ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΠρΑθ 13940/2019

 

Αστική ευθύνη δημοσίου - Ονομαστικός τίτλος Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης (Μ.Σ.Δ.) - Αντισυνταγματικότητα ρύθμισης - Αποζημίωση τίτλου Μ.Σ.Δ. - Ηθική βλάβη -.

 

Υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει αποζημίωση προς αποκατάσταση περιουσιακής ζημίας που υπέστησαν οι ενάγουσες από παρανομίες των οργάνων του όσον αφορά υπουργική απόφαση περί εγκρίσεως Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης και τους δυνάμει αυτής εκδοθέντες ονομαστικούς τίτλους ΜΣΔ, για τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση ακινήτου. Αντισυνταγματικότητα διάταξης του ν. 3044/2002 κατά το μέρος που ισχυροποιεί τίτλους ΜΣΔ που είχαν εκδοθεί πριν από την έναρξη ισχύος του. Οι τίτλοι Μ.Σ.Δ., οι εκδοθέντες υπό την ισχύ των αντισυνταγματικών διατάξεων του ν. 2300/1996, εξακολουθούν να είναι παράνομοι και άκυροι. Παράνομοι και άκυροι ονομαστικοί τίτλοι ΜΣΔ που εκδόθηκαν κατά παράβαση του άρθρου 17 Συντ. και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ καθώς αποκλείουν πρόσωπο από την ιδιοκτησία του χωρίς την προηγούμενη καταβολή σε αυτό αποζημίωσης. Οι ενάγουσες δικαιούνται αποζημίωσης από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο για την αποκατάσταση της θετικής ζημίας τους που υπέστησαν από την παράνομη έγκριση μεταφοράς συντελεστή δόμησης και έκδοσης σχετικού ονομαστικού τίτλου υπέρ αυτών. Προσδιορισμός ποσού αποζημίωσης. Επιδίκαση ποσού χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που υπέστησαν οι ενάγουσες.

 

 

 

Αριθμός Απόφασης: Α13940/2019

 

ΓΑΚ: ./2014

 

ΑΚΔ: ./5.12.2014

 

ΤΟ

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

 

ΤΜΗΜΑ 25ο ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 15 Μαρτίου 2019, με δικαστές τους Ελένη Παπαδάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Ευτυχία Γαβριηλίδου (Εισηγήτρια), Όλγα Μιμηκοπούλου, Πρωτοδίκες Δ.Δ. και με γραμματέα τη Αικατερίνη Ζαȋμη, δικαστική υπάλληλο,

 

γ ι α να δικάσει την από 4.12.2014 αγωγή,

 

τ ω ν 1) ..., κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής (.), και 2) ..., κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής (.), οι οποίες δεν παραστάθηκαν, αλλά νομιμοποίησαν με ιδιωτικά έγγραφα τον υπογράφοντα το δικόγραφο δικηγόρο, Απόστολο Παπακωνσταντίνου,

 

κ α τ ά των 1) Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, o οποίος παραστάθηκε με δήλωση, κατ’άρθρο 133 παρ.2 εδ. β΄του Κ.Δ.Δ., της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Αργυρώς Κουσκουμβεκάκη και 2) Δήμου Πεντέλης, όπως εκπροσωπείται από το Δήμαρχό του, o οποίος παραστάθηκε με δήλωση, κατ’άρθρο 133 παρ.2 εδ. β΄του Κ.Δ.Δ., του δικηγόρου Κωνσταντίνου Τοκατλίδη.

 

Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

 

 

Αφού μελέτησε τη δικογραφία

 

Σκέφθηκε κατά το νόμο

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή οι ενάγουσες (συν.2) ζητούν να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων Ελληνικού Δημοσίου και Δήμου Πεντέλης να καταβάλλουν, νομιμοτόκως, από την επίδοση της αγωγής έως την ολοσχερή εξόφληση, το ποσό των 2.490.201 ευρώ, ως αποζημίωση, κατ’ άρθρα 105 - 106 ΕΙΣ.Ν.Α.Κ. προς αποκατάσταση περιουσιακής ζημίας που υπέστησαν από παρανομίες των οργάνων τους όσον αφορά την ./19.5.1996 πράξη του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. έγκρισης Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης (Μ.Σ.Δ.) και τους δυνάμει αυτής εκδοθέντες ./1996 και ./26.7.2001 ονομαστικούς τίτλους Μ.Σ.Δ. που χορηγήθηκαν, κατά τις διατάξεις του ν.2300/1995, για τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση ακίνητου εντός των ορίων του εναγόμενου Δήμου, άλλως κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, καθώς και το ποσό των 350.000 ευρώ σε καθεμία από αυτές, προς αποκατάσταση ηθικής τους βλάβης. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης των εναγουσών είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι ο ./26.7.2001 ονομαστικός τίτλος Μ.Σ.Δ. έχει εκδοθεί υπέρ αυτών και της ...

 

2. Επειδή, στο άρθρο 105 του ΕΙΣ.Ν.Α.Κ. (π.δ.456/1984, Α΄164) ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση λόγω πράξης ή παράλειψης των οργάνων του κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σ’ αυτά δημόσιας εξουσίας, απαιτείται, μεταξύ άλλων, η πράξη ή παράλειψη να είναι παράνομη. Εκ του ότι δε ο νομοθέτης είτε με νόμο είτε με διοικητική κανονιστική πράξη που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, καθορίζει γενικότερα τους όρους του αδίκου, παρέπεται ότι δεν μπορεί να προκύψει, έστω και αν προκαλείται ζημία σε τρίτο, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του ΕΙΣ.Ν.Α.Κ. από την εκ μέρους της πολιτείας νομοθέτηση με τα αρμόδια αυτής όργανα ή από την παράλειψη των οργάνων αυτών να νομοθετήσουν, εκτός αν από τη νομοθέτηση ή την παράλειψή της γεννάται αντίθεση προς κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος (ΣτΕ 3901/2013, 2544/2013 7μ., 730/2010, 1038/2006 7μ.). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση του ζημιωθέντος γεννάται μόνο αν οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται απευθείας από την επίμαχη διάταξη, πριν και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εφαρμογή της με πράξη της Διοίκησης. Στις λοιπές περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται από την εφαρμογή του πιο πάνω κανόνα δικαίου, δηλαδή από την πράξη της Διοίκησης που τον εφαρμόζει στην ατομική περίπτωση, η ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος προκύπτει όχι από τον κανόνα δικαίου αλλά από την τελευταία αυτή πράξη (ΣτΕ 2435/2017, 4741/2014 Ολ. κ.ά.).

 

3. Επειδή, στην περίπτωση που κατά το άρθρο 105 ΕΙΣ.Ν.Α.Κ. λόγος ευθύνης του Δημοσίου είναι η έκδοση ευνοϊκής κανονιστικής ή ατομικής για τον ζημιωθέντα πράξης παρά την έλλειψη των νόμιμων προϋποθέσεων έκδοσής της, στο κύρος της οποίας ο ζημιωθείς ανυπαιτίως πίστεψε, η ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση εκτείνεται στην αποκατάσταση του αρνητικού διαφέροντος (διαφέροντος εμπιστοσύνης) που περιλαμβάνει τόσο την αποκατάσταση της περιουσίας του ζημιωθέντος στην θέση, στην οποία θα βρισκόταν, αν δεν είχε μεσολαβήσει η έκδοση της μη νόμιμης πράξης (θετική ζημία), όσο και το κέρδος που ο ζημιωθείς θα αποκόμιζε εξ άλλης αιτίας, αν αυτός δεν είχε πιστέψει ανυπαιτίως στο κύρος της πράξης (αποθετική ζημία). Στην περίπτωση αυτή δεν νοείται αποκατάσταση θετικού διαφέροντος, δηλαδή αποζημίωση για ό,τι θα αποκόμιζε ο ζημιωθείς, αν η πράξη ήταν νόμιμη (ΣτΕ 7/2016, 1650/2015, 3320/2012, 866/2011 7μ.). Τέλος, κατά την έννοια της ίδιας ως άνω διάταξης του άρθρου 105 ΕΙΣ.Ν.Α.Κ., ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί, κατά το άρθρο 932 του Α.Κ., να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δηλαδή χρηματική ικανοποίηση ανάλογη με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης (ΣτΕ 1405, 1184, 266/2013, 4100/2012 κ.ά.).

 

4. Επειδή, υπό το κράτος του Συντάγματος, πριν από την αναθεώρησή του το 2001, ο θεσμός της μεταφοράς του συντελεστή δόμησης είχε ρυθμισθεί αρχικά με διατάξεις του ν.880/1979 «Περί καθορισμού ανωτάτου ορίου συντελεστού δομήσεως, εισαγωγής του θεσμού μεταφοράς συντελεστού δομήσεως και ετέρων τινών διαρρυθμίσεων της πολεοδομικής νομοθεσίας» (Α΄58). Διοικητικές πράξεις οι οποίες εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή των νόμου αυτού προσβλήθηκαν με αιτήσεις ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο, με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του 1071-3/1994 αφενός, μεν, ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 24, 17 και 117 του Συντάγματος, στο πλαίσιο των οποίων έπρεπε να κινηθεί ο νομοθέτης όσον αφορά τη ρύθμιση του εν λόγω θεσμού, αφετέρου δε, διαπίστωσε την αντισυνταγματικότητα των σχετικών διατάξεων του ανωτέρω νόμου, για το λόγο ότι επέτρεπαν τη μεταφορά συντελεστή δόμησης και σε περιοχές που δεν είχαν προκαθοριστεί, ενώ χαρακτήριζαν ως βαρυνόμενα, δηλαδή, ως ακίνητα από τα οποία επιτρέπεται να μεταφερθεί συντελεστής, και ακίνητα άλλα, πλην εκείνων που θίγονται από ουσιώδεις περιορισμούς επιβαλλόμενους για λόγους προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Με το ν.2300/1995 «Μεταφορά συντελεστή δόμησης …» (Α΄69) ρυθμίστηκε εκ νέου ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης και καταργήθηκαν οι σχετικές προγενέστερες διατάξεις του άρθρου 2 του ν.880/1979 και των εκτελεστικών του π.δ/των 470/1979 και 510/1979, οι οποίες είχαν κριθεί αντισυνταγματικές με τις ανωτέρω αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1071-73/1994), για το λόγο ότι η θεσπιζόμενη με τις διατάξεις αυτές ρύθμιση του θεσμού ήταν αντίθετη προς τις επιταγές του άρθρου 24 παρ.1, 2 και 6 του Συντάγματος. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του νέου νόμου, στο οποίο απαριθμούνται οι κατηγορίες βαρυνόμενων ακινήτων, δηλαδή εκείνων για τα οποία επιτρέπεται να χορηγηθεί τίτλος δικαιώματος μεταφοράς συντελεστή δόμησης, το δικαίωμα αυτό αναγνωρίζεται, μεταξύ άλλων, και για ακίνητα που χαρακτηρίζονται από εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο ως κοινόχρηστοι χώροι και για ακίνητα χωρίς κτίσματα ή με κτίσματα προς κατεδάφιση που βρίσκονται σε σημεία της πόλης χαρακτηριζόμενα πολεοδομικώς ενδιαφέροντα για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων. Εξάλλου, στο άρθρο 4 του ίδιου νόμου περιέχονται ρυθμίσεις που αναφέρονται στις περιοχές στις οποίες επιτρέπεται μεταφορά συντελεστή δόμησης και στους κανόνες με τους οποίους μπορεί να πραγματοποιείται η μεταφορά. Όπως έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 6070/1996), ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης μόνο ως μέθοδος αποζημίωσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 24 παρ.6 του Συντάγματος μπορεί να εισαχθεί από το νομοθέτη, δηλαδή για τα ακίνητα στα οποία επιβάλλονται ουσιώδεις περιορισμοί για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας, όπως είναι τα κτίρια που χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα, ως έργα τέχνης ή ως ιστορικά μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι. Αντιθέτως, δεν είναι κατά το Σύνταγμα επιτρεπτή η μεταφορά συντελεστή δόμησης σε άλλες περιπτώσεις, για τις οποίες η εισαγωγή του θεσμού δεν στηρίζεται σε ειδική συνταγματική πρόβλεψη. Τέτοια δε ειδική συνταγματική πρόβλεψη, στην οποία να μπορεί να στηριχθεί ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης, δεν υφίσταται για την περίπτωση των ρυμοτομούμενων ακινήτων και για το λόγο αυτόν αποκλείεται στο νομοθέτη να θεσπίσει σύστημα μεταφοράς συντελεστή στην περίπτωση αυτή. Με την απόφαση δηλαδή αυτή κρίθηκαν αντισυνταγματικές και ανίσχυρες οι διατάξεις του ν.2300/1995, που προέβλεπαν την έκδοση και τη χορήγηση τίτλων Μ.Σ.Δ. στους ιδιοκτήτες των βαρυνομένων με ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις ακινήτων, με συνέπεια οι τίτλοι αυτοί, οι εκδοθέντες υπό την ισχύ του νέου αυτού νόμου να είναι παράνομοι και άκυροι.

 

5. Επειδή, μετά την αναθεώρηση με το Ψήφισμα της 6.4.2001 της Ζ΄Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων και τη θέση σε ισχύ των αναθεωρημένων διατάξεων των άρθρων 17 και 24 του Συντάγματος, ακολούθησε ο ν.3044/2002 «Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων» (Α΄197), σκοπός του οποίου υπήρξε, μεταξύ άλλων, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεσή του, «η ρύθμιση των εκκρεμών υποθέσεων πραγματοποίησης μεταφοράς συντελεστών δόμησης (Μ.Σ.Δ.) στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης, της αρχής της διαφάνειας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου προς τις ενέργειες της διοίκησης». Με τις διατάξεις του ως άνω νόμου, ρυθμίστηκε εξ υπαρχής ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης, ενώ με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 7 αυτού, επιχειρήθηκε, μεταξύ άλλων, η ρύθμιση των τίτλων που είχαν εκδοθεί υπό τα προϊσχύσαντα ως άνω καθεστώτα. Ειδικότερα, με βάση τη διάταξη του ανωτέρω άρθρου 7 παρ.2 που ορίζει ότι «τίτλοι που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις και δεν έχουν πραγματοποιηθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος θεωρούνται αυτοδικαίως άκυροι, εφόσον αφορούν ακίνητο το οποίο δεν είναι βαρυνόμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 3. Οι τίτλοι που διατηρούνται σε ισχύ πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού» και τη διάταξη του άρθρου 2 της κατ’ εξουσιοδότηση του ως άνω άρθρου 7 παρ.4 εκδοθείσης 8385/19.2.2004 κοινής απόφασης των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και Δικαιοσύνης που ορίζει «Με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας υπηρεσίας του ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., διαπιστώνεται η αυτοδίκαιη ακυρότητα των τίτλων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις περί Μ.Σ.Δ., εφ’ όσον δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν.3044/2002 και αφορούν ακίνητα, τα οποία δεν είναι βαρυνόμενα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 αυτού ...», σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ.1δ του ίδιου νόμου 3044/2002, που ορίζει «Βαρυνόμενα ακίνητα για τα οποία επιτρέπεται να εκδοθεί τίτλος Μ.Σ,Δ. είναι: α) ... δ) Ακίνητα τα οποία χαρακτηρίζονται από τα εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια κοινόχρηστοι χώροι Στα ακίνητα αυτά τίτλος Μ.Σ.Δ. εκδίδεται μόνο για το ρυμοτομούμενο τμήμα, για το οποίο δεν είναι υπόχρεος προς καταβολή της αποζημίωσης ο ίδιος ο κύριος του ακινήτου, όπως το ακίνητο υφίστατο κατά την έγκριση του σχεδίου πόλης και με την προϋπόθεση ότι ο κύριος του ακινήτου αποδέχεται αυτό το είδος αποζημίωσης. Για τα ανωτέρω ακίνητα, η απαλλοτρίωση που κηρύχθηκε με την έγκριση του σχεδίου πόλης θεωρείται ότι συντελείται με την έκδοση του τίτλου Μ.Σ.Δ.», θεωρήθηκαν ισχυροί οι τίτλοι Μ.Σ.Δ. που είχαν εκδοθεί, σύμφωνα με προϊσχύουσες διατάξεις, για ρυμοτομούμενα ακίνητα. Η διάταξη όμως αυτή του άρθρου 7 παρ.2 του ν.3044/2002 είναι αντισυνταγματική κατά το μέρος που ισχυροποιεί τους συγκεκριμένους τίτλους Μ.Σ.Δ. που είχαν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του, ως αντίθετη και αυτή προς την ειρημένη διάταξη του άρθρου 24 του Συντάγματος και επομένως οι τίτλοι Μ.Σ.Δ., οι εκδοθέντες υπό την ισχύ των αντισυνταγματικών διατάξεων του ν.2300/1996, εξακολουθούν να είναι παράνομοι και άκυροι (ΣτΕ 2435/2017).

 

6. Επειδή, κατά τις διατάξεις των άρθρων 90 παρ.1 και 91 του ν.2362/1995 «Περί Δημόσιου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (Α΄247) οι αξιώσεις που απορρέουν από παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή, η οποία αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους εντός του οποίου γεννήθηκε η αξίωση και κατέστη δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Αν οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται εξακολουθητικώς με την πάροδο του χρόνου και η επέλευσή τους είναι δυνατόν να προβλεφθεί κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, δεν γεννάται νέα αξίωση αποζημίωσης και, επομένως, δεν αρχίζει νέα παραγραφή. Αν, όμως, μεταγενεστέρως επήλθαν επιζήμιες συνέπειες, τις οποίες ο ζημιωθείς δεν μπορούσε να προβλέψει κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αρχίζει νέα αυτοτελής παραγραφή για την αξίωση προς αποκατάσταση αυτών από το τέλος του οικονομικού έτους, κατά το οποίο ανεφάνησαν οι συνέπειες αυτές (ΣτΕ 1918/2010 σκ.4, 2152/2010 7μ σκ.10 κ.ά, πρβλ. Α.Π. 674/2013 κ.ά.).

 

7. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο προκάτοχος των εναγουσών, πατέρας τους, ..., είχε στην κυριότητά του, εντός των ορίων του Δήμου Μελισσίων Αττικής και της Κοινότητας Νέας Πεντέλης Αττικής, στη θέση ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ Μελισσίων Αττικής, το υπ’ αρίθμ. . Α΄κατηγορίας κληροτεμάχιο συνολικής έκτασης 2.000 περίπου τ.μ. Το εν λόγω ακίνητο με το από 20.1.1956 β.δ. (ΦΕΚ 36/Α/56), όπως ισχύει κατόπιν τροποποίησης με το από 9.12.1961 π.δ. (Δ΄147/23.12.1961), εντάχθηκε στο Ο.Τ.. του σχεδίου πόλεως Νέας Πεντέλης (οδός Σαλαμίνος) και χαρακτηρίστηκε κοινόχρηστος χώρος. Ακολούθως, συντάχθηκε η ./1993 πράξη τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημίωσης της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, η οποία κυρώθηκε με την ./93 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής και κατέστησαν υπόχρεοι προς καταβολή αποζημίωσης για εμβαδόν ακινήτου 1.363 τ.μ., η Κοινότητα Νέας Πεντέλης για 386 τ.μ., ο Δήμος Μελισσίων για 379 τ.μ. και οι παρόδιοι για 598 τ.μ. Στην συνέχεια, ο ανωτέρω, ..., ζήτησε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, αντί για την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης, να λάβει τίτλο δικαιώματος Μ.Σ.Δ. Προς τούτο, αφού προηγουμένως τηρήθηκε η σχετική διαδικασία, καταρτίστηκε δηλαδή η ./31.5.1994 πράξη συναίνεσης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν.2300/1995, της συμβολαιογράφου Αμαρουσίου ..., που συμπληρώθηκε με την ./27.6.1994 πράξη της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, η οποία έγινε δεκτή με την ./1994 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Μελισσίων, εκδόθηκε, κατά τις διατάξεις του ν.2300/1995, η ./19.5.1996 (Δ΄592) πράξη του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., η οποία σημειώθηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αμαρουσίου (τόμος 336 αριθμός 90). Με την πράξη αυτή εγκρίθηκε υπέρ του ... η Μ.Σ.Δ. από το ανωτέρω βαρυνόμενο άνευ κτισμάτων ακίνητο (ολικό εμβαδόν οικοπέδου βαρυνόμενου ακινήτου 1.363 τ.μ., συντελεστής δόμησης βαρυνόμενου οικοπέδου 0,6, ποσοστό κάλυψης βαρυνόμενου οικοπέδου 40%) για μεταφερόμενη δομήσιμη επιφάνεια 817,80 τ.μ., εκ των οποίων 545,20 τ.μ. ισόγειο και 272,60 τ.μ. από ορόφους. Στην συνέχεια, εκδόθηκε ο ./1996 ονομαστικός τίτλος δικαιώματος μεταφοράς συντελεστή δόμησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2300/1995. Όμως, μετά τη δημοσίευση της 6970/1996 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές οι διατάξεις του ν.2300/1995, με την εγκύκλιο 5/2944/534/4.2.1997 της Διεύθυνσης Νομοθετικού Έργου του Υ.ΠΕ.Χ.Ω.Δ.Ε. ανεστάλη η εν γένει εφαρμογή των διατάξεων για τη μεταφορά του συντελεστή δόμησης, καθώς και η εκτέλεση των τίτλων μεταφοράς συντελεστή δόμησης, οι οποίοι είχαν ήδη εκδοθεί, προκειμένου να συνταχθεί νέο θεσμικό πλαίσιο, εναρμονισμένο προς τις συνταγματικές επιταγές, όπως αυτές καθορίστηκαν από την ανωτέρω απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εξάλλου, στις 7.5.1997, απεβίωσε ο .... Κατόπιν δε αποδοχής της κληρονομίας του κατά τα 2/8 εξ αδιαιρέτου από τη σύζυγό του ... και κατά 3/8 εξ αδιαιρέτου από καθεμία από τις ενάγουσες (σχετικώς ./11.7.2001 συμβολαιογραφική πράξη της συμβολαιογράφου Αμαρουσίου ...), προς αντικατάσταση του ανωτέρω 12812/1996 ονομαστικού τίτλου, εκδόθηκε ο ./26.7.2001 ονομαστικός τίτλος υπέρ των ανωτέρω. Στις 20.3.2013, απεβίωσε η . χήρα ... (σχετικώς από 4.12.2014 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου της Ληξιάρχου Αμαρουσίου Αττικής) και κατά το χρόνο θανάτου της άφησε πιο κοντινούς συγγενείς της τις ενάγουσες, οι οποίες είναι τέκνα της (σχετικώς ./30.6.2014 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών της Προϊσταμένης Τμήματος Αστικής Κατάστασης του Δήμου Αμαρουσίου Αττικής).

 

8.Επειδή, με την 8134/2013 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας (Τμήμα 19ο, Τριμελές) προσφυγή των ανωτέρω κληρονόμων του ... (... και των εναγουσών) κατά του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, της Περιφέρειας Αττικής και του Δήμου Πεντέλης για την ακύρωση της παράλειψης της διοίκησης, όπως εκδηλώθηκε με την σιωπηρή απόρριψη λόγω παρέλευσης τετραμήνου από την υποβολή σχετικών αιτήσεών τους (από 27.7.2009 προς τη Νομαρχία Αθηνών, τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών, τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, τη Γενική Διεύθυνση Πολεοδομίας, το Δήμο Πεντέλης και το Δήμο Μελισσίων), να εκδώσει διαπιστωτική πράξη για την αυτοδίκαιη άρση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης του ανωτέρω βαρυνόμενου ακινήτου απορρίφθηκε. Ειδικότερα, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι α) ο ... είχε εκχωρήσει το δικαίωμά του περί αποζημίωσης λόγω ρυμοτομίας του βαρυνόμενου ακινήτου που απέρρεε από την ./1993 πράξη τακτοποίησης και αναλογισμού, β) σε αντάλλαγμα της ως άνω εκχώρησης έλαβε τον ./1996 ονομαστικό τίτλο δικαιώματος Μ.Σ.Δ., μετά δε το θάνατό του οι κληρονόμοι του έλαβαν τον ./26.7.2001 ονομαστικό τίτλο, γ) ο εν λόγω τίτλος των κληρονόμων του αρχικού δικαιούχου δεν προκύπτει ότι έχει ακυρωθεί, ούτε εμπίπτει στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3044/2002, καθώς αφορά ακίνητο το οποίο είναι βαρυνόμενο σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, έκρινε ότι η ρυμοτομική απαλλοτρίωση του ένδικου ακινήτου έχει συντελεστεί με την έκδοση του τίτλου Μ.Σ.Δ. και δεν τίθεται θέμα ανάκλησής της λόγω μη ολοκλήρωσης.

 

9. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη αγωγή, οι ενάγουσες, υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι παρανόμως τα αρμόδια όργανα του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου εξέδωσαν τον αρχικό ονομαστικό τίτλο δικαιώματος μεταφοράς συντελεστή δόμησης στον προκάτοχο τους και ακολούθως σε αυτές, επειδή οι διατάξεις του ν.2300/1995 επί των οποίων ερείδεται, κατά την 4753/1996 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, αντιβαίνουν στις διατάξεις του άρθρου 24 παρ.1 και 2 του Συντάγματος. Υποστηρίζουν ακολούθως, ότι η παρανομία αυτή είχε ως συνέπεια, αφενός μεν να μην κατορθώσουν να αξιοποιήσουν τον εν λόγω τίτλο με δόμηση ή πώληση, δεδομένου ότι δυνάμει εγκυκλίων της διοίκησης έχει ανασταλεί η εφαρμογή των διατάξεων των σχετικών με τη μεταφορά του συντελεστή δόμησης και η εκτέλεση των εκδοθέντων ονομαστικών τίτλων όπως οι επίδικοι, αφετέρου δε να μην λάβουν ποτέ αποζημίωση για τη ρυμοτομική δέσμευση που έχει επιβληθεί, από το έτος 1961, στο ένδικο ακίνητο κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Προς τούτο ζητούν να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων να αποκαταστήσουν την υλική ζημία και την ηθική βλάβη που έχουν υποστεί από την εν λόγω παρανομία. Ειδικότερα, ζητούν να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων να τους καταβάλουν το συνολικό ποσό των 2.490.201 ευρώ που, κατά τους ισχυρισμούς τους, αντιστοιχεί στην αντικειμενική αξία του βαρυνόμενου-ρυμοτομούμενου ακινήτου (= 1.363 τ.μ. ολικό εμβαδόν βαρυνόμενου ακινήτου × 1.827 ευρώ/τ.μ. ως τιμή Ζώνης Γ΄Δήμου Πεντέλης), το οποίο χαρακτηρίζουν ως μεγάλης οικονομικής αξίας περιουσιακό στοιχείο, με εμπορική αξία που υπερβαίνει σήμερα και παρά την γενικότερη πτώση των τιμών των ακινήτων το ανωτέρω ποσό, δεδομένου μάλιστα ότι είναι το μοναδικό μη δομημένο οικόπεδο στην ευρύτερη περιοχή της Νέας Πεντέλης. Περαιτέρω, προβάλλουν ότι η ανωτέρω παρανομία τους έχει προκαλέσει ιδιαίτερη στενοχώρια, θλίψη, αγανάκτηση και άγχος, αφού, κατ’ούσιαν, επέφερε, μεταξύ άλλων, αδυναμία απόλαυσης περιουσιακών τους δικαιωμάτων, εξαναγκάζοντάς τους επί σειρά ετών στην προσπάθεια αποκατάστασης, διοικητικά και δικαστικά, της νομιμότητας, και ως εκ τούτου έχουν υποστεί ηθική βλάβη. Προς τούτο, ενόψει μάλιστα της, κατά τους ισχυρισμούς τους, επί μακρόν παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων των εναγόμενων και της βαρύτητας της παρανομίας, σε συνδυασμό με την μεγάλη αξία του ακινήτου, ζητούν ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση της κατά τα ανωτέρω ηθικής τους βλάβης να αναγνωριστεί η υποχρέωση καταβολής σε καθεμία από αυτές του ποσού των 350.000 ευρώ και συνολικά του ποσού των 700.000 δραχμών. Τα ποσά αυτά ζητούν να τους καταβληθούν νομιμοτόκως, από την επίδοση της αγωγής έως την ολοσχερή εξόφληση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105-106 ΕΙΣ.Ν.Α.Κ., άλλως κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού.

 

10. Επειδή, αντίθετα, το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, με το κατατεθέν στις 25.5.2018 υπόμνημά του και την έκθεση των απόψεών του, ζητά την απόρριψη της κρινόμενης αγωγής, προβάλλοντας ότι ο εκδοθείς τίτλος Μ.Σ.Δ. δεν είναι παράνομος και δεδομένου ότι δεν έχει αυτοδικαίως ακυρωθεί παραμένει ισχυρός και αξιοποιήσιμος. Ακολούθως, υποστηρίζει ότι η ζημία την οποία ισχυρίζονται ότι υπέστησαν οι ενάγουσες δεν συνδέεται αιτιωδώς με την επικαλούμενη παρανομία. Ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι το αίτημα περί χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης των εναγουσών είναι αόριστο, άλλως το αιτούμενο ποσό είναι υπέρογκο. Τέλος, προβάλλει ότι οι ένδικες αξιώσεις έχουν παραγραφεί, δεδομένου ότι το 2002 συμπληρώθηκε ο χρόνος παραγραφής που άρχισε να τρέχει από το τέλος του έτους 1997, άλλως το 2006 είχε συμπληρωθεί ο χρόνος παραγραφής που άρχισε να τρέχει από το τέλος του 2001, χρόνο κατά τον οποίο οι ενάγουσες απέκτησαν, δυνάμει κληρονομικής διαδοχής, ονομαστικό τίτλο δικαιώματος μεταφοράς συντελεστή δόμησης. Ομοίως, ο εναγόμενος Δήμος, με την έκθεση των απόψεών του και το νομίμως κατατεθέν υπόμνημά του, ζητά την απόρριψη της κρινόμενης αγωγής.

 

11. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις διατάξεις που προεκτέθηκαν και όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά, το Δικαστήριο, δεδομένου ότι ο ./1996 ονομαστικός τίτλος Μ.Σ.Δ., καθώς και ο εκδοθείς υπέρ των εναγουσών σε αντικατάστασή του λόγω κληρονομικής διαδοχής ./26.7.2001 ονομαστικός τίτλος Μ.Σ.Δ., που χορηγήθηκαν, κατά τις διατάξεις του ν.2300/1995, δυνάμει της 11256/19.5.1996 πράξης του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., κατόπιν ένταξης στο σχέδιο πόλεως Νέας Πεντέλης και χαρακτηρισμού ως κοινόχρηστου χώρου του προαναφερόμενου ακινήτου ήταν αρχήθεν παράνομοι και άκυροι και παρέμειναν παράνομοι και άκυροι και υπό το καθεστώς του ν.3044/2002, με αποτέλεσμα, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 του Συντάγματος και του άρθρου πρώτου του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) που αποκλείουν τη στέρηση ιδιοκτησίας/περιουσίας προσώπου χωρίς την προηγούμενη καταβολή σε αυτόν αποζημίωσης, να μην καταβληθεί αποζημίωση για τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση του ένδικου ακινήτου, κρίνει ότι οι ενάγουσες δικαιούνται αποζημίωσης από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, προς αποκατάσταση της θετικής ζημίας που υπέστησαν από την παράνομη έγκριση μεταφοράς συντελεστή δόμησης και έκδοσης σχετικού ονομαστικού τίτλου υπέρ αυτών, ίση με την αντικειμενική αξία του εν λόγω ακινήτου έκτασης 1.363 τ.μ., κατά το κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο έκδοσης της εγκριτικής της μεταφοράς συντελεστή δόμησης πράξης του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Δεδομένου όμως, ότι, αφενός μεν κατά το με αρ.πρωτ../22.7.2014 έγγραφο της ..., Αντιδημάρχου Πεντέλης, το ένδικο ακίνητο ανήκει στη Γ΄Ζώνη του εν λόγω Δήμου, για την οποία η τιμή υπολογισμού ΤΑΠ ετών 2009-2014 ανέρχεται στο ποσό των 375 ευρώ/τ.μ. για τα οικόπεδα έναντι 1.700 ευρώ/τ.μ. για τα κτίσματα και δεν υπάρχουν στοιχεία για προγενέστερα έτη, αφετέρου δε, κατά το προσκομιζόμενο από τις ενάγουσες ως υπ.αρίθμ.17 «έντυπο 3 Αύγουστος 1995 ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΟΔΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΠΕΝΤΕΛΗΣ ΖΩΝΗ Γ΄» για τον υπολογισμό της αντικειμενικής αξίας του ένδικου οικοπέδου αναγράφεται το ποσό των 375 ευρώ και ενόψει του ότι οι ενάγουσες κανένα στοιχείο δεν προσκομίζουν όσον αφορά το κληρονομούμενο από αυτές ποσοστό 2/8 λόγω θανάτου της μητέρας τους ..., κρίνει ότι πρέπει καθεμία των εναγουσών να λάβει ως αποζημίωση το ποσό των 191.671,87 ευρώ [= 375 ευρώ × 1.363 τ.μ. ολικό εμβαδόν βαρυνόμενου ακινήτου × 3/8]. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου περί μη ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παρανομίας και της ζημίας των εναγουσών είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η 11256/19.5.1996 πράξη του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., επί της οποίας ερείδεται και ο ανωτέρω υπέρ των εναγουσών εκδοθείς ονομαστικός τίτλος Μ.Σ.Δ., εκδόθηκε αντί αποζημίωσης του προπεριγραφόμενου ρυμοτομούμενου ακινήτου. Ομοίως, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο ισχυρισμός του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου περί παραγραφής της ένδικης αξίωσης. Και τούτο διότι, κατά τα διαλαμβανόμενα στην 6η σκέψη της παρούσας απόφασης, οι επιζήμιες συνέπειες της ανωτέρω παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, επήλθαν μεταγενεστέρως, με την έκδοση της αναφερόμενης στην 8η σκέψη ανωτέρω 8134/2013 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, από το τέλος δε του οικονομικού έτους 2013 έως την κατάθεση (5.12.2014, σχετικώς οικεία πράξη κατάθεσης) και επίδοση στο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο (8.12.2014, σχετικώς η με αριθμό πρωτοκόλλου Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ./8.12.2014 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ...) της κρινόμενης αγωγής δεν παρήλθε πενταετία. Ακολούθως, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ενάγουσες από την ανωτέρω παρανομία των οργάνων του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου υπέστησαν ηθική βλάβη, συνιστάμενη στην πρόκληση σε αυτές συναισθημάτων άγχους και αβεβαιότητας για την τύχη της περιουσίας τους και την οικονομική τους κατάσταση και στην ταλαιπωρία τους εξαιτίας της εμπλοκής τους σε μακροχρόνιες διενέξεις με τη διοίκηση, για την ικανοποίηση της οποίας, ενόψει ιδίως του χρόνου κατά τον οποίο οι ενάγουσες απέκτησαν τον ./26.7.2001 ονομαστικό τίτλο, πρέπει να καταβληθεί, ως δίκαιο και εύλογο, το ποσό των 10.000 ευρώ σε καθεμία από αυτές. Τέλος, δεδομένου ότι η έγκριση της Μ.Σ.Δ. κατά τις διατάξεις του ν.2300/1995 (11256/19.5.1996 πράξη του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.) και η έκδοση των αντίστοιχων ./1996 και ./26.7.2001 ονομαστικών τίτλων δικαιώματος Μ.Σ.Δ. έγινε από όργανα του Ελληνικού Δημοσίου, η κρινόμενη αγωγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, κατά το μέρος που στρέφεται κατά του Δήμου Πεντέλης. Συνεπώς, πρέπει να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλλει σε καθεμία των εναγουσών το ποσό των 201.671,87 ευρώ (= 191.671,87 ευρώ ως υλική ζημία + 10.000 ευρώ ως ηθική βλάβη), νομιμοτόκως, από την επίδοση της αγωγής, στις 8.12.2014, έως την εξόφληση.

 

12.Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί κατά το μέρος που στρέφεται κατά του Δήμου Πεντέλης. Ακολούθως, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλλει σε καθεμία των εναγουσών το συνολικό ποσό των 201.671,87 ευρώ, νομιμοτόκως, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει, αφενός μεν, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων της παρούσας υπόθεσης, να απαλλαγούν οι ενάγουσες από τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου Δήμου (άρθρο 275 παρ.1 εδ. ε’ του Κ.Δ.Δ.), αφετέρου δε να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των εναγουσών και του Ελληνικού Δημοσίου, λόγω μερικής νίκης και μερικής ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ.1 εδ. γ΄ του Κ.Δ.Δ.).

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την αγωγή κατά το μέρος που στρέφεται κατά του Δήμου Πεντέλης.

 

Απαλλάσσει τις ενάγουσες από τα δικαστικά έξοδα του Δήμου Πεντέλης.

 

Δέχεται εν μέρει την αγωγή κατά τα λοιπά.

 

Αναγνωρίζει την υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλλει σε καθεμία των εναγουσών το ποσό των διακοσίων ενός χιλιάδων εξακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και ογδόντα επτά λεπτών (201.671,87), νομιμοτόκως, από 8.12.2014 έως την εξόφληση.

 

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των εναγουσών και του Ελληνικού Δημοσίου.

 

Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στην Αθήνα στις 4.9.2019 και η απόφαση δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 25.9.2019.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                    Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ