ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΚαλαμάτας 130/2018

 

Έφεση - Προστασία καταναλωτών - ΓΟΣ - Σύμβαση δανείου - Τράπεζες - Υπολογισμός τόκου με βάση έτος 360 ημερών - Ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής - Λόγοι έφεσης -.

 

Ακυρος ΓΟΣ δανειακής σύμβασης βάσει του οποίου ο υπολογισμός τόκου θα γίνεται με βάση έτος 360 ημερών. Παράνομη και μη εκκαθαρισμένη απαίτηση που επιδικάσθηκε με την διαταγή πληρωμής που προσβλήθηκε με ανακοπή. Ορισμένος λόγος έφεσης για παραβίαση του άρθρου 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994 περί προστασίας καταναλωτών. Η χρήση ημερολογιακού έτους 360 ημερών προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας. Ακύρωση της σχετικής διαταγής πληρωμής.

 

 

 

Αριθμός 130/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

 

 

Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Βασιλική Ταφύλη, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο Εφετών, και από τη Γραμματέα Ρουμπίνη Χριστοπούλου.-

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Των εκκαλούντων : 1) ... κατοίκου Αρεόπολης Λακωνίας και 2) ... Λακωνίας, που παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Βασιλείου Δημαρέση.

 

Της εφεσίβλητου : Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΕ» και το διακριτικό τίτλο «ALFA ΒΑΝΚ», που εκπροσωπείται νόμιμα και έχει έδρα την Αθήνα  ως καθολικής διαδόχου λόγω συγχώνευσης δια απορροφήσεως της πρώην τραπεζικής ΑΕ με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Τιμόθεου Μπελογιάννη.

 

Στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, κατατέθηκαν : α) με αύξ. αριθ. εκθ. καταθ. ./17-9-2015, η από 16.9.2015 ανακοπή κατά της υπ' αριθμ. ./2015 Διαταγής Πληρωμής καταθ: και β) με αύξ. αριθ. εκθ. καταθ. ./17-9-2015, η από 16.9.2015 ανακοπή κατά της υπ' αριθμ. ./2015 Διαταγής Πληρωμής των ήδη εκκαλούντων.

 

Επί της πρώτης ανακοπής εκδόθηκε η υπ' αριθ. 52/2017 και επί της δεύτερης η υπ' αριθμ. 53/2017 οριστικές αποφάσεις του παραπάνω Δικαστηρίου, με τις οποίες απορρίφθηκαν οι ανακοπές.

 

Τις αποφάσεις αυτές προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι πρωτόδικα ανακόπτοντες, με την από 12-2-2018 έφεσή τους, που πήρε αύξ. αριθ. εκθ. καταθ. ./12.2.2018 (αριθ. Εφετείου ./12-2-2018).

 

Για την έφεση αυτή ορίστηκε δικάσιμος η 19-3-2018, κατά την οποία, εκφωνήθηκε η υπόθεση από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε, αφού παραστάθηκαν οι-διάδικοι όπως παραπάνω αναφέρεται.

 

 

Το Δικαστήριο μελέτησε τη δικογραφία και

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

 

Κατά το άρθρο 247 παρ. 1 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ' έφεση δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση διαδίκου να διατάξει να συζητηθούν χωριστά περισσότερες αιτήσεις που υποβλήθηκαν με το ίδιο δικόγραφο. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι με το ίδιο δικόγραφο μπορεί να προσβληθούν με έφεση περισσότερες αποφάσεις, αρκεί να έχουν εκδοθεί μεταξύ των ίδιων διαδίκων και κατά το ίδιο είδος διαδικασίας. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για σώρευση στο ίδιο δικόγραφο περισσοτέρων ενδίκων μέσων εφέσεως, καθένα από τα οποία κρίνεται αυτοτελώς ως προς το παραδεκτό και ουσία βάσιμο αυτού (βλ. Σαμουήλ Σαμουήλ «η έφεση», έκδοση 2009, σελ. 21). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 528 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις των άρθρων 29-33 του Ν. 3994/2011 "Έξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της πολιτικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις" έγινε επάνοδος στο σύστημα των επαχθών συνεπειών της ερημοδικίας των διαδίκων ενώπιον των πρωτοβαθμίων δικαστηρίων, δηλαδή στην περίπτωση της ερημοδικίας του ανακόπτοντος στην διαδικασία των πιστωτικών τίτλων, αν αυτός δεν λάβει κανονικά μέρος στην δίκη, το Δικαστήριο συζητεί την υπόθεση χωρίς αυτόν και απορρίπτει την ανακοπή. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Από τη διάταξη αυτή, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της έφεσης κατά απόφασης που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο της εφέσεως και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται δηλαδή η ευκαιρία, επειδή δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, να ακουστεί και να προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που η απουσία του, ενδεχομένως επέφερε (βλ. ΑΠ 575/2015, ΑΠ 394/2011 και ΑΠ 1015/2005 Νόμος). Προϋπόθεση όμως προς τούτο είναι έφεση να περιέχει ένα τουλάχιστον λόγο, που θα κριθεί ορισμένος, νόμιμος και λυσιτελής, όπως επιβάλλει το άρθρο 520 ΚΠολΔ, διότι αν δεν υπάρχει ένας τουλάχιστον ορισμένος λόγος έφεσης το δικόγραφο της έφεσης είναι άκυρο (βλ. «Η έφεση, συστηματική κατ' άρθρο ερμηνεία», έκδοση Νομικής βιβλιοθήκης 2017, στο άρθρο 528, σελ 301, αντίθετα ότι δεν απαιτείται να περιέχει παραδεκτό και βάσιμο λόγο Χαρ. Απαλαγάκη ΚΠολΔ κατ' άρθρο ερμηνεία, έκδοση 2013, στο αρθρ. 528, σελ. 1068, σχετ. ΑΠ 394/11, ΑΠ 1140/08 ΕφΛαρ 4/2014, ΕφΠειρ 50/2014 Νόμος). Ακόμη, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106, 159 § 3 και 160 § 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, η παράβαση διάταξης που ρυθμίζει τη διαδικασία, συνεπάγεται ακυρότητα ή απαράδεκτο, που απαγγέλλει το δικαστήριο, μόνο με τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης (βλ. ΑΠ 1286/2002, ΕλλΔνη 44. 124). Περίπτωση απαραδέκτου συντρέχει και όταν αυτό επιβάλλεται από το νόμο προς εξασφάλιση δικονομικού δικαιώματος, όπως είναι πρωτίστως το καθιερούμενο από το άρθρο 110 § 2 ΚΠολΔ θεμελιώδες δικονομικό δικαίωμα της υπεράσπισης. Το εκπρόθεσμο, όμως, της κλήτευσης διαδίκου (άρθρ. 228 ΚΠολΔ) ο οποίος παρέστη κατά τη συζήτηση, καθιστά άκυρη την κλήτευσή του και προσβάλλει το δικαίωμα της υπεράσπισής του, μόνο υπό την προϋπόθεση του άρθρου 159 § 3 ΚΠολΔ (βλ. ΟλΑΠ 2/2001, ΕλλΔνη 42. 375, ΕφΑΘ 4336/2007 ΝοΒ 2008, 1836), ήτοι της επίκλησης της ακυρότητας επίδοσης ή της μη κλήτευσης και του στοιχείου της βλάβης (βλ. ΑΠ 297/1989, ΕλλΔνη 31. 335, ΕφΑΘ 8752/2004, ΕλλΔνη 47. 265). Τέλος, από το άρθρο 526 ΚΠολΔ προκύπτει ότι είναι απαράδεκτη στην κατ' έφεση δίκη η με το δικόγραφο της έφεσης ή με τις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου κάθε μεταβολή της βάσης, του αντικειμένου και του αιτήματος της αγωγής, και αν ο αντίδικος του ενάγοντος συναινεί. Το απαράδεκτο λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο (βλ. ΑΠ 330/2015, ΑΠ 1704/2007, ΑΠ 1077/2003 Νόμος).

 

ΙΙ. Κατά το άρθρο 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994 "περί προστασίας των καταναλωτών", όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 του Ν. 3587/2007 (ΦΕΚ Α 152/10-7-2007), οι γενικοί όροι των συναλλαγών, δηλαδή οι όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για αόριστο αριθμό μελλοντικών συμβάσεων, απαγορεύονται και είναι άκυροι, αν έχουν ως αποτέλεσμα την διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή, όπως είναι και ο πελάτης της τράπεζας, στον οποία αυτή, χωρίς ουσιαστική διαπραγμάτευση, αλλά με βάση προδιατυπωμένους όρους, χορηγεί, εκτός των άλλων, καταναλωτικά ή στεγαστικά δάνεια. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας τέτοιου γενικού όρου ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψη της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται. Ο περιέχων τη διάταξη αυτή νόμος 2251/1994 αποτελεί ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5-4-1993 "σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες συμβάσεων που συνάπτονται με τους καταναλωτές". Στο άρθρο 3 παρ. 1 της εν λόγω οδηγίας ορίζεται, ότι "ρήτρα σύμβασης που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, θεωρείται καταχρηστική, όταν, παρά την απαίτηση της καλής πίστης, δημιουργείται εις βάρος του καταναλωτή ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των μερών, τα απορρέοντα από τη σύμβαση". Με τους Γενικούς Όρους Συναλλαγών (ΓΟΣ), είτε επιχειρείται απόκλιση από ρυθμίσεις του ενδοτικού δικαίου είτε ρυθμίζονται πρόσθετα στοιχεία που δεν αντιμετωπίζονται από διατάξεις του ενδοτικού δικαίου. Η ρύθμιση της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 αποτελεί εξειδίκευση της γενικής αρχής του άρθρου 281 του ΑΚ, κατά την οποία απαγορεύεται η καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος ή η κατάχρηση ενός θεσμού, όπως είναι η συμβατική ελευθερία. Με τους ΓΟΣ δεν απαγορεύεται η απόκλιση από οποιαδήποτε διάταξη ενδοτικού δικαίου, αλλά μόνο από εκείνες που φέρουν  καθοδηγητικό χαρακτήρα ή σε περίπτωση άτυπων συναλλακτικών μορφών από τα ουσιώδη για την επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της φύσης της σύμβασης δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών, που απηχούν πράγματι δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη για το συγκεκριμένο είδος συναλλαγής. Εξάλλου, εκτός από την ανωτέρω γενική ρήτρα για την καταχρηστικότητα των Γ.Ο.Σ. που συνεπάγονται διατάραξη της συμβατικής ισορροπίας, στην παράγραφο 7 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 απαριθμούνται ενδεικτικώς και τριάντα μία περιπτώσεις γενικών όρων που θεωρούνται άνευ ετέρου (per se) καταχρηστικοί, χωρίς ως προς αυτούς να ερευνάται η συνδρομή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας, αφού αυτοί θεωρούνται κατ' αμάχητο τεκμήριο ότι έχουν καταχρηστικό χαρακτήρα. Μεταξύ των καθοδηγητικών αρχών που συνάγονται από τις ειδικές αυτές περιπτώσεις είναι και η αρχή της διαφάνειας, σύμφωνα με την οποία οι Γ.Ο.Σ. πρέπει να είναι διατυπωμένοι με τρόπο σαφή και κατανοητό, ώστε ο καταναλωτής να είναι σε θέση να διαγνώσει εκ των προτέρων κρίσιμα στοιχεία ή μεγέθη της σύμβασης, όπως τη διάρκειά της και τα μεγέθη που περικλείονται στη βασική σχέση παροχής και αντιπαροχής(βλ. ΟλΑΠ 17/2007 Νόμος). Κατά τον έλεγχο του περιεχομένου ενός Γ.Ο.Σ. εξετάζεται σε πρώτη φάση αν αντίκειται σε απαγορευτική  ρήτρα,  που  συγκαταλέγεται  στην ενδεικτική απαρίθμηση του καταλόγου του άρθρου 2 παρ. 7, ο οποίος περιέχει "per se" καταχρηστικές ρήτρες. Σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος ελέγχεται κατά πόσο ο συγκεκριμένος ΓΟΣ περιέχει απόκλιση από ουσιώδεις αξιολογήσεις καθοδηγητικού χαρακτήρα του ενδοτικού δικαίου (βλ. ΟλΑΠ 6/2006, ΑΠ 652/2010. ΑΠ 1987/2000, ΕφΘεσ 459/2011 Νόμος). Εξάλλου, ο υπολογισμός του τόκου, με βάση το έτος των 360 ημερών προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας, που επιτάσσει το προαναφερόμενο άρθρο 2 παρ. 6 του Ν. 2251/1994. Με το να υπολογίζεται το επιτόκιο σε έτος 360 ημερών, ο καταναλωτής δεν πληροφορείται το πραγματικό ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ.3 ΑΚ. Η δανείστρια Τράπεζα διασπά, με τον εν λόγω όρο, εντελώς τεχνητά και κατ' απόκλιση των δικαιολογημένων προσδοκιών του καταναλωτή, το χρονικό διάστημα (έτος), στο οποίο όφειλε να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη επιβάρυνση του καταναλωτή-δανειολήπτη, ο οποίος δοθέντος ότι το επιτόκιο της μίας ημέρας προσδιορίζεται με βάση το έτος 360 ημερών, επιβαρύνεται για κάθε ημέρα με τόκους μεγαλύτερους κατά 1,3889%, αφού το επιτόκιο υποδιαιρείται για τον προσδιορισμό του τόκου προς 360 ημέρες, χωρίς αυτή η μεγαλύτερη επιβάρυνση του να μπορεί να δικαιολογηθεί με την επίκληση κάποιου σύνθετου χαρακτήρα της παρεχόμενης υπηρεσίας ή από κάποιους εύλογους για τον καταναλωτή λόγους ή από κάποιο δικαιολογημένο ενδιαφέρον της Τράπεζας, ιδίως μάλιστα στη σύγχρονη εποχή, όπου τα ηλεκτρονικά μέσα προσφέρουν χωρίς καμία πρόσθετη δυσχέρεια τη δυνατότητα για τον επακριβή υπολογισμό των τόκων με έτος 365 ημερών. ’λλωστε, το έτος των 365 ημερών ισχύει και εφαρμόζεται σήμερα στη καταναλωτική πίστη με τη στενή έννοια, κατ' επιταγή της κοινοτικής Οδηγίας 98/7/ΕΚ που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας  δίκαιο με την ΚΥΑ Ζ1 -178/13-2-2001 (ΦΕΚ ΕΓ 255/9-3-2001, της με αριθμό Ζ1-798/25-6-2008 (ΦΕΚ Β' 1353/11-7-2008) απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης, όπως ισχύει τροποποιημένη με την υπ' αριθ. Ζ1-21/17-1-2011 (ΦΕΚ Β' 21/18-1-2011) απόφαση του ιδίου ως άνω Υπουργού (κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 21 του άρθρου 10 του Ν. 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 3587/2007), με την οποία, ενσωματώθηκε την ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία 2005/29 «για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά» (βλ. ΣτΕ 1210/2010 Νόμος), δυνάμει της οποίας απαγορεύεται ρητά σε συμβάσεις στεγαστικών δανείων η αναγραφή  του όρου που προβλέπει υπολογισμό τόκων με βάση έτος 360 ημερών, αντί του ημερολογιακού έτους και γ) της κοινοτικής Οδηγίας 2008/48/ΕΚ που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με την ΚΥΑ Ζ1-699/23-6-2010 (ΦΕΚ Β' 917/23-6-2010), γεγονός που καταδεικνύει τη σημασία που αποδίδει τόσο ο κοινοτικός όσο και ο εθνικός νομοθέτης για τον κατ' αυτό τον τρόπο ακριβή προσδιορισμό του επιτοκίου (βλ. ΑΠ 430/2005, Εφ Πειρ 711/2011 Νόμος).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται για συζήτηση η από 12-2-2018 και με αριθμό κατάθεσης 2/12-2-2018 έφεση, με την οποία προσβάλλονται οι υπ' αριθ. 52/2017 και 53/2017 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, που εκδόθηκαν ερήμην των ανακοπτόντων - εκκαλούντων και κατά την διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (άρθ. 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 4055/2012, που τέθηκε σε ισχύ από 2¬4-2012). Πρόκειται για σώρευση στο ίδιο δικόγραφο δύο εφέσεων, η οποία είναι παραδεκτή, διότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις αφορούν τους ίδιους διαδίκους και έχουν εκδοθεί με την ίδια διαδικασία.

 

Επομένως, πρέπει να ερευνηθούν ξεχωριστά η καθεμιά ως προς το παραδεκτό και βάσιμο αυτής.

 

Α) Η πρώτη έφεση, με την οποία προσβάλλεται η υπ' αριθ. 52/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου.

 

Οι ανακόπτοντες άσκησαν κατά της καθής ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ», ως καθολικής διαδόχου της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», στο Μονομελές Πρωτοδικείο Γυθείου, την από 16-9-2015 και με αριθμό κατάθεσης ./17-9-2015 ανακοπή. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 20-9-2017, εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της μόνο η καθής η ανακοπή. Αντίθετα, οι ανακόπτοντες οι οποίοι επέσπευσαν τη συζήτηση της υπό κρίση ανακοπής για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 8-6-2016, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 20-9-2017 (άρθρο 226 παρ. 4 ΚΠολΔ) δεν παραστάθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συζήτησε την υπόθεση ερήμην των ανακοπτόντων και κατά την διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (άρθ. 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 4055/2012, που τέθηκε σε ισχύ από 2-4-2012), εξέδωσε την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 52/2017 οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε την ανακοπή και επικύρωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, δίχως περαιτέρω έρευνα της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των λόγων της ανακοπής, επειδή η δικονομική θέση του ανακόπτοντος ταυτίζεται με εκείνη του ενάγοντος, κατ' άρθρο 272 παρ. 1 ΚΠολΔ, και εκ της ερημοδικίας του συνάγεται τεκμήριο παραίτησης από την ανακοπή. Κατόπιν τούτου, οι ηττημένοι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν την υπό κρίση πρώτη έφεση, με την οποία ζητούν, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου της: α) να εξαφανιστεί η παραπάνω απόφαση, για τους διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της έφεσης λόγους, με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή τους, β) να ακυρωθεί η από 16-5-2017 β επιταγή προς πληρωμή κάτω από το αντίγραφο εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθ. ./2015 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου και η υπ' αριθ. ./30-10-2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Καλαμάτας ..., με τις οποίες επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος τους από την καθής η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη και γ) να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει στον καθένα από αυτούς το χρηματικό ποσό των 250.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από τις αναφερόμενες στο δικόγραφο της παράνομες πράξεις της. Η έφεση περιέχει ένα τουλάχιστον ορισμένο, νόμιμο και λυσιτελή λόγο, ο οποίος συνίσταται σε παραβίαση του άρθρου 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994 "περί προστασίας των καταναλωτών", όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 2 του Ν. 3587/2007, δεδομένου ότι η δανειακή σύμβαση περιέχει μεταξύ άλλων τον γενικό όρο του υπολογισμού των τόκων με βάση έτος 360 ημερών, ο οποίος είναι άκυρος και καθιστά παράνομη και μη εκκαθαρισμένη την απαίτηση της καθής. Περαιτέρω, έχει ασκηθεί νομότυπα, και εντός της διετούς προθεσμίας από την δημοσίευση της (άρθ. 495 παρ. 1, 511, 513 παρ 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, 591 παρ. 1, όπως το πρώτο, το έβδομο και το όγδοο από αυτά αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο και τέταρτο του Ν. 4335/2015, άρχισαν να ισχύουν από 1-1-2016 κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 και καταλαμβάνουν και το κρινόμενο ένδικο μέσο κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ίδιου νόμου). Το γεγονός ότι το δικόγραφο της κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 12-2-2013 και κοινοποιήθηκε στην εφεσίβλητη στις 23-2-2018, δηλ. περισσότερο από τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης που έλαβε χώρα στην δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης (19.03.2018), δεν την καθιστά απαράδεκτη ελλείψει προδικασίας, διότι η εφεσίβλητη παρέστη προσηκόντως κατά την εκδίκαση της, κατέθεσε προτάσεις και ανέπτυξε πλήρως την άμυνα της, χωρίς να επικαλεστεί οποιαδήποτε δικονομική βλάβη της, σύμφωνα με το άρθρο 159 παρ. 3 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή τυπικά και κατ' ουσία και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζοντα, από την ίδια. Ακολούθως, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, και να ερευνηθεί η ανακοπή ως προς τους όρους του παραδεκτού της (άρθ. 524 παρ 1, 533 και 591 παρ. 7, όπως το πρώτο και το τελευταίο αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρα τρίτο και τέταρτο του Ν. 4335/2015, και άρχισαν να ισχύουν από 1-1-2016 κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του ίδιου νόμου ΚΠολΔ), δεδομένου ότι έχει κατατεθεί και το απαιτούμενο για την άσκηση της έφεσης παράβολο (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ). Με την προαναφερόμενη ανακοπή οι ανακόπτοντες ζητούσαν, για τους λόγους που αναφέρουν σ' αυτή, να ακυρωθεί η υπ' αριθ. ./2015 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθής, σε ολόκληρο ο καθένας, το συνολικό ποσό των 293.513,91 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, για απαίτηση της προερχόμενη από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου και τις πρόσθετες πράξεις που συνάφθηκαν μεταξύ τους και να καταδικαστεί η καθής στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων τους.

 

Η ως άνω ανακοπή αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπο φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (αρθρ. 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 Ν. 3994/2011, 632, 584, 585 ΚΠολΔ), και πρέπει να εκδικαστεί κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (βλ. άρθρο 632 §2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 § 1 του Ν. 4055/2012 που τέθηκε σε ισχύ από 02-04-2012), παρά το γεγονός ότι εισάγεται με την τακτική διαδικασία, για λόγους οικονομίας της δίκης, εφόσον το Δικαστήριο είναι καθ' ύλην αρμόδιο και έχει τηρηθεί η απαιτούμενη προδικασία (βλ. ΕφΛαρ 252/2012, Δικογραφία 2012, σελ. 585, ΕφΑΘ 1505/2010, ΕφΑΔ 2010, σελ. 1385). Ως προς τα κεφάλαια όμως της ακύρωσης της από 16-5-2017 β επιταγής προς πληρωμή και της υπ' αριθ. 459/30-10-2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων και της επιδίκασης στον καθένα από τους ανακόπτοντες χρηματικής ικανοποίησης 250.000 ευρώ, που συμπληρώθηκαν με την έφεση η εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής (άρθρο 632 § 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 585 § 1 και 215 επ. ΚΠολΔ), η οποία αναστέλλεται για το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου (άρθρο 147 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 6.8.2015 (βλ. τις υπ' αριθμ. ./6.8.2015 και ./6-8-2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή τού Πρωτοδικείου Γυθείου ...), και η ένδικη ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 17-9-2015 (βλ. την υπ' αριθ. 72/17-9-2015 έκθεση κατάθεσης της γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου) και επιδόθηκε στην καθ' ης η ανακοπή στις 18.9.2015 (βλ. σχετική επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή επί του προσκομισθέντος αντιγράφου της κρινόμενης ανακοπής). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

 

Από τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε ως δικαστικά τεκμήρια, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με την υπ' αριθ. .../26-6-2006 σύμβαση στεγαστικού δανείου, το από 26-6-2006 προσάρτημα Α και την από 27-6-2007 πρόσθετη πράξη, που συνάφθηκαν στο Γύθειο, η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», στη θέση της οποίας υπεισήλθε ως καθολική διάδοχος η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ», λόγω συγχώνευσης, με απορρόφηση της πρώτης από τη δεύτερη, χορήγησε στους ανακόπτοντες στεγαστικό δάνειο, ύψους 280.000 - ευρώ για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών τους. Η ανωτέρω σύμβαση, όπως συμπληρώθηκε από τις υπόλοιπες πράξεις, ως προς τους ουσιώδεις όρους της προέβλεπε, εκτός άλλων, τα εξής: α) το δάνειο χορηγείται από την Τράπεζα στους οφειλέτες, για την αγορά των αναφερομένων σ' αυτή δύο ακινήτων, β) το δάνειο θα αποδοθεί στη δανείστρια Τράπεζα εντός χρονικού διαστήματος 40 ετών και με 480 ίσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, της πρώτης καταβλητέας ένα μήνα μετά την εκταμίευση του δανείου, γ) το επιτόκιο για τον πρώτο χρόνο είναι σταθερό 3,50 %, πλέον κόστους υποχρεωτικής συνεισφοράς 0,12% του Ν. 128/1975, για τα επόμενα τρία έτη  είναι  σταθερό 4,50% πλέον κόστους υποχρεωτικής συνεισφοράς 0,12% και για τα υπόλοιπα έτη είναι κυμαινόμενο και ίσο πάντοτε με το εκάστοτε ισχύον βασικό επιτόκιο στεγαστικών δανείων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται μόνο στην έναρξη ημερολογιακού  τριμήνου, εφόσον η σωρευτική μεταβολή του επιτοκίου αναφοράς Euribor τριμήνου είναι τουλάχιστον κατά 0,10 της εκατοστιαίας μονάδας από την ημερομηνία τελευταίας αναπροσαρμογής, πλέον κόστους υποχρεωτικής συνεισφοράς 0,12% του, δ) οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών καθ' όλη τη διάρκεια της σύμβασης, ε) σε περίπτωση που καθυστερείται η πληρωμή μηνιαίας, τριμηνιαίας ή εξαμηνιαίας δόσης του δανείου, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του τριμήνου η δανείστρια τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση και να αναζητήσει με κάθε νόμιμο τρόπο το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού του δανείου, μαζί με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας και τόκους εξ ανατοκισμού, υπολογιζόμενους ανά εξάμηνο, μέχρι την ημερομηνία εξόφλησης του, πέραν τυχόν εξόδων που θα βαρύνουν τους οφειλέτες, ε) οι ληξιπρόθεσμες οφειλές συμπεριλαμβανομένων των τόκων και των τυχόν εξόδων αν δεν καταβληθούν εκτοκίζονται από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης με επιτόκιο υπερημερίας, το οποίο ήταν τότε 2,50%, πλέον του συμβατικού επιτοκίου και ανατοκίζονται ανά εξάμηνο, στ) η Τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση, και να αναζητήσει με κάθε νόμιμο τρόπο το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού του δανείου πλέον τόκων και τυχόν εξόδων που θα επιβαρύνουν τον οφειλέτη, σε περίπτωση παράβασης οποιουδήποτε όρου και ζ) η δανείστρια θα τηρεί λογαριασμό στα βιβλία της, στον οποίο θα καταχωρούνται στη στήλη χρέωσης οι αναλήψεις του δανείου, οι συμβατικοί και υπερημερίας τόκοι και τα έξοδα της που γίνονται εξαιτίας του δανείου και στη στήλη της πίστωσης οι καταβολές των οφειλετών.... Απόσπασμα που θα εξάγει από τα βιβλία της και θα εμφανίζει τον παραπάνω λογαριασμό και το υπόλοιπο που θα οφείλεται, συμφωνείται ότι θα αποτελεί πλήρη απόδειξη της απαίτησης της δανείστριας κατά των οφειλετών.

 

Περαιτέρω, με την υπ' από 20-3-2013 πρόσθετη πράξη που συνάφθηκε στο Γύθειο μεταξύ των ίδιων συμβαλλομένων οι οφειλέτες αναγνώρισαν και ρύθμισαν την οφειλή τους, και συμφώνησαν : α) την αποπληρωμή του ανεξόφλητου υπολοίπου του δανείου το οποία ανερχόταν τότε στο ποσό των 276.950,01 ευρώ, σε 399 προοδευτικά αυξανόμενες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με κυμαινόμενο επιτόκιο, το οποίο περιλαμβάνει το βασικό επιτόκιο, το οποίο ισούται, με το προσφερόμενο κατά την ημερομηνία της ρύθμισης του δανείου επιτόκιο διατραπεζικών δανείων τρίμηνης διάρκειας (euribor) και θα αναπροσαρμόζεται κάθε ημερολογιακό τρίμηνο, το περιθώριο, το οποίο ισούται με 3,40% ετησίως και το κόστος της υποχρεωτικής εισφοράς 0.12% και β) τη χορήγηση δωδεκάμηνης περιόδου χάριτος. Η καθής, εκταμίευσε εφάπαξ το δάνειο στις 27-6-2006, το οποίο κινήθηκε διαδοχικά με τους υπ' αριθ. ... λογαριασμούς. Λόγω μη εμπρόθεσμης και τακτικής εξυπηρέτησης του δανείου η καθής έκλεισε οριστικά με καταγγελία στις 2-10-2014 τον τελευταίο λογαριασμό, ο οποίος εμφάνιζε χρεωστικό υπόλοιπο κατά το χρόνο εκείνο υπέρ αυτής 293.513,91 ευρώ. Η καθής γνωστοποίησε στους ανακόπτοντες με την από 28-1-2015 εξώδικη δήλωση και πρόσκληση, που τους επιδόθηκε στις 3-2-2015 (βλ. τις υπ' αριθ. ./3-2-2015 και ./3-2-2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Γυθείου …), το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού με το υπάρχον χρεωστικό υπόλοιπο και τους κάλεσε να το εξοφλήσουν με τους τόκους και τα έξοδα, αυτοί όμως δεν ανταποκρίθηκαν. Ακολούθως, η καθής υπέβαλε κατά των ανακοπτόντων την από 20-2-2015 αίτηση στον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης υπ' αριθ. ./2015 διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκαν οι ανακόπτοντες, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να της καταβάλουν το παραπάνω ποσό, με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη του κλεισίματος του λογαριασμού (3-10-2014) μέχρι την εξόφληση, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων τόκων, οι οποίοι ανατοκίζονται ανά εξάμηνο και των εξόδων από 2.940 ευρώ. Η καθής κοινοποίησε στις 6-8-2016 στους ανακόπτοντες αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της παραπάνω διαταγής πληρωμής. Κατά της παραπάνω διαταγής πληρωμής οι ανακόπτοντες άσκησαν την υπό κρίση ανακοπή, με την οποία ζητούν την ακύρωσή της.

 

Με τον τέταρτο λόγο της ανακοπής οι ανακόπτοντες επικαλούνται, μεταξύ άλλων, ότι ο προαναφερόμενος γενικός όρος της δανειακής σύμβασης, ο οποίος ορίζει ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών είναι άκυρος και συνεπώς ότι είναι παράνομη και μη εκκαθαρισμένη η απαίτηση που επιδικάστηκε με την ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής. Ο λόγος αυτός είναι πλήρως ορισμένος, κατ' απόρριψη του αντίθετου ισχυρισμού της καθής ότι έπρεπε οι ανακόπτοντες να προσδιορίζουν στο δικόγραφο της ανακοπής την επιβάρυνση από τη διαφορά των πέντε ημερών που καταλήγει σε όφελος της, διότι δεν πλήττει το λογιστικό υπολογισμό της επιδικασθείσας απαίτησης, αλλά πρώτιστα το κύρος του σχετικού συμβατικού όρου, η εφαρμογή του οποίου οδήγησε στην παράνομη επαύξηση της οφειλής των ανακοπτόντων. Περαιτέρω, είναι νόμιμος διότι η χρήση ημερολογιακού έτους 360 ημερών δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα και είναι παράνομη ακόμα και όταν έχει συμφωνηθεί ως Γ.Ο.Σ. μεταξύ των μερών, λόγω αντίθεσης της στην ουσιαστική διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6 του Ν. 2251/1994 καθώς προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας. Οι ανακόπτοντες κατά την ανάγνωση των εγγράφων βρέθηκαν σε σύγχυση και ανασφάλεια και μόνο από τη χρήση του. Εξαιτίας του επιβαρύνθηκαν με τόκους περισσότερους κατά 1,8889% για κάθε ημέρα, οι οποίοι κατά τη λειτουργία της σύμβασης κεφαλαιοποιούνταν και ανατοκίζονταν ανά εξάμηνο Συνεπεία των ανωτέρω, η απαίτηση της καθής κατέστη ανεκκαθάριστη, λόγω της ενσωμάτωσης σ' αυτή των ως άνω παρανόμως υπολογιζόμενων επιπλέον τόκων καθώς και των ποσών που προέκυπταν από τον ανατοκισμό τους. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής και όχι στην έκδοση απόφασης περί διενέργειας λογιστικής πραγματογνωμοσύνης η οποία ενδεχομένως θα ήταν η προσήκουσα αν επιδιωκόταν η επιδίκαση της απαίτησης εκ δανείου με αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, είναι όμως ανεπίτρεπτη στη δίκη της ανακοπής στην οποία κρίνεται πρωτίστως αν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις έκδοσης της διαταγής πληρωμής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης διότι συνιστά εκ των υστέρων αναδρομική αναπλήρωση της διαπιστούμενης έλλειψης των άνω προϋποθέσεων, με αποδεικτικό μέσο το οποίο δεν είναι πρόσφορο για την έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς δεν είναι έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 623 ΚΠολΔ. Επομένως, ο ερευνώμενος λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος. Μετά την παραδοχή του λόγου αυτού, παρέλκει η εξέταση των άλλων λόγων της ανακοπής και πρέπει αυτή να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στους εκκαλούντες, (άρθ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ), διότι η απόφαση τους ωφελεί. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα των εκκαλούντων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας της (άρθ. 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

Β) Η δεύτερη έφεση, με την οποία προσβάλλεται η υπ' αριθ. 53/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου.

 

Οι ανακόπτοντες ... άσκησαν κατά της καθής ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ», ως καθολικής διαδόχου της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», στο Μονομελές Πρωτοδικείο Γυθείου, την από 16-9-2015 και με αριθμό κατάθεσης ./17-9-2015 ανακοπή. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 20-9-2017, εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της μόνο η καθής η ανακοπή. Αντίθετα, οι ανακόπτοντες, οι οποίοι επέσπευσαν τη συζήτηση της υπό κρίση ανακοπής για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 8-6-2016, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 20-9-2017 (άρθρο 226 παρ. 4 ΚΠολΔ) δεν παραστάθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συζήτησε την υπόθεση ερήμην των ανακοπτόντων και κατά την διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (άρθ. 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν 4055/2012, που τέθηκε σε ισχύ από 2-4-2012), εξέδωσε την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 53/2017 οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε την ανακοπή και επικύρωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, δίχως περαιτέρω έρευνα της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των λόγων της ανακοπής, επειδή η δικονομική  θέση του ανακόπτοντος ταυτίζεται με εκείνη  του ενάγοντος, κατ' άρθρο 272 παρ. 1 ΚΠολΔ, και εκ της ερημοδικίας του συνάγεται τεκμήριο παραίτησης από την ανακοπή. Κατόπιν τούτου, οι ηττημένοι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν την υπό κρίση πρώτη έφεση, με την οποία ζητούν, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου της: α) να εξαφανιστεί η παραπάνω απόφαση, διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της έφεσης λόγους, με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή τους, β) να ακυρωθεί η από 16-5-2017 β επιταγή προς πληρωμή κάτω από το αντίγραφο εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθ. ./2015 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου και η υπ' αριθ. ./30-10-2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Καλαμάτας ..., με τις οποίες επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος τους από την καθής η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη και γ) να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει στον καθένα από αυτούς το δικόγραφο της παράνομες πράξεις της. Η έφεση περιέχει ένα τουλάχιστον ορισμένο, νόμιμο και λυσιτελή λόγο, ο οποίος συνίσταται σε παραβίαση του άρθρου 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994 «περί προστασίας τω καταναλωτών", όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 του Ν. 3587/2007, δεδομένου ότι η δανειακή σύμβαση περιέχει μεταξύ άλλων τον γενικό όρο του υπολογισμού των τόκων με βάση έτος 360 ημερών, ο οποίος είναι άκυρος και καθιστά παράνομη και μη εκκαθαρισμένη την απαίτηση της καθής. Περαιτέρω, έχει ασκηθεί νομότυπα, και εντός της διετούς προθεσμίας από την δημοσίευση της (αριθ. 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, 591 παρ. 1, όπως το πρώτο το έβδομο και το όγδοο από αυτά αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο και τέταρτο του Ν. 4335/2015, άρχισαν να ισχύουν από 1-1-2016 κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 και καταλαμβάνουν και το κρινόμενο ένδικο μέσο κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ίδιου νόμου). Το γεγονός ότι το δικόγραφο της κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 12-2-2013 και κοινοποιήθηκε στην εφεσίβλητη στις 23-2-2018, δηλ. περισσότερο από τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης που έλαβε χώρα στην δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης (19.03.2018), δεν την καθιστά απαράδεκτη ελλείψει προδικασίας, διότι η εφεσίβλητη παρέστη προσηκόντως κατά την εκδίκαση της, κατέθεσε προτάσεις και ανέπτυξε πλήρως την άμυνα της, χωρίς να επικαλεστεί οποιαδήποτε δικονομική βλάβη της, σύμφωνα με το άρθρο 159 παρ. 3 ΚπολΔ. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή τυπικά και κατ' ουσία και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την  ίδια. Ακολούθως, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, και να ερευνηθεί η ανακοπή ως προς τους όρους του παραδεκτού της (άρθ. 524 παρ. 1, 533 και 591 παρ. 7, όπως το πρώτο και το τελευταίο αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρα τρίτο και τέταρτο του Ν. 4335/2015, και άρχισαν να ισχύουν από 1-1-2016 κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του ίδιου νόμου ΚΠολΔ), δεδομένου ότι έχει κατατεθεί και το απαιτούμενο για την άσκηση της έφεσης παράβολο (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ).

 

Με την προαναφερόμενη ανακοπή ο, ανακόπτοντες ζητούσαν, για τους λόγους που αναφέρουν σ' αυτή, να ακυρωθεί η υπ' αριθ. ./2015 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθής, σε ολόκληρο ο καθένας, το συνολικό ποσό των 333.517,65 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, για απαίτηση της προερχόμενη από τη σύμβαση  στεγαστικού δανείου και τις πρόσθετες πράξεις που συνάφθηκαν μεταξύ τους και να καταδικαστεί η καθής στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων τους.

 

Η ως άνω ανακοπή αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπο φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (αρθρ. 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 Ν. 3994/2011, 632, 584, 585 ΚΠολΔ), και πρέπει να εκδικαστεί κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (βλ. άρθρο 632 §2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 § 1 του Ν. 4055/2012 που τέθηκε σε ισχύ από 02-04-2012), παρά το γεγονός ότι εισάγεται με την τακτική διαδικασία, για λόγους οικονομίας της δίκης, εφόσον το Δικαστήριο είναι καθ' ύλην αρμόδιο και έχει τηρηθεί η απαιτούμενη προδικασία  (βλ. ΕφΛαρ 252/2012, Δικογραφία 2012, σελ. 585, ΕφΑΘ 1505/2010, ΕφΑΔ 2010, σελ. 1385). Ως προς τα κεφάλαια όμως της ακύρωσης της από 16-5-2017 β επιταγής προς πληρωμή και της υπ' αριθ. ./30-10-2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων και της επιδίκασης στον καθένα από τους ανακόπτοντες χρηματικής ικανοποίησης 500.000 ευρώ, που συμπληρώθηκαν με την έφεση η ανακοπή είναι απαράδεκτη, διότι σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην οικεία θέση, μεταβάλλουν ανεπίτρεπτα τη βάση και το αίτημά της. Κατά τα λοιπά, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής (άρθρο 632 § 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 585 § 1 και 215 επ. ΚΠολΔ), η οποία αναστέλλεται για το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου (άρθρο 147 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 6.8.2015 (βλ. τις υπ' αριθμ. ./6.8.2015 και ./6-8-2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Γυθείου …), και η ένδικη ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 17-9-2015 (βλ. την υπ' αριθ. ./17-9-2015 έκθεση κατάθεσης της γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου) και επιδόθηκε στην καθ' ης η ανακοπή στις 18.9.2015 (βλ. σχετική επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή επί του προσκομισθέντος αντιγράφου της κρινόμενης ανακοπής). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της. Από τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε για άμεση απόδειξη, είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Με την υπ' αριθ. .../26-6-2006 σύμβαση στεγαστικού δανείου και το από 26-6-2006 προσάρτημα Α, που συνάφθηκαν στο Γύθειο, η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», στη θέση της οποίας υπεισήλθε ως καθολική διάδοχος η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ», λόγω συγχώνευσης, με απορρόφηση της πρώτης από τη δεύτερη, χορήγησε στους ανακόπτοντες στεγαστικό δάνειο, ύψους 315.000 ευρώ, για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών τους. Η ανωτέρω σύμβαση, όπως συμπληρώθηκε από το προσάρτημα της, ως προς τους ουσιώδεις όρους της, προέβλεπε, εκτός άλλων, τα εξής: α) το δάνειο χορηγείται από την Τράπεζα στους οφειλέτες, για μεταφορά στεγαστικού δανείου από την ΕΤΕ και διαμόρφωση εξωτερικών χώρων διώροφης κατοικίας, β) το δάνειο θα αποδοθεί στη δανείστρια Τράπεζα εντός χρονικού διαστήματος 40 ετών και με 480 ίσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, της πρώτης καταβλητέας ένα μήνα μετά την εκταμίευση του δανείου, γ) το επιτόκιο για τον πρώτο χρόνο είναι σταθερό 3,50 %, πλέον κόστους υποχρεωτικής συνεισφοράς 0,12% του Ν. 128/1975, και για τα υπόλοιπα έτη είναι κυμαινόμενο και ίσο πάντοτε με το εκάστοτε ισχύον βασικό επιτόκιο στεγαστικών δανείων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται μόνο στην έναρξη ημερολογιακού τριμήνου, εφόσον  η σωρευτική μεταβολή του επιτοκίου αναφοράς Euribor τριμήνου είναι τουλάχιστον κατά 0,10 της εκατοστιαίας μονάδας από την ημερομηνία τελευταίας αναπροσαρμογής, πλέον κόστους υποχρεωτικής συνεισφοράς 0,12% του, δ) οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, ε) σε περίπτωση που καθυστερείται η πληρωμή μηνιαίας, τριμηνιαίας ή εξαμηνιαίας δόσης του δανείου, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του τριμήνου, η δανείστρια τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση και να αναζητήσει με κάθε νόμιμο τρόπο το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού του δανείου, μαζί με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας και τόκους εξ ανατοκισμού, υπολογιζόμενους ανά εξάμηνο, μέχρι την ημερομηνία εξόφλησής του, πέραν τυχόν εξόδων που θα βαρύνουν τους οφειλέτες, στ) οι ληξιπρόθεσμες οφειλές συμπεριλαμβανομένων των τόκων και των τυχόν εξόδων αν δεν καταβληθούν εκτοκίζονται από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης με επιτόκιο υπερημερίας, το οποίο ήταν τότε 2,50% πλέον του συμβατικού επιτοκίου και ανατοκίζονται ανά εξάμηνο, ζ) η δανείστρια δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση, και να αναζητήσει με κάθε νόμιμο τρόπο το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού του δανείου πλέον τόκων και τυχόν εξόδων που θα επιβαρύνουν τον οφειλέτη, σε περίπτωση παράβασης οποιουδήποτε όρου και η) η δανείστρια θα τηρεί λογαριασμό στα βιβλία της, στον οποίο θα καταχωρούνται στη στήλη χρέωσης οι αναλήψεις του δανείου, οι συμβατικοί και υπερημερίας τόκοι και τα έξοδα της που γίνονται εξαιτίας του δανείου και στη στήλη της πίστωσης οι καταβολές των οφειλετών… Απόσπασμα που θα εξάγει από τα βιβλία της και θα εμφανίζει τον παραπάνω λογαριασμό και το - υπόλοιπο που θα οφείλεται, συμφωνείται ότι θα αποτελεί πλήρη απόδειξη της απαίτησης της δανείστριας κατά των οφειλετών, Περαιτέρω, με την υπ' από 20-3-2013 πρόσθετη πράξη που συνάφθηκε στο Γύθειο μεταξύ των ίδιων συμβαλλομένων, οι οφειλέτες  αναγνώρισαν και ρύθμισαν την οφειλή τους, και συμφώνησαν: α) την αποπληρωμή του ανεξόφλητου υπολοίπου του δανείου, το οποία ανερχόταν τότε στο ποσό των 313.693,59 ευρώ, σε 399 προοδευτικά αυξανόμενες μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, με κυμαινόμενο επιτόκιο, το οποίο περιλαμβάνει το βασικό επιτόκιο, το οποίο ισούται με το προσφερόμενο κατά την ημερομηνία της ρύθμισης του δανείου επιτόκιο διατραπεζικών δανείων τρίμηνης διάρκειας (euribor) και θα αναπροσαρμόζεται κάθε ημερολογιακό τρίμηνο, το περιθώριο, το οποίο ισούται με 3,40% ετησίως και το κόστος της υποχρεωτικής εισφοράς 0.12% και β) τη χορήγηση δωδεκάμηνης περιόδου χάριτος. Η καθής, εκταμίευσε το δάνειο εφάπαξ στις 27-6-2006, το οποίο κινήθηκε διαδοχικά με τους υπ' αριθ. ..., ... και ...λογαριασμοί. Λόγω μη εμπρόθεσμης και τακτικής εξυπηρέτησης του δανείου η καθής έκλεισε οριστικά με καταγγελία στις 2-10-2014 τον τελευταίο λογαριασμό, ο οποίος εμφάνιζε χρεωστικό υπόλοιπο κατά το χρόνο εκείνο υπέρ αυτής 333.517,65 ευρώ. Η καθής γνωστοποίησε στους ανακόπτοντες με την από 28-1-2015 εξώδικη δήλωση και πρόσκληση που τους επιδόθηκε στις 3-2-2015 (βλ. υπ' αριθ. ./3-2-2015 και ./3-2-2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Γυθείου ...), το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού με το υπάρχον χρεωστικό υπόλοιπο και τους κάλεσε να το εξοφλήσουν με τους τόκους και τα έξοδα, αυτοί όμως δεν ανταποκρίθηκαν. Ακολούθως, η καθής υπέβαλε κατά των ανακοπτόντων την από 20-2-2015 αίτηση στον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης υπ' αριθ. ./2015 διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκαν οι ανακόπτοντες, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να της καταβάλουν το παραπάνω ποσό, με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη του κλεισίματος του λογαριασμού (3-10-2014) μέχρι την εξόφληση, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων τόκων, οι οποίοι ανατοκίζονται ανά εξάμηνο και εξόδων από 3.340 ευρώ. Η καθής κοινοποίησε στις 6-8-2015 στους ανακόπτοντες αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της παραπάνω διαταγής πληρωμής. Κατά της παραπάνω διαταγής πληρωμής οι ανακόπτοντες άσκησαν την υπό κρίση ανακοπή, με την οποία ζητούν την ακύρωσή της.

 

Με τον τέταρτο λόγο της ανακοπής οι ανακόπτοντες επικαλούνται μεταξύ άλλων, ότι ο προαναφερόμενος γενικός όρος της δανειακής σύμβασης, ο οποίος ορίζει ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών είναι άκυρος και συνεπώς ότι είναι παράνομη και μη εκκαθαρισμένη η απαίτηση που επιδικάστηκε με την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής. Ο λόγος αυτός είναι πλήρως ορισμένος, κατʼ απόρριψη του αντίθετου ισχυρισμού της καθής ότι έπρεπε οι ανακόπτοντες να προσδιορίζουν στο δικόγραφο της ανακοπής την επιβάρυνση από τη διαφορά των πέντε ημερών που καταλήγει σε όφελος της, διότι δεν πλήττει το λογιστικό υπολογισμό της επιδικασθείσας απαίτησης, αλλά πρώτιστα το κύρος του σχετικού συμβατικού όρου, η εφαρμογή του οποίου οδήγησε στην παράνομη επαύξηση της οφειλής των ανακοπτόντων. Περαιτέρω, είναι νόμιμος διότι η χρήση ημερολογιακού έτους 360 ημερών δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα και είναι παράνομη ακόμα και όταν έχει συμφωνηθεί ως Γ.Ο.Σ. μεταξύ των μερών, λόγω αντίθεσής της στην ουσιαστική διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6 του Ν. 2251/1994, καθώς προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας. Οι ανακόπτοντες κατά την ανάγνωση των εγγράφων βρέθηκαν σε σύγχυση και ανασφάλεια και μόνο από τη χρήση του και επιβαρύνθηκαν από τη συνομολόγησή του με τόκους περισσότερους κατά 1,8889% για κάθε ημέρα, οι οποίοι κατά τη λειτουργία της σύμβασης κεφαλαιοποιούνταν και ανατοκίζονταν ανά εξάμηνο. Συνεπεία των ανωτέρω, η απαίτηση της καθής κατέστη ανεκκαθάριστη, λόγω της ενσωμάτωσης σ' αυτή των ως άνω παρανόμως υπολογιζόμενων επιπλέον τόκων, καθώς και των ποσών του προέκυπταν από τον ανατοκισμό τους. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής και όχι στην έκδοση απόφασης περί διενέργειας λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, η οποία ενδεχομένως θα ήταν η προσήκουσα αν επιδιωκόταν η επιδίκαση της απαίτησης εκ δανείου με αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, είναι όμως ανεπίτρεπτη στη δίκη της ανακοπής, στην οποία κρίνεται πρωτίστως αν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις έκδοσης της διαταγής πληρωμής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, διότι εκ των υστέρων αναδρομική αναπλήρωση της διαπιστούμενης έλλειψης των άνω προϋποθέσεων, με αποδεικτικό μέσο το οποίο δεν είναι πρόσφορο για την έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς δεν είναι έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 623 ΚΠολΔ. Επομένως, ο ερευνώμενος λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος. Μετά την παραδοχή του λόγου αυτού, παρέλκει η εξέταση των άλλων λόγων της ανακοπής και πρέπει αυτή να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η  επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στους εκκαλούντες (άρθ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ), διότι η απόφαση τους ωφελεί. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα των εκκαλούντων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας της (άρθ. 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων την έφεση, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται δύο εφέσεις.

 

Α) Δέχεται τυπικά και κατ' ουσία την έφεση, κατά της υπ' αριθ. 52/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, που εκδόθηκε ερήμην των ανακοπτόντων και κατά την ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων.

 

Εξαφανίζει την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την από 16-9-2015 και με αριθμό κατάθεσης ./17-9-2015 ανακοπή, κατά της υπ' αριθ. ./2015 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου.

 

Απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη ως προς τα κεφάλαια της ακύρωσης της από 16-5-2017 β επιταγής προς πληρωμή και της υπ' αριθ. ./30-10-2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων και της επιδίκασης στους ανακόπτοντες χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης.

 

Δέχεται κατά τα λοιπά τυπικά και κατ' ουσία αυτή.

 

Ακυρώνει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής.

 

Διατάζει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στους εκκαλούντες.

 

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εκκαλούντων σε βάρος της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

 

Β) Δέχεται τυπικά και κατ' ουσία την έφεση, κατά της υπ' αριθ. 53/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, που εκδόθηκε ερήμην των ανακοπτόντων και κατά την ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων.

 

Εξαφανίζει την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την από 16-9-2015 και με αριθμό κατάθεσης ./17-9-2015 ανακοπή, κατά της υπ' αριθ. ./2015 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου.

 

Απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη ως προς τα κεφάλαια της ακύρωσης της από 16-5-2017 β επιταγής προς πληρωμή και της υπ' αριθ. ./30-10-2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων και της επιδίκασης στους ανακόπτοντες χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης.

 

Δέχεται κατά τα λοιπά τυπικά και κατ' ουσία αυτή.

 

Ακυρώνει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής.

 

Διατάζει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στους εκκαλούντες.

 

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εκκαλούντων σε βάρος της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε δημόσια στο ακροατήριό του, την 10η Σεπτεμβρίου 2018, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, με την αρχικά αναφερομένη παραπάνω σύνθεσή του.

 

Η Δικαστής                  Η Γραμματέας