ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΔΠρΑθ 10848/2019

 

Αστική ευθύνη ΝΠΔΔ - ΕΦΚΑ - Δικηγόροι - Ευθύνη για παράνομη παράλειψη εξόφλησης παραστατικών πληρωμής δαπανών υγειονομικής περίθαλψης - Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης -.

 

Παράλειψη των οργάνων των εναγομένων νομικών προσώπων (του τ. Ε.Τ.Α.Α. και κατόπιν του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) να προβούν εντός ευλόγου χρόνου στην εξόφληση των ένδικων χρηματικών απαιτήσεων του ενάγοντος δικηγόρου. Ματαίωση του σχετικού δικαιώματός του, που απορρέει τόσο από τις οικείες καταστατικές διατάξεις του Τ.Π.Δ.Α, όσο και ευθέως εκ του Συντάγματος. Στοιχειοθετείται ευθύνη των νομικών αυτών προσώπων προς αποζημίωση του ενάγοντος, καθότι η στέρηση των επίδικων ποσών αποτελεί ισόποση περιουσιακή του ζημία, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με τις παραλείψεις των εναγομένων. Δικαίωμα του ενάγοντος να λάβει ως αποζημίωση το αντίστοιχο ποσό, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ. Επιδίκαση ποσού χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που υπέστη ο ενάγων.

 

 

 

 

Αριθμός απόφασης 10848/2019

 

ΑΓ: ./2017

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

ΤΜΗΜΑ 12ο MONOΜΕΛΕΣ

 

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε  δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Νοεμβρίου 2018, με δικαστή την Αγγελική Νικολοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα τον Ευγένιο Δράκο, δικαστικό υπάλληλο,

 

γ ι α   να δικάσει την αγωγή με ημερομηνία κατάθεσης 21-12-2017

 

τ ο υ Ν.Χ., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση κατ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., που υπογράφεται από τον ίδιο, υπό την ιδιότητά του ως δικηγόρου,    

 

κ α τ ά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εκπροσωπείται από τον Διοικητή του, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση, κατ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., της πληρεξουσίας δικηγόρου του, Στέλλας Ραζή και β) του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ» (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.), που εκπροσωπείται από τον Πρόεδρό του, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση, κατ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., της πληρεξουσίας δικηγόρου του, Μαρίας Πετροπούλου.

 

 

Η   κ ρ ί σ η   τ ο υ   Δ ι κ α σ τ η ρ ί ο υ  ε ί ν α ι   η   ε ξ ή ς:

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τις αναλογούσες υπέρ τρίτων κρατήσεις (βλ. το με κωδικό . έντυπο ηλεκτρονικού παραβόλου και την απόδειξη εξόφλησή του της Alpha Bank), ο ενάγων, δικηγόρος και άμεσα ασφαλισμένος του Τομέα Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) του ενταχθέντος στον Ε.Φ.Κ.Α. Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.), ζητεί να υποχρεωθούν τα εναγόμενα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου να του καταβάλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστο: α) το ποσό των 3.220,00 ευρώ, ως αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, για την αποκατάσταση της ισόποσης περιουσιακής ζημίας που, όπως ισχυρίζεται, υπέστη από την παράνομη παράλειψή τους να εξοφλήσουν τα παραστατικά πληρωμής δαπανών υγειονομικής περίθαλψης, στις οποίες υπεβλήθη κατά το χρονικό διάστημα από Ιανουάριο έως και Νοέμβριο του 2012 και αφορούν σε θεραπείες ειδικής αγωγής του ανήλικου τέκνου του σε ιδιωτικό θεραπευτήριο και β) το ποσό των 5.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που, κατά τους ισχυρισμούς του, υπέστη από την ίδια ως άνω αιτία. Την καταβολή των ανωτέρω ποσών ζητεί ο ενάγων νομιμοτόκως: α) όσον αφορά το ζητούμενο ως αποζημίωση ποσό, από την υποβολή εκάστης αιτήσεώς του για την καταβολή των σχετικών παροχών, άλλως από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση και β) όσον αφορά το ζητούμενο ως χρηματική ικανοποίηση ποσό, από την επίδοση της αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση, σε αμφότερες τις περιπτώσεις με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας και με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή.

 

2.  Επειδή, με το άρθρο 25 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58) συστάθηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων» (Ε.Τ.Α.Α.), στον κλάδο υγείας του οποίου εντάχθηκε, ως Τομέας Υγείας Δικηγόρων Αθηνών, με πλήρη λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια, ο κλάδος ασθένειας του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών. Ακολούθως, με το άρθρο 17 παρ. 1 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31/22-2-2011) συστάθηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (εφεξής Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ή Οργανισμός), ως Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, τελών υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (όπως η ανωτέρω διάταξη τροποποιήθηκε με το άρθρο 72 παρ. 2 του ν. 3984/2011 Α΄ 150 και το άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 4052/2012 - Α΄ 41). Η δε έναρξη λειτουργίας του Οργανισμού ορίστηκε έξι μήνες μετά από τη δημοσίευση του ως άνω νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στο άρθρο 18 παρ. 1 του ίδιου νόμου, ορίστηκε ότι σκοπός του Οργανισμού είναι, μεταξύ άλλων, η παροχή υπηρεσιών υγείας στους εν ενεργεία ασφαλισμένους, συνταξιούχους και τα προστατευόμενα μέλη των οικογενειών τους, των μεταφερόμενων φορέων, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τον προβλεπόμενο στο άρθρο 30 του εν λόγω νόμου, Ενιαίο Κανονισμό Παροχών Υγείας (Ε.Κ.Π.Υ.) και στο άρθρο 29 παρ. 1 ορίστηκε ότι ο ΕΟΠΥΥ αποτελεί καθολικό διάδοχο των εντασσομένων φορέων και υπεισέρχεται στα δικαιώματα και υποχρεώσεις αυτών (κατ ορθή δε έννοια της διάταξης αυτής, των εντασσομένων κλάδων υγείας των κοινωνικοασφαλιστικών οργανισμών, ως προς τις αρμοδιότητες και υπηρεσίες που αφορούν τις παροχές υγείας σε είδος, βλ. ΣτΕ 475/2016). Εξάλλου, με την παράγραφο 17 περ. γ΄ του άρθρου 13 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 42 του ν. 4075/2012 (Α΄ 89) εντάχθηκαν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., μεταξύ άλλων, από 1.6.2012 οι υπηρεσίες και οι αρμοδιότητες ως προς την παροχή υπηρεσιών υγείας σε είδος του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (ΕΤΑΑ) [βλ. ΣτΕ 491/2018, 2652/2014].

 

3.   Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 52 του ν. 4430/2016 (Α΄ 205), όπως η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 αυτού αντικαταστάθηκε από τότε που ίσχυσε με το άρθρο 17 παρ. 1 του ν. 4529/2018 (Α΄ 56),  ορίζεται ότι: «1. α) Ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) θα χρηματοδοτηθεί από τον Κρατικό Προϋπολογισμό τα οικονομικά έτη 2016 και 2017 για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών του Οργανισμού, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στις 30.4.2016 προς τα φαρμακεία, λοιπούς συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας (ιατρούς, κλινικές, διαγνωστικά κέντρα, εργαστήρια κ.λπ.), φαρμακευτικές εταιρείες, προμηθευτές υγειονομικού και λοιπού υλικού κ.λπ., καθώς και προς ασφαλισμένους των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, β) Ως ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. νοούνται εκείνες που αφορούν τα πριν τις 31.12.2012 έτη και για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση, κατά το χρόνο υποβολής, παραστατικά στοιχεία και οι οποίες δεν έχουν εξοφληθεί. 2. Α. ... Β. ... Γ. Οι οφειλές προς ασθενείς ασφαλισμένους και οι οφειλές προς τους ως άνω παρόχους που έχουν εκκαθαριστεί θα εξοφληθούν από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. στο 100%. ... 4. Μετά τις 30.6.2017 οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. που προέρχονται από Φ.Κ.Α., των οποίων οι κλάδοι υγείας εντάχθηκαν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ, μεταφέρονται, παρακολουθούνται και βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Ε.Φ.Κ.Α.. Εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές από τις ως άνω ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις, συνεχίζονται από τον Ε.Φ.Κ.Α., χωρίς να επέρχεται διακοπή της δίκης και οι δικαστικές αποφάσεις ισχύουν και εκτελούνται σε βάρος του προϋπολογισμού του Ε.Φ.Κ.Α.. Από τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εξαιρούνται οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του πρώην ΟΠΑΔ/Τομέας Ασφαλισμένων Δημοσίου, πρώην Οίκου Ναύτου και πρώην ΤΑΥΤΕΚΩ και οι οποίες εξακολουθούν να παρακολουθούνται και να βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και εξοφλούνται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο» [(όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 97 παρ. 1 α του ν. 4486/2017 (Α΄115/7.8.2017) και εν συνεχεία από τότε που ίσχυσε με το άρθρο 17 παρ. 2 του ν. 4529/2018 (Α΄ 56)].

 

4.   Επειδή, τέλος, με το άρθρο 48 του ν. 4445/2016 (Α΄ 236) προστέθηκε άρθρο 69 Θ στο νόμο 4387/2016 [με το άρθρο 51 του οποίου συστάθηκε ο «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», στον οποίο εντάχθηκαν από 1.1.2017, οπότε άρχισε η λειτουργία του ως φορέα κύριας κοινωνικής ασφάλισης, αυτοδίκαια οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης και, ειδικότερα, με το άρθρο 53 παρ. 1 του ίδιου νόμου, προβλέφθηκε η ένταξη σε αυτόν του Ε.Τ.Α.Α.], στο οποίο ορίζεται ότι: «1. Αποτελούν περιφερειακές οργανικές μονάδες του Ε.Φ.Κ.Α., υπαγόμενες απευθείας στον Διοικητή του Ε.Φ.Κ.Α., με την ίδια οργανωτική δομή και αρμοδιότητες οι ακόλουθες οργανικές μονάδες του Ε.Τ.Α.Α.: α. ... β. ... γ. Διεύθυνση Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.). 2. Οι οργανικές μονάδες της προηγούμενης παραγράφου μετονομάζονται, αντίστοιχα, ως ακολούθως: α. ... β. ... γ. Περιφερειακή Διεύθυνση Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών. 3.  3. Στις ανωτέρω Περιφερειακές Διευθύνσεις εντάσσονται ως Τμήματα οι Διευθύνσεις Οικονομικού ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ και ΤΑΝ». Ακόμη, με το άρθρο 51 του ν. 4445/2016 προστέθηκε άρθρο 69 ΙΒ στον ίδιο νόμο (4387/2016), στο οποίο ορίζεται ότι: «Μεταβατική διάταξη για τις αρμοδιότητες των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων: 1. Αρμοδιότητες που ασκούνταν από τις υπηρεσίες των άρθρων 69 Α έως και 69ΙΑ του παρόντος νόμου και πλέον αποτελούν αρμοδιότητες της κεντρικής υπηρεσίας του Ε.Φ.Κ.Α., ασκούνται αποκλειστικά από την τελευταία, με την επιφύλαξη όσων ορίζονται διαφορετικά. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από πρόταση του Διοικητή του Ε.Φ.Κ.Α., δύναται να προστίθενται ή να καταργούνται αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων του Ε.Φ.Κ.Α., καθώς και να μεταφέρονται υφιστάμενες τέτοιες μεταξύ των οργανικών μονάδων του Ε.Φ.Κ.Α., του Ν.Α.Τ. και του Ο.Γ.Α.. 2. Οι Υπηρεσίες των εντασσομένων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών οι οποίες ασκούσαν αρμοδιότητες που δεν περιγράφονται στις οργανικές μονάδες του Ε.Φ.Κ.Α., διατηρούνται σε ισχύ ως Υπηρεσίες του Ε.Φ.Κ.Α. με την ίδια οργανωτική δομή, αρμοδιότητες και προσωπικό. 3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από πρόταση του ΔΣ του Ε.Φ.Κ.Α. καθορίζονται οι Υπηρεσίες της προηγούμενης παραγράφου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία τους». Με το δε άρθρο 53 του ν. 4445/2016 ορίστηκε ότι η ισχύς της τελευταίας αυτής διάταξης του άρθρου 51 του ίδιου νόμου άρχεται από 1.1.2017 και λήγει με την θέση σε ισχύ του Οργανισμού του Ε.Φ.Κ.Α.. Ο εν λόγω Οργανισμός θεσπίστηκε με το π.δ/μα 8/2019 (ΦΕΚ Α΄ 8/23.01.2019), με έναρξη ισχύος από τη δημοσίευσή του στην ΕτΚ, κατά το άρθρο 88 αυτού. Εξάλλου, κατ επίκληση των μεταβατικών εξουσιοδοτικών διατάξεων της παραγράφου 1 του προαναφερθέντος άρθρου 69 ΙΒ του ν. 4387/2016, εκδόθηκε η απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β΄ 4331/12.12.2017), με το άρθρο μόνο της οποίας έγινε κατανομή των αρμοδιοτήτων εκκαθάρισης και πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών υγείας προς τους ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α. στις οργανικές μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Καταβολής Παροχών Υγείας του ΕΦΚΑ. Ειδικότερα, με την παράγραφο Α4 του ως άνω άρθρου ανατέθηκε η εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων παροχών υγείας προς τους ασφαλισμένους του Τομέα Δικηγόρων Αθηνών στο ΤΜΗΜΑ ΕΣΟΔΩΝ - ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ - ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΩΝ ΤΟΜΕΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΑΘΗΝΩΝ και με την παράγραφο  Β3 ανατέθηκε η πληρωμή των ληξιπρόθεσμων παροχών υγείας προς τους ασφαλισμένους του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Αθηνών στο ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ.

 

5.   Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, επιδιώκεται η πληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., κατά την έννοια της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 52 του ν. 4430/2016, καθόσον: α) πρόκειται για απαιτήσεις προερχόμενες από το Ε.Τ.Α.Α., του οποίου ο κλάδος υγείας, με όλους τους τομείς του (όπως και ο Τομέας Υγείας Δικηγόρων Αθηνών) εντάχθηκε στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ως προς τις παροχές υγείας σε είδος, και β) για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα οικεία παραστατικά πληρωμής πριν τις 31.12.2012, χωρίς να έχουν εξοφληθεί. Συνεπώς, με βάση τις διατάξεις που προεκτέθηκαν, εφόσον μέχρι και τις 30.6.2017 οι εν λόγω ληξιπρόθεσμες οφειλές του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., που αφορούν παροχές υγείας σε είδος, δεν είχαν εξοφληθεί, η πληρωμή τους μεταφέρθηκε και βάρυνε τον προϋπολογισμό του Ε.Φ.Κ.Α. και ειδικότερα, υπήχθη στην αρμοδιότητα του Οικονομικού Τμήματος της Περιφερειακής Διεύθυνσης Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών. Ως εκ τούτου, παθητικώς νομιμοποιούμενος διάδικος στην παρούσα δίκη είναι ο Ε.Φ.Κ.Α., ο οποίος είναι υπόχρεος, κατά το άρθρο 72 του Κ.Δ.Δ., προς ικανοποίησης της ένδικης αξίωσης του ενάγοντος, δοθέντος, άλλωστε, ότι κατά τον χρόνο άσκησης της κρινόμενης αγωγής (21.12.2017) είχε ήδη μεταφερθεί η ανωτέρω υποχρέωση πληρωμής των συγκεκριμένων οφειλών σε αυτόν (πρβλ. ΣτΕ 491/2018). Όμως, λαμβάνοντας υπόψη ότι, με την κρινόμενη αγωγή αποδίδονται παράνομες ενέργειες και στα όργανα του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., συνιστάμενες ιδίως στην αδικαιολόγητη επί πολλά έτη παράλειψη καταβολής των ένδικων ασφαλιστικών παροχών, εξαιτίας της οποίας ο ενάγων ισχυρίζεται ότι υπέστη, εκτός από περιουσιακή ζημία και ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας ζητεί χρηματική ικανοποίηση, το Δικαστήριο κρίνει ότι παθητικώς νομιμοποιείται στην υπό κρίση υπόθεση και ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ., απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του τελευταίου ως αβασίμου. Κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή, ασκούμενη εν γένει παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα στην ουσία της.

 

6.    Επειδή, στο Σύνταγμα ορίζεται ότι «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας» (άρθρο 2 παρ. 1) και «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη» (άρθρο 5 παρ. 1). Με τις διατάξεις αυτές του Συντάγματος έχει κατοχυρωθεί το δικαίωμα των πολιτών στην προστασία της υγείας, ήδη δε, μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το έτος 2001 (Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, Α΄ 84) προστέθηκε παράγραφος 5 στο ανωτέρω άρθρο 5 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας». Εξάλλου, στα άρθρα 21 παρ. 3 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος ορίζεται, αντιστοίχως, ότι «Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών…» και «Το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει». Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις του Συντάγματος συνάγεται ότι το Κράτος και οι οργανισμοί κοινωνικών ασφαλίσεων υποχρεούνται να παρέχουν στα ασφαλιζόμενα πρόσωπα υπηρεσίες υγείας υψηλού επιπέδου (πρβ. Σ.τ.Ε. 400/1986 Ολομ.), οι οποίες πρέπει να καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες διαγνώσεως και θεραπείας των σχετικών παθήσεων, τις χειρουργικές επεμβάσεις, εφόσον απαιτούνται, ως και γενικώς τις ανάγκες νοσηλείας των εν λόγω προσώπων (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1187-8/2009, 3962/2014, ΣτΕ 475/2016).

 

7.    Επειδή, στο β.δ. της 6/22-9-1956 «Περί κυρώσεως, τροποποιήσεως συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως του Καταστατικού του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών» (ΦΕΚ Α΄ 209/12-10-1956) ορίζεται στο άρθρο 2 ότι: «Σκοπός του Ταμείου είναι: α) . β) Η Ιατρική και υγειονομική περίθαλψις των μελών του Ταμείου και των οικογενειών των κατά τα εν αρθρ. 17 προβλεπόμενα. » και στο άρθρο 3 ότι: «1. α) Μέλη του Ταμείου είναι υποχρεωτικώς πάντες οι νομίμως διωρισμένοι ήδη δικηγόροι, εγγεγραμμένοι εν τω Μητρώω του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ως και οι εφεξής διοριζόμενοι και  εγγραφόμενοι εις το αυτό Μητρώον, οι ασκούντες ενεργώς και αποκλειστικώς τό δικηγορικόν λειτούργημα κατά τάς κειμένας διατάξεις και διατηρούντες τήν επαγγελματικήν των εγκατάστασιν εν τη περιφερεία του Πρωτοδικείου Αθηνών. 2. ...». Περαιτέρω, στο άρθρο 4 του ίδιου β.δ/τος προβλέπονται οι πόροι του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών και στο άρθρο 5 ορίζεται ότι: «1) Η είσπραξις των εν των προηγουμένω άρθρω παρ. 2 εισφορών αίτινες επ ουδενί λόγω βαρύνουσι τους ιδιώτας διαδίκους άλλ` αποκλειστικώς και μόνον τον ένεργούντα δικηγόρον,. ...  3) Η άρνησις πληρωμής, ως και η μή καταβολή και εκτέλεσις τών έν άρθρ. 4 καθορίζομένων εισφορών και υποχρεώσεων, θεωρείται και πειθαρχικόν παράπτωμα και συνεπάγεται, ανεξαρτήτως και των λοιπών προβλεπομένων εν τω παρόντι συνεπειών και την πειθαρχικήν τιμωρίαν του αρνουμενου μέλους, ...». Στο δε άρθρο 6 του ίδιου β.δ/τος ορίζεται ότι: «1) Οι πόροι του Ταμείου διατίθενται: α) ... γ) εις την παροχήν της κατά τα άρθρα 2 παρ. β΄ και 17 Ιατρικής περιθάλψεως ...», στο άρθρο 7 ότι «1. Η συμμετοχή των μελών άρχεται από της εγγραφής αυτών εις τα μητρώα του Δ.Σ. Αθηνών και λήγει, προκειμένου περί θανάτου, την ημέραν ήτις προκύπτει εκ της οικείας ληξιαρχικής πράξεως εις πάσαν δε άλλη περίπτωσιν, την ημέραν καθ ην ο εξερχόμενος του Ταμείου, έπαυσε πράγματι ασκών το δικηγορικόν λειτούργημα ή απώλεσε το δικαίωμα προς ενάσκησιν αυτού συνεπεία διαγραφής εκ του μητρώου, παραιτήσεως, απολύσεως (εκπτώσεως ή εν γένει αποχωρήσεως) και ασχέτως εκδόσεως του ανακλητικού του διορισμού του ησφαλισμένου Β.Δ/τος. ...», στο άρθρο 9 ότι: «1. Προς χορήγησιν οιασδήποτε των εν τω παρόντι παροχών, δέον κατά τον χρόνον αυτής να συντρέχουν αι εξής δύο προϋποθέσεις εν των προσώπω του προς ον η παροχή, ήτοι: α) Να είναι μέλος του Ταμείου ... β) Να έχη εκπληρώση άπασας τας προς το Ταμείον νομίμους υποχρεώσεις του. ...» και, τέλος, στο άρθρο 17 ότι: «1. Το Ταμείον αναλόγως των οικονομικών αυτού δυνατοτήτων, παρέχει εις τα κατά το άρθρον 9 ησφαλισμένα πρόσωπα ιατρικήν και υγειονομικήν περίθαλψιν, ήτις περιλαμβάνει: α) Την ιατρικήν εξέτασιν και θεραπείαν αυτών εν τω κεντρικώ ιατρείω, οίκοι, και εν τοις ιατρείοις των εξωτερικών ιατρών, β) ».

 

8.   Επειδή, εξάλλου, το π.δ. 162/1998 «Κανονισμός Περίθαλψης Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθήνας» (Α΄ 122/5.6.1998), ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «Το Ταμείο παρέχει: α) ιατρική περίθαλψη παρακλινικές εξετάσεις β) ... στ) ειδική περίθαλψη ...», στο άρθρο 5 ότι: «1. Η ιατρική περίθαλψη συνίσταται στη χρησιμοποίηση των κατάλληλων ιατρικών βοηθημάτων και φροντίδων και τη διενέργεια των απαραίτητων παρακλινικών και εργαστηριακών εξετάσεων και ειδικών θεραπειών, για την πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία των νόσων. ... 2. Το Ταμείο παρέχει ιατρική περίθαλψη στους ασφαλισμένους του μέσω του πολυϊατρείου του και των συμβεβλημένων με το Ταμείο ιατρών και εργαστηρίων. ...» και στο άρθρο 13 που επιγράφεται «ειδική περίθαλψη», προβλέπεται ότι: «Το Ταμείο καλύπτει ποσοστό δαπάνης για την σε εκπαιδευτήρια, οικοτροφεία, άσυλα, ιδρύματα ή οιουδήποτε χαρακτηρισμού θεραπευτήρια, αγωγή με ειδική εκπαίδευση ή επιμέλεια ή περίθαλψη των σωματικά ή νοητικά αναπήρων ή δυσπροσάρμοστων παιδιών ασφαλισμένων ...». Ακολούθως, μετά την σύσταση με το ν. 3918/2011 του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., κατά τα προαναφερθέντα στη δεύτερη σκέψη, εκδόθηκε κατ εξουσιοδότηση, μεταξύ άλλων, και του άρθρου 30 του νόμου αυτού, η κοινή απόφαση Φ. 90380/25916/3294/31.10.2011 των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β' 2456), με το άρθρο πρώτο της οποίας εγκρίθηκε ο «Ενιαίος Κανονισμός Παροχών Υγείας (Ε.Κ.Π.Υ.) του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Στον Κανονισμό αυτό, όπως τελικά τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την ΕΜΠ5/2012 όμοια κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 3054/18.11.2012), ορίζονται τα εξής: ʼρθρο 1: «Σκοπός. Με τον παρόντα Κανονισμό επιδιώκεται να εξασφαλισθεί η ισότιμη πρόσβαση όλων των ασφαλισμένων του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του παρόντος, σε ενιαίο σύστημα παροχής υπηρεσιών υγείας, που έχει ως σκοπό την πρόληψη, διατήρηση, προαγωγή, βελτίωση, αποκατάσταση και προστασία της υγείας. Ειδικότερα με τον παρόντα Κανονισμό καθορίζονται οι παροχές υγείας σε είδος, η έκταση, το ύψος, ο τρόπος και η διαδικασία χορήγησης τους και προσδιορίζονται οι δικαιούχοι των παροχών αυτών, καθώς και ο τρόπος αποζημίωσης της σχετικής δαπάνης. Ως παροχές υγείας νοούνται: Παροχές Υγείας σε Είδος: 1. ... 4. Φυσικοθεραπεία - εργοθεραπεία - λογοθεραπεία ψυχοθεραπεία. ... 7. Ειδική αγωγή, ...» ʼρθρο 3: «Στις ρυθμίσεις των διατάξεων του παρόντα Κανονισμού υπάγονται οι άμεσα ασφαλισμένοι των Κλάδων Υγείας των ασφαλιστικών οργανισμών, που εντάσσονται στον ΕΟΠΥΥ, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3918/2011, καθώς και τα μέλη της οικογενείας τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους επιμέρους κανονισμούς αυτών. Ειδικότερα υπάγονται: Α. ... οι ασφαλισμένοι του κλάδου υγείας του Ε.Τ.Α.Α. και του Κ.Α.Π. Δ.Ε.Η.. Β. τα μέλη οικογενείας όλων των ανωτέρω ασφαλισμένων προσώπων. Ως μέλη οικογένειας θεωρούνται: α. ... β. Τα άγαμα τέκνα (νόμιμα ή τέκνα που έχουν νομιμοποιηθεί, αναγνωρισθεί ή υιοθετηθεί, ή οι πρόγονοι), τα φυσικά τέκνα ασφαλισμένου ... θεωρούνται μέλη μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους ...». Τέλος, στο άρθρο 17 του εν λόγω Κανονισμού, που επιγράφεται «Ειδική αγωγή», ορίζεται ότι: «1. Για παιδιά που πάσχουν από σωματική ή νοητική αναπηρία και στα οποία παρέχεται ειδική αγωγή από ειδικά επιστημονικά οικοτροφεία, άσυλα, το Ταμείο, στο πλαίσιο συμβάσεων, καλύπτει το 100% του ημερήσιου τροφείου του προβλεπόμενου από την παρ. 2 της Υ.Α. Φ. 80000/23141/2495/2007 (ΦΕΚ 2274/Β/2007), όπως ισχύει κάθε φορά, με την προσκόμιση των ακόλουθων παραστατικών: α) γνωμάτευση σχετικής ειδικότητας ιατρού και έγκριση ελεγκτή ιατρού του οργανισμού, β) βεβαίωση του εκπαιδευτηρίου για τις ημέρες προσέλευσης του παιδιού και γ) πρωτότυπο τιμολόγιο. ... .2. Σε περιπτώσεις παιδιών μέχρι δέκα οκτώ (18) ετών χορηγούνται με γνωμάτευση Δ/ντή κλινικής Κρατικού ή Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου ή Κέντρων Παιδοψυχικής Υγεινής Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ή Κέντρα Ψυχικής Υγείας - Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα δημόσια ή εποπτευόμενα από Δημόσιο Φορέα ειδικότητας (Παιδοψυχιάτρου, Ψυχιάτρου, Νευρολόγου, Αναπτυξιολόγου) ή νομίμου αναπληρωτή αυτού, ισχύος ενός (1) έτους, ως κατωτέρω: Α. ... Β. Σε σοβαρά, αμιγή νοητικά, ψυχιατρικά και ψυχολογικά προβλήματα καθώς και σε παιδιά με Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή-Αυτισμός, εγκρίνεται λογοθεραπεία - εργοθεραπεία - ειδική διαπαιδαγώγηση έως δέκα πέντε (15) συνεδρίες ανά είδος το μήνα, καθώς και ομαδική ή ατομική ψυχοθεραπεία - ή θεραπεία συμπεριφοράς έως (8) συνεδρίες ανά είδος το μήνα και συμβουλευτική γονέων μέχρι τέσσερις (4) συνεδρίες το μήνα. Μέγιστο συνολικά αποδιδόμενο ποσό για τις παραπάνω περιπτώσεις ορίζονται τα τετρακόσια σαράντα (440 ) το μήνα. Γ. ... Όλες οι ανωτέρω παροχές δύνανται να αποζημιώνονται απ` ευθείας σε ασφαλισμένους με την προσκόμιση των απαραίτητων δικαιολογητικών, όπως αυτά ορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. για το μεταβατικό στάδιο και μέχρι την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων».

 

9.   Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α΄ 164) ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημοσίας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. ». Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ) και ως προς την ευθύνη των δήμων, κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους. Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ, απαιτείται παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενεργείας οργάνων του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας, επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας, καθώς και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως ή υλικής ενέργειας ή παραλείψεως υλικής ενέργειας και της επελθούσας ζημίας. Οι ως άνω προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς (ΣτΕ 1828/2010, 322/2009 κ.ά.). Η ευθύνη δε των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, κατά τις ίδιες αυτές διατάξεις, είναι αντικειμενική, δηλαδή ανεξάρτητη από υπαιτιότητα των οργάνων τους (ΣτΕ 1320/2017, 474/2016, 1970/2009). Επίσης, υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (ΣτΕ 1370/2018). Εξάλλου, ο κατά τα ανωτέρω αιτιώδης σύνδεσμος υφίσταται όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η φερομένη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ήταν εξ αντικειμένου ικανή και πρόσφορη, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων και εν όψει των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περιπτώσεως, να επιφέρει το ζημιογόνο αποτέλεσμα (ΣτΕ 2511/2017). Ακόμη, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται να αποκαταστήσουν πάσα θετική ή αποθετική ζημία εκ της ανωτέρω αιτίας, τα δε δικαστήρια της ουσίας δύνανται, επί πλέον, να επιδικάζουν εις βάρος τους χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατά το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα (ΣτΕ 1320/2017, 474/2016 κ.ά.). Τέλος, στο άρθρο 926 του Α.Κ. ορίζεται ότι «Αν από κοινή πράξη περισσοτέρων προήλθε ζημία ή αν για την ίδια ζημία ευθύνονται παράλληλα περισσότεροι, ενέχονται όλοι εις ολόκληρον. Το ίδιο ισχύει και αν έχουν ενεργήσει περισσότεροι συγχρόνως ή διαδοχικά και δεν μπορεί να εξακριβωθεί τίνος η πράξη επέφερε τη ζημία».

 

10.   Επειδή, εν συνεχεία, στο άρθρο 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που κυρώθηκε με τον ν. 2690/1999 (Α΄ 45) και εφαρμόζεται και στα ν.π.δ.δ., κατ΄ άρθρο 1 αυτού, όπως οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 4 αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3242/2004 (Α΄ 102), η παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 παρ. 3 του ν. 3230/2004 (Α΄ 44), οι δε παράγραφοι 5 και 6 προστέθηκαν με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 3242/2004, ορίζονται τα εξής: «Διεκπεραίωση υποθέσεων 1. α. Οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, όταν υποβάλλονται αιτήσεις, οφείλουν να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των ενδιαφερομένων και να αποφαίνονται για τα αιτήματά τους μέσα σε προθεσμία πενήντα (50) ημερών, εφόσον από ειδικές διατάξεις δεν προβλέπονται μικρότερες προθεσμίες. Η προθεσμία αρχίζει από την κατάθεση της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία και την υποβολή ή συγκέντρωση του συνόλου των απαιτούμενων δικαιολογητικών, πιστοποιητικών ή στοιχείων 2. Εάν κάποια υπόθεση δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί λόγω αντικειμενικής αδυναμίας, ειδικά αιτιολογημένης, η αρμόδια υπηρεσία οφείλει, εντός πέντε (5) τουλάχιστον ημερών πριν από την εκπνοή τους, να γνωστοποιήσει εγγράφως στον αιτούντα: α) τους λόγους της καθυστέρησης, β) τον υπάλληλο που έχει αναλάβει την υπόθεση και τον αριθμό τηλεφώνου του, για την παροχή πληροφοριών και γ) κάθε άλλη χρήσιμη πληροφορία. 3. ». Ακόμη, στο άρθρο 2 του ίδιου ως άνω Κώδικα (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3242/2004, προβλέπεται ότι: «Με την επιφύλαξη του επόμενου άρθρου, τα διοικητικά όργανα οφείλουν να προβαίνουν, αυτεπαγγέλτως, στις ενέργειες που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις εντός των οριζομένων, σχετικών, προθεσμιών. Σε περίπτωση που δεν προβλέπεται σχετική προθεσμία, η ενέργεια συντελείται εντός ευλόγου χρόνου, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβεί το τρίμηνο». Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας συνάγεται ότι ο νομοθέτης έχει θεσπίσει κανόνες διαδικασίας που αποβλέπουν προεχόντως στη λειτουργική αποτελεσματικότητα της Διοίκησης και στην ποιοτική αναβάθμιση των παρεχόμενων προς τον πολίτη υπηρεσιών, ειδικότερα δε στη δραστηριοποίηση των διοικητικών υπηρεσιών για την ταχεία και αποτελεσματική εξυπηρέτηση των πολιτών (Σ.τ.Ε. 3004/2010 Ολομ.). Εξάλλου, η αρχή της χρηστής διοίκησης αποτελεί γενική αρχή του διοικητικού δικαίου που πρέπει να διέπει τη δράση της Διοίκησης, από την εν λόγω δε αρχή απορρέει ειδικότερα η υποχρέωση της Διοίκησης να ασκεί επικαίρως τις ανατιθέμενες σε αυτήν αρμοδιότητες και να συμπράττει, επίσης, σε ενέργειες από τις οποίες εξαρτάται η έκδοση διοικητικών πράξεων που ενδιαφέρουν τους διοικούμενους και η ικανοποίηση εν γένει εννόμων συμφερόντων των διοικουμένων (Σ.τ.Ε. 1378/2008, 92/2016, 1376/2018 κ.ά.). Οι σχετικές δε παραλείψεις της Διοίκησης δεν επιτρέπεται να αποβαίνουν σε βάρος του διοικούμενου, ιδίως όταν αυτός επισήμανε στη Διοίκηση τις εξ ενδεχομένης βραδύτητος της ενεργείας αυτής δυσμενείς γι΄ αυτόν επιπτώσεις, και το ενδεχόμενο πρόκλησης δυσχερειών στο να ανταποκριθεί εμπροθέσμως σε ανειλημμένες έναντι της Διοικήσεως υποχρεώσεις (ΣτΕ 1378/2008). Περαιτέρω, από τη συνδυασμένη ερμηνεία των ως άνω διατάξεων προς τις διατάξεις περί αστικής ευθύνης του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ., συνάγεται ότι η υπέρβαση των προβλεπομένων σ αυτές προθεσμιών, εντός των οποίων η αρμόδια ή οι συναρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου οφείλουν να αποφανθούν επί υποβαλλομένου αιτήματος ή να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των πολιτών εν γένει, στοιχειοθετεί ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση κατά το άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ., εάν συντρέχουν και οι λοιπές κατά το άρθρο αυτό προϋποθέσεις, ήτοι η επέλευση ζημίας και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της κατά τα ως άνω παράνομης πράξεως ή παραλείψεως ή υλικής ενέργειας ή παραλείψεως υλικής ενέργειας και της επελθούσας ζημίας (βλ. ΣτΕ 1376/2018, 1012/2008).

 

11.  Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: ο ενάγων, δικηγόρος, άμεσα ασφαλισμένος του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ε.Τ.Α.Α. από το έτος 1995, υπέβαλε τις ακόλουθες αιτήσεις προς τον Τομέα Υγείας Δικηγόρων Αθηνών (εφεξής Τ.Υ.Δ.Α.), με τις οποίες ζήτησε να αποζημιωθεί για τις δαπάνες θεραπειών ειδικής αγωγής (λογοθεραπείας, αγωγής λόγου, ασκήσεις κοινωνικοποίησης, εργοθεραπείες κ.ά) του ανήλικου, έμμεσα ασφαλισμένου τέκνου του, B.X., που πραγματοποιήθηκαν στο ιδιωτικό κέντρο ειδικών θεραπειών ... . Πιο συγκεκριμένα, ο ενάγων κατέθεσε: α) την υπ αριθ. Πρωτ. .../17-5-2012 αίτηση, με την οποία ζήτησε την καταβολή ποσού 1.680 ευρώ, για λογοθεραπείες μηνών Ιανουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 2012, που εγκρίθηκε στο σύνολό του, με την από 10-7-2012 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Ασφάλισης Παροχών του Τ.Υ.Δ.Α.,  β) την υπ αριθ. Πρωτ. .../31-7-2012 αίτηση, με την οποία ζήτησε την καταβολή ποσού 1.540,00 ευρώ, για λογοθεραπείες κλπ, μηνών Μαΐου, Ιουνίου και Ιουλίου του 2012, εκ του οποίου εγκρίθηκε η καταβολή 900,00 ευρώ, με την από 27-8-2012 απόφαση του ίδιου ως άνω οργάνου, γ) την υπ αριθ. .../31-10-2012 αίτηση, με την οποία ζήτησε την καταβολή ποσού 300,00 ευρώ, για λογοθεραπείες μηνός Σεπτεμβρίου 2012, που εγκρίθηκε στο σύνολό του με την από 10-1-2013 απόφαση του ίδιου οργάνου, δ) την υπ αριθ. Πρωτ..../13-11-2012 αίτηση, με την οποία ζήτησε την καταβολή ποσού 300,00 ευρώ για λογοθεραπείες μηνός Οκτωβρίου 2012, που εγκρίθηκε στο σύνολό του με την από 16-9-2014 απόφαση του ίδιου οργάνου και, τέλος, ε) τις υπ αριθ. Πρωτ. .../18-9-2012 και .../31-10-2012 αιτήσεις, με έκαστη των οποίων ζήτησε την καταβολή ποσού 50,00 ευρώ, για ιατρικές επισκέψεις του προαναφερθέντος ανήλικου τέκνου του, στον παιδίατρο A.Θ., εκ των οποίων εγκρίθηκε η καταβολή ποσού 20,00 ευρώ για έκαστη επίσκεψη, με τις από 28-9-2012 και 5-11-2012 αποφάσεις του ως άνω οργάνου, αντίστοιχα (20,00 ευρώ για ιατρική εξέταση και εμβολιασμό στις 17-9-2012 και 20,00 ευρώ για ιατρική εξέταση λόγω βρογχοσπασμών στις 23-10-2012). Όπως δε ιστορείται στο υπό κρίση δικόγραφο και δεν αμφισβητείται από τα εναγόμενα, ο υιός του ενάγοντος, υπεβλήθη στις προαναφερθείσες θεραπείες ειδικής αγωγής, διότι την 14η-7-2011 διαγνώστηκε σε ηλικία 3 ετών, με διάχυτη διαταραχή της ανάπτυξης από τον Παιδίατρο - Παιδονευρολόγο Δ.Δ., στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, ο οποίος του συνέστησε να προβεί σε λογοθεραπείες, ασκήσεις κοινωνικοποίησης, εργοθεραπείες κλπ, για ένα έτος (βλ. σχ. προσκομιζόμενα από 14-7-2011 και 10-5-2012 πιστοποιητικά γνωματεύσεις του ως άνω ιατρού, Διευθυντή της Παιδονευρολογικής Κλινικής του Ν.Ν.Α). Σε κάθε δε αίτηση που υπέβαλε προς το προαναφερθέν ταμείο για την έγκριση των δαπάνων που αφορούσαν τις εν λόγω θεραπείες, ο ενάγων επεσύναπτε όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά (τις αποδείξεις παροχής υπηρεσιών του ιδιωτικού θεραπευτηρίου και τη διάγνωση του ανωτέρω Παιδονευρολόγου, αποδείξεις παιδιάτρου), για το λόγο αυτό, εξάλλου, και εγκρίθηκαν οι ως άνω δαπάνες από το αρμόδιο προς τούτο όργανο του Τ.Υ.Δ.Α..

 

12.    Επειδή, ο ενάγων, με την κρινόμενη αγωγή και το προς ανάπτυξη αυτής νομοτύπως υποβληθέν υπόμνημα, ισχυρίζεται ότι, παρότι προέβη σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για να του καταβληθούν τα ποσά των δαπανών ιατρικής περίθαλψης στις οποίες υπεβλήθη, για λογαριασμό του προστατευόμενου μέλους της οικογένειάς του, Β.Χ., υποβάλλοντας εμπροθέσμως τις οικείες αιτήσεις, με συνημμένα τα παραστατικά των δαπανών και τις γνωματεύσεις των ιατρών, προς το αρμόδιο τμήμα του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Αθηνών, εντούτοις ουδέποτε έως την άσκηση της αγωγής του καταβλήθηκαν τα ως άνω ποσά. Πιο συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι, ενώ ο ίδιος καταβάλλει ανελλιπώς επί 22 έτη τις ασφαλιστικές εισφορές προς το ως άνω Ταμείο (Ταμείο Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών που εντάχθηκε στον κλάδο υγείας του ΕΤΑΑ ως Τομέας Υγείας Δικηγόρων Αθηνών), προκειμένου να δικαιούται να λάβει τις παροχές που προβλέπονται στις καταστατικές του διατάξεις, σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, δηλαδή ασθένειας του ίδιου ή κάποιου προστατευόμενου μέλους της οικογένειάς του, όπως είναι ο ανήλικος υιός του, στην προκειμένη περίπτωση, το εν λόγω ταμείο και μετέπειτα ο ΕΟΠΥΥ που διαδέχθηκε αυτό, ως προς τις παροχές υγείας σε είδος, αρνήθηκαν και αρνούνται αδικαιολόγητα να τηρήσουν την προβλεπόμενη στο νόμο υποχρέωσή τους, προς αποζημίωση των ασφαλισμένων τους. Μάλιστα δε, ο ενάγων υποστηρίζει, ότι ενώ έχει γίνει η εκκαθάριση των σχετικών ποσών δαπανών, τα οποία έχει αναγνωριστεί ότι δικαιούται να λάβει, ήδη από το έτος 2012, παρανόμως τα εναγόμενα ταμεία δεν έχουν προβεί στην εξόφληση των ληξιπρόθεσμων αυτών υποχρεώσεών τους, με πίστωση του οικείου τραπεζικού λογαριασμού του, η δε πολυετής αυτή καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της διαδικασίας έχει υπερβεί, κατά τα προβαλλόμενα από τον ενάγοντα, τον εύλογο χρόνο και αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης που οφείλει να διέπει τη δράση των διοικητικών οργάνων, συνιστά δε ευθεία παραβίαση των άρθρων 2 παρ. 2, 5 παρ. 5, 21 παρ. 3 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος, στα οποία κατοχυρώνεται το δικαίωμα των ασφαλισμένων σε οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, προς παροχή υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου. Εξάλλου, ο ενάγων επικαλείται, ότι ενόσω εκκρεμούσε η ικανοποίηση των αιτημάτων του, παραπονέθηκε πολλές φορές στους αρμόδιους υπαλλήλους του Τ.Υ.Δ.Α., χωρίς ποτέ να λάβει μια ικανοποιητική απάντηση, αντιθέτως, άλλοτε τον ενημέρωναν ότι η πληρωμή δαπανών υγείας σε είδος έχει σταματήσει από το έτος 2011 και άλλοτε τον διαβεβαιώναν ότι θα του αποδοθούν οι δαπάνες που είχε αιτηθεί, πλην εκκρεμούσαν πολλές αιτήσεις και τηρείτο σειρά προτεραιότητας. Στην προσπάθειά του, δε, να λάβει πιο σαφείς απαντήσεις, ο ενάγων απευθύνθηκε στον Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος, όπως προκύπτει από τα από 16-2-2017 και 3-4-2017 έγγραφά του προς το Ε.Τ.Α.Α. και προς τον ενάγοντα αντίστοιχα (αντίγραφα των οποίων προσκομίζονται), ζήτησε να λάβει πληροφορίες ως προς το στάδιο στο οποίο βρίσκονταν οι αιτήσεις του ενάγοντος. Από την έρευνα αυτή του Συνηγόρου του Πολίτη προέκυψε ότι το έτος 2013 εκδόθηκαν από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. για λογαριασμό του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών, τρία επιτροπικά εντάλματα, για την αποπληρωμή παλαιών οφειλών ασφαλισμένων, στα οποία δεν εντάχθηκαν οι επίδικες οφειλές προς τον ενάγοντα, διότι, όπως διαβεβαίωσε το ως άνω ταμείο, τα εντάλματα αυτά αναλώθηκαν για την πληρωμή οφειλών προηγούμενων χρονολογικά αιτημάτων, κατά απόλυτη χρονολογική σειρά και λόγω εξάντλησης της πίστωσης δεν κατέστη δυνατή η αποζημίωση του ενάγοντος (σχ. το από 2-3-2017 έγγραφο του τ. ΕΤΑΑ Τομέας Υγείας Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών προς το Συνήγορο του Πολίτη). Επίσης, από την ίδια έρευνα προέκυψε ότι από το 2014 και εντεύθεν ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ., προφανώς για δημοσιονομικούς λόγους, δεν έχει εκδώσει επιτροπικά εντάλματα για λογαριασμό του εν λόγω Ταμείου, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αποζημιωθούν οι ασφαλισμένοι για εκκαθαρισμένες από το Ταμείο δαπάνες (σχ. Το .../22-9-2014 έγγραφο του τ. ΕΤΑΑ Τομέας Υγείας Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών προς το Συνήγορο του Πολίτη, όπου αναφέρεται ότι η πληρωμή των συγκεκριμένων επίδικων οφειλών προς τον ενάγοντα θα διενεργηθεί κατά απόλυτη χρονολική σειρά, μετά τη λήψη χρηματοδότησης των δαπανών υγείας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ υπό τη μορφή επιτροπικών ενταλμάτων). Κατόπιν των ανωτέρω, ο ενάγων κατέθεσε την με αρ. Πρωτ. .../10-5-2017 αίτηση προς τον Ε.Φ.Κ.Α. (ως καθολικό διάδοχο του Ε.Τ.Α.Α. Τ.Α.Ν.), προκειμένου να ενημερωθεί για την πορεία των αιτήσεών του, επί της οποίας εκδόθηκε με καθυστέρηση, όπως αναφέρει, έξι μηνών το από 29-11-2017 απαντητικό έγγραφο του Προϊσταμένου του Τμήματος Εσόδων Παροχών του τ. Τομέα Δικηγόρων Αθηνών (της Γενικής Διεύθυνσης Καταβολής Παροχών Υγείας του Ε.Φ.Κ.Α.), αντίγραφο του οποίου προσκομίζεται. Στο έγγραφο αυτό, με θέμα «Χορήγηση βεβαίωσης», αναγράφονται οι επίμαχες αιτήσεις που είχε υποβάλει ο ενάγων, με τα πλήρη στοιχεία τους (αριθμός πρωτοκόλλου, ημερομηνία κατάθεσης, εγκριθέν ποσό και είδος θεραπείας) και γίνεται επισήμανση ότι όλα τα ως άνω αιτήματα είναι εκκαθαρισμένα, αλλά εκκρεμεί η καταβολή στο δικαιούχο κατά απόλυτη χρονολογική σειρά. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο ενάγων επικαλείται ότι, από την αδικαιολόγητη και πολυτετή, κατά τα ανωτέρω, άρνηση ή άλλως παράλειψη των οργάνων των εναγομένων να του καταβάλουν τα ποσά των εκκαθαρισμένων δαπανών τα οποία δικαιούται, ως παροχές υγείας σε είδος, ύψους 3.220,00 ευρώ, υπέστη υλική ζημία ισόποση προς το ύψος των εν λόγω δαπανών, την οποία οφείλουν να αποκαταστήσουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστο, τα εναγόμενα νομικά πρόσωπα, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ., με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία υποβολής εκάστης αιτήσεώς του στο Τμήμα Υγείας Δικηγόρων Αθηνών του ΕΤΑΑ, άλλως επικουρικώς από την επίδοση της αγωγής του έως την εξόφληση και με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας. Επίσης, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι, από την ίδια ως άνω παράνομη παράλειψη και υπό τις συνθήκες υπό τις οποίες αυτή συντελείται, ενόψει και της πολυετούς διάρκειάς της, έχει υποστεί και ηθική βλάβη, συνιστάμενη στη μεγάλη ταλαιπωρία και τη στενοχώρια του από τις διαρκείς μεταβάσεις του στο Τ.Υ.Δ.Α., το άγχος και την ανησυχία για την πορεία των αιτήσεών του, την ελλιπή πληροφόρησή του από τα αρμόδια διοικητικά όργανα και την ανασφάλεια που του δημιουργήθηκε για το εάν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο μέλλον στις οικονομικές ανάγκες του ίδιου και της οικογένειάς του, λόγω της στέρησης του σημαντικού αυτού ποσού, το οποίο ευλόγως ανέμενε να εισπράξει σύντομα (ενόψει και της φύσης των διενεργηθεισών δαπανών, ως σχετικών με την υγεία του ανήλικου τέκνου του). Προς αποκατάσταση δε της βλάβης αυτής, ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθούν τα εναγόμενα να του καταβάλουν ομοίως αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστο το ποσό των 5.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας. Τέλος, ο ενάγων ζητεί επικουρικώς, να υποχρεωθούν τα εναγόμενα να του καταβάλουν το ως άνω ποσό υλικής ζημίας, ύψους 3.220,00 ευρώ, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ).

 

13.   Επειδή, από την άλλη πλευρά, το πρώτο εναγόμενο (Ε.Φ.Κ.Α), με το από 29-10-2018 έγγραφο απόψεών του και το από 22-11-2018 υπόμνημά του, συνομολογεί, καταρχήν όσα εκθέτει ο ενάγων στην αγωγή του, ότι δηλαδή με σχετικές αποφάσεις του τ. Τομέα Δικηγόρων Αθηνών του ΕΤΑΑ, έχει εγκριθεί η καταβολή σε αυτόν του ποσού των 3.220,00 ευρώ, ως αποζημίωση παροχών υγείας σε είδος για το έμμεσα ασφαλισμένο τέκνο του Β.Χ., κατόπιν αιτήσεων που υποβλήθηκαν στο ως άνω ταμείο από τις 17-5-2012 έως και τις 13-11-2012. Ωστόσο, συνεχίζει το εναγόμενο, για την πληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών παροχών υγείας προς ασφαλισμένους των εντασσομένων στον ΕΦΚΑ Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (οι οποίες οφειλές μεταφέρθηκαν στον ΕΦΚΑ μέσω του ΕΟΠΥΥ με το άρθρο 97 του ν. 4486/2017), δεν υπήρχε το αντίστοιχο θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο, το οποίο τελικά εγκρίθηκε με την υπ αριθ. . (συνεδρ. .η)/28-9-2017 απόφαση του Δ.Σ. του ΕΦΚΑ. Ακολούθως δε, με την 51489/16023/30-11-2017 υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β΄ 4331/2017) καθορίστηκαν οι νέες οργανικές μονάδες της Γενικής Δ/νσης Καταβολής Παροχών Υγείας του ΕΦΚΑ, που θα αναλάμβαναν να υλοποιήσουν την εκκαθάριση και την πληρωμή των σχετικών ληξιπρόθεσμων οφειλών. Έκτοτε ξεκίνησαν οι απαραίτητες ενέργειες για την πληρωμή των σχετικών υποχρεώσεων από το αρμόδιο Τμήμα Οικονομικού της Περιφερειακής Διεύθυνσης Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και αναμένεται η εξόφληση των σχετικών οφειλών προς τον ενάγοντα, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Περαιτέρω, το πρώτο εναγόμενο προβάλλει, καθ ερμηνεία του σχετικού ισχυρισμού του, ότι δεν στοιχειοθετούνται στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ, για τη γένεση της αποζημιωτικής του ευθύνης, καθόσον δεν υφίσταται ουσιαστικά παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας, παρά μόνο τυπική πλημμέλεια κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, η οποία δεν θεμελιώνει τέτοια ευθύνη. Επίσης, ισχυρίζεται ότι δεν οφείλει ούτε χρηματική ικανοποίηση στον ενάγοντα, γιατί δεν προκύπτει  η πρόκληση συγκεκριμένης ηθικής βλάβης σε αυτόν από μόνη την μη καταβολή των αντίστοιχων οφειλόμενων ποσών, τα οποία θα καταβληθούν το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, αφού έχει ήδη δρομολογηθεί η σχετική διαδικασία. Σε κάθε δε περίπτωση, το ποσό των 5.000 ευρώ, που ζητείται ως χρηματική ικανοποίηση, κατά τους σχετικούς ισχυρισμούς του εναγομένου, είναι υπερβολικό, δεδομένου και του ύψους στο οποίο ανέρχονται οι βασικές αξιώσεις του ενάγοντος. Ακολούθως, το δεύτερο εναγόμενο (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.), με το από 21-11-2018 υπόμνημά του, ζητεί και αυτό την απόρριψη της αγωγής ως αβάσιμης, επαναλαμβάνοντας όσα αναφέρει και το πρώτο εναγόμενο και επιπροσθέτως και όλως επικουρικώς, ισχυρίζεται ότι το επιτόκιο με βάση το οποίο θα πρέπει να υπολογιστεί ο τόκος, σε περίπτωση επιδίκασης αποζημίωσης, ανέρχεται σε 6% ετησίως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 παρ. 2 του ν.δ/τος 496/1974 περί Λογιστικού των ΝΠΔΔ., αρχίζει δε η τοκοφορία από την επίδοση της σχετικής αγωγής και μόνο.      

 

14.   Επειδή, στις καταστατικές διατάξεις του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών (β.δ/μα 6/1956) και στον Κανονισμό Περίθαλψης του Ταμείου αυτού (π.δ. 162/1998), προβλέπεται η υποχρέωση του εν λόγω Ταμείου να παρέχει ιατρική περίθαλψη όχι μόνο στα ασφαλισμένα μέλη του (δικηγόρους Αθηνών), αλλά και στην οικογένειά τους και ειδικότερα προβλέπεται η υποχρέωσή του να καλύπτει τις δαπάνες για τη διενέργεια των απαραίτητων εξετάσεων και θεραπειών στα τέκνα των ασφαλισμένων που παρουσιάζουν νευρολογικές, ψυχολογικές ή άλλου είδους διαταραχές, ό,τι δηλαδή αργότερα εντάχθηκε στο κεφάλαιο της ειδικής αγωγής (με το άρθρο 17) του Ενιαίου Κανονισμού Παροχών Υγείας του ΕΟΠΥΥ, όπου εξειδικεύτηκαν οι εν λόγω θεραπείες (λογοθεραπείες, εργοθεραπείες κλπ.). Η υποχρέωση αυτή στοιχεί προς όσα επιτάσσει το Σύνταγμα, σε σχέση με την προστασία του ατομικού δικαίωματος των πολιτών στην υγεία και την υποχρέωση των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης να παρέχουν στους ασφαλισμένους τους υπηρεσίες υγείας που να καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες διάγνωσης και θεραπείας των σχετικών παθήσεών τους. Εξάλλου, προκειμένου να εκπληρωθεί ο ανωτέρω, συνταγματικής περιωπής, σκοπός των Ο.Κ.Α., προβλέπεται η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών από τα μέλη τους και, μάλιστα, εξαρτάται η απόληψη των σχετικών παροχών υγείας σε είδος (όπως είναι και η κάλυψη των δαπανών ιατρικής περίθαλψης σε συμβεβλημένα με αυτούς ιδιωτικά θεραπευτήρια), από την προηγούμενη εκπλήρωση των σχετικών οικονομικών υποχρεώσεών τους προς τους Ο.Κ.Α.. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η άρνηση ή η παράλειψη των αρμόδιων διοικητικών οργάνων των οικείων Ο.Κ.Α. να αποζημιώσουν τα ασφαλισμένα μέλη τους, για τις δαπάνες υγείας στις οποίες αποδεδειγμένα αυτά υποβλήθηκαν, στην περίπτωση που πληρούνται όλες οι προβλεπόμενες στο νόμο προϋποθέσεις, συνιστά παράνομη παράλειψη υλικής ενέργειας (όταν έχει εγκριθεί η σχετική καταβολή αλλά εκκρεμεί η εκταμίευση των ποσών, όπως στην προκειμένη περίπτωση), ικανή να γεννήσει ευθύνη του οικείου ταμείου προς αποζημίωση, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι : α) όπως έγινε δεκτό στη 10η σκέψη, η Διοίκηση οφείλει γενικώς να απαντά στα αιτήματα των διοικουμένων εντός ευλόγου χρόνου, ο οποίος πάντως, εκτιμάται διαφορετικά ανάλογα με τις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης, β) ότι η Διοίκηση οφείλει επίσης να ασκεί επικαίρως τις ανατιθέμενες σε αυτήν αρμοδιότητες και να προβαίνει στις απαιτούμενες ενέργειες για την ικανοποίηση των εν γένει εννόμων συμφερόντων των διοικουμένων, η δε σχετική αδράνειά της δεν επιτρέπεται να αποβαίνει σε βάρος του διοικούμενου, διαφορετικά ανακύπτει ζήτημα παραβίασης της αρχής της χρηστής διοίκησης, γ) ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι αιτήσεις του ενάγοντος προς τον Τομέα Υγείας Δικηγόρων Αθηνών, για την απόληψη των ένδικων παροχών, υποβλήθηκαν στις 17-5-2012, 31-7-2012, 18-9-2012, 31-10-2012 και 13-11-2012, οι δε σχετικές δαπάνες εκκαθαρίστηκαν και εγκρίθηκαν προς καταβολή στις 10-7-2012, 27-8-2012, 28-9-2012,  5-11-2012, 10-1-2013 και 16-9-2014, χωρίς ωστόσο να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία εξόφλησης των σχετικών ποσών έως την άσκηση της κρινόμενης αγωγής (21-12-2017), το Δικαστήριο κρίνει ότι η εν λόγω καθυστέρηση της Διοίκησης να διεκπεραιώσει τις ως άνω αιτήσεις του ενάγοντος υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο, εντός του οποίου αναμένεται κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, η ικανοποίηση τέτοιου είδους αξιώσεων, δοθέντος άλλωστε ότι πρόκειται για αποζημίωση που οφείλεται ευθέως εκ του νόμου από τα ασφαλιστικά όργανα, προς κάλυψη δαπανών υγείας, στις οποίες έχουν υποβληθεί οι ασφαλισμένοι εξ ιδίων πόρων. Εξάλλου, όσα επικαλούνται τα εναγόμενα ως αιτιολογία της προαναφερθείσας καθυστέρησης, τα οποία πάντως δεν σχετίζονται με την ανάγκη εκκαθάρισης των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης (πρβλ. ΣτΕ 505/2016, 3618/2015, 4311/2012), δεν ασκούν επιρροή στην ανωτέρω εκτίμηση του Δικαστηρίου, περί παρόδου του ευλόγου χρόνου, διότι, όπως προελέχθη, η αρχή της χρηστής διοίκησης που διέπει τη δράση των διοικητικών οργάνων, επιβάλλει να μην αποβαίνει σε βάρος του διοικούμενου ασφαλισμένου η αδράνεια της Διοίκησης σε σχέση με την εκπλήρωση των νομίμων υποχρεώσεών της.

 

15.   Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανωτέρω παράλειψη των οργάνων των εναγομένων νομικών προσώπων (του τ. Ε.Τ.Α.Α. και κατόπιν του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. στον οποίο εντάχθηκε ο κλάδος υγείας παροχών σε είδος του Ε.Τ.Α.Α. από 1-6-2012) να προβούν εντός ευλόγου χρόνου στην εξόφληση των ένδικων χρηματικών απαιτήσεων του ενάγοντος, ύψους 3.220,00 ευρώ, είχε ως συνέπεια την ματαίωση του σχετικού δικαίωματός του, που απορρέει τόσο από τις οικείες καταστατικές διατάξεις του Τ.Π.Δ.Α, όσο και ευθέως εκ του Συντάγματος (άρθρο 21 παρ. 3 και 22 παρ. 5), το Δικαστήριο κρίνει ότι στοιχειοθετείται ευθύνη των νομικών αυτών προσώπων προς αποζημίωση του ενάγοντος, καθότι η στέρηση των επίδικων ποσών αποτελεί ισόποση περιουσιακή του ζημία, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με τις προαναφερθείσες παραλείψεις των εναγομένων. Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως αποζημίωση το προαναφερθέν ποσό, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματός του. Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη: α) το μέγεθος της εν λόγω ζημίας του ενάγοντος, β) τη φύση αυτής και ιδίως ότι πρόκειται για μη καταβληθείσα αποζημίωση δαπανών ιατρικής περίθαλψης του ανήλικου τέκνου του, καλυφθείσα εξ ιδίων πόρων, γ) τις συνθήκες υπό τις οποίες αυτή επήλθε, ιδίως δε το γεγονός της πολυετούς αναμονής προς εξόφληση των ως άνω παροχών, παρότι ο ενάγων είχε καταβάλει κατά τα προηγούμενα έτη τις αναλογούσες σε αυτόν εισφορές προς τα εναγόμενα, αναμένοντας ευλόγως την αποτελεσματική άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων του, σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, δ) το γεγονός ότι ο ενάγων αναγκάστηκε να απευθυνθεί στο Συνήγορο του Πολίτη, τόσο το έτος 2014 όσο και το έτος 2017, για να μπορέσει να ενημερωθεί για την πορεία των αιτήσεών του, το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτός υπέστη ηθική βλάβη, συνιστάμενη στη σωματική και ψυχική ταλαιπωρία που βίωσε, κατά τη διάρκεια των ανωτέρω ετών της αναμονής του, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με τις ίδιες ως άνω παράνομες ενέργειες των εναγομένων. Όσα δε περί του αντιθέτου προβάλλουν τα τελευταία με τα υπομνήματά τους είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Εξάλλου, για την αποκατάσταση της βλάβης αυτής, ο ενάγων δικαιούται να λάβει χρηματική ικανοποίηση, κατ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 του Α.Κ., ανερχόμενη στο εύλογο ποσό των 700,00 ευρώ, κατά μερική αποδοχή του σχετικού αιτήματός του.

 

16.    Επειδή, κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αγωγή και να υποχρεωθούν τα εναγόμενα νομικά πρόσωπα να καταβάλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστο, στον ενάγοντα: α) το ποσό των 3.220,00 ευρώ ως αποζημίωση κατά τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, και β) το ποσό των 700,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση, κατά το άρθρο 932 του ΑΚ, εντόκως (ΣτΕ 1350/2009) από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής σε αυτά (βλ. Τις .../22-12-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, Α.Κ. και το άρθρο 75 παρ. 2 του εδ. πρώτο του Κ.Δ.Δ), με επιτόκιο 6% ετησίως (ΣτΕ Ολομ. 2115/2014, ΑΕΔ 25/2012). Όμως, το αίτημα του ενάγοντος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, διότι αυτός δεν επικαλείται ούτε προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ότι υπάρχει αδυναμία ή ιδιαίτερη δυσχέρεια αυτού προς αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών διαβίωσης του ιδίου και της οικογενείας του, ούτε ότι συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που να συνηγορούν προς τούτο (βλ. παρ. 3 του άρ. 80 του Κ.Δ.Δ.). Τέλος, πρέπει τα δικαστικά έξοδα να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών, κατ άρθρο 275 παρ. 1 εδ. τρίτο του Κ.Δ.Δ..

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

          Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

 

          Υποχρεώνει τα εναγόμενα να καταβάλουν στον ενάγοντα, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστο, το συνολικό ποσό των τριών χιλιάδων εννιακοσίων είκοσι (3.920,00) ευρώ, εντόκως με επιτόκιο 6% ετησίως, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής σε αυτά (22-12-2017), έως την εξόφληση.

 

        Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

        Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 31ης   Ιουλίου 2019.

 

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                 Ο  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

         

ΑΓΓΕΛΙΚΗ  ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ                    ΕΥΓΕΝΙΟΣ  ΔΡΑΚΟΣ

 

 

 

 

Ακριβές Αντίγραφο

 

Αθήνα    01.08.2019

 

Η Προϊσταμένη του 12ου Τμήματος