ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΠατρών 46/2020

 

ΕΦΚΑ - Ταμείο Νομικών - Τοκοχρεωλυτικό δάνειο - Παραγραφή αξιώσεων - Αμοιβή πληρεξούσιου δικηγόρου -.

 

Πενταετής παραγραφή αξιώσεων του Ταμείου Νομικών από τοκοχρεωλυτικό δάνειο που χορήγησε σε ασφαλισμένο δικηγόρο. Δικαστικά έξοδα. Μόνο στα νομικά πρόσωπα, η νομική υπηρεσία των οποίων διεξάγεται από το ΝΣΚ, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί μειώσεως της αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου,  εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης 46/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη, που όρισε η Πρόεδρος Εφετών και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 7 Μαρτίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Του εκκαλούντος: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων ΕΤΑΑ- Τομέας Ασφάλισης Νομικών ΤΑΝ» στην θέση του οποίου έχει υπεισέλθει ως οιονεί καθολικός διάδοχος το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (ΕΦΚΑ) που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών Διονυσίου Μάγκλαρη, και

 

Του εφεσίβλητου: ..., δικηγόρου, κατοίκου Αιγίου, οδός ..., ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως στο ακροατήριο λόγω της δικηγορικής του ιδιότητας.

 

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου την από 29.4.2013 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ./2013 ανακοπή κατά του εκκαλούντος - καθού η ανακοπή. Επί της ανακοπής η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία εκδόθηκε η με αριθμό ./2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, με την οποία έγινε δεκτή η ανακοπή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού το καθού η ανακοπή-εκκαλόν με την από 22.6.2016 έφεση του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 22.6.2016 με αριθμό δικογράφου ./2016 της οποίας επικυρωμένο αντίγραφο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 24.6.2016 με αύξοντα αριθμό κατάθεσης .. Δικάσιμος για τη συζήτηση της έφεσης ορίστηκε αρχικά η 15.2.2018 και μετά από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας οπότε η υπόθεση που είχε εγγραφεί στο πινάκιο με αύξοντα αριθμό 20 εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αφού έλαβαν το λόγο από τη Δικαστή ανέπτυξαν τις απόψεις τους και αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.

 

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, φέρεται προς εκδίκαση η από 22.6.2016 έφεση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 22.6.2016 με αριθμό δικογράφου ./2016, ενώ επικυρωμένο αντίγραφο αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 24.6.2016 με αύξοντα αριθμό κατάθεσης ., κατά της με αριθμό 69/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία. Η κρινόμενη έφεση έχει ασκηθεί παραδεκτά, νομότυπα [άρθρα 495 παρ. 1,511,513 παρ 1β, 514, 517, 520 παρ.1 ΚΠολΔ] και εμπρόθεσμα, εντός της κατ' άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ τασσομένης προθεσμίας, καθώς ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προέκυψε επίδοση της εκκαλουμένης, η δε έφεση ασκήθηκε πριν την πάροδο τριετίας από την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης. Περαιτέρω, το εκκαλούν ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου απαλλάσσεται της υποχρέωσης καταβολής του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.4 ΚΠολΔ παραβόλου για την άσκηση της έφεσης (άρθρο 28 παρ.4 Ν. 2579/1998). Επομένως, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της [άρθρο 533 ΚΠολΔ], κατά την ίδια πιο πάνω διαδικασία.

 

Στην κρινόμενη περίπτωση, με την από 29-4-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./2013 ανακοπή του, ο ανακόπτων ... εξέθετε ότι την 31.1.2006 κατάρτισε σύμβαση δανείου με το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Νομικών», του οποίου καθολικός διάδοχος είναι το καθού η ανακοπή με την οποία του χορηγήθηκε δάνειο ποσού 2.500.000 δραχμών προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του λόγω της καταστροφής που επέφερε στην πόλη του Αιγίου ο σεισμός της 15.6.1995. Ότι με τις προβαλλόμενες με αριθμούς α) ./30.11.2012 απόφαση καταλογισμού οφειλής προς είσπραξη που εξέδωσε ο Διευθυντής οικονομικού του καθού η ανακοπή και β) ./12.4.2013 ταμειακή βεβαίωση του προϊσταμένου της ΔΟΥ Αιγίου βεβαιώθηκε σε βάρος του το ποσό των 22.377,19 ευρώ ως οφειλή του από το ως άνω δάνειο.

 

Με την ανακοπή του δε ζητούσε την ακύρωση των ως άνω πράξεων, μεταξύ άλλων λόγων και επειδή ουδέποτε έλαβε χώρα καταγγελία της δανειακής σύμβασης από το καθού η ανακοπή, με αποτέλεσμα η αξίωση του τελευταίου για την καταβολή των περιοδικών τοκοχρεωλυτικών δόσεων, αλλά και για τους συμβατικούς και τους τόκους υπερημερίας να έχει υποπέσει σε παραγραφή, λόγω της παρόδου πενταετίας από τον χρόνο καταβολής εκάστης. Η ανακοπή δικάστηκε αντιμωλία των διαδίκων και επ’ αυτής εκδόθηκε με αριθμό 69/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, που αφού διέταξε το χωρισμό της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής που σωρευόταν στο δικόγραφο της ανακοπής και την παρέπεμψε στο αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, απέρριψε ως απαράδεκτη την ανακοπή που βασιζόταν στο άρθρο 73 του ΚΕΔΕ κατά το μέρος που στρεφόταν κατά της με αριθμό ./15.4.2014 ατομικής ειδοποίησης χρεών και δέχθηκε ότι οι αξιώσεις του καθού έχουν παραγραφεί κάνοντας δεκτή την ανακοπή ως προς τους τέταρτο, πέμπτο και έκτο λόγους της, παρέλκουσας της εξέτασης των υπόλοιπων λόγων αυτής. Κατά της εκδοθείσας απόφασης παραπονείται το καθού η ανακοπή και ήδη εκκαλούν, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου, ζητώντας την εξαφάνιση της και την απόρριψη της ανακοπής.

 

Με το άρθρο 51 § 1 του ν. 4387/2016 (Α' 85) συνεστήθη ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (νπδδ) με χρόνο ενάρξεως λειτουργίας την 1η Ιανουαρίου 2017, στο οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 53 § 1 του ίδιου  ως άνω νόμου,  εντάχθηκε αυτοδικαίως και το  Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.)... γγ. Τομέας Ασφάλισης Νομικών. Σύμφωνα δε με το άρθρο 70 § 9 του νόμου 4387/2016, ο ΕΦΚΑ συνεχίζει τις εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις των εντασσομένων σ' αυτόν φορέων κύριας ασφάλισης, άρα δικαιούται να ασκήσει αιτήσεις αναιρέσεως ή να αποκρούσει αντίστοιχες αιτήσεις που στρέφονται κατ' αυτού και αφορούν τέτοιες διαφορές ή υποθέσεις. Περαιτέρω, με το άρθρο 17 Εισ.Ν.ΑΚ καταργήθηκε κάθε γενική ή ειδική διάταξη για παραγραφή, διατηρήθηκαν δε μόνο οι διατάξεις που αφορούσαν το Δημόσιο, καθώς και εκείνες με τις οποίες είχε επεκταθεί σε ΝΠΔΔ η εφαρμογή των περί παραγραφής διατάξεων του Δημοσίου. Έτσι, μετά την εισαγωγή του Α.Κ, καθόσον αφορά τα ΝΠΔΔ, εφαρμόζονται για την παραγραφή κατά κανόνα μεν οι κοινές διατάξεις του Α.Κ., εξαιρετικώς δε οι διατάξεις που αφορούν το Δημόσιο, εφόσον πρόκειται για Νομικό Πρόσωπο, για το οποίο είχε επεκταθεί η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων που αφορούν το Δημόσιο, ή τυχόν μεταγενέστερες του Α.Κ ειδικές διατάξεις (ΑΠ 663/2011). Επακολούθησε το ΝΔ. 321/1969 "περί Κωδικός Δημοσίου Λογιστικού", με το άρθρο 101 του οποίου οριζόταν ότι: Δια Β.Δ/των προκαλουμένων υπό του Υπουργού των Οικονομικών και του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού δύναται αι διατάξεις του παρόντος Ν.Δ/τος να επεκτείνονται, εν όλω ή εν μέρει, και επί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, επιτρεπομένης της τροποποιήσεως των, επί τω τέλει της προσαρμογής αυτών προς τας ιδιομορφίας εκάστης κατηγορίας ή εκάστου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου". Με βάση την εξουσιοδότηση αυτή εκδόθηκε το ΒΔ. 776/1972, με το οποίο επεκτάθηκαν στα ΝΠΔΔ οι διατάξεις των άρθρων 5, 6, 8, 9, 13, 14, 15, 16, 17, 21, 45, 46, 48 και 50 του άνω Ν.Δ/τος, όπως συγχρόνως τροποποιήθηκαν ή συμπληρώθηκαν ειδικώς για τα ΝΠΔΔ, από τις οποίες όμως καμία δεν αφορά παραγραφή αξιώσεων. Σημειωτέον, ότι και κατά το άρθρο 101 ΝΔ. 321/1969, καθόσον αφορά την παραγραφή αξιώσεων κατά ή υπέρ ΝΠΔΔ, εξακολούθησε να     ισχύει το προηγούμενο νομικό καθεστώς. Εκδόθηκε όμως το ΝΔ. 496/1974, το οποίο, με τα άρθρα 44 επ., ρυθμίζει τα της παραγραφής αξιώσεων κατά και υπέρ ΝΠΔΔ και του οποίου η ισχύς άρχισε από 1 Ιανουαρίου 1977, με εξαίρεση ορισμένες διατάξεις, η ισχύς των οποίων άρχισε από τη δημοσίευση του, οι οποίες όμως δεν αφορούν την παραγραφή. Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 44 του ν.δ. 496/1974, περί Λογιστικού των ν.π.δ.δ., ορίζει ότι: "Παν χρέος προς το ν.π. παραγράφεται, εφόσον δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος, μετά πέντε έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθη" (παρ.1 εδ.α)....."Χρέη προς το ν.π. α).., β)..., γ) εκ συμβάσεων και διατάξεων τελευταίας βουλήσεως, περιλαμβανομένων και των περιοδικών παροχών, υπόκεινται εις εικοσαετή παραγραφήν, αρχομένην από της λήξεως του οικονομικού έτους, εντός του οποίου εβεβαιώθησαν" (παρ.2 ). Η διάταξη δε του άρθρου 56 παρ. 2 του ίδιου ν.δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν.578/1977, ορίζει ότι: "Δια Προεδρικών Διαταγμάτων εκδιδομένων μέχρις 30ης Νοεμβρίου 1977, δύνανται να εξαιρώνται εκ των διατάξεων του παρόντος, εν όλω ή εν μέρει και έτερα Ν.Π.Δ.Δ." (πλήν των αναφερομένων στην παρ.1).... "Τα ως άνω Διατάγματα επιτρέπεται όπως καταργούνται κατά την αυτήν διαδικασίαν, αν εκλείψουν οι λόγοι δι' ούς ταύτα εξεδόθησαν". Από την τελευταία διάταξη προκύπτει ότι στην περίπτωση εξαίρεσης ΝΠΔΔ από την εφαρμογή όλων των διατάξεων του ν.δ.496/1974, δεν υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής αυτού και συνεπώς, καθόσον αφορά ειδικότερα την παραγραφή των κατ’ αυτού ή υπέρ αυτού αξιώσεων, εξακολουθεί να ισχύει το προηγούμενο νομικό καθεστώς. Περαιτέρω, με τις διαχρονικού δικαίου μεταβατικές διατάξεις των άρθρων 54 και 55 του Διατάγματος αυτού ορίζονται τα ακόλουθα: "Αρθρο 54. Αι διατάξεις του παρόντος περί του χρόνου παραγραφής εφαρμόζονται επί των από της θέσεως του εν ισχύι γεννημένων αξιώσεων. Αρθρο 55. Ειδικαί διατάξεις των νομικών προσώπων, που ρυθμίζουν τα του χρόνου της παραγραφής εν γένει χρεών προς το νομικό πρόσωπο ή χρεών τούτου, εξακολουθούν ισχόουσαι". Στη συνέχεια, κατ' εφαρμογή της παρεχόμενης από την παρ. 2 του άρθρου 56 του ν.δ. 496/1974 εξουσιοδότησης, εκδόθηκε το Π.Δ. 437/1977, το άρθρο μόνο του οποίου ορίζει ότι" εξαιρούνται της εφαρμογής του ΝΔ 496/1974 οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί οι υπαγόμενοι εις την εποπτείαν του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η εξαίρεση είναι καθολική και επομένως καταλαμβάνει και τις περί παραγραφής ως άνω διατάξεις του ν.δ. 496/1974, οι οποίες δεν επανήλθαν σε ισχύ με το όρθρο μόνο του Π.Δ. 305/1985 (ΑΠ 350/2018, ΑΠ 741/2017, ΑΠ 1601/2014). Τέλος, στο άρθρο 1 του ν.δ. 4114/1960 "Κώδικας περί Ταμείου Νομικών", ορίζεται ότι: "Το επί τη βάσει του νόμου 4448 του έτους 1929 και των τροποποιησάντων και συμπληρωσάντων αυτόν μεταγενεστέρων νόμων και νομοθετικών διαταγμάτων συσταθέν και λειτουργούν εν Αθήναις Ταμείο Νομικών, διέπεται εφεξής υπό των διατάξεων του παρόντος κωδικός" και σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ιδίου ν. δ/τος, αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπό τον τίτλο "Ταμείον Νομικών", υπαγόμενο στην εποπτεία του επί της Δικαιοσύνης Υπουργού, ενώ στη συνέχεια, κατ' άρθρο 36 παρ. 7 του ν.δ 1/1968, τούτο υπήχθη στην εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, το οποίο μετονομάστηκε σε Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών και ήδη με το άρθρο 25 παρ. 3 περ. Α, υπό περ.γ' του ν.3655/2008, εντάχθηκε στο ν.π.δ.δ "Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α)", το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 38 του ίδιου νόμου, αποτελεί καθολικό διάδοχο αυτού, υπαγόμενο στην εποπτεία του Υπουργείου   Απασχόλησης και Κοινωνικών Υπηρεσιών. Συνεπώς, κατ' εφαρμογή του άρθρου μόνου του π.δ. 437/1977, που προαναφέρθηκε, το πρώην Ταμείο Νομικών εξαιρέθηκε ολοσχερώς της εφαρμογής των διατάξεων του ν.δ. 496/1974 και επομένως και εκείνης του άρθρου 44, που ορίζει τα της παραγραφής των αξιώσεων ν.π.δ.δ, δεδομένου δε ότι στο καταστατικό του δεν περιλαμβάνονται ειδικές διατάξεις για την παραγραφή των αξιώσεων του, εφαρμογή έχουν οι κοινές περί παραγραφής διατάξεις του Αστικού Κώδικα (ΣτΕ 958/2009). Κατά τη διάταξη του άρθρου 249 του κώδικα αυτού (ΑΚ), εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά οι αξιώσεις παραγράφονται σε είκοσι χρόνια. Στη γενική δε αυτή εικοσαετή παραγραφή υπόκεινται και οι αξιώσεις από δάνειο (806 ΑΚ). Ωστόσο, κατά τις διατάξεις των άρθρων 250 αρ. 15 και 253 ΑΚ, ο χρόνος παραγραφής των τόκων και των χρεωλύτρων είναι πενταετής και αρχίζει από τη λήξη του έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Χρεώλυτρο, κατά την έννοια του πρώτου των άρθρων τούτων, είναι το αποδιδόμενο μέρος του οφειλόμενου κεφαλαίου, το οποίο καταβάλλεται, είτε κεχωρισμένως, είτε κατόπιν αθροίσεως και των τόκων, οπότε σχηματίζεται το τοκοχρεώλυτρο. Όταν ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους της δανειακής συμβάσεως, να την καταγγείλει προώρως αν δεν πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές εκ του δανείου δόσεις, αφορώσες χρεώλυτρο ή τοκοχρεώλυτρο ή τόκο, γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία η σύμβαση του δανείου λύεται και επομένως ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος, που παρέχει στο δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολοκλήρου του οφειλομένου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας από την καταγγελία. Το δάνειο συνεπώς είναι τοκοχρεωλυτικό, με την έννοια ότι έχει συνομολογηθεί η εξόφληση του δια καταβολής είτε χρεωλύτρων και τόκων κεχωρισμένως, είτε ενιαίων τοκοχρεωλύτρων, υπό την αίρεση της εμπρόθεσμης και προσήκουσας καταβολής των δόσεων. Μόνον, όμως, όταν η αίρεση πληρωθεί και καταγγελθεί το δάνειο, δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο και η αξίωση του δανειστή προς απόδοση του δανείου υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή, ενώ αν δεν γίνει καταγγελία, η αξίωση των περιοδικών δόσεων, αφού αυτές διατηρούν την αυθυπαρξία τους, υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή (ΑΠ 751/2012, ΑΠ 747/2012, ΑΠ 1455/2007, ΑΠ 637/1997). Οι διατάξεις του άρθρου 86 παρ. 3 ν.2362/1995, κατά το οποίο χρηματική απαίτηση του Δημοσίου, που : α) απορρέει από σύμβαση που αυτό έχει καταρτίσει, παραγράφεται μετά εικοσαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο έγινε η εν στενή έννοια βεβαίωση αυτής, δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση του πρώην Ταμείου Νομικών, ως προς το οποίο εφαρμόζονται οι προαναφερόμενες διατάξεις, που κατισχύουν ως ειδικές των διατάξεων του τελευταίου αυτού νόμου (ΑΠ 1831/2006). Αντίθετη εκδοχή δεν συνάγεται από το άρθρο 1Β του ως άνω ν. 2362/1995 (το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3871/2010), κατά το οποίο για τους σκοπούς του νόμου αυτού οι κατωτέρω όροι έχουν την ακόλουθη έννοια: 1....2. Γενική Κυβέρνηση: περιλαμβάνει την Κεντρική Κυβέρνηση, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ) σύμφωνα με τα κριτήρια του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ΕΣΟΛ), δεδομένου ότι κατά την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου "Κεντρική Διοίκηση ή Δημόσιο ή Κράτος : περιλαμβάνει την Προεδρία της Δημοκρατίας, τα Υπουργεία και τις αποκεντρωμένες Διοικήσεις, καθώς και τις ανεξάρτητες Αρχές". Επίσης, η διάταξη του άρθρου 28 παρ. 4 εδ. β' του ν.2579/1998, κατά την οποία οι διατάξεις των άρθρων 11 του Κανονιστικού διατάγματος της 26 Ιουνίου - 10 Ιουλίου 1944 "περί Κωδικός των νόμων περί δικών του Δημοσίου" και 22 παρ. 4 του ν. 1868/1989 (ΦΕΚ Α' 230), έχουν εφαρμογή και επί των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ) και ότι τα πρόσωπα αυτά απαλλάσσονται, όπως και το Δημόσιο, από την υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε παραβόλου, τέλους, ενσήμου ή εισφοράς για την άσκηση ή την εκδίκαση αγωγών, ενδίκου μέσου ή βοηθήματος ή για τη διενέργεια οποιασδήποτε δικαστικής ή διαδικαστικής πράξης ενώπιον όλων των δικαστηρίων ή δικαστικών ή άλλων αρχών, ως γενική, δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση για το ζήτημα της παραγραφής των απαιτήσεων του πρώην Ταμείου Νομικών. Ήδη με το άρθρο 137 παρ. 1 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ Α' 58/3-4-2008), ορίστηκε ότι: "Κάθε απαίτηση των ΦΚΑ παραγράφεται εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μετά πέντε (5) έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε και κατέστη ληξιπρόθεσμη. Εάν η βεβαίωση του χρέους έγινε πριν αυτό καταστεί ληξιπρόθεσμο ολικά ή μερικά, η παραγραφή αρχίζει από τη λήξη του οικονομικού έτους, κατά το οποίο αυτό κατέστη ληξιπρόθεσμο. Για τα παρακάτω χρέη προς τους ΦΚΑ ισχύει η εικοσαετής παραγραφή, που αρχίζει από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από ειδικές διατάξεις που αφορούν τους ΦΚΑ και τους εντασσόμενους σε αυτούς φορείς κλάδους ή λογαριασμούς : α)... .β)... .γ).....δ) απαιτήσεις από χρηματικές αξιώσεις του φορέα που προέρχονται από συναφθείσα σύμβαση, ε) Απαιτήσεις που δημιουργούνται από συμβάσεις και διατάξεις τελευταίας βούλησης.....". Με τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 137 του ν.3655/2008, η ισχύς του οποίου αρχίζει στις 3-4-2008 (άρθρο 154), ρυθμίστηκε, μεταξύ άλλων, η παραγραφή απαιτήσεων υπέρ των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), υπάγονται δε σε αυτή και οι μη βεβαιωθείσες, κατά την έναρξη της ισχύος του, ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του ΦΚΑ, εφόσον όμως αυτές δεν είχαν παραγραφεί υπό το προγενέστερο νομικό καθεστώς, που προαναφέρθηκε (ΑΠ 1073/2019 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

Από την επανεκτίμηση της κατάθεσης του μάρτυρα του ανακόπτοντος που εξετάστηκε ένορκα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση, πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου (το καθού η ανακοπή δεν εξέτασε μάρτυρα), και όλων των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, τα οποία είναι πρόσφορα είτε για πλήρη απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 31-1-1996, ο ανακόπτων, δικηγόρος Αιγίου, σύναψε με το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ", του οποίου το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Αυτοαπασχολούμενων (Ε.ΤΑ.Α) - Τομέας Ασφάλισης Νομικών (ΤΑ.Ν) κατέστη καθολικός διάδοχος δυνάμει του άρθρου 25 του Ν. 3655/2008, σύμβαση δανείου αποκατάστασης σεισμοπαθών άμισθων ασφαλισμένων, κατοίκων της πόλης και της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αιγίου, ποσού 2.500.000 δραχμών, προκειμένου να καλύψει τις επείγουσες ανάγκες του, έπειτα από τον ισχυρό σεισμό που έπληξε την πόλη του Αιγίου στις 15-6-1995, σύμφωνα με την με αριθμό ./5-7-1995 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, που εγκρίθηκε με την με αριθμό ./16-11-1995 απόφαση του Γενικού Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και μέσα στα πλαίσια της με αριθμό ./19-9-1994 πράξης του Διοικητή και της με αριθμό ./22-9-1995 απόφασης της Επιτροπής Νομισματικών και Πιστωτικών θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος. Η διάρκεια αποπληρωμής του δανείου ορίσθηκε σε εξήντα ισόποσες μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, ποσού 53.735 δραχμών η καθεμία, της πρώτης καταβλητέας την 31-8-1997 και της τελευταίας την 31-7-2002. Σύμφωνα με τον με αριθμό 4 ρητό όρο της σύμβασης, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης ή μέρους αυτής ή και των τόκων, ο δανειολήπτης θα χρεώνεται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, όχληση ή επιταγή προς πληρωμή για τα καθυστερούμενα ποσά, από την ημέρα της καθυστέρησης μέχρι την εξόφληση, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, ενώ σε περίπτωση καθυστέρησης δύο ή περισσότερων δόσεων, το "Ταμείο Νομικών" δικαιούται να κηρύξει ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό του δανείου με τους τόκους υπερημερίας και να επιδιώξει την είσπραξη του. Ο ανακόπτων έλαβε το ποσό του δανείου, δεν κατέβαλε όμως καμία από τις οφειλόμενες τοκοχρεολυτικές δόσεις. Ακολούθως δυνάμει του άρθρου 25 του Ν 3655/2008 το καθού η ανακοπή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων-Τομέας Ασφάλισης Νομικών» κατέστη καθολικός διάδοχος του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Νομικών». Περαιτέρω, με την με αριθμό ./30.11.2012 απόφαση καταλογισμού ο Διευθυντής του Ταμείου του Τ.Α.Ν. καταλόγισε στον ανακόπτοντα οφειλή συνολικού ποσού (22.377,19 ) και ειδικά για κεφάλαιο (9.183,09 ) και για τόκους υπερημερίας (13.194,10 ), ενώ η ως άνω καταλογιστική πράξη εστάλη στην Δ.Ο.Υ. Αιγίου και εκδόθηκε η με αριθμό ./12-04-2013 ταμειακή βεβαίωση του Προϊσταμένου αυτής και εστάλη στον ανακόπτοντα η με αριθμό ./15.04.2013 ατομική ειδοποίηση χρεών. Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη στην αρχή της παρούσας, οι αξιώσεις του "Ταμείου Νομικών" για καταβολή των τοκοχρεολυτικών δόσεων από τη σύμβαση δανείου που είχε συνάψει με τον ανακόπτοντα, ενόψει του ότι η εν λόγω σύμβαση ουδέποτε καταγγέλθηκε, υπόκειντο στην πενταετή παραγραφή, κατ' άρθρο 250 περ. 15 ΑΚ. Τούτο, διότι, με το άρθρο μόνο του π.δ. 437/1977, εξαιρέθηκαν όλων των διατάξεων του ν.δ. 496/1974 οι ασφαλιστικοί οργανισμοί που υπάγονταν στην εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μεταξύ δε αυτών και το " Ταμείο Νομικών", που υπήχθη στην εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων με το άρθρο 36 παρ. 7 του ν.δ. 1/1968. Επομένως, δεν τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 44 του ν.δ. 496/1974, που ρυθμίζει την παραγραφή των αξιώσεων κατά και υπέρ των ΝΠΔΔ. Ούτε το ν.δ. 4114/1960 "περί Κώδικα Ταμείου Νομικών" περιείχε διάταξη που να ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα της παραγραφής των απαιτήσεων του Ταμείου, με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα, κατά τα ως άνω εκτιθέμενα, η διάταξη του άρθρου 250 περ. 15 ΑΚ. Επίσης σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση του πρώην ταμείου Νομικών η διάταξη του άρθρου 86 παρ. 3 ν.2362/1995, ενώ αντίθετη εκδοχή δεν συνάγεται από το άρθρο 1Β του ως άνω ν. 2362/1995 (το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3871/2010) και επομένως οι περί του αντιθέτου λόγοι έφεσης τυγχάνουν απορριπτέοι. Μετά την ισχύ του Ν. 3655/2008 (ΦΕΚ Α 58/3.4.2008), οι σχετικές αξιώσεις του  καθ' ου, που υπεισήλθε στη θέση του " Ταμείου Νομικών", για την καταβολή των τοκοχρεολυτικών δόσεων, που δεν είχαν ήδη παραγραφεί, ενόψει του ότι εκάστη αξίωση είναι αυτοτελής, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, παραγράφονται πλέον μετά εικοσαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου έγινε η εν στενή έννοια βεβαίωση αυτών. Στην προκείμενη περίπτωση, όμως, όλες οι τοκοχρεολυτικές δόσεις του επίδικου δανείου, η τελευταία των οποίων έπρεπε να καταβληθεί την 31-7-2002, έχουν υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 περ. 15 ΑΚ, που συμπληρώθηκε την 1-1-2008, ήτοι πριν τη θέση σε ισχύ του Ν. 3655/2008 (3-4-2008). Πρέπει δε να σημειωθεί ότι μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.3655/2008, στις 3-4-2008, το τέως Ταμείο Νομικών δεν ενεργοποίησε, με καταγγελία, τον προαναφερθέντα σχετικό  όρο της  σύμβασης του επιδίκου τοκοχρεωλυτικού δανείου, που παρείχε σε αυτό το δικαίωμα, σε περίπτωση καθυστέρησης δύο ή περισσοτέρων δόσεων, να κηρύξει ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό του δανείου με τους τόκους υπερημερίας, με συνέπεια οι αξιώσεις των περιοδικών τοκοχρεωλυτικών δόσεων τούτου να διατηρήσουν την αυτοτέλεια τους, εξακολουθώντας να υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 αρ. 15 ΑΚ, η οποία είχε ήδη συμπληρωθεί κατά τον ως άνω χρόνο (3-4-2008), δεδομένου ότι στον ανωτέρω παρατεθέντα όρο 4 της σύμβασης δεν περιέχεται όρος αυτοδίκαιης λύσης της για την ως άνω περίπτωση καθυστέρησης των τοκοχρεωλυτικών δόσεων του επίδικου δανείου αλλά δικαίωμα καταγγελίας σε περίπτωση καθυστέρησης δυο δόσεων και ο περί του αντιθέτου λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί (βλ. και ad hoc ΑΠ 1073/2019 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ) Ούτε το με αριθμό ./3.4.2012 έγγραφο του Διευθυντή Οικονομικού του TAN που εστάλη στον ανακόπτοντα με το οποίο του δηλώθηκε ότι η οφειλή του έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη την 31.7.2002 και κλήθηκε να εξοφλήσει όλο το ποσό του δανείου έχει ισχύ καταγγελίας, ως συνταχθέν μετά την συμπλήρωση της παραγραφής των αξιώσεων του καθού. Κατόπιν αυτών, η εκκαλουμένη απόφαση που έκανε δεκτούς ως ουσιαστικά βάσιμους τους τέταρτο, πέμπτο και έκτο λόγους της ανακοπής και ακύρωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις ήτοι τις με αριθμούς α) ../30.11.2012 απόφαση καταλογισμού οφειλής προς είσπραξη που εξέδωσε ο Διευθυντής οικονομικού του καθού η ανακοπή και β) ./12.4.2013 ταμειακή βεβαίωση του προϊσταμένου της ΔΟΥ Αιγίου δεν έσφαλε και οι περί του αντιθέτου λόγοι έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι και να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση στο σύνολο της και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), αφού η νομική υπεράσπιση της ένδικης υπόθεσης του εκκαλούντος δεν διεξήχθη από αντιπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 22 § 1 του ν. 3693/1957 "Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διατάξεων", η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου που περιλαμβάνεται στις δαπάνες, οι οποίες θα αποδοθούν στο διάδικο που νίκησε μειώνεται μέχρι το μισό του ελαχίστου ορίου της διατίμησης και δεν μπορεί να υπερβεί κάποιο χρηματικό ποσό αναπροσαρμοζόμενο κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεο3ς (άρθρο 5 § 12 του ν. 1737/1987). Κατά την §3 του ίδιου άρθρου οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στις δίκες στις οποίες διάδικος είναι υπουργός ή νομάρχης ή πρόσωπο του οποίου η νομική υπηρεσία διεξάγεται δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Από τη διατύπωση της τρίτης παραγράφου προκύπτει ότι μόνο στα νομικά πρόσωπα η νομική υπηρεσία των οποίων διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ. έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 περί μειώσεως της αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου κ.λπ. Συνεπώς, το γεγονός ότι ορισμένο ν.π.δ.δ. απολαύει, βάσει διατάξεως νόμου, των απαλλαγών, ατελειών και προνομίων του Δημοσίου δεν δικαιολογεί την εφαρμογή και των παραπάνω διατάξεων για τη δικαστική δαπάνη, αφού δεν πρόκειται για προνόμιο ή απαλλαγή, αλλά για διάταξη αναφερόμενη στη δικαστική υπεράσπιση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΑΠ 366/2017, ΑΠ 589/2015).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

 ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση.

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατ’ ουσίαν

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου για τον παρόντα δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας την οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, στις 31-3-2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

και ταύτης μετατεθείσας

η Διευθύνουσα το Εφετείο Πατρών

 

ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΚΑΡΑΤΖΑ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΦΕΤΩΝ