ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΕφΑθ 3529/2020

 

Θανάσιμος τραυματισμός - Υπαιτιότητα οργάνων του Δημοσίου - Αστική ευθύνη Δημοσίου - Προσδιορισμός ποσού αποζημίωσης λόγω στέρησης διατροφής - Απόρριψη έφεσης του Δημοσίου -.

 

Θανάσιμος τραυματισμός πολίτη που προκλήθηκε από υπαιτιότητα αστυνομικού οργάνου. Στοιχειοθέτηση αστικής ευθύνης του Δημοσίου. Προσδιορισμός ποσού αποζημίωσης που δικαιούνται η χήρα και το ανήλικο τέκνο του θανόντος, βάσει εγγράφων που αποτύπωναν την οικονομική κατάσταση της οικογένειας πριν και μετά τον θάνατο του θανόντος και των αναγκών ανατροφής του ανήλικου τέκνου του μέχρι την ενηλικίωσή του. Απόρριψη έφεσης του Δημοσίου με την οποία προβλήθηκε ότι τα επιδικασθέντα ποσά ήταν υπερβολικά και αναιτιολόγητα. Κρίθηκε ότι δεν τίθεται ζήτημα έλλειψης αιτιολογίας, ούτε υπέρβασης των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και παράβασης της αρχής της αναλογικότητας. Το ύψος των ποσών της επιδικασθείσας αποζημίωσης δεν μπορεί να τελεί σε οποιαδήποτε συνάρτηση προς την περιουσιακή και δημοσιονομική κατάσταση του Δημοσίου.

 

 

Αριθμός απόφασης:3529/2020

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 11ο Τριμελές

 

Αποτελούμενο από τις : Αλεξάνδρα Κόζαρη, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Βασιλική Μπούρα (Εισηγήτρια) και Ελένη Κουτρούμπα, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων, και Γραμματέα τη Μάρθα Παπανδρεάδη, δικαστική υπάλληλο,

 

συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Νοεμβρίου 2019, για να δικάσει τη με αριθμό καταχώρησης ./12-12-2018 έφεση

 

τ ο υ Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Καραγεώργη Σερβίας αρ. 10), για το οποίο παραστάθηκε ο δικαστικός πληρεξούσιος του Ν.Σ.Κ. Νικόλαος Δημητρακόπουλος, που κατέθεσε την προβλεπόμενη από το άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. δήλωση

 

κ α τ ά της ... χήρας ..., το γένος ..., ενεργούσας ατομικά και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, ..., του οποίου ασκεί τη γονική μέριμνα, κατοίκων αμφοτέρων Βύρωνα Αττικής (οδός ...), οι οποίοι παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Μιχάλη Δημητρακόπουλο, που κατέθεσε την προβλεπόμενη από το άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. δήλωση.

 

Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

 

Αφού μ ε λ έ τ η σ ε τη δικογραφία και

 

 

σ κ έ φ θ η κ ε σύμφωνα με το νόμο

Η κ ρ ί σ η τ ο υ ε ί ν α ι η ε ξ ή ς :

 

 

1. Με την κρινόμενη έφεση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου, ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 19118/2018 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά το μέρος που με αυτήν έγινε δεκτή η από 1-11-10 αγωγή της ήδη εφεσίβλητης, ενεργούσας ατομικά και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου : 1) να καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, το ποσό των 600 ευρώ για την ανωτέρω και το ποσό των 950 ευρώ για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της και 2) να καταβάλλει στην ανωτέρω, για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, το ποσό των 100 ευρώ την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, για το χρονικό διάστημα από 1-11-2010 μέχρι 31-12-2026, νομιμοτόκως αφότου καταστεί απαιτητή κάθε μηνιαία δόση. Τα εν λόγω ποσά αντιπροσωπεύουν την αποζημίωση που δικαιούνται οι ανωτέρω, κατά τα άρθρα 928 και 930 του Α.Κ., λόγω στέρησης της διατροφής τους από τον τραυματισθέντα θανάσιμα από υπαιτιότητα των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου σύζυγο και πατέρα τους ...

 

2. Στο άρθρο 928 του Α.Κ. ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τα νοσήλια και τα έξοδα της κηδείας σ' εκείνον που κατά το νόμο βαρύνεται μ' αυτά. Έχει επίσης την υποχρέωση να αποζημιώσει εκείνον που κατά το νόμο είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών» και, στο άρθρο 930, ότι: « Η αποζημίωση των δύο προηγούμενων άρθρων που αναφέρεται στο μέλλον καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα. Όταν υπάρχει σπουδαίος λόγος, η αποζημίωση μπορεί να επιδικαστεί σε κεφάλαιο εφ' άπαξ.... Η αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται από το λόγο ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1485, 1486, 1489 και 1493 του Α.Κ., το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεούται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του, να αποζημιώσει εκείνον που είχε αξίωση διατροφής έναντι προσώπου που θανατώθηκε εξαιτίας παράνομων πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων του.  Η  εν λόγω αξίωση  αποζημίωσης,  αποσκοπούσα να αποκαταστήσει τον δικαιούχο της διατροφής, ούτως ώστε ο τελευταίος να επανέλθει στη θέση που θα βρισκόταν αν δεν θανατωνόταν ο υπόχρεος να τον διατρέφει, περιλαμβάνει ό,τι και για όσο χρόνο θα όφειλε να καταβάλλει ο θανατωθείς στον δικαιούχο της διατροφής. Στους ανωτέρω δικαιούχους περιλαμβάνονται η σύζυγος και το τέκνο του θανόντος, ως προς τα πρόσωπα δε αυτά η απορρέουσα από τη διάταξη του άρθρου 928 εδ. β' του Α.Κ. αξίωση αποζημίωσης έχει άμεση σχέση με την εκ του νόμου αξίωση διατροφής, διότι τόσο η γένεση του δικαιώματός τους προς αποζημίωση, όσο και το οφειλόμενο ποσό προσδιορίζονται από τις σχετικές διατάξεις του Α.Κ. για τη διατροφή ανιόντων, κατιόντων ή συζύγων (βλ. Σ.τ.Ε. 1085/2016 7μ., 3142/2015, 3735/2012, 544/2009, πρβλ. Α.Π. 788/2010, 2331/2009, 925/2004, 1136/2003, 933/2002, Ολομ. 39/1977). Ειδικότερα: α) Επί διατροφής συζύγου, της οποίας το μέτρο προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, για τον προσδιορισμό του ύψους αυτής λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο οι ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στο πλαίσιο της συμβίωσης, οριοθετούμενες από το ύψος των τυχόν εισοδημάτων του και της τυχόν περιουσίας του, σε συσχετισμό προς την περιουσιακή κατάσταση του θανατωθέντος συζύγου και τις εν γένει συνθήκες της οικογενειακής διαβίωσης. β) Επί διατροφής τέκνου, το οποίο δεν μπορεί να τραφεί με τις δικές του δυνάμεις, οι γονείς αυτού συμπορεύονται στην υποχρέωση διατροφής, η οποία επιμερίζεται, ανάλογα προς τις δυνάμεις καθενός, ο επιμερισμός δε ισχύει και έναντι του τέκνου. Το μέτρο της διατροφής του δικαιούμενου σε διατροφή τέκνου (ανηλίκου) προσδιορίζεται από τις ανάγκες αυτού, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά τον χρόνο του θανάτου του υποχρέου, οι οποίες ποικίλλουν, ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, ανάγκη επιτήρησης, εκπαίδευσης, σε συσχετισμό με την περιουσιακή κατάσταση του υποχρέου και την κοινωνική θέση του δικαιούχου (Σ.τ.Ε. 3142/2015, 544/2009, Α.Π. 1363/2010, 788/2010 κ.ά.). Εξάλλου, κρίσιμος για τον υπολογισμό της με το ανωτέρω περιεχόμενο αποζημίωσης είναι ο προσδιορισμός των εισοδημάτων του θανατωθέντος κατά τον τελευταίο καιρό πριν τη θανάτωσή του και της πιθανής εξέλιξης των εισοδημάτων αυτών κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν αυτός ζούσε (Α.Π. 124/2017). Τέλος, από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 930 του Α.Κ. προκύπτει ότι η απορρέουσα από τη διάταξη του άρθρου 928 εδ. β' του Α.Κ. υποχρέωση μπορεί να αναφέρεται είτε στο χρονικό διάστημα από τη ζημιογόνο πράξη μέχρι και την άσκηση της αγωγής (επελθούσα υλική ζημία, κατά το άρθρο 298 του Α.Κ.), οπότε καταβάλλεται εφάπαξ (κατά το άρθρο 297 του Α.Κ.), είτε στο μελλοντικό, μετά την άσκηση της αγωγής, χρόνο (μέλλουσα ζημία, κατά το άρθρο 928 του Α.Κ.), οπότε καταβάλλεται, κατά κανόνα, σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα και, κατ' εξαίρεση, σε κεφάλαιο εφάπαξ, όταν το ζητήσει ο δικαιούχος και επικαλεστεί και αποδείξει τη συνδρομή σπουδαίου λόγου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 930 εδ. β' του Α.Κ. (Α.Π. 1966/2008, 70/2005, 608/2001). Σπουδαίος λόγος υπάρχει, όταν συγκεντρωμένη η αποζημίωση μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα του δικαιούχου της αποζημίωσης ή όταν υπάρχουν δυσμενείς προσωπικοί ή οικονομικοί λόγοι στην πλευρά του υπόχρεου της αποζημίωσης (Α.Π. 625/2010, 1073/2001, 1676/2000).

 

3. Εν προκειμένω, με την από 1-11-10 αγωγή που είχαν ασκήσει ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου η σύζυγος του ... (ήδη εφεσίβλητη), οι γονείς, η αδελφή, ο πεθερός και η πεθερά του, είχαν υποστηρίξει ότι ο θάνατός του, κατά τη διάρκεια συμπλοκής αστυνομικών με κακοποιούς που έλαβε χώρα στις 16-2-10 στην περιοχή του Βύρωνα, οφείλετο σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αστυνομικού ... και, κατά συνέπεια, εστοιχειοθετείτο ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου κατά το άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ. Είχαν, ως εκ τούτου, ζητήσει την καταβολή : α) χρηματικής ικανοποίησης, κατά το άρθρο 932 του Α.Κ., λόγω της ψυχικής οδύνης που είχαν υποστεί από το θάνατό του και β) αποζημίωσης στη χήρα (και ήδη εφεσίβλητη) και στο ανήλικο τέκνο του θανόντος λόγω στέρησης διατροφής, κατά τα άρθρα 928 και 930 του Α.Κ. Συγκεκριμένα, σχετικά με την υπό το στοιχείο β' ως άνω αξίωση, η εφεσίβλητη είχε αναφέρει τα εξής: Με τον θανόντα ... τέλεσε στις 21.8.2006 πολιτικό γάμο στο ληξιαρχείο του Κέντερ Αυλώνα Αλβανίας και, 4 μήνες πριν το θάνατό του, τέλεσε και θρησκευτικό γάμο στη Νάρτα Αυλώνα Αλβανίας. Από το γάμο αυτό απέκτησαν ένα τέκνο, τον ..., ηλικίας, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, 2 ετών. Ο θανατωθείς ήταν υδραυλικός και εργαζόταν ως υπάλληλος σε επιχείρηση υδραυλικών, με μηνιαίο μισθό 960 ευρώ, ενώ, για να ανταπεξέλθουν στα οικογενειακά τους έξοδα, αναλάμβανε και πραγματοποιούσε πέραν του ωραρίου του υδραυλικές εργασίες ιδιωτών, αποκερδαίνοντας, κατά μέσο όρο, 700 ευρώ μηνιαίως. Τα καθαρά μηνιαία έσοδα του ανωτέρω ανέρχονταν, λοιπόν, στο ποσό των 1.660 ευρώ, ενώ, κατά το χρόνο της έγγαμης συμβίωσής της με αυτόν, η συνεισφορά της στις κοινές ανάγκες του συζυγικού οίκου, του συζύγου και του τέκνου της, αποτιμώμενη με βάση τα δεδομένα της κοινής πείρας, ανερχόταν στο ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως. Η ήδη εφεσίβλητη υποστήριξε εξάλλου ότι, τόσο η ίδια, όσο και το εκπροσωπούμενο ανήλικο τέκνο της, δεν έχουν κανένα απολύτως περιουσιακό στοιχείο και ότι το ανήλικο τέκνο δεν μπορεί να διαθρέψει τον εαυτό του, καθώς δεν έχει κανένα εισόδημα από δική του περιουσία, ούτε πόρους από οποιαδήποτε άλλη πηγή. Ανέφερε επίσης ότι, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, είχε εισόδημα 750 ευρώ από προσωπική της εργασία, καθώς, μετά τον τραγικό θάνατο του συζύγου της, είχε προσληφθεί, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ως τραπεζοκόμος στη Λέσχη Αξιωματικών της Αστυνομίας. Με βάση τα ανωτέρω, η εφεσίβλητη, υποστηρίζοντας ότι δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες διατροφής και συντήρησης της ίδιας και του ανηλίκου τέκνου της, προσδιόρισε τη ζημία την οποία έχουν υποστεί ως εξής: Αν από το ποσό των 1.660 ευρώ, στο οποίο ανερχόταν το καθαρό μηνιαίο εισόδημα του συζύγου της, αφαιρεθούν 440 ευρώ, ήτοι ποσό που κάλυπτε τα καθαρά έξοδα του οίκου τους, τα οποία και μετά τον θάνατό του δεν μεταβλήθηκαν ουσιωδώς, απομένουν 1.220 ευρώ, που αποτελούν το οικογενειακό τους εισόδημα. Από το ποσό αυτό των 1.220 ευρώ, η συνεισφορά του θανόντος στη διατροφή της εφεσίβλητης ανερχόταν στο ποσό των 430 ευρώ μηνιαίως και στη διατροφή του ανηλίκου τέκνου τους στο ποσό των 360 ευρώ μηνιαίως. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης, το Ελληνικό Δημόσιο είχε υποχρέωση να καταβάλει στην ίδια και στο τέκνο της τα ανωτέρω ποσά, τα οποία συνιστούσαν τη ζημία που υπέστησαν λόγω στέρησης της διατροφής τους από τον θανόντα, ως αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρο 928 του Α.Κ. Ζήτησε λοιπόν να αναγνωριστεί η υποχρέωση του Ελλ. Δημοσίου να τους καταβάλει, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, αρχικά τα ποσά που αντιπροσωπεύουν τη ζημία τους για το χρονικό διάστημα από 1.3.2010 μέχρι 31.10.2010 (δεδομένου ότι η αγωγή ασκήθηκε την 1η-11-2010), ήτοι: α) ποσό 3.440 ευρώ (8 μήνες Χ 430 ευρώ μηνιαίως) για την ίδια και β) ποσό 2.880 ευρώ (8 μήνες Χ 360 ευρώ μηνιαίως) για το ανήλικο τέκνο της. Εν συνεχεία, κατά τους ισχυρισμούς της, με δεδομένο ότι ο ... κατά την ημέρα του θανάτου του ήταν 25 ετών, υγιέστατος και άρτιας σωματικής κατάστασης, θα ζούσε, σύμφωνα με τους νόμους των πιθανοτήτων, μέχρι το έτος 2060 (οπότε θα γινόταν 75 ετών) και θα εργαζόταν, παρέχοντας στη σύζυγο και στο τέκνο του ανάλογη με την κοινωνική θέση, την περιουσία και τους πόρους του μηνιαία διατροφή, ύψους 430 και 360 ευρώ, αντιστοίχως, επί χρονικό διάστημα 50 ετών για τη σύζυγο και 19 ετών για τον ανήλικο υιό του, με αφετηρία το χρόνο κατάθεσης της αγωγής. Η διατροφή επομένως αυτή ανερχόταν, για την ..., στο συνολικό ποσό των 258.000 ευρώ (430 ευρώ Χ 12 μήνες Χ 50 έτη) και για το ανήλικο τέκνο της στο συνολικό ποσό των 82.080 ευρώ (360 ευρώ Χ 12 μήνες Χ 19 έτη). Τα ανωτέρω ποσά, που αντιπροσώπευαν την αποζημίωση για τη στέρηση της μελλοντικής τους διατροφής, η εφεσίβλητη ζήτησε να τους επιδικαστούν ως εφάπαξ κεφάλαιο, διότι συνέτρεχε σπουδαίος λόγος, σύμφωνα με το άρθρο 930 εδ. β' του Α.Κ., άλλως, επικουρικώς, να αναγνωριστεί η υποχρέωση του Ελλ. Δημοσίου να τα καταβάλλει, κατά το εδάφιο α' του ανωτέρω άρθρου, σε μηνιαίες χρηματικές δόσεις, ποσού 430 ευρώ για την ίδια και 360 ευρώ για το ανήλικο τέκνο της, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε δόσης μέχρι την εξόφλησή της. Προς απόδειξη των ανωτέρω, η εφεσίβλητη προσκόμισε τα εξής στοιχεία: α) εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα οικονομικών ετών 2011, 2012 και 2013, καθώς και αντίγραφα των πράξεων διοικητικού προσδιορισμού του φόρου οικονομικού έτους 2014 και φορολογικού έτους 2015 της ίδιας, σύμφωνα με τα οποία κατά τα ως άνω οικονομικά έτη τα συνολικά δηλωθέντα εισοδήματά της από μισθωτές υπηρεσίες ανήλθαν στα ποσά των 6.569, 10.961,47, 11.402,44, 11.485,56 και 11.788 ευρώ, αντιστοίχως, β) αντίγραφο της από 15.5.2008 αναγγελίας πρόσληψης στον ΟΑΕΔ, σύμφωνα με την οποία ο ... προσέλαβε στις 8.5.2008 τον ... ως ανειδίκευτο εργάτη, γ) βεβαίωση του …, σύμφωνα με την οποία ο ... εργάσθηκε στην επιχείρησή του από 8.5.2008 έως την ημέρα του θανάτου του με ημερήσιες αποδοχές 34,00 ευρώ, δ) το ./19.4.2013 πιστοποιητικό περί τέλεσης, στις 21.8.2006, γάμου μεταξύ της εφεσίβλητης και του θανόντος, που εκδόθηκε από το Ληξιαρχείο της Κοινότητας Κέντερ της Δημοκρατίας της Αλβανίας και έχει νομίμως μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα, ε) το ./19.4.2013 πιστοποιητικό γέννησης, στις 29.10.2008, του ..., που εκδόθηκε από το Ληξιαρχείο της Κοινότητας Κέντερ και έχει νομίμως μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα και στ) πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης, νομίμως μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα, που αφορούν στην οικογενειακή κατάσταση των ... και ..., πατέρα και πεθερού του θανόντος, αντιστοίχως. Εξάλλου, μετά τη συζήτηση της αγωγής, η εφεσίβλητη, με την από 23.1.2017 αντίκρουση των ισχυρισμών που είχε προβάλει το Ελλ. Δημόσιο, προσκόμισε, το πρώτον, τα εξής στοιχεία: α) εκκαθαριστικό σημείωμα οικονομικού έτους 2009 της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, καθώς και αντίγραφα των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 2009 και 2010 του ..., σύμφωνα με τα οποία το καθαρό εισόδημά του από μισθωτές υπηρεσίες ανερχόταν στα ποσά των 6.000 και 9.667,68 ευρώ, αντιστοίχως, ενώ η σύζυγός του ...δεν είχε δηλώσει κανένα εισόδημα, β) αντίγραφο βεβαίωσης δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης της ..., σύμφωνα με την οποία δεν είχε στην κυριότητά της κανένα ακίνητο, γ) την ./23.1.2017 βεβαίωση του Διευθυντή του Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Παγκρατίου, σύμφωνα με την οποία η ...  είναι συνταξιούχος λόγω θανάτου του συζύγου της από 4.3.2010, με μηνιαίο ποσό σύνταξης 264,38 ευρώ (μικτά) Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και 48,06 ευρώ (μικτά) Ε.Τ.Ε.Α.Μ., δ) αντίγραφα φύλλων πληρωμής συντάξεων Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και Ε.Τ.Ε.Α.Μ. μηνός Ιανουαρίου 2017, από τα οποία προκύπτει ότι η ανωτέρω, κατά τον μήνα αυτό, έλαβε σύνταξη από το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. ποσού 248,52 ευρώ (καθαρά) και από το Ε.Τ.Ε.Α.Μ. 45,18 ευρώ (καθαρά) και ε) αντίγραφο της από 22.9.2016 απόφασης του ΚΠΑ2 ΟΑΕΔ Καισαριανής, με την οποία αποφασίστηκε η συνέχιση της επιδότησης της ..., για το χρονικό διάστημα από 6.9.2016 έως 30.6.2017 και για 246 ημέρες.

 

4. Επί της ασκηθείσας αγωγής, το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε καταρχάς την 17554/2017 απόφαση, με την οποία : α) αποφάνθηκε ότι στοιχειοθετείται ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου κατά το άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ για αποζημίωση των συγγενών του ..., εξαιτίας της παράνομης πράξης του αστυνομικού οργάνου του και β) εξέτασε την αγωγή κατά το μέρος αυτής που αφορούσε στην αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης και επιδίκασε τα ποσά που έκρινε ότι εδικαιούτο η οικογένεια του ανωτέρω. Εν συνεχεία, επιληφθέν της αξίωσης της ήδη εφεσίβλητης για καταβολή αποζημίωσης, στην ίδια και στο ανήλικο τέκνο της, λόγω στέρησης διατροφής, αφού έλαβε υπόψη ότι η ανωτέρω, για την απόδειξη του ύψους της συνεισφοράς του θανόντος συζύγου της στη διατροφή αυτής και του ανηλίκου τέκνου της, είχε καταθέσει στις 23.1.2017, ήτοι μετά τη συζήτηση της αγωγής και, συνεπώς, εκπροθέσμως, τα φορολογικά στοιχεία του ..., όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί κατά το χρόνο του θανάτου του και τον προηγούμενο αυτού χρόνο, καθώς και συμπληρωματικά στοιχεία της περιουσιακής κατάστασης της ίδιας, έκρινε αναγκαίο να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης κατά το μέρος αυτό, προκειμένου : α) να συμπεριληφθούν στη δικογραφία τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία και να λάβει γνώση αυτών το Ελληνικό Δημόσιο και β) να προσκομιστεί από την εφεσίβλητη η σύμβαση εργασίας ή η αναγγελία πρόσληψής της, ως τραπεζοκόμου, στη Λέσχη Αξιωματικών της Αστυνομίας (γεγονός το οποίο είχε επικαλεστεί στην αγωγή, χωρίς όμως να προσκομίζει κάποιο σχετικό έγγραφο), καθώς και η τυχόν καταγγελία και λύση της σύμβασης αυτής. Σε εκτέλεση της ανωτέρω (εν μέρει προδικαστικής) απόφασης, η ήδη εφεσίβλητη προσκόμισε την από 4.6.2010 αναγγελία πρόσληψής της στον Ο.Α.Ε.Δ., σύμφωνα με την οποία προσελήφθη την 1η.6.2010 στη Λέσχη-Εστιατόριο της Γ.Α.Δ.Α., καθώς και την από 4.4.2012 βεβαίωση-δήλωση εργοδότη, σύμφωνα με την οποία η απασχόλησή της στην ανωτέρω επιχείρηση, με μισθό 930,34 ευρώ, έληξε στις 31.3.2012.

 

5. Η ήδη εκκαλούμενη (οριστική) απόφαση, η οποία εκδόθηκε κατόπιν των ανωτέρω, αφού έλαβε υπόψη: 1) τα εισοδήματα του θανόντος … κατά το τελευταίο πριν το θάνατό του χρονικό διάστημα, τα οποία, με βάση τα προσκομιζόμενα έγγραφα, ανέρχονταν σε 6.000 ευρώ για το οικονομικό έτος 2009 και σε 9.667,68 ευρώ για το οικονομικό έτος 2010, 2) την πιθανή εξέλιξη της οικονομικής κατάστασής του, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, 3) την ηλικία του κατά το χρόνο του θανάτου του (25 ετών), καθώς και ότι αυτός, με δεδομένη την κατάσταση της υγείας του, θα εργαζόταν τουλάχιστον έως την ενηλικίωση του τέκνου του (ήτοι έως το έτος 2026), 4) την ηλικία, κατά το χρόνο του θανάτου του, της εφεσίβλητης συζύγου του (24 ετών) και του τέκνου του (1 1/2 έτους), 5) ότι, τόσο το τέκνο τους, όσο και η εφεσίβλητη, έως τις 31.5.2010 (ήτοι πριν την έναρξη της απασχόλησης της ανωτέρω στη Λέσχη Αξιωματικών), δεν είχαν εισοδήματα και περιουσία, 6) ότι η εφεσίβλητη, έως τις 31.5.2010, ανεξαρτήτως της αποτίμησης της συνεισφοράς της με την προσωπική εργασία της στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών, στερήθηκε της συνεισφοράς του συζύγου της με τα εισοδήματα και την προσωπική εργασία του και 7) τις, κατά τα κοινώς γνωστά, ανάγκες της ανατροφής του τέκνου της έως την ενηλικίωσή του, δηλαδή μέχρι το έτος 2026, σε συσχετισμό με την κοινωνική τους θέση, έκρινε ότι ο ... διέθετε, κατά το χρόνο πριν από το θάνατό του και έως τις 31.5.2010, για τη σύζυγό του, ως συνεισφορά στις δαπάνες λειτουργίας του κοινού οίκου τους, το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως και ως δαπάνες διατροφής του ανηλίκου τέκνου τους το ποσό των 150 ευρώ μηνιαίως, και, συνεπώς, η ανωτέρω και το τέκνο της εδικαιούντο ως αποζημίωση για την ως άνω αιτία και για το χρονικό διάστημα από 1.3.2010 (την πρώτη του επόμενου μήνα από την ημέρα του συμβάντος) έως τις 31.5.2010, η μεν πρώτη το συνολικό ποσό των 600 ευρώ (3 μήνες Χ 200 ευρώ μηνιαίως), το δε δεύτερο το συνολικό ποσό των 450 ευρώ (3 μήνες Χ 150 ευρώ μηνιαίως). Περαιτέρω, για το χρονικό διάστημα από 1.6.2010 και εφεξής, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η εφεσίβλητη, όπως προέκυπτε από τα προσκομισθέντα εκκαθαριστικά σημειώματα, διέθετε ατομικό σταθερό μηνιαίο εισόδημα, με αποτέλεσμα να υπερκαλύπτει τις ανάγκες διατροφής της και την αντίστοιχη υποχρέωση που θα είχε ο αποβιώσας σύζυγός της και, συνεπώς, δεν εδικαιούτο αποζημίωση για το διάστημα αυτό. Σχετικά ωστόσο με τη διατροφή του ανηλίκου τέκνου της για το χρονικό διάστημα από 1.6.2010 έως 31.12.2026, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη: α) ότι, σύμφωνα με το άρθρο 1489 εδ. β' του Α.Κ., οι σύζυγοι έχουν κοινή υποχρέωση για διατροφή του τέκνου τους, β) το ύψος των εισοδημάτων του θανόντος και γ) ότι η εφεσίβλητη σύζυγός του είχε σταθερό μηνιαίο εισόδημα και ήταν ικανή να συμβάλλει και στη διατροφή του τέκνου της, έκρινε ότι η συμβολή του θανόντος στη διατροφή του τέκνου τους ανερχόταν, για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, στο ποσό των 100 ευρώ το μήνα. Απέρριψε δε ως αβάσιμο το αίτημα της εφεσίβλητης περί επιδίκασης αποζημίωσης υπέρ του τέκνου της λόγω στέρησης διατροφής για το μέλλον σε κεφάλαιο εφάπαξ, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι εν προκειμένω συνέτρεχε σπουδαίος λόγος, όπως απαιτεί το άρθρο 930 εδ. β' του Α.Κ. Με αυτό το σκεπτικό η εκκαλούμενη απόφαση, αφού δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, αναγνώρισε την υποχρέωση του ήδη εκκαλούντος Ελλ. Δημοσίου : 1) να καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, το ποσό των 600 ευρώ για την εφεσίβλητη και το ποσό των 950 ευρώ για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της {ήτοι : α) ποσό 450 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1.3.2010 έως 31.5.2010 και β) ποσό 500 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1.6.2010 έως 1.11.2010 -ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής- (5 μήνες Χ 100 ευρώ)} και 2) να καταβάλλει στην ανωτέρω, για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, το ποσό των 100 ευρώ την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, για το χρονικό διάστημα από 1-11-2010 μέχρι 31-122026, νομιμοτόκως αφότου καταστεί απαιτητή κάθε μηνιαία δόση.

 

6. Το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, με την κρινόμενη έφεση, υποστηρίζει ότι, κατ' εσφαλμένη ερμηνεία των άρθρων 928 και 930 του Α.Κ., καθ' υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, η εκκαλούμενη απόφαση επιδίκασε στην εφεσίβλητη και στο ανήλικο τέκνο της, ως αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής, τα ένδικα ποσά, τα οποία χαρακτηρίζει υπερβολικά και αναιτιολόγητα. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο όφειλε να συνεκτιμήσει : α) την έλλειψη οποιασδήποτε υπαιτιότητας των οργάνων του Δημοσίου για το ένδικο συμβάν, β) τη μετέπειτα στάση της Πολιτείας, η οποία αποτυπώθηκε στην πρόσληψη της εφεσίβλητης, ως τραπεζοκόμου, στη Λέσχη Αξιωματικών της Αστυνομίας, με μηνιαίο μισθό 750 ευρώ και γ) τη δημοσιονομική κατάσταση της Χώρας, η αντιμετώπιση της οποίας συνιστά λόγο δημοσίου συμφέροντος, ασκούντος ουσιώδη επιρροή στον καθορισμό του επιδικαστέου, στο δικαιούχο χρηματικής ικανοποίησης, ποσού. Αντίθετα η εφεσίβλητη, με το υπόμνημα που νομίμως κατέθεσε, χαρακτηρίζει αόριστο το δικόγραφο της έφεσης, καθώς δεν εξειδικεύεται σ' αυτό το σχετικό με τον προσδιορισμό των επιδικασθέντων ποσών σφάλμα, που αποδίδεται στην εκκαλούμενη απόφαση.

 

7. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, προκειμένου να προσδιορίσει το ύψος των ποσών, τα οποία εδικαιούτο η εφεσίβλητη και το ανήλικο τέκνο της ως αποζημίωση λόγω της στέρησης της διατροφής τους από τον θανόντα σύζυγο και πατέρα τους ..., συνεκτίμησε αφενός όλα τα προσκομισθέντα έγγραφα, στα οποία αποτυπωνόταν η οικονομική κατάσταση της οικογένειας του ανωτέρω πριν και μετά το θάνατό του (τόσο αυτά που συνόδευαν την αγωγή, όσο και αυτά που προσκομίστηκαν σε εκτέλεση της 17554/2017 εν μέρει προδικαστικής απόφασης) και αφετέρου τις ανάγκες ανατροφής του τέκνου του μέχρι την ενηλικίωσή του (βλ. σκέψη 11 της εκκαλούμενης απόφασης), κρίνει ότι δεν τίθεται, εν προκειμένω, ζήτημα έλλειψης αιτιολογίας, ούτε υπέρβασης των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, όπως αβασίμως υποστηρίζει το εκκαλούν. Εξάλλου, το θέμα της ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου για το ένδικο συμβάν δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας δίκης, αφού έχει εξεταστεί και κριθεί οριστικά με την 17554/2017 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (η οποία δεν προσβάλλεται με την κρινόμενη έφεση), ενώ το γεγονός της απασχόλησης της εφεσίβλητης, κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2010 μέχρι 31.3.2012, στη Λέσχη Αξιωματικών της Αστυνομίας ελήφθη υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο κατά τον προσδιορισμό των επιδικασθέντων ποσών, παρά τα όσα υποστηρίζονται στην έφεση. Τέλος, το ύψος των ποσών της επιδικασθείσας αποζημίωσης δεν μπορεί, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης (θάνατος νεαρού συζύγου και πατέρα από υπαιτιότητα αστυνομικών οργάνων) να τελεί σε οποιαδήποτε συνάρτηση προς την περιουσιακή και δημοσιονομική κατάσταση του Δημοσίου (πβλ. ΣτΕ 3329/2014, 1405/2013, 3839/2012 7μ,. 4988/2012), απορριπτομένου ως αβασίμου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του εκκαλούντος.

 

8. Κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί και να καταδικαστεί το εκκαλούν στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, ύψους 340 ευρώ.

 

ΔΙΑ  ΤΑΥΤΑ

 

Απορρίπτει την έφεση.

 

Καταδικάζει το εκκαλούν στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, ύψους τριακοσίων σαράντα (340) ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 28 Σεπτεμβρίου 2020 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου στις 20 Οκτωβρίου 2020.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ              Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΟΖΑΡΗ   ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΠΟΥΡΑ

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΜΑΡΘΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΑΔΗ