ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΘεσ 1861/2019

 

Εργατικές διαφορές - Καταγγελία σύμβασης εργασίας - Νόμιμη μη καταβολή αποζημίωσης απόλυσης -.

 

Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας πρέπει να συνοδεύεται με την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης στον απολυόμενο. Όταν όμως ο μισθωτός δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή τις εκπληρώνει κακόβουλα και συγκεκριμένα με αποκλειστικό σκοπό να εξαναγκάσει τον εργοδότη να τον απολύσει για να εισπράξει την αποζημίωση κ.λπ., τότε η ενάσκηση της αξίωσης για αποζημίωση λόγω απόλυσης μπορούν να αποκρουσθούν με την προβολή από τον εργοδότη της ένστασης για καταχρηστική άσκηση δικαιώματος εκ μέρους του μισθωτού. Στοιχεία που συμβάλλουν στη θεμελίωση της πρόθεσης αυτής του μισθωτού. Νόμιμη η μη καταβολή αποζημίωσης απόλυσης σε εργαζόμενο λόγω προκλήσεως από τον ίδιο της απόλυσής του.

 

 (Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Θεσσαλονίκης Σωτηρίας Κ. Νικούλη)

 

 

Αριθμός 1861/2019

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ Γ'

 

 

Συγκροτήθηκε από τον Δικαστή Κλεόβουλο-Δημήτριο Κοκκορό, Εφέτη και από τη Γραμματέα Εμορφίλη Μπαλτατζή.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 14 Ιανουαρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ;

 

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ... κατοίκου ... Αττικής ..., που εκπροσωπήθηκε βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ. του πληρεξουσίου δικηγόρου Κωνσταντίνου Δημαρέλλη (A.M. 009426), του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.

 

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ - ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ιδιότυπης Μεταφορικής Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία ..... που εδρεύει στα Χανιά, ..., εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., της πληρεξούσιας δικηγόρου Σωτηρίας Νικούλη (A.M. 008838), του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.

 

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης την με αριθμό κατάθεσης ./2014 αγωγή του, κατά των εναγομένων και ήδη εφεσίβλητης (η τέταρτη εξ' αυτών), ζήτησε τα όσα αναφέρονται σε αυτή.

 

Επί της αγωγής αυτής, συζητήσεως γενομένης, εξεδόθη η υπ' και αριθμ. 12021/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία δέχθηκε κατά ένα μέρος την αγωγή ως προς την τέταρτη εναγομένη και απέρριψε την αγωγή ως προς τους λοιπούς. Κατά της παραπάνω αποφάσεως παραπονείται ο ενάγων με την με αριθμό κατάθεσης ./27-10-2017 έφεση του.

 

Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξουσίου δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο αλλά κατέθεσαν μονομερή δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, όπως ισχύει και προκατέθεσαν προτάσεις.

 

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Η από 24-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης ./27-10-2017 έφεση του ενάγοντος κατά της υπ' αριθμ. 12021/21-7-2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επ. ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν από την κατάργηση τους με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015), αντιμωλία των διαδίκων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495, 51 1, 513, 516, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, αφού η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στην πρώτη εναγομένη στις 27-9-2017, όπως αποδεικνύεται από την επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ... στο αντίγραφο της εκκαλουμένης, που επικαλείται και προσκομίζει η εφεσίβλητη και η ένδικη έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 27-10-2017, εντός δηλαδή της νόμιμης προθεσμίας των τριάντα ημερών. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω για το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Με την υπ' αριθμ. ./2014 αγωγή, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ο ενάγων και ήδη εκκαλών ισχυρίστηκε ότι προσλήφθηκε από τους τρείς πρώτους εναγομένους τον Σεπτέμβριο του 2000 για να εργαστεί ως οδηγός φορτηγών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως. Ότι η τέταρτη εναγομένη προήλθε από την ατομική επιχείρηση του πρώτου εναγομένου και οι τρεις πρώτοι εναγόμενοι εκμεταλλεύονται καταχρηστικά τη νομική προσωπικότητα της για να δημιουργήσουν χρέη στο όνομα της, τα οποία αυτή δεν θα μπορεί να εκπληρώσει, αφού στερείται περιουσιακών στοιχείων. Ότι την 13-9-2002 προσλήφθηκε από την τέταρτη εναγομένη και εργάστηκε με την ίδια ιδιότητα έως την 21-10-2014, οπότε απολύθηκε χωρίς να του καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση απόλυσης, αλλά και χωρίς να του καταβληθούν δεδουλευμένες αποδοχές, αποδοχές υπερεργασίας, αμοιβή παράνομων υπερωριών, δώρα εορτών, αποζημίωση για την εργασία του Σαββάτου και αποδοχές και επιδόματα αδείας, που αναλύονται ειδικότερα στην αγωγή. Με το ιστορικό αυτό ζήτησε, μετά από παραδεκτό μερικό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (άρθρα 223 και 295 ΚΠολΔ), α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 19224,86 ευρώ, β) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 128871,01 ευρώ, όπως αναλυτικά το κάθε μερικώτερο κονδύλιο αναφέρεται στην αγωγή, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επί μέρους κονδύλιο κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, γ) να αναγνωριστεί ως άκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του και δ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αποδέχονται τις υπηρεσίες με απειλή χρηματικής ποινής, στην ίδια θέση και με τους ίδιους όρους όπως και πριν την άκυρη απόλυση του. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του δέχθηκε κατά ένα μέρος την αγωγή κατά της τέταρτης εναγομένης, υποχρέωσε αυτή να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 12490, 48 ευρώ, αναγνώρισε την υποχρέωση της να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 64138,35 ευρώ και απέρριψε την αγωγή κατά των λοιπών εναγομένων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται τώρα ο ενάγων με την κρινόμενη έφεση του για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της με σκοπό να γίνει δεκτή στο σύνολο της η αγωγή του.

 

Κατά το άρθρο 3 Ν.Δ. 3755/1957, σε περίπτωση που ο εργοδότης αρνείται να χορηγήσει στο μισθωτό τη νόμιμη άδεια που δικαιούται, όταν λήξει το ημερολογιακό έτος μέσα στο οποίο όφειλε να χορηγήσει την άδεια, υποχρεούται να του καταβάλει τις αντίστοιχες αποδοχές των ημερών άδειας του, αυξημένες κατά 100% (ΑΠ 1420/2015 δημ.Νόμος). Για τη θεμελίωση του δικαιώματος αδείας του μισθωτού δεν απαιτείται η υποβολή της σχετικής αίτησης, ενώ για τη θεμελίωση της προσαύξησης κατά 100%, που έχει τον χαρακτήρα ποινής, απαιτείται υπαιτιότητα του εργοδότη, έστω και σε βαθμό ελαφράς αμέλειας, η οποία υπάρχει όταν ο μισθωτός ζήτησε την άδεια και ο εργοδότης δεν την χορήγησε (ΑΠ 192/201 1 δημ.Νόμος). Την υπαιτιότητα του εργοδότη οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει ο μισθωτός προκειμένου να αποζημιωθεί για την παρανόμως μη ληφθείσα άδεια του, άλλως το αίτημα του απορρίπτεται ως αόριστο (ΕφΘεσ 339/2003 Αρμ.2003.524). Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων με την αγωγή του ζήτησε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει το ποσό των 7.455 ευρώ, ως αστική ποινή λόγω μη αυτούσιας χορήγησης της άδειας αναψυχής του των ετών 2009 έως 2014 και να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 7455 ευρώ για αποδοχές από 16-1-2011 έως 31-3-2011 και από 16-2-6-2013 έως 31-8-2013. Το πρώτο  από τα αιτήματα αυτά είναι απορριπτέο ως αόριστο, καθόσον ο ενάγων δεν επικαλείται στην αγωγή του ότι ζήτησε να λάβει την άδεια του και η τέταρτη εναγομένη αρνήθηκε να του την χορηγήσει και το δεύτερο από τα ως άνω αιτήματα είναι αόριστο διότι ο μισθός καταβάλλεται ως αντάλλαγμα στην παροχή εργασίας του μισθωτού και στην προκειμένη περίπτωση ο ενάγων ομολογεί στην αγωγή ότι δεν απασχολήθηκε κατά τα επίδικα διαστήματα περιοριζόμενος στην αναφορά της υπαιτιότητας της εναγομένης, χωρίς να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν απασχολήθηκε και συγκεκριμένα περιστατικά που συνέβησαν μεταξύ των διαδίκων, ώστε να μπορεί η τέταρτη εναγομένη να αμυνθεί και το Δικαστήριο να μπορεί να κρίνει εάν οι λόγοι αφορούσαν την τέταρτη εναγομένη και επομένως αυτή κατέστη υπερήμερη ως προς την αποδοχή της εργασίας του και την καταβολή των αποδοχών του, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι τα δύο ως άνω διαστήματα ακολουθούσαν αναρρωτικές άδειες του ενάγοντος για σοβαρό πρόβλημα της υγείας του. Επομένως, τα ίδια αφού δέχθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και με την εκκαλουμένη απόφαση του απέρριψε ως αόριστα τα δύο ως άνω κονδύλια της αγωγής δεν έσφαλε και ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται με τους έκτο και δεύτερο λόγους της έφεσης αντίστοιχα είναι αβάσιμα.

 

Κατά το άρθρο 5 παρ. 3 του Ν. 3198/1955, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 4 του Ν.2556/1997 η καταγγελία της εργασιακής σχέσης από τον εργοδότη θεωρείται έγκυρη εφόσον γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στο τηρούμενο για το ΙΚΑ μισθολόγιο ή έχει ασφαλισθεί ο απολυόμενος. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου είναι τυπική δικαιοπραξία, αφού επί ποινή ακυρότητας πρέπει να γίνει εγγράφως, δηλαδή η δήλωση βούλησης του εργοδότη περί καταγγελίας της εργασιακής σύμβασης πρέπει να περιβληθεί τον τύπο του ιδιωτικού εγγράφου και το τελευταίο αυτό να εγχειρισθεί, καθ' οιονδήποτε τρόπο, στον απολυόμενο, ώστε να μπορεί να λάβει γνώση του περιεχομένου του. Επίσης, ότι η καταγγελία, εκτός από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις (υποβολή μήνυσης για αξιόποινη πράξη, ανωτέρα βία), ανεξαρτήτως από το λόγο που την προκάλεσε, πρέπει να συνοδεύεται με την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης στον απολυόμενο. Επομένως, ο εργοδότης οφείλει την αποζημίωση αυτή και όταν κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας για κάθε άλλη, εκτός των ανωτέρω περιπτώσεων, υπαίτια μη εκπλήρωση ή πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεων του μισθωτού από τη σύμβαση εργασίας. Όταν, όμως, ο μισθωτός δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή εκπληρώνει αυτές κακόβουλα και συγκεκριμένα με αποκλειστικό σκοπό να εξαναγκάσει τον εργοδότη να τον απολύσει για να εισπράξει την αποζημίωση του Ν.2112/1920, στην οποία και μόνο αποβλέπει, τότε η ενάσκηση της αξίωσης για αποζημίωση λόγω απόλυσης ή η προβολή της ακυρότητας της καταγγελίας λόγω μη τήρησης των ανωτέρω διατυπώσεων του νόμου και η εντεύθεν αναγνώριση της υπερημερίας του εργοδότη περί την αποδοχή των υπηρεσιών προς αυτόν του ενάγοντος μισθωτού υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος και συνεπώς μπορούν να αποκρουσθούν με την προβολή από τον εργοδότη της ένστασης για καταχρηστική άσκηση των ως άνω δικαιωμάτων του μισθωτού, σύμφωνα με το άρθρο 281 ΑΚ (ΑΠ 182/2008 δημ. Νόμος). Εξάλλου, για τη θεμελίωση της ως άνω πρόθεσης του μισθωτού περί εκμετάλλευσης της νομοθετικής επιλογής περί παροχής αποζημίωσης, συμβάλλουν οι συχνές προειδοποιήσεις προς αυτόν, των οποίων η εξακολουθητική παραγνώριση υποδηλώνει μια ευσυνείδητη και ενδεχομένως με απώτερα κίνητρα παραβατική συμπεριφορά. Στην προκειμένη περίπτωση, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από την υπ' αριθμ. ./7-6-2017 ένορκη βεβαίωση του . και της ., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, που λήφθηκε μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της τέταρτης εναγομένης αντιδίκου του καλούντος ενάγοντος (βλ. την υπ' αριθμ. ./26-5-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης .), από την υπ' αριθμ. ./7-6-2017 ένορκη βεβαίωση του ., του . και του ., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, που λήφθηκαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος αντιδίκου της καλούσας τέταρτης εναγομένης (βλ.την υπ' αριθμ. ./1-6-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών .) και από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Με την από 13-9-2002 σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου ο ενάγων προσελήφθη από την τέταρτη εναγομένη για να εργαστεί ως οδηγός εθνικών μεταφορών, με δρομολόγια από τη Θεσσαλονίκη προς το λιμάνι του Πειραιά και αντιστρόφως. Κατά την πρόσληψη του συμφωνήθηκε να εργάζεται οκτώ ώρες καθημερινά, από Δευτέρα έως Παρασκευή και να αμείβεται σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΕ των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων. Το επίδικο χρονικό διάστημα, ήτοι από 1-1-2009 ίσχυε η Δ.Α. 11/2009 για τους όρους αμοιβής και εργασίας πάσης φύσεως φορτηγών κ.λ.π. αυτοκινήτων που απασχολούνται σε οποιονδήποτε εργοδότη όλης της χώρας (Π.Κ. Υπ. Απασχ. 5/27-5-2009) που κηρύχθηκε υποχρεωτική με την ΥΑ 22074/1783/3-7-2009 (ΦΕΚ Β' 1431/17-7-2009, από 25-7-2009) και ακολούθως η ΔΑ 37/2010 (Π.Κ. Υπ.Απασχ. 24/7-10-2010), που κηρύχθηκε υποχρεωτική με την ΥΑ 11327/673/2011 από 7-10-2010 (ΦΕΚ Β' 1449/17-6-2011), η οποία παραπέμπει στην ΔΑ 11/2009. Η παραπάνω ΔΑ 37/2010, η οποία ίσχυσε από 1-1-2010 καταγγέλθηκε στις 15-3-2012, σύμφωνα με την ΠΥΣ 6/2012, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν, 4046/2012, πλην όμως η ισχύς της παρατάθηκε αναγκαστικά εκ του νόμου για διάστημα τριών μηνών μετά την καταγγελία, για τη διευκόλυνση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την προστασία των εργαζομένων, ήτοι μέχρι την 15-6-2012. Μετά το πέρας του τριμήνου της αναγκαστικής παράτασης και αφού δεν υπογράφηκε νέα ΣΣΕ, εξακολουθούν να ισχύουν από τους κανονιστικούς όρους, εκείνοι που αφορούν το βασικό μισθό ή το βασικό ημερομίσθιο από την ανωτέρω Δ.Α. που καταγγέλθηκε (μετενέργεια), με το συνυπολογισμό των επιδομάτων ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, αφού αυτά προβλέπονταν στην ανωτέρω Δ.Α.. Έτσι, οι νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος, ανερχόταν: α) από 1-1-2009 έως 30-6-2009 σε 949 ευρώ βασικό μισθό, 123,37 ευρώ επίδομα τριετιών, 46,55 ευρώ επίδομα πολυετίας στον ίδιο εργοδότη (για πέντε έτη συμπληρωμένα), 23,28 ευρώ επίδομα ειδικών συνθηκών, 29,10 ευρώ επίδομα εξομάλυνσης, 17,47 επίδομα ζεύξης-απόζευξης και συνολικά 1 188,77 ευρώ, β) από 1-7-2009 έως 15-6-2012 σε 973 ευρώ βασικό μισθό, 126,49 ευρώ επίδομα τριετιών, 47,71 ευρώ επίδομα πολυετίας στον ίδιο εργοδότη, 23,86 ευρώ επίδομα ειδικών συνθηκών, 29,83 ευρώ επίδομα εξομάλυνσης, 17,91 ευρώ επίδομα ζεύξης-απόζευξης και συνολικά 1218,80 ευρώ και γ) από 16-6-2012 έως 21-10-2014 σε 973 ευρώ βασικό μισθό, 155,68 ευρώ επίδομα τριετιών, 47,71 ευρώ επίδομα πολυετίας στον ίδιο εργοδότη και συνολικά 1 176,39 ευρώ. Περαιτέρω, ο ενάγων εργαζόταν 50 ώρες την εβδομάδα, Δευτέρα έως Παρασκευή (10 ώρες Χ 5 ημέρες) και ως εκ τούτου πραγματοποιούσε 5 ώρες υπερεργασίας την εβδομάδα και 5 ώρες παράνομη υπερωρία για το χρονικό διάστημα από 1-1-2009 έως 21-10-2014. Ο καταβαλλόμενος μηνιαίος μισθός του για το ανωτέρω χρονικό διάστημα ανερχόταν σε 1491 ευρώ μικτά και το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο του σε 8,95 ευρώ (25 ημέρες απασχόλησης Χ 6 εργάσιμες ημέρες : 40 ώρες εβδομαδιαίως). Συνεπώς, δικαιούται αποζημίωση για υπερεργασία το καταβλητέο ωρομίσθιο, προσαυξημένο κατά 25% από 1-1-2009 έως 14-7-2010, ήτοι για 370 ώρες (74 εβδομάδες Χ 5 ώρες) Χ 11,19 ευρώ (8,95 Ε Χ 25%) = 4140,30 ευρώ και προσαυξημένο κατά 20% από 15-7-2010 έως 21-10-2014, ήτοι για 1020 ώρες (204 εβδομάδες Χ 5 ώρες) Χ 10,74 ευρώ (8,95 Ε Χ 20%) = 10954,80 ευρώ και συνολικά για αποζημίωση υπερεργασίας το ποσό των 15095,10 ευρώ. Επίσης, δικαιούται αποζημίωση για παράνομη υπερωρία το καταβλητέο ωρομίσθιο, προσαυξημένο κατά 100% από 1-1-2009 έως 14-7-2010, ήτοι για 370 ώρες (εβδομάδες επί 5ώρες) χ 17,90 € (=8,95€ + 100 %) = 6.623 ευρώ και προσαυξημένο κατά 80% από 15-7-2010 έως 21-10-2014, ήτοι για 1.020 ώρες (204 εβδομάδες επί 5ώρες) χ 16,11 € (=8,95€ + 80 %) = 16.432,20 ευρώ και συνολικά για αποζημίωση παράνομων υπερωριών το ποσό των 23.055,20 ευρώ (6.623 + 16.432,20). Από το ίδιο πιο πάνω αποδεικτικό υλικό, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων, καθ1 όλο το κρίσιμο αγωγικό χρονικό διάστημα, απασχολείτο άνευ αμοιβής όλα ανεξαιρέτως τα Σάββατα, καθ' υπέρβαση του συστήματος της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, και η εργασία του τις ημέρες αυτές έφτανε τουλάχιστον τις 10 ώρες ημερησίως. Για την απασχόληση της αυτή, η οποία είναι παράνομη και συνεπώς άκυρη, γιατί έγινε σε μη εργάσιμη κατά νόμον ημέρα, δικαιούται για το διάστημα έως και την 10-05-2010, τον πλουτισμό που αποκόμισε η εναγομένη κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ, βλ. ΑΠ 191/2011, ΑΠ 1413/2009 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ο οποίος υπολογίζεται με βάση τον νόμιμο και όχι τον καταβαλλόμενο μισθό, δηλαδή χωρίς συνυπολογισμό των επιδομάτων που αφορούν προσωπικά την ενάγουσα. Για δε το διάστημα από την 11-05-2010 και εφεξής, οπότε τέθηκε σε ισχύ ο Ν. 3846/2010 (ΦΕΚ Α 66/11-05-201Ρ), δικαιούται, όπως ήδη αναφέρθηκε, το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο, προσαυξημένο κατά 30% (βλ. άρθρο 8 του νόμου αυτού). Επιπλέον, δικαιούται και προσαύξηση ως αποζημίωση για τις επιπλέον ώρες παράνομης υπερωρίας επί του νόμιμου ή καταβαλλόμενου ωρομισθίου, βάσει των ανωτέρω διακρίσεων.

 

Αναλυτικότερα: 1) κατά τη χρονική περίοδο από 1-7-2009 έως 10-5-2010 απασχολήθηκε επί 27 Σάββατα για 10 ώρες/Σάββατο, άρα δικαιούται ένα ημερομίσθιο για κάθε Σάββατο, ήτοι 1.315,44 ευρώ (27 χ 48,72 ευρώ το ημερομίσθιο αφού οι νόμιμες μικτές αποδοχές ήταν 1.218.80 ευρώ) και αμοιβή για 54 ώρες παράνομης υπερωρίας το Σάββατο αμειβόμενες με το ωρομίσθιο 7,31 προσαυξημένο με το 100%, ήτοι 789,4,8 ευρώ (=14,62 ευρώ χ 54 ώρες). Συνολικά δικαιούται ποσό 2.104,92 ευρώ: 2) κατά τη χρονική περίοδο από 1-4-2011 έως 21-10-2014 απασχολήθηκε επί-111 Σάββατα για 10 ώρες/Σάββατο, άρα εργάστηκε 1110 ώρες εκ των οποίων τις 222 ώρες υπερωριακά και δικαιούται το ημερομίσθιο του καταβαλλόμενου μισθού 1.491,00 ευρώ προσαυξημένο με 30% για κάθε Σάββατο, ήτοι 8.605,83 ευρώ (111 χ 77,53 ευρώ το προσαυξημένο ημερομίσθιο) και αμοιβή για 222 ώρες παράνομης υπερωρίας το Σάββατο αμειβόμενες με το ωρομίσθιο 8,95 ευρώ προσαυξημένο με 80% + 30%, ήτοι 4.171,38 ευρώ (=18,79 ευρώ χ 222 ώρες). Συνολικά, δικαιούται ποσό 12.777,21 ευρώ. Επομένως, για αμοιβή εργασίας το Σάββατο και παράνομες υπερωρίες κατά τα Σάββατα δικαιούται το συνολικό ποσό των 14.876,13 ευρώ. Περαιτέρω, για την εργασία κατά την ημέρα της Κυριακής δικαιούται προσαύξηση 75% επί του 1/25 του νόμιμου μισθού του και προσαύξηση ως αποζημίωση για τις επιπλέον ώρες παράνομης υπερωρίας επί του νόμιμου ωρομισθίου. Αναλυτικά: 1) κατά τη χρονική περίοδο από 1-7-2009 έως 15-7-2010 απασχολήθηκε επί 24 Κυριακές για 10 ώρες/Κυριακή, άρα συνολικά 240 ώρες εκ των οποίων οι 48 ώρες υπερωριακά και δικαιούται το νόμιμο ωρομίσθιο προσαυξημένο με 75%, ήτοι 3.069 ευρώ (240 ώρες χ 12.79 ωρομίσθιο, αφού οι νόμιμες μικτές αποδοχές του ανέρχονταν σε 1.218,80 ευρώ) και αμοιβή για 48 ώρες παράνομης υπερωρίας την Κυριακή αμειβόμενες με το ωρομίσθιο προσαυξημένο με 175%, ήτοι 1.227,84 ευρώ (=25,58 ευρώ χ 48 ώρες). Συνολικά δικαιούται ποσό 4.296,84 ευρώ, 2) κατά τη χρονική περίοδο από 15-7-2010 έως 15-6-2012 απασχολήθηκε επί 22 Κυριακές για 10 ώρες/Κυριακή, άρα συνολικά 220 ώρες εκ των οποίων οι 44 ώρες υπερωριακά και δικαιούται το νόμιμο ωρομίσθιο προσαυξημένο με 75%, ήτοι 2.813,80 ευρώ (2.20 ώρες χ 12.79 ωρομίσθιο, αφού οι νόμιμες μικτές αποδοχές του ανέρχονταν σε 1.218,80 ευρώ) και αμοιβή για 44 ώρες παράνομης υπερωρίας την Κυριακή αμειβόμενες με το ωρομίσθιο προσαυξημένο με 8.0% + 75%, ήτοι 1.012,88 ευρώ (=23,02 ευρώ χ 44 ώρες). Συνολικά δικαιούται ποσό 3.826,68 ευρώ, 3) κατά τη χρονική περίοδο από 16-6-2012 έως 21-10-2014 απασχολήθηκε επί 26 Κυριακές για 10 ώρες/Κυριακή, άρα, συνολικά 260 ώρες εκ των οποίων οι 52 ώρες υπερωριακά και δικαιούται το νόμιμο ωρομίσθιο προσαυξημένο με 75%, ήτοι 3.211 ευρώ (260 ώρες χ 12.35 ωρομίσθιο, αφού οι νόμιμες μικτές αποδοχές του ανέρχονταν σε 1.176,39 ευρώ) και αμοιβή για 52 ώρες παράνομης υπερωρίας την Κυριακή αμειβόμενες με το ωρομίσθιο προσαυξημένο με 80% + 75%, ήτοι 1.155,96 ευρώ (=22,23 ευρώ χ 52 ώρες). Συνολικά δικαιούται ποσό 4.366,96 ευρώ. Επομένως, για αμοιβή Κυριακάτικης εργασίας και παράνομες υπερωρίες κατά την Κυριακή δικαιούται το συνολικό ποσό των 12.490,48 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οφείλονται στον ενάγοντα Δώρα Χριστουγέννων των ετών 2009 έως 2012, ποσού 1.491,00 ευρώ για κάθε έτος, μέρος Δώρου Χριστουγέννων ποσού 869,50, διότι καθ' ομολογία του ενάγοντος του κατεβλήθη ήδη το ποσό των 621,50 ευρώ, καθώς και αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2014, ποσού 298,20 ευρώ, αφού έπρεπε να μου καταβληθούν 2 ημερομίσθια για κάθε 19 ημέρες απασχόλησης για το χρονικό διάστημα 1-5-31-12, ήτοι 18 ημερομίσθια χ 59,64 ευρώ = 298,20 ευρώ. Σημειωτέον ότι δεν υπολογίζεται επί των ανωτέρω ποσών η αναλογία του επιδόματος αδείας (0,041666), λόγω μη επιδίκασης πέραν του αιτηθέντος. Συνολικά ο ενάγων δικαιούται για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 57.907,02,ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οφείλονται στον ενάγοντα επιδόματα αδείας των ετών 2009, 2010, 2011 και 2013 ποσού 754,50 ευρώ (1.491,00 χ 1/2) για κάθε έτος και επίδομα αδείας 2014 ποσό 186,50 ευρώ, διότι καθ' ομολογία του ενάγοντος του κατεβλήθη ήδη το ποσό των 559,00 ευρώ. Σημειωτέον ότι η προτεινόμενη ένσταση εξόφλησης από μέρους της 4ης εναγόμενης πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη όσον αφορά το επίδομα αδείας 2012, όπως αποδείχθηκε από προσκομιζόμενα εκ μέρους της φωτοαντίγραφα χειρόγραφων από 17-12 και 27-12-2012 αποδείξεων ποσών 500,00 ευρώ και 500,00 ευρώ, αντίστοιχα, των οποίων την γνησιότητα δεν αμφισβήτησε ο ενάγων και να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη όσον αφορά την εξόφληση του επιδόματος αδείας 2010 για το οποίο στην προσκομιζόμενη από 24-8-2010 χειρόγραφη απόδειξη δεν αναγράφεται «αιτιολογία πληρωμής» και του επιδόματος αδείας του έτους 2014, για το οποίο προσκομίζεται μηχανογραφημένη απόδειξη πληρωμής μικτού ποσού 633,73 ευρώ ως επίδομα αδείας, το οποίο ναι μεν υπογράφει ο ενάγων αλλά με επιφύλαξη, δεδομένου μάλιστα του ότι, όπως ήδη αποδείχθηκε, οι μηχανογραφημένες αποδείξεις πληρωμών των φερόμενων ως νομίμων αποδοχών του ενάγοντος εκδίδονταν και υπογράφονταν εικονικά και προκειμένου η 4η εναγόμενη να καταβάλλει μικρότερες ασφαλιστικές εισφορές, από ότι με βάση τον πραγματικά καταβαλλόμενο μισθό του ενάγοντος με αποτέλεσμα να οφείλεται στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 3204,50 ευρώ για επιδόματα. Τα ως άνω ποσά που επιδικάσθηκαν στον ενάγοντα με την εκκαλουμένη απόφαση και ειδικότερα το συνολικό ποσό των 12940,48 ευρώ που υποχρεώθηκε η τέταρτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα και το συνολικό ποσό των 64138,35 ευρώ που αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση της τέταρτης εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα δεν προσβάλλονται με την έφεση του ενάγοντος. Περαιτέρω, όμως, ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι εργαζόταν από 20 έως 24 ώρες κάθε ημέρα και μάλιστα κάθε Σάββατο και κάθε Κυριακή δεν αντέχει στη βάσανο της λογικής. Αλλά και για το πέραν των δέκα ωρών ημερησίως επικαλούμενο ωράριο δεν προσκομίστηκαν ικανά αποδεικτικά στοιχεία από τον ενάγοντα. Οι προσκομιζόμενοι από αυτόν ταχογράφοι, που μάλιστα, κατά τους ισχυρισμούς του, είναι δύο για κάθε ημέρα εργασίας, ώστε να μην φαίνεται η παραβίαση του νομίμου ωραρίου, δεν αρκούν από μόνοι τους είτε σε συνδυασμό με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, να αποδείξουν τον αγωγικό αυτό ισχυρισμό. Και τούτο διότι δεν προσδιορίζονται τα δρομολόγια του φορτηγού αυτοκινήτου που οδηγούσε ο ενάγων με τέτοιο τρόπο και ακρίβεια ώστε να αποδεικνύεται η ανάγκη για εργασία πέραν του ωραρίου των δέκα ωρών ημερησίως. ʼλλωστε, και η κατάσταση της υγείας του ενάγοντος δεν δικαιολογεί την απασχόληση του πέραν των δέκα ωρών ημερησίως. Εξάλλου, ο ενάγων δεν γνωστοποίησε στην εναγομένη την προϋπηρεσία του σε άλλους εργοδότες, καθώς και το γάμο που τέλεσε το έτος 2005, προκειμένου να λαμβάνει το σχετικό επίδομα, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες από τους διαδίκους αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, τις οποίες υπέγραφε ο ενάγων και στις οποίες δεν του καταβαλλόταν επίδομα γάμου, ενώ όσον αφορά την προϋπηρεσία άρχισε να λαμβάνει το 2009 επίδομα πολυετούς εργασίας στον ίδιο εργοδότη και επίδομα τριετίας, χωρίς οποιαδήποτε διαμαρτυρία του ενάγοντος για μη καταβολή των επιδομάτων αυτών. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι εξοφλήθηκε στον ενάγοντα το επίδομα αδείας 2012, όπως αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα εκ μέρους του φωτοαντίγραφα χειρογράφων από 17-12 και 27-12-2012 αποδείξεων ποσών 500 ευρώ και 500 ευρώ αντίστοιχα και συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτή η ένσταση εξόφλησης του επιδόματος αυτού, που προβλήθηκε νομότυπα στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο.

 

Επομένως, τα ίδια αφού δέχθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του δεν έσφαλε και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται με τους σχετικούς τρίτο, τέταρτο, πέμπτο και έβδομο λόγους της έφεσης είναι αβάσιμα. Περαιτέρω, στις 27-7-2014 ο ενάγων προσέφυγε στο αρμόδιο τμήμα του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, διαμαρτυρόμενος ότι η εναγομένη εταιρία του οφείλει δεδουλευμένους μισθούς, επιδόματα αδείας και δώρα εορτών.

 

Αντίστοιχα, η εναγομένη διαμαρτυρήθηκε στον ενάγοντα για την άρνηση του να εκτελέσει τα συμβατικά ανειλημμένα καθήκοντα του και μάλιστα του απέστειλε δύο φορές έγγραφες διαμαρτυρίες. Ειδικότερα, με την από 25-8-2014 εξώδικη δήλωση-σύσταση-διαμαρτυρία και επιφύλαξη των δικαιωμάτων της, που επιδόθηκε στον ενάγοντα την 1-9-2014 ανέφερε ότι «... Το τελευταίο, ωστόσο, χρονικό διάστημα έχετε, προς εξυπηρέτηση, προφανέστατα, άλλων σκοπιμοτήτων, επιδείξει μίαν όλως αντισυμβατική και καταχρηστική συμπεριφορά, η οποία έχει, ωστόσο οικονομικές και ηθικές για την εταιρία μας προεκτάσεις. Προς συμμόρφωση σας έχετε επανειλημμένως καταστεί αποδέκτης προφορικών, αλλά και εγγράφων [τις οποίες, ωστόσο, αρνείσθε να παραλάβετε και υπογράψετε] συστάσεων από μέρους του εκπροσώπου μας, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Εντούτοις, η πρωτοφανής πλημμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σας και η άρνηση εκτέλεσης εντολών και οδηγιών μας γεννά, κατ' αρχήν - και ευλόγως - ερωτήματα αναφορικά με την (πραγματική) αιτία και το έρεισμα της συμπεριφοράς σας. Συγκεκριμένως, το περιστατικό εκείνο που κατέστησε αναπόφευκτη την παρούσα σύσταση - διαμαρτυρία, ήταν η αδικαιολόγητη - δις - άρνηση σας να "φορτώσετε" σε πλοίο όπου είχε γίνει κράτηση θέσεως από εμάς, καρότσα (ήτοι επικαθήμενο φορτωμένο με εμπορεύματα) της εταιρίας μας με προορισμό το Ηράκλειο της Κρήτης. Εξάλλου, η ενέργεια αυτή (:φόρτωση καρότσας σε πλοίο, ώστε να καταλήξει στον τελικό προορισμό του, το Ηράκλειο Κρήτης) συνιστά ρητή συμβατική υποχρέωση σας, απόλυτα συνυφασμένη με τα καθήκοντα του οδηγού ΦΔΧ, την οποίαν, εξάλλου, συνεχώς και αδιαμαρτύρητα εκτελούσατε καθ' όλη τη διάρκεια της εργασιακής μας σχέσεως. Αναλυτικότερα, στις 08.08.2014, ημέρα Παρασκευή, παραλάβατε φορτωμένο από το υποκατάστημα μας στη Θεσσαλονίκη, το υπ' αριθ. κυκλοφορίας ΕΚΕ . ΦΔΧ της εταιρίας μας, με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά. Γνωρίζατε καλώς ότι το εν λόγω φορτίο ήταν προγραμματισμένο να παραδοθεί - φορτωθεί σε πλοίο που θα εκτελούσε το πρώτο πρωινό δρομολόγιο της επόμενης ημέρας (Σαββάτου) της ακτοπλοϊκής εταιρίας ANEK LINES-SUPERFAST, με προορισμό το Ηράκλειο της Κρήτης. Η εταιρία μας, κατά την παγία και γνωστή σε σας πρακτική μας, προέβη εγκαίρως σε κράτηση θέσεως για το εν λόγω φορτίο μας και αυτονοήτως, καταβάλαμε και το αναλογούν κόμιστρο. Εσείς, όμως, καίτοι φθάσατε εγκαίρως στο λιμάνι του Πειραιά, περί ώρα 23.00 της ίδιας ημέρας (Παρασκευής) και αφήσατε εκεί, κατά τη συνήθη πρακτική σας, το επικαθήμενο όχημα της εταιρίας μας μετά του εν λόγω φορτίου, μετέβητε στην οικία σας. Την επομένη, όμως, το πρωί, παραλείψατε, όλως αδικαιολογήτως, να μεταβείτε και πάλι στο λιμάνι ώστε να. φορτωθεί η γεμάτη με ευπαθή εμπορεύματα καρότσα της εταιρίας μας στο πλοίο, ως ήταν προγραμματισμένο. Μέχρι και τις 10.00 π.μ. οπότε το πλοίο αναχώρησε από το λιμάνι, εσείς δεν είχατε μεταβεί εκεί, ενώ δεν απαντούσατε ούτε στις συνεχείς τηλεφωνικές κλήσεις του εκπροσώπου μας. Κατόπιν, η εταιρεία μας πρόεβη σε δεύτερη κράτηση για το εν λόγω φορτίο, με το βραδινό δρομολόγιο της ίδιας ως άνω εταιρίας, πλην όμως εσείς και πάλι δεν μετέβητε στο λιμάνι ώστε η καρότσα να φορτωθεί στο πλοίο. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα το επικαθήμενο της εταιρίας μας - το οποίο σημειωτέον δεν είναι καρότσα - ψυγείο, αλλά απλή καρότσα (με μουσαμά)- που περιείχε προϊόντα της εταιρίας 'Μύθος Α.Ε.' [μπύρες], να παραμείνει, υπό ακραίες καιρικές συνθήκες (συνθήκες καύσωνα) και επί τριάντα (30) τουλάχιστον ώρες, εκτεθειμένη στο λιμάνι του Πειραιά. Εν τέλει, το φορτίο έφθασε στον προορισμό του, όταν άλλος συνάδελφος σας έλαβε την εντολή να μεταβεί ειδικώς για το λόγο αυτό στο σημείο και να φροντίσει να φορτωθεί η καρότσα στο πλοίο, αφού βεβαίως έγινε και τρίτη κράτηση από την εταιρία μας. Αποτέλεσμα της ανωτέρω αντισυμβατικής συμπεριφοράς σας ήταν το μεν η εταιρία μας να υποβληθεί με δική σας αποκλειστικά υπαιτιότητα, σε έξοδα (: κόμιστρα), τα οποία μας παρέχεται από το νόμο το δικαίωμα να συμψηφίσουμε με τις μηνιαίες αποδοχές σας, το δε εξετέθη τόσο στην ως άνω ακτοπλοϊκή εταιρία με την οποία διατηρούμε μακροχρόνια συνεργασία, όσο και κυρίως, έναντι των πελατών μας, οι οποίοι ανέμεναν την παράδοση των προϊόντων τους κατά τον συμφωνηθέντα χρόνο. Παράλληλα, και πέραν του ανωτέρω περιστατικού, σας έχουν γίνει επανειλημμένως συστάσεις για την πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων σας, καθότι αρνείσθε πεισμόνως να συμμορφωθείτε με τις εντολές και οδηγίες του εκπροσώπου μας, αναφορικά, ιδίως, με τον προγραμματισμένο χρόνο εκτέλεσης (: αναχώρηση και άφιξη) των δρομολογίων. Πιο συγκεκριμένα, γνωρίζετε αναμφισβήτητα, ως εκ της πολυετούς απασχόλησης σας στην εταιρία μας, ότι δραστηριοποιούμαστε σε ένα χώρο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό, ενώ ο αριθμός των πελατών ή εν δυνάμει πελατών μας μειώνεται σταδιακά λόγω της γενικευμένης οικονομικής κρίσης και ιδίως της κρίσης που το εμπόριο γνωρίζει. Ενόψει των ανωτέρω, έχουμε τόσο σε εσάς όσο και σε όλους τους εργαζομένους μας επιστήσει την προσοχή ως προς την ανάγκη επίδειξης από μέρους μας, άρα και από το προσωπικό μας, υποδειγματικού επαγγελματισμού και συνέπειας. Η καθυστέρηση στην έναρξη και ολοκλήρωση των προγραμματισμένων δρομολογίων μας δεν προκαλεί απλώς δυσλειτουργία στην επιχείρηση αλλά είναι κυριολεκτικώς καταστροφική για το μέλλον μας ʼλλωστε, γνωρίζετε καλώς άτι η εταιρεία "Μύθος Α.Ε.' αποτελεί έναν από τους κυριότερους και πιο σημαντικούς πελάτες της εταιρίας μας. Εσείς, όμως, με την προεκτεθείσα αντισυμβατική, αδικαιολόγητη και παράνομη συμπεριφορά σας, θέσατε σε κίνδυνο όχι μόνο την ομαλή συνεργασία μας μαζί της αλλά και την ίδια τη συνέχιση της. ΣΑΣ ΚΑΛΟΥΜΕ μετά ταύτα, και εγγράφως, ΝΑ ΑΠΕΧΕΤΕ στο μέλλον από κάθε παρόμοια συμπεριφορά, και δη από κάθε αντισυμβατική και παράνομη σε βάρος μας πράξη, τονίζοντας εν ταυτώ ότι την τυχόν προκληθησομένη σε εμάς ζημία, ως προκληθείσα από αδικοπραξία, θα συμψηφίζουμε νομίμως, κατά το εκάστοτε ύψος της, με τις μηνιαίες αποδοχές σας. Επιπροσθέτως, ΣΑΣ ΔΗΛΩΝΟΥΜΕ ότι η άρνηση σας να συμμορφωθείτε με εντολές και οδηγίες του εκπροσώπου μας και η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων σας εν γένει, καθίσταται πλέον σαφές ότι στοχεύει, όλως καταχρηστικώς και κατά παράβαση των χρηστών ηθών, στην πρόκληση της απολύσεως σας και την είσπραξη της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης, δεδομένου και του σημαντικού ύψους αυτής. Ενόψει, λοιπόν, της ανωτέρω συμπεριφοράς σας και εφόσον ήθελε αυτή συνεχισθεί, κατ' αγνόηση της παρούσης συστάσεως μας, σας δηλώνουμε ότι η καταγγελία της συμβάσεως σας εκ μέρους της εταιρίας μας, θα λάβει χώρα, εν προκειμένω, αζημίως, δηλαδή χωρίς να σας καταβληθεί αποζημίωση απόλυσης. Υπό το δεδομένο αυτό, θα μπορούσατε ίσως να επαναξετάσετε την συμπεριφορά σας και τον τρόπο εκτέλεσης των καθηκόντων σας. Εξάλλου, τυχόν εμμονή σας, μετά την επίδοση της παρούσης, σε αντισυμβατική εκ μέρους σας συμπεριφορά, (θα) αποτελεί περίτρανη απόδειξη περί της βασιμότητος της ανωτέρω πεποιθήσεώς μας, ότι δηλαδή αληθής πρόθεση σας είναι η δημιουργία κλίματος έντασης και κλονισμού της εμπιστοσύνης μας προς το πρόσωπο σας, ώστε να εξαναγκασθούμε εν τέλει να καταγγείλουμε τη σύμβαση εργασίας σας, καταβάλλοντος σας ταυτόχρονα τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης, στην οποία προφανέστατα προσβλέπετε, δεδομένου, άλλωστε, του σημαντικού ύψους της, της ηλικίας σας και της κατάστασης της υγείας σας. Επιπλέον, όλως παρανόμως έχετε και διατηρείτε στην κατοχή σας έγγραφα ανήκοντα στην κυριότητα της εταιρίας μας (: ταχογράφους) τα οποία καλούμε άμεσα να μας παραδώσετε. ʼλλως, σε περίπτωση αρνήσεως σας καλούμε άμεσα να μας παραδώσετε. ʼλλως, σε περίπτωση αρνήσεως σας ή έστω κωλυσιεργίας σας, σας δηλώνουμε ότι θα προσφύγουμε ενώπιον των αρμοδίων (ποινικών) δικαστηρίων και Αρχών. Γνωρίζετε, τέλος, καλώς ότι η εταιρία μας παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία και τη ραγδαία μείωση του κύκλου εργασιών μας, ως κύριο μέλημα της έχει τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, ώστε να αποφευχθεί η έσχατη και δυσβάσταχτη λύση της απολύσεως, την οποία, μάλλον επιδιώκετε μέσω της ανωτέρω πλημμελούς συμπεριφοράς σας. Αναμένουμε, λοιπόν, την από μέρους σας αναγνώριση, κατ' αρχήν, της προσπάθειας μας αυτής, αλλά και της στήριξης της: δια της από τούδε και στο εξής επίδειξης συνέπειας, εργατικότητας και προθυμίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σας.».

 

Εν συνεχεία, όμως, ο ως άνω εργαζόμενος συνέχισε την αντισυμβατική του συμπεριφορά και η 4η εναγόμενη απέστειλε και την από 20-10-2014 Εξώδικη Δήλωση - Καταγγελία Εργασιακής Συμβάσεως και Επιφύλαξη Δικαιωμάτων της, η οποία επιδόθηκε στον ενάγοντα την 21-10-2014 και έχει επί λέξει ως ακολούθως: «Την 20η Οκτωβρίου 2014, ημέρα Δευτέρα, ευρισκόμενος στην πόλη της Αθήνας, όπου κατοικείτε, λάβατε προφορική εντολή και οδηγία από το νόμιμο εκπρόσωπο μας, όπως παραλάβατε από το λιμάνι του Πειραιά, με φορτηγό αυτοκίνητο, της εταιρίας μας, καρότσα (container) με προορισμό τη Θεσσαλονίκη. Συγκεκριμένα, δύο (2) containers γεμάτα με εμπορεύματα πελατών της εταιρίας μας, ευρίσκονταν στο λιμάνι του Πειραιά. Δύο (2), αντιστοίχως, υπάλληλοι - οδηγοί της εταιρίας μας, εσείς και έτερος συνάδελφος σας, λάβατε την εντολή να παραλάβετε τα ανωτέρω φορτηγά και να μεταβείτε στη Θεσσαλονίκη, καθότι ο χρόνος παράδοσης τους είχε ήδη με τους πελάτες μας συμφωνηθεί. 2) Ωστόσο, εσείς αρνηθήκατε να εκτελέσετε το ως άνω δρομολόγιο και επιπλέον, τελεσιγραφικώς δηλώσατε στην εταιρία, ότι μπορείτε να οδηγήσετε το φορτίο στη Θεσσαλονίκη, μόνο την επόμενη ημέρα, 21.10.2014, οπότε, όμως ο συμφωνηθείς χρόνος παράδοσης θα είχε παρέλθει και οι πελάτες μας για μίαν ακόμη φορά - και πάλι από δική σας υπαιτιότητα - θα είχαν δυσαρεστηθεί. Τούτο το πράξατε διότι στις 22.10.2014, ημέρα Τετάρτη, έχει ορισθεί, μετ' αναβολή από τις 25.09.2014, να συζητηθεί ενώπιον του Τμήματος Κοινωνικής Επιθεώρησης Σίνδου η εναντίον της εταιρείας μας προσφυγής σας - η οποία πάντως αφορά σε ανυπόστατες, αβάσιμες και προσχηματικές αιτιάσεις σας - και επιθυμούσατε, ούτω, να μεταβείτε ανέξοδα στην πόλη της Θεσσαλονίκης, οδηγώντας φορτηγό της εταιρείας μας και όχι με δική σας επιμέλεια και έξοδα. Εμείς, όμως, ουδέποτε σας εμποδίσαμε ή σας αποτρέψαμε, καθ' οιονδήποτε τρόπο, από την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων σας. Κρίνεται σκόπιμο ίσως να υπομνησθεί ότι αρκετές έως σήμερα ώρες και ημέρες έχετε αδικαιολογήτως και δη άνευ προειδοποίηση απουσιάσει προκειμένου να μεταβείτε, όπως εκ των υστέρων πληροφορείτο πάντοτε η εταιρία μας στο ως άνω Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης, Η εταιρία μας σας παρείχε ήδη την άδεια να παρευρεθείτε κατά την ανωτέρω ημερομηνία (22.10.2014) ενώπιον του Τμήματος Κοινωνικής Επιθεώρησης Σίνδου, ενώ κανένα απολύτως δρομολόγιο δεν προγραμματίστηκε για εσάς κατά τις ώρες που θα ευρίσκεστε στην ανωτέρω Υπηρεσία. Όμως, δεν δικαιούσθε, κατά τα λοιπά, να αρνείσθε όλως αντισυμβατικώς και δη με τρόπο απαράδεκτο και προκλητικό, να εκτελέσετε τα καθήκοντα σας, καθότι συνδέεστε ακόμη με την εταιρεία μας με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας, και, συνεπώς, υποχρεούσθε να συμμορφώνεστε στις εντολές και οδηγίες μας. 3) Ενόψει όλων των ανωτέρω και σε συνέχεια της από 25.08.2014 Εξώδικης Δηλώσεως μας - Σύστασης - Διαμαρτυρίας & Επιφύλαξης Δικαιωμάτων, η οποία σας επεδόθη την 01.09.2014, ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΕΘΑ για μίαν ακόμη φορά για την όλως αντισυμβατική συμπεριφορά σας και την αδικαιολόγητη άρνηση σας να εκτελέσετε τα καθήκοντα σας και σας δηλώνουμε ότι ΚΑΤΑΓΓΕΛΑΟΥΜΕ, με την παρούσα, τη μεταξύ μας σύμβαση εργασίας και μάλιστα ΑΖΗΜΊΩΣ, ήτοι χωρίς να σας καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση απόλυσης, ΔΙΟΤΙ η ΣΤΑΘΕΡΗ ΠΛΕΟΝ ΑΡΝΗΣΗ Σας να συμμορφωθείτε με εντολές και οδηγίες του νομίμου εκπροσώπου μας και η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων σας εν γένει, καθίσταται πλέον σαφές ότι στοχεύει, όλως καταχρηστικώς και κατά   παράβαση των χρηστών ηθών, στην ΠΡΟΚΛΗΣΗ της απολύσεως σας και την είσπραξη της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης. Με την ανωτέρω, άλλωστε εξώδικη μας, σας είχαμε μεταξύ άλλων γνωστοποιήσει τα εξής: "...Εξάλλου, τυχόν εμμονή σας, μετά την επίδοση της παρούσης, σε αντισυμβατική εκ μέρους σας συμπεριφορά, (θα) αποτελεί περίτρανη απόδειξη περί βασιμότητας της ανωτέρω πεποιθήσεως μας, ότι δηλαδή αληθής πρόθεση σας είναι η δημιουργία κλίματος έντασης και κλονισμού της εμπιστοσύνης μας προς το πρόσωπο σας, ώστε να εξαναγκασθούμε εν τέλει να καταγγείλουμε τη σύμβαση εργασίας σας, καταβάλλοντος σας ταυτόχρονα τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης, στην οποία προφανέστατα προσβλέπετε, δεδομένου, άλλωστε, του σημαντικού ύψους της, της ηλικίας σας και της κατάστασης της υγείας σας ... 1. Εσείς, όμως, κωφεύσατε και συνεχίσατε να επιδεικνύετε την ανωτέρω όλως αντισυμβατική συμπεριφορά: Μετά ταύτα, ΚΑΛΕΙΣΘΕ να προσέλθετε στα γραφεία της εταιρίας μας προκειμένου να υπογράψετε και παραλάβετε το έγγραφο της  καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας σας.». Ο ενάγων βέβαια ισχυρίζεται η τέταρτη εναγομένη εταιρία μεθόδευσε την ως άνω καταγγελία και σκηνοθέτησε τα δύο προαναφερόμενα περιστατικά, μετά την προσφυγή του στο ΣΕΠΕ και τη διεκδίκηση των δεδουλευμένων αποδοχών του, καθώς και την άρνηση του να εργάζεται υπερωριακά, ενόψει και του προβλήματος της υγείας του. Όμως, ο ισχυρισμός του αυτός κρίνεται αβάσιμος, διότι : α) η εναγομένη δεν είχε οποιοδήποτε λόγο να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας του, αφού αυτός εργαζόταν σε αυτήν από το 2002, χωρίς στο παρελθόν να έχει προκύψει οποιοδήποτε πρόβλημα στην εργασία τους, β) το έτος 2008 ο ενάγων υποβλήθηκε σε σοβαρή εγχείρηση στη σπονδυλική στήλη και γι' αυτό λάμβανε για μεγάλα διαστήματα αναρρωτικές άδειες, μετά τις οποίες και χωρίς την ανανέωση αυτών από το ΙΚΑ, η εναγομένη φρόντιζε άτυπα να μην τον επιβαρύνει με συνεχόμενα δρομολόγια. Βέβαια, ο ενάγων παραπονείται τώρα ότι τα διαστήματα αυτά η εναγομένη δεν του έδινε δρομολόγια για να τον εκδικηθεί για τις αναρρωτικές άδειες, πλην όμως τότε δεν διαμαρτυρήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο, γ) δεδομένης της σοβαρής κατάστασης της υγείας του ενάγοντος, ήταν πολύ δύσκολο να ασκήσει τα εργασιακά καθήκοντα του οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου, αφού οι ώρες οδήγησης ήταν πολλές συνεχόμενες και θα επιδείνωναν την κατάσταση της υγείας του. Έτσι, ο ίδιος επιδίωξε την απόλυση του, έχοντας προαποφασίσει να αποχωρήσει από την εργασία του, λόγω του χρόνιου σοβαρού προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει, το οποίο καθιστά αδύνατη την παροχή της εργασίας του. ʼλλωστε και από την κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης προκύπτει το σοβαρό πρόβλημα υγείας του ενάγοντος στη μέση του, που τον εμποδίζει να κάθεται για πολλές ώρες, να κάνει απότομες κινήσεις και να σηκώνει βάρη. Επιπλέον, ο ενάγων δεν προσκομίζει κάποια ιατρική γνωμάτευση για την κατάσταση της υγείας του, για τις εγχειρήσεις στις οποίες υποβλήθηκε και γενικότερα για τη δυνατότητα του να συνεχίσει να εργάζεται στην παραπάνω εργασία του, έστω και χωρίς την επιβάρυνση από την υπερωριακή εργασία του ή την τυχόν ανάγκη να σηκώσει κάποιο βάρος. Επομένως, τα ίδια αφού δέχθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του δεν έσφαλε και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται με το σχετικό λόγο της έφεσης είναι αβάσιμα. Μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει η έφεση να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και ο εκκαλών να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων.

 

Δέχεται τυπικά και

 

Απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.

 

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 13-8-2019, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ