3 του Κ.Δ.Δ. προς κάλυψη της επίμαχης έλλειψης, δοθέντος ότι δεν έχουν υποβληθεί από την προσθέτως παρεμβαίνουσα όλα τα στοιχεία νομιμοποίησης. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τα γενόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στην τέταρτη σκέψη της παρούσας, η κρινόμενη πρόσθετη παρέμβαση πρέπει, κατ’ αυτεπάγγελτο έλεγχο του Δικαστηρίου, να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης νομιμοποίησης του υπογράφοντος το οικείο δικόγραφο δικηγόρου της προαναφερόμενης δικηγορικής εταιρείας. Η κρινόμενη, δε, προσφυγή, η οποία έχει ασκηθεί εν γένει παραδεκτώς, πρέπει να εξετασθεί ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα.

 

6. Επειδή, ο ν. 2239/1994 «Περί σημάτων» (Α΄ 152), με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (EE L 40), ορίζει στο άρθρο 1 παρ. 1 ότι: «Θεωρείται σήμα κάθε σημείο επιδεκτικό γραφικής παραστάσεως, ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχειρήσεως από εκείνα άλλων επιχειρήσεων. …» και στο άρθρο 4 αυτού, μεταξύ άλλων, ότι: «1. Σημείο δεν γίνεται δεκτό για καταχώριση: α) εάν ταυτίζεται με προγενέστερο σήμα και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες, για τα οποία το σήμα έχει δηλωθεί, ταυτίζονται με εκείνα για τα οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα, β) εάν, λόγω της ταυτότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ταυτότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού, ο οποίος περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισής του με το προγενέστερο σήμα, γ) εάν ταυτίζεται ή ομοιάζει με προγενέστερο σήμα και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα ή υπηρεσίες, που δεν ομοιάζουν με εκείνα για τα οποία έχει καταχωρηθεί το προγενέστερο σήμα, εφόσον τούτο έχει αποκτήσει φήμη και η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος θα προσπόριζε σε αυτό, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα έβλαπτε το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού. 2. Ως ‘‘προγενέστερα σήματα’’ κατά τον παρόντα νόμο νοούνται: α) τα σήματα, συμπεριλαμβανομένων των κοινοτικών, τα οποία έχουν καταχωρηθεί πριν από την ημερομηνία καταθέσεως της δηλώσεως του σήματος,… .». Εξάλλου, στο άρθρο 3 παρ. 2 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «Δεν καταχωρούνται επίσης ως σήματα α) … β) τα σημεία των οποίων η κατάθεση αντίκειται στην καλή πίστη ή έγινε κακόπιστα.».

 

7. Επειδή, στη δεκάτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/104 αναφέρεται ότι: «η προστασία που παρέχει το καταχωρισμένο σήμα, της οποίας σκοπός είναι ιδίως η διασφάλιση της αρχικής λειτουργίας του σήματος, είναι απόλυτη σε περίπτωση ταυτότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών· ότι η προστασία ισχύει επίσης σε περίπτωση ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών· ότι η έννοια της ομοιότητας πρέπει οπωσδήποτε να ερμηνεύεται σε σχέση με τον κίνδυνο σύγχυσης· ότι ο κίνδυνος σύγχυσης, η εκτίμηση του οποίου εξαρτάται από πολυάριθμους παράγοντες, και ιδίως από το κατά πόσον είναι γνωστό το σήμα στην αγορά, από την ενδεχόμενη συσχέτιση με το χρησιμοποιούμενο ή καταχωρισμένο σημείο, από τον βαθμό ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών, αποτελεί την ειδική προϋπόθεση της προστασίας.».

 

8. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994, με την οποία μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη η αντίστοιχη ρύθμιση του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. β΄ της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ, δε γίνεται δεκτή η καταχώριση σήματος όταν, λόγω της ταυτότητάς του ή της ομοιότητάς του με προγενέστερο σήμα και λόγω της ταυτότητας ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζονται από τα δύο σήματα, υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης του κοινού. Kίνδυνος σύγχυσης του κοινού, κατά την έννοια του ιδίου άρθρου, είναι ο κίνδυνος να πιστέψει το κοινό ότι τα επίμαχα προϊόντα ή οι επίμαχες υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή, ενδεχομένως, από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις (βλ. Σ.τ.Ε. 2943/2013 και Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 12ης.6. 2007, C-334/05 P, Γ.Ε.Ε.Α. κατά Shaker, σκέψη 33, και της 20ης.9.2007, C-193/06 P, Nestlé κατά Γ.Ε.Ε.Α., σκέψη 32, καθώς και αποφάσεις της 29ης.9.1998, C-39/97, Canon, σκέψη 29, της 22ας.6.1999, C-342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 17, και της 6ης.10.2005, C-120/04, Medion, σκέψη 26). Η ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης του κοινού πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, λαμβανομένων υπόψη, στην αλληλεξάρτησή τους, όλων των σχετικών παραγόντων της συγκεκριμένης υπόθεσης, στους οποίους περιλαμβάνονται, ιδίως, η ταυτότητα ή ο βαθμός ομοιότητας (οπτικής, ηχητικής και εννοιολογικής) των σημάτων, η ταυτότητα ή ο βαθμός ομοιότητας των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών, καθώς και ο βαθμός γνώσης του σήματος από το καταναλωτικό κοινό, συνακόλουθα, δε, και η ένταση του διακριτικού του χαρακτήρα (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2001/2017, 1238/2015, 1746/2013 και Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 29ης.9.1998, C-39/97, Canon, σκέψεις 16-17 και της 22ας.6.1999, C-342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψεις 18-19 κ.ά.). Εξάλλου, η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης πρέπει, καθ’ όσον αφορά στην οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των επίμαχων σημάτων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που προκαλούν τα εν λόγω σήματα, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους. Συγκεκριμένα, από το γράμμα του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994, που χρησιμοποιεί τη διατύπωση «… υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού …», προκύπτει ότι ο τρόπος με τον οποίο ο μέσος καταναλωτής των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών προσλαμβάνει τα σήματα παίζει καθοριστικό ρόλο για τη συνολική εκτίμηση του εν λόγω κινδύνου. Ο μέσος καταναλωτής προσλαμβάνει συνήθως ένα σήμα ως όλον και δεν επιδίδεται σε εξέταση των διαφόρων λεπτομερειών του (βλ. Σ.τ.Ε. 2943/2013 και, μεταξύ άλλων, Δ.Ε.Κ. αποφάσεις SABEL, σκέψη 23, και Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 25, καθώς και τη διάταξη της 28ης.4.2004, C- 3/03 P, Matratzen Concord GmbH κατά Γ.Ε.Ε.Α., σκέψη 29). Εντούτοις, πέραν της συνήθους περίπτωσης κατά την οποία ο μέσος καταναλωτής αντιλαμβάνεται το σήμα ως σύνολο, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ένα προγενέστερο σήμα ή ένα βασικό στοιχείο ενός προγενέστερου σήματος, που χρησιμοποιείται στη συνέχεια από τρίτο σε σύνθετο σημείο που περιλαμβάνει και άλλα στοιχεία, να διατηρεί αυτοτελή διακριτική θέση στο πλαίσιο του νέου αυτού σύνθετου σημείου, ακόμη και αν δεν αποτελεί το προέχον στοιχείο του. Σε μια τέτοια περίπτωση, η συνολική εντύπωση που προκαλεί το σύνθετο σημείο μπορεί να δημιουργήσει στο κοινό την πεποίθηση ότι τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες προέρχονται τουλάχιστον από οικονομικώς συνδεδεμένες επιχειρήσεις, οπότε πρέπει να γίνει δεκτό ότι υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2943/2013 και Δ.Ε.Κ. αποφάσεις  Medion, σκέψεις 30-31, της 24ης Ιουνίου 2010, C-51/09 Ρ, Βarbara Becker, σκ. 34). Περαιτέρω, για την εκτίμηση της ομοιότητας των διακρινόμενων από τα συγκρινόμενα σήματα προϊόντων ή υπηρεσιών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες  επιρροή παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, όπως, ειδικότερα, η φύση, ο προορισμός, η χρήση, καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους (βλ. Σ.τ.Ε. 1213/2017, Δ.Ε.Ε. απόφαση της 21ης.1.2016, υπόθεση C-50/15 P, Kurt Hesse σκ.21, απόφαση Π.Ε.Κ. της 13ης.12.2004, υπόθεση Τ-8/03, El Corte Ingles S.A. σκ. 41 κ.ά.). ’λλωστε, ο κίνδυνος σύγχυσης του καταναλωτικού κοινού είναι τόσο μεγαλύτερος όσο αποδεικνύεται σημαντικός ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενεστέρου σήματος (προαναφερθείσα απόφαση SABEL, σκέψη 24). Επομένως, καθώς η προστασία του καταχωρισμένου σήματος εξαρτάται σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994 από την ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης, τα σήματα με ισχυρό διακριτικό χαρακτήρα, είτε από την ίδια τους τη φύση είτε λόγω του ότι είναι γνωστά στην αγορά, απολαύουν προστασίας μεγαλύτερης απ' ό,τι εκείνα των οποίων ο διακριτικός χαρακτήρας είναι ασθενέστερος (βλ. Σ.τ.Ε. 2943/2013 και Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 29ης.9.1998, C-39/97, Canon, σκέψη 18). Συνεπώς, μπορεί να υπάρξει κίνδυνος σύγχυσης, παρά τον μικρό βαθμό ομοιότητας μεταξύ των σημάτων, στην περίπτωση που η ομοιότητα των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών είναι μεγάλη, ο δε διακριτικός χαρακτήρας του προγενεστέρου σήματος είναι ισχυρός (βλ. Δ.Ε.Κ. απόφαση Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 21). Προκειμένου να διαπιστωθεί ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος και, κατά συνέπεια, να εκτιμηθεί αν αυτό έχει αυξημένο διακριτικό χαρακτήρα, το δικαστήριο πρέπει να εκτιμήσει σφαιρικά την ικανότητα, μεγαλύτερη ή μικρότερη, του σήματος να εξατομικεύει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίστηκε ως προερχόμενα από συγκεκριμένη επιχείρηση και, επομένως, να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες από τα αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων (βλ. Σ.τ.Ε. 2943/2013 και Δ.Ε.Κ. αποφάσεις Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψεις 22-23, της 4ης.5.1999, C-108/97 και C-109/97, Windsurfing Chiemsee, σκέψεις 49, 51).

 

9. Επειδή, εξάλλου, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. γ’ του ν. 2239/1994, σήμα φήμης είναι εκείνο το οποίο είναι γνωστό σε σημαντικό τμήμα του οικείου κοινού από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτει (απόφαση Δ.Ε.Κ. PAGO Intrnational, C-301/07, σκ. 21 και 24). Κατά την εξέταση της προϋπόθεσης αυτής, η οποία ανάγεται σε διαπίστωση πραγματικής κατάστασης (βλ. Σ.τ.Ε. 1542/2010 7μ. σκ. 8), λαμβάνονται υπόψη όλα τα ασκούντα εν προκειμένω επιρροή στοιχεία, όπως, μεταξύ άλλων, το καλυπτόμενο από το σήμα μερίδιο αγοράς, η ένταση, η γεωγραφική έκταση και η διάρκεια της χρησιμοποίησής του καθώς και το μέγεθος των επενδύσεων που έχει πραγματοποιήσει η δικαιούχος αυτού επιχείρηση για την προώθησή του (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 14ης.9.1999, υποθ. C-375/97, General Motors σκ. 26 και 27, Π.Ε.Κ. της 13.12.2004, υπόθ. Τ-8/03, El Corte Ingles SA, σκ. 67). Περαιτέρω, για να τύχει της προστασίας του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. γ΄ του ν. 2239/1994, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος πρέπει να αποδείξει ότι η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος λόγω του διακριτικού χαρακτήρα ή της φήμης του προγενέστερου σήματος στον δικαιούχο του μεταγενέστερου σήματος ή θα έβλαπτε τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος (βλ. Σ.τ.Ε. 1213/2017).

 

10. Επειδή, τέλος, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 2 περιπτ. β’ του ν. 2239/1994 η κατάθεση σήματος, που μοιάζει σημαντικά με προκατατεθέν σήμα άλλης επιχείρησης, έστω και όχι σε βαθμό που να αποτελεί παραποίηση ή απομίμηση αυτού, μπορεί να είναι απαράδεκτη, ως αντίθετη στην καλή πίστη, αν συντρέχουν και άλλες ειδικές περιστάσεις ή συνθήκες, όπως στην περίπτωση κατά την οποία με το προκατατεθέν σήμα διακρίνονται προϊόντα (ή υπηρεσίες), που απολαύουν ιδιαιτέρως καλής φήμης στο καταναλωτικό κοινό (βλ. Σ.τ.Ε. 1213/2017, 4307/2012, πρβλ. Σ.τ.Ε. 2638/2007, 727/2005, 1150/2004, 393/2003 κ.ά.). Εξάλλου, η εν λόγω κατάθεση γίνεται κακόπιστα, όταν ο καταθέτης τελεί σε γνώση των προαναφερθέντων γεγονότων και επιδιώκει, διά της χρησιμοποίησης του εν λόγω σήματος, αθέμιτη ωφέλεια (υποκειμενική κακή πίστη) (βλ. Σ.τ.Ε. 1213/2017, πρβλ. Σ.τ.Ε. 1555/2008 σκ. 8). Όπως, όμως, γίνεται δεκτό, προϋπόθεση για τον περαιτέρω έλεγχο της τυχόν αντίθεσης προς την καλή πίστη ή της με κακή πίστη κατάθεσης σήματος είναι η ύπαρξη κινδύνου συσχέτισης αυτών από το οικείο κοινό (βλ. Σ.τ.Ε. 1213/2017, 2448/2009).

 

11. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Στις 20.7.2006, η εταιρεία «. ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε.» (ήτοι η προσφεύγουσα) υπέβαλε στο - τότε - Υπουργείο Ανάπτυξης δήλωση για κατάθεση του σύνθετου ημεδαπού λεκτικού σήματος «Ξενώνας . - Εμπειρία Πηλίου» με απεικόνιση και ορισμένη έγχρωμη σύνθεση, προς διάκριση προϊόντων και υπηρεσιών των κλάσεων 29 [Κρέατα, ψάρια πουλερικά και κρέας κυνηγίου; Εκχυλίσματα κρέατος; Καρποί και λαχανικά διατηρημένα (κονσέρβες) αποξηραθέντα και ανηπτημένα; Πυκταί (ζελέ), μαρμελάδα, ωά, γάλα και προϊόντα γαλακτοκομίας; Έλαια και λίπη, εδώδιμα, κονσέρβες; σαλάτες εντός όξους (πίκλες);], 30 [’ρτος, μπισκότα, γλυκίσματα, πάστες, παγωτά, μέλι, σιρόπι εκ μελάσης, ζύμη, άλευρο διά ζύμη, άλας, μουστάρδα, πιπέρι, όξος, σάλτσες, καρυκεύματα;], 33 [Οίνοι, οινοπνευματώδη, ηδύποτα], 39 [οργάνωση εκδρομών και περιηγήσεων, ξεναγήσεις;], 41 [επιμόρφωση, ψυχαγωγία, αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες] και 43 [υπηρεσίες προσφερόμενες για εστίαση και ποτά.; προσωρινή κατάλυση;]. Ειδικότερα, το ως άνω σύνθετο σήμα αποτελείται από: α) τη λέξη «.», γραμμένη με ευμεγέθεις, έντονους γκρι,  κεφαλαίους λατινικούς χαρακτήρες, εκ των οποίων ο τρίτος από το τέλος (i) είναι μικρός, β) απεικόνιση σε γκρι χρώμα, άνωθεν της λέξης «ΑΜΑΝiTA», δύο μανιταριών στο έδαφος, διαφορετικού μεγέθους το καθένα, εκ των οποίων το μικρότερο έχει κλίση προς τα δεξιά, καθώς και λεπτών, αχνών χορταριών, που έχουν κλίση, ομοίως, προς τα δεξιά, γ) τη λέξη «Ξενώνας», άνωθεν της προπεριγραφόμενης απεικόνισης, γραμμένη με μικρά ελληνικά γράμματα μεσαίας γραμματοσειράς πλην του πρώτου γράμματος που είναι κεφαλαίο, τα οποία (γράμματα) σχηματίζουν ελαφρά ανοδική καμπύλη, δ) τις λέξεις «Εμπειρία Πηλίου», κάτωθεν της λέξης .», γραμμένες με μικρά ελληνικά γράμματα μικρότερης γραμματοσειράς πλην του πρώτου γράμματος της κάθε λέξης που είναι κεφαλαίο, τα οποία (γράμματα) σχηματίζουν ελαφρά καθοδική καμπύλη, και ε) δύο καμπύλες γραμμές που ξεκινούν από την προπεριγραφόμενη απεικόνιση και καταλήγουν στις λέξεις «Εμπειρία Πηλίου», περιβάλλοντας τα υπό στοιχεία β), α) και δ) μέρη του σήματος. Η ανωτέρω δήλωση κατάθεσης σήματος έγινε δεκτή με την υπ’ αρ. ./2007 απόφαση της Δ.Ε.Σ.. Ακολούθως, στις 20.10.2008, η εταιρεία με την - τότε -  επωνυμία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» υπέβαλε στο ίδιο ως άνω Υπουργείο δήλωση για κατάθεση του σύνθετου ημεδαπού λεκτικού σήματος «.» με απεικόνιση και ορισμένη έγχρωμη σύνθεση, προς διάκριση προϊόντων και υπηρεσιών των κλάσεων 29 [Έλαια και λίπη, εδώδιμα, κονσέρβες; ΤΡΟΦΙΜΑ; Πυκταί (ζελέ), μαρμελάδα, ωά, γάλα και προϊόντα γαλακτοκομίας; Καρποί και λαχανικά διατηρημένα (κονσέρβες) αποξηραθέντα και ανηπτημένα; Εκχυλίσματα κρέατος; σαλάτες εντός όξους (πίκλες); Κρέατα, ψάρια, πουλερικά και κρέας κυνηγίου], 30 [Πάγος; Καφές, τέιον, κακάο, ζάχαρη, όρυζα, ταπιόκα, σάγο (άλευρο κολλαρίσματος) υποκατάστατα καφέ, άλευρα και παρασκευάσματα εκ σιτηρών, άρτος, μπισκότα, γλυκίσματα, πάστες, παγωτά, μέλι, σιρόπι εκ μελάσης, ζύμη, άλευρο διά ζύμη, άλας, μουστάρδα, πιπέρι, όξος, σάλτσες, καρυκεύματα; ΤΡΟΦΙΜΑ], 31 [ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ; Σπόροι, φυτά ζώντα και φυσικά άνθη, θρεπτικαί ουσίαι διά τα ζώα, βύνη; Καρποί νωποί και λαχανικά; Ζωντανά ζώα; Προϊόντα γεωργικά, κηπουρικά, δασικά και σπόροι μη περιλαμβανόμενοι εις άλλας κλάσεις], 33 [ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ; - Οίνοι, οινοπνευματώδη, ηδύποτα], 43 [προσωρινή κατάλυση; Υπηρεσίες προσφερόμενες για εστίαση και ποτά;] και 44 [ΙΑΤΡΙΚΕΣ, ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΕΣ, ΑΓΟΡΤΙΚΕΣ, ΚΗΠΟΥΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΑΣΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΟΜΟΡΦΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ Η ΖΩΑ]. Συγκεκριμένα, το εν λόγω σήμα αποτελείται από: α) τις υπογραμμισμένες λέξεις «.», γραμμένες με μικρούς λατινικούς χαρακτήρες έντονου κόκκινου χρώματος, εκ των οποίων τα πρώτα γράμματα κάθε λέξης είναι κεφαλαία, β) τις λέξεις «.» κάτωθεν της υπογράμμισης, γραμμένες με μικρά ελληνικά γράμματα χρώματος μαύρου, εκ των οποίων τα πρώτα γράμματα της πρώτης και της τρίτης λέξης είναι κεφαλαία, και γ) απεικόνιση άνωθεν των λέξεων «.», συνιστάμενη σε σύνθεση με καλλιτεχνικά ζωγραφισμένα φύλλα χρώματος γκρι σε διάφορα μεγέθη και σχήματα. Η ως άνω δήλωση κατάθεσης του δεύτερου αυτού σήματος έγινε δεκτή με την υπ’ αρ. 5796/2009 απόφαση της Δ.Ε.Σ.. Ωστόσο, στη συνέχεια, η δικαιούχος του σήματος «Ξενώνας . - Εμπειρία Πηλίου» και απεικόνιση (ήτοι η προσφεύγουσα εταιρεία) άσκησε ενώπιον της Δ.Ε.Σ. την υπ’ αρ. 478/22.12.2009 τριτανακοπή, ζητώντας την ακύρωση της προρρηθείσας, υπ’ αρ. 5796/2009 απόφασης της ίδιας Επιτροπής. Με την τριτανακοπή αυτή, όπως αναπτύχθηκε με το από 17.12.2010 υπόμνημα, η ανωτέρω εταιρεία προέβαλε τα ακόλουθα: Α) Το κατατεθέν από την εταιρεία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» σήμα ομοιάζει με το δικό της προγενέστερο σήμα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται κίνδυνος σύγχυσης του καταναλωτικού κοινού κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994. Συγκεκριμένα, η τριτανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι στην περίπτωση του επίμαχου, σύνθετου σήματος, κρίσιμο για τον σχηματισμό της συνολικής εντύπωσης του καταναλωτή παρίσταται το λεκτικό του μέρος, δεδομένου ότι το έτερο, απεικονιστικό του μέρος, συνιστάμενο σε μια αδιάφορη διακοσμητική παράσταση, είναι ιδιαίτερα ασθενές. Στο λεκτικό, δε, μέρος του σήματος αυτού βαρύνουσα σημασία για τον σχηματισμό της συνολικής εντύπωσης του καταναλωτή έχει - κατά την τριτανακόπτουσα -  η λέξη «.», η οποία ταυτίζεται σχεδόν απόλυτα με την αποτελούσα το βασικό στοιχείο του δικού της σήματος λέξη «.», ενώ η άλλη λέξη που  συναποτελεί το λεκτικό του μέρος (.) δεν είναι εύχρηστη ούτε εύηχη και, συνεπώς, εντυπώνεται πολύ δυσκολότερα στη μνήμη των καταναλωτών. Υπό τα δεδομένα αυτά, η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η συνολική ηχητική εντύπωση που προκαλεί το επίμαχο σήμα στους καταναλωτές σχεδόν ταυτίζεται με αυτή του δικού της σήματος, με αποτέλεσμα να προκαλείται - αν όχι κίνδυνος σύγχυσης - τουλάχιστον κίνδυνος συσχέτισης από το καταναλωτικό κοινό των διακρινόμενων με τα εν λόγω σήματα προϊόντων και υπηρεσιών, οι οποίες είναι είτε όμοιες είτε παρόμοιες μεταξύ τους, δηλαδή να προκαλείται ο κίνδυνος να πιστέψει αναληθώς το κοινό ότι τα διακρινόμενα προϊόντα και υπηρεσίες προέρχονται από συνεργαζόμενες ή συγγενείς (κοινών συμφερόντων) επιχειρήσεις. Β) Επικουρικά, ακόμα δηλαδή και αν ήθελε κριθεί ότι ορισμένα από τα προϊόντα και υπηρεσίες που διακρίνει το σήμα της εταιρείας «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» δεν ομοιάζουν με εκείνα που διακρίνει το σήμα της τριτανακόπτουσας εταιρείας, η τελευταία εταιρεία υποστήριξε ότι θα πρέπει, ως προς αυτά, να γίνει δεκτό ότι η κατάθεση του επίμαχου σήματος από την προαναφερόμενη εταιρεία («Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις») αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 περιπτ. γ΄ του ν. 2239/1994. Και τούτο, διότι το σήμα της τριτανακόπτουσας έχει αποκτήσει - κατά τους ισχυρισμούς της - φήμη και αυξημένη διακριτική δύναμη, ενόψει της έντονης και συστηματικής διαφημιστικής προβολής της επιχείρησής της κατά τα λεπτομερώς εκτιθέμενα στο πλαίσιο του κατωτέρω, τρίτου λόγου της τριτανακοπής της και, ως εκ τούτου, η χρησιμοποίηση από την εταιρεία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» του επίμαχου σήματος θα προσπορίσει σε αυτήν, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος, υποσκάπτοντας  ταυτοχρόνως τη φήμη και τη διακριτική δύναμη του δικού της σήματος. Γ) Η κατάθεση από την εταιρεία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις» του επίμαχου σήματος έχει γίνει κακόπιστα και, ως εκ τούτου, προσκρούει και στο άρθρο 3 παρ. 2 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994. Συναφώς, η τριτανακόπτουσα εξέθεσε ότι το δικό της σήμα διακρίνει τις υπηρεσίες που παρέχει και τα προϊόντα που παράγει στο ξενοδοχείο της στην Τσαγκαράδα Πηλίου, το οποίο είναι ένα μικρό ξενοδοχείο ξεχωριστής αισθητικής, με έμφαση στην ποιότητα μέσα από την παράδοση και την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της περιοχής. Εξάλλου, το ξενοδοχείο αυτό - κατά τους ισχυρισμούς πάντα της τριτανακόπτουσας - προβάλλεται και διαφημίζεται έντονα και συνεχώς σε περιοδικά ευρείας κυκλοφορίας, όπως το «Αθηνόραμα», το «Εναλλακτικός Τουρισμός» και το «Voyager», καθώς και σε διαδικτυακές πύλες τουριστικού ενδιαφέροντος με μεγάλη επισκεψιμότητα, όπως η «agrotour.gr» και η «agrotravel.gr», ενώ η μεγαλύτερη ελληνική ηλεκτρονική πύλη «in.gr» έχει κάνει στην κεντρική της σελίδα εγκωμιαστική αναφορά, δύο φορές, επί ένα δεκαπενθήμερο, στον ξενώνα της. Αυτές, λοιπόν, οι προωθητικές ενέργειες, σε συνδυασμό με την ποιότητα και τη μοναδικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, έχουν προσδώσει στο ξενοδοχείο της τριτανακόπτουσας ευρύτατη φήμη και αναγνώριση στο καταναλωτικό κοινό. Η εταιρεία, δε, «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε. - Αγροτουριστικές Επιχειρήσεις», γνωρίζοντας τη συστηματική και δαπανηρή προβολή του σήματος της τριτανακόπτουσας, ονόμασε το δικό της κατάλυμα (ενοικιαζόμενα δωμάτια) που διατηρεί στην περιοχή της Αγιάς Λάρισας «A. C.» ή «.». Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό, η τριτανακόπτουσα ζήτησε από το  Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και πέτυχε την έκδοση της υπ’ αρ. 5554/2008 απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία απαγορεύτηκε προσωρινά στην εταιρεία με την - ήδη - επωνυμία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε.» να χρησιμοποιεί τη λέξη «.» για τη διάκριση των παρεχόμενων από αυτή υπηρεσιών. Παράλληλα, προς υπεράσπιση των συμφερόντων της, η τριτανακόπτουσα άσκησε και τακτική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και πέτυχε την έκδοση της υπ’ αρ. 7746/2009 απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου. Με την εν λόγω  - αμετάκλητη - απόφαση, με την οποία απαγορεύτηκε στην εταιρεία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε.» η χρήση του λεκτικού συνδυασμού «.» ή «.», κρίθηκε - κατά την τριτανακόπτουσα - ότι το διακριτικό γνώρισμα της αντίδικης εταιρείας προσβάλλει το δικό της σήμα και προκαλεί σύγχυση στους καταναλωτές, ενώ η προσθήκη της λέξης «.» ή «.» είτε στην επωνυμία της εταιρείας αυτής είτε στο όνομα του χώρου (domain name) της δεν αρκεί για να αποτρέψει την ανωτέρω σύγχυση.  Ενόψει των ανωτέρω, η τριτανακόπτουσα ισχυρίστηκε με την ένδικη τριτανακοπή ότι η κατάθεση από την προαναφερόμενη εταιρεία του επίμαχου σήματος, στο οποίο παραλλάσσεται επουσιωδώς η λέξη «.» σε «.» συνδυαζόμενη, ομοίως, με τη λέξη «.», έχει γίνει κακόπιστα, με μοναδικό σκοπό την παράκαμψη της δικαστικής απαγόρευσης της χρήσης της λέξης «.» και αποτελεί, κατ’ ουσίαν, ένα τέχνασμα, με το οποίο η εν λόγω εταιρεία περιφρονεί την ήδη κατά τον χρόνο κατάθεσης του επίμαχου σήματος εκδοθείσα σε βάρος της δικαστική απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Προς επίρρωση της κακοπιστίας της προαναφερόμενης εταιρείας, η τριτανακόπτουσα επεσήμανε, ακόμη, με το υπόμνημά της, ότι η χρήση από την εταιρεία αυτή της λέξης «.» στην ονομασία του καταλύματός της παραβιάζει και τη νομοθεσία που επιβάλλει στους ιδιοκτήτες ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων την υποχρέωση να χρησιμοποιούν ως διακριτικό αποκλειστικά το ονοματεπώνυμό τους. Ανεξαρτήτως, πάντως, των προθέσεων της ως άνω εταιρείας, η τριτανακόπτουσα υποστήριξε ότι και αντικειμενικά η κατάθεση και η χρησιμοποίηση από την εν λόγω εταιρεία του επίμαχου σήματος αντίκειται, ενόψει και της προσέγγισής του προς το δικό της σήμα, στην καλή πίστη και έχει αποτελέσματα που αντιβαίνουν στην ηθική των συναλλαγών, καθόσον υποσκάπτει τη φήμη και τη διακριτική δύναμη του δικού της σήματος, ενώ αποφέρει στην εν λόγω εταιρεία αθέμιτο οικονομικό όφελος από τη βέβαιη σύγχυση και παραπλάνηση των καταναλωτών. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της, η τριτανακόπτουσα προσκόμισε ενώπιον της Δ.Ε.Σ., μεταξύ άλλων, τα εξής: α) την υπ’ αρ. 5554/27.6.2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων), με την οποία απαγορεύτηκε προσωρινά στην εταιρεία  «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε.», με την απειλή χρηματικής ποινής, η χρήση της λέξης «.», είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλες λέξεις, ως διακριτικό γνώρισμα των παρεχόμενων από την επιχείρησή της υπηρεσιών κάθε είδους, β) την υπ’ αρ. 7746/4.11.2009 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Εμπορικό Τμήμα - Τακτική Διαδικασία), με την οποία κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η χρησιμοποίηση από την εταιρεία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε.»  των λέξεων «.» ή «.», ως διακριτικό γνώρισμα των υπηρεσιών που παρέχονται από την επιχείρηση ενοικιαζόμενων δωματίων που διατηρεί η εν λόγω εταιρεία στο Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Μελιβοίας του νομού Λάρισας, συνιστά προσβολή, λόγω απομίμησης, του σήματος της τριτανακόπτουσας εταιρείας και, για τον λόγο αυτό, διατάχθηκε η απαγόρευση στην εταιρεία «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε.» της χρήσης της λέξης «.», είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με τη λέξη «.» ή «.» ή οποιαδήποτε άλλη λέξη, γ) την υπ’ αρ. ./8.4.2008 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών του ., ληφθείσα προς χρησιμοποίησή της κατά την εκδίκαση της ασκηθείσας από την ίδια (τριτανακόπτουσα) αίτησης ασφαλιστικών μέτρων κατά της εταιρείας «Αγροτουριστική Σκήτη Α.Ε.» ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στην οποία ο εν λόγω μάρτυρας, ως σύμβουλος επικοινωνίας και διαφήμισης ιδιωτικής εταιρείας που συνεργάστηκε με την τριτανακόπτουσα εταιρεία, κατέθεσε ενόρκως, μεταξύ άλλων, περί της έντονης προβολής του ξενώνα της τελευταίας εταιρείας με διαφημιστικές καταχωρίσεις σε διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα και περί της μεγάλης και συνεχώς αυξανόμενης επισκεψιμότητας του διαδικτυακού της τόπου, δ) την υπ’ αρ. ./8.4.2008 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών του ., ληφθείσα προς χρησιμοποίησή της κατά την εκδίκαση της ίδιας ως άνω αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, στην οποία ο εν λόγω μάρτυρας, ως οικονομολόγος και στέλεχος μεγάλης ελληνικής επιχείρησης εναλλακτικού τουρισμού, αλλά και φίλος του διαχειριστή της τριτανακόπτουσας εταιρείας, κατέθεσε ενόρκως, μεταξύ άλλων, περί της ιδιαίτερης αισθητικής του ξενώνα της εταιρείας αυτής, καθώς και περί της έντονης διαφημιστικής προβολής του και ε) διαφημιστικές αναφορές και αφιερώματα στον ξενώνα της τριτανακόπτουσας σε διάφορα περιοδικά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται το ένθετο «Ταξίδια» της εφημερίδας «Καθημερινή» της 22ας.2.2009, το «Passport» (Απριλίου 2008), το «Bήμα gourmet» (Νοεμβρίου 2007), το «αθηνόραμα» (άνοιξης 2007 και φθινοπώρου 2007), το «Down Town», το «Athens Voice (Summer Guide 2007)», το «Εναλλακτικός Τουρισμός (./2007)» και το «Αγροτουρισμός». Κατόπιν των ανωτέρω, η Δ.Ε.Σ., κατά την από 8.12.2010 συνεδρίασή της, κατά την οποία άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους και των  δύο εταιρειών και έλαβε υπόψη τα στοιχεία της υπόθεσης, έκρινε ότι: α) το τριτανακοπτόμενο σήμα αποτελείται από τη λατινική ένδειξη «.» και την ερμηνεία του στην ελληνική «.», που αποτελεί την ονομασία είδους άγριου βρώσιμου μανιταριού, το οποίο έχει πάρει το όνομά του από τον αποκαλούμενο και βασιλιά των μανιταριών Ρωμαίο αυτοκράτορα Ιούλιο Καίσαρα, β) τα συγκρινόμενα σήματα (αφενός «Ξενώνας . - Εμπειρία Πηλίου και απεικόνιση» και αφετέρου «. και απεικόνιση») έχουν ως κοινό στοιχείο τις λέξεις «.», αλλά, ως σύνολα εξεταζόμενα, μαζί με τις υπόλοιπες λέξεις που τα συνοδεύουν και τις διαφορετικές απεικονίσεις τους, διαφοροποιούνται επαρκώς, με αποτέλεσμα να μη δημιουργείται από τη συνύπαρξή τους σύγχυση στο καταναλωτικό κοινό και συσχέτιση των επιχειρήσεων από τις οποίες παρέχονται τα διακρινόμενα προϊόντα και υπηρεσίες και γ) η τριτανακόπτουσα δε μονοπωλεί, άλλωστε, την επίμαχη ένδειξη, καθόσον αυτή χρησιμοποιείται ως διακριτικό γνώρισμα επιχειρήσεων που παρέχουν όμοιες ή παρόμοιες υπηρεσίες και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως τούτο προκύπτει από έρευνα στη μηχανή αναζήτησης «Google» (ενδεικτικά «Συγκρότημα κατοικιών .» στο χωριό Κήποι στο Ζαγόρι και εστιατόριο «. στο δασόκηπο» στη Χαλκιδική). Ενόψει των ανωτέρω, η Δ.Ε.Σ. απέρριψε, με την υπ’ αρ. 1268/11.2.2011 (προσβαλλόμενη) απόφασή της, την ένδικη τριτανακοπή. 

 

12. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αναπτύσσεται με το νομίμως κατατεθέν στις 11.12.2017 υπόμνημα, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης της Δ.Ε.Σ., προβάλλοντας ότι εσφαλμένα δι’ αυτής απορρίφθηκαν οι προβληθέντες με την τριτανακοπή της λόγοι κατά της υπ’ αρ. ./2009 απόφασης της ίδιας Επιτροπής. Συναφώς, δε, επαναφέρει και αναπτύσσει τους περιλαμβανόμενους στην ως άνω τριτανακοπή  ισχυρισμούς της. Προς απόδειξή τους, προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου, πέραν όσων είχε ήδη προσκομίσει ενώπιον της Δ.Ε.Σ., μεταξύ άλλων, και επιπρόσθετα δημοσιεύματα από τον έντυπο και ηλεκτρονικό, ελληνικό και διεθνή τύπο σχετικά με τη διαφημιστική προβολή του ξενώνα της.

 

13. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις διατάξεις που προπαρατέθηκαν και ερμηνεύτηκαν, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας, ειδικότερα, υπόψη ότι: α) η λέξη «.» αποτελεί βασικό στοιχείο του λεκτικού μέρους του προγενέστερου σήματος της προσφεύγουσας, το οποίο (σήμα) πράγματι απολάμβανε, ήδη κατά τον κρίσιμο χρόνο κατάθεσης του επίμαχου σήματος της εταιρείας «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρεία» (ήτοι στις 20.10.2008, πρβλ. ως προς τον κρίσιμο χρόνο ενδεικτικά Σ.τ.Ε. 3401/2010 7μ., 2668/2008 7μ., 1555/2008 7μ., 3836/2002), αξιόλογης διαφημιστικής προώθησης, β) η λέξη αυτή, η οποία εμπεριέχεται σε παραλλαγή  - ως προς την κατάληξη - στο επίμαχο, σύνθετο σήμα («.») της εταιρείας  «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρεία», δεν έχει κυρίαρχο ρόλο εντός αυτού, αλλά συνδιαμορφώνει κατά τρόπο ισοδύναμο με τη λέξη «.» το λεκτικό του μέρος, γ) η ως άνω λέξη δεν προκύπτει, περαιτέρω, ότι είχε καθιερωθεί σε τόσο έντονο βαθμό στη συνείδηση των καταναλωτών ως εξειδικεύουσα προϊόντα και υπηρεσίες που προέρχονται αποκλειστικά από την προσφεύγουσα εταιρεία και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι διέθετε καθ’ εαυτή τέτοια διακριτική δύναμη, ικανή να δημιουργήσει στο καταναλωτικό κοινό την εντύπωση ότι τα διακρινόμενα από το επίμαχο, περιέχον και άλλα στοιχεία σήμα προϊόντα και υπηρεσίες προέρχονται από την επιχείρησή της προσφεύγουσας ή, έστω, από κάποια οικονομικώς συνδεόμενη με αυτή επιχείρηση, ενόψει και του ότι από την αναφερόμενη στην προσβαλλόμενη απόφαση της Δ.Ε.Σ. έρευνα σε δημοφιλή μηχανή αναζήτησης του διαδικτύου προκύπτει ότι η λέξη αυτή δεν μονοπωλούνταν από την προσφεύγουσα, αλλά χρησιμοποιούνταν  ως διακριτικό γνώρισμα και άλλων επιχειρήσεων που παρείχαν όμοιες ή παρόμοιες υπηρεσίες σε άλλα μέρη της Ελλάδας και δ) τα συγκρινόμενα σήματα, πέραν των λεκτικών μερών τους, φέρουν και τελείως διαφορετικές μεταξύ τους απεικονίσεις,  καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα εν λόγω σήματα (αφενός «Ξενώνας . - Εμπειρία Πηλίου» με απεικόνιση και ορισμένη έγχρωμη σύνθεση και αφετέρου «. -  .» με απεικόνιση και ορισμένη έγχρωμη σύνθεση), ως σύνολα ειδωμένα, δεν παρουσιάζουν σημαντική οπτική, ηχητική ή εννοιολογική ομοιότητα, ικανή να προκαλέσει σύγχυση στο καταναλωτικό κοινό. Περαιτέρω, το Δικαστήριο συνεκτιμά και ότι η ομοιότητα των διακρινόμενων από τα συγκρινόμενα σήματα προϊόντων και υπηρεσιών των κλάσεων 29, 30, 33 και 43 που απευθύνονται - κατά κύριο λόγο - στο ίδιο,  προερχόμενο από αστικά κέντρα καταναλωτικό κοινό, δεν παρίσταται, ενόψει των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, ικανή να οδηγήσει σε σύγχυση το οικείο κοινό. Και τούτο, διότι τα καταλύματα των επιχειρήσεων της προσφεύγουσας εταιρείας και της εταιρείας «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρεία» βρίσκονται σε σαφώς διαφορετικούς τουριστικούς προορισμούς και, κατά τα κοινώς γνωστά, ο προορισμός των διακοπών αποτελεί καθοριστικό παράγοντα κατά την επιλογή καταλύματος από το οικείο κοινό, ενώ, εξάλλου, ο ρητός προσδιορισμός της τοποθεσίας του καταλύματος της επιχείρησης της προσφεύγουσας («Εμπειρία Πηλίου») στο ίδιο το σήμα της υποδηλώνει τη μοναδικότητά του και αποσοβεί επαρκώς - ενόψει και της ικανοποιητικής διαφοροποίησης των δύο σημάτων - το ενδεχόμενο να θεωρήσει το καταναλωτικό κοινό ότι το ευρισκόμενο σε διαφορετική τοποθεσία (ήτοι στην Αγιά Λάρισας) κατάλυμα της επιχείρησης «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρεία» ανήκει στην επιχείρηση της προσφεύγουσας ή, έστω, σε κάποια οικονομικώς συνδεόμενη με αυτή επιχείρηση. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι δεν υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης του καταναλωτικού κοινού ως προς την προέλευση των διακρινόμενων από το επίδικο σήμα προϊόντων και υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994, όπως ορθώς θεώρησε και η Δ.Ε.Σ.. Περαιτέρω, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα εταιρεία δεν προσκόμισε ούτε κατά την εκδίκαση της τριτανακοπής της ούτε κατά την εκδίκαση της κρινόμενης προσφυγής αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με όλους τους παράγοντες που ασκούν επιρροή, σύμφωνα με τα γενόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στην ένατη σκέψη της παρούσας, για τη θεμελίωση του χαρακτηρισμού του σήματός της ως σήματος φήμης (όπως αντικειμενικά και επαρκώς τεκμηριωμένα ή επαληθεύσιμα στοιχεία σχετικά με το καλυπτόμενο από το σήμα μερίδιο αγοράς, την ένταση και τη γεωγραφική έκταση χρησιμοποίησής του και το μέγεθος των επενδύσεων στις οποίες αυτή έχει προβεί για την προώθησή του), το Δικαστήριο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος με την προσφυγή ισχυρισμός της ανωτέρω εταιρείας ότι το σήμα της αποτελεί σήμα φήμης κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 περιπτ. γ΄ του ν. 2239/1994 είναι απορριπτέος ως αναπόδεικτος. Τέλος, ενόψει της έλλειψης σημαντικής ομοιότητας μεταξύ των δύο επίμαχων σημάτων και της ανυπαρξίας κινδύνου συσχέτισής τους κατά τα προαναφερόμενα, δεν τίθεται, σύμφωνα με τα γενόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στη δέκατη σκέψη της παρούσας, ζήτημα αντίθεσης της κατάθεσης του επίμαχου σήματος στην καλή πίστη κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 2 περιπτ. β΄ του ν. 2239/1994 και είναι απορριπτέοι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ως αλυσιτελείς οι προβαλλόμενοι από την προσφεύγουσα ισχυρισμοί περί κακοπιστίας της εταιρείας «Αγροτουριστική Σκήτη Ανώνυμη Εταιρεία». Ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση της Δ.Ε.Σ. η τριτανακοπή της προσφεύγουσας κατά της υπ’ αρ. 5796/2009 απόφασης της ίδιας Επιτροπής, απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου προβαλλόμενων με την προσφυγή.

 

14. Επειδή, κατ’ ακολουθία όλων των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, η ασκηθείσα, δε, πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Ακόμη, το καταβληθέν από την προσφεύγουσα παράβολο, ποσού εκατό ευρώ, πρέπει να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.), ενώ δε συντρέχει περίπτωση καταλογισμού δικαστικών εξόδων σε βάρος της ηττώμενης προσφεύγουσας ελλείψει σχετικού αιτήματος του καθ’ ου (άρθρο 275 παρ. 7 του Κ.Δ.Δ.).

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την προσφυγή και την πρόσθετη παρέμβαση.

                       

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος από την προσφεύγουσα παραβόλου, ποσού εκατό ευρώ, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.               

           

Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στην Αθήνα στις 19 Ιουνίου 2018 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2018.

 

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ              Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ                                     

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ