Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΔΕφΑθ 4607/2017

 

Αντισυνταγματικότητα περικοπών συντάξεων - Αναδρομικότητα αντισυνταγματικότητας - Συνταξιούχος ΕΤΑΑ -.

 

Σύνταξη δικηγόρου. Αντισυνταγματικές οι περικοπές των συντάξεων των συνταξιούχων των φορέων υποχρεωτικής κύριας και επικουρικής ασφάλισης. Αντισυνταγματικότητα των διατάξεων των ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ του ν. 4093/2012. Αναδρομική ισχύς της αντισυνταγματικότητας για όσους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσιεύσεως της απόφασης. Δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των ως άνω διατάξεων για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων που αφορούν περικοπείσες βάσει των διατάξεων αυτών συνταξιοδοτικές παροχές τους, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της απόφασης.

 

 

 

Αριθμός απόφασης: 4607/2017

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 9ο Μονομελές

 

Με δικαστή την Ελπίδα Ανδρονικάκη -Γουδή, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα τον Ιωάννη Ρήγα, δικαστικό υπάλληλο,

 

σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Ιουλίου 2017, για να δικάσει την έφεση με ημερομηνία κατάθεσης 17 Φεβρουαρίου 2017 (αριθ. καταχ. ΑΒΕΜ 943/21.4.2017)

 

τ ο υ ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (ΕΦΚΑ), ως καθολικού διαδόχου του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων» (ΕΤΑΑ), το οποίο δεν παραστάθηκε,

 

κ α τ ά των : 1) ..., κατοίκου Ηλιούπολης (οδός ...), ο οποίος παραστάθηκε μαζί με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Παναγιώτη Φλέσσα, τον οποίο διόρισε με προφορική δήλωσή του στο ακροατήριο, 2) ..., κατοίκου Αθηνών (οδός ..), ο

οποίος δεν παραστάθηκε και 3) Σωματείου Ηπατομοσχευθέντων Ελλάδας, που

εδρεύει στην Αθήνα (οδός ...) και δεν παραστάθηκε.

 

 

Η κ ρ ί σ η τ ο υ ε ί ν α ι η ε ξ ή ς :

 

 

1 . Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, ζητείται η εξαφάνιση της 3780/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε η με ημερομηνία κατάθεσης 15.1.2014 προσφυγή - αγωγή κατά το μέρος που ασκήθηκε από το ... και το Σωματείο Ηπατομοσχευθέντων Ελλάδας, απορρίφθηκε το πιο πάνω ένδικο βοήθημα κατά το Ασφάλισης Νομικών -ΚΕΑΔ), τροποποιήθηκαν οι πράξεις καταβολής κύριας και επικουρικής σύνταξης του πιο πάνω ασφαλισμένου, μηνών Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του έτους 2013 και έγινε δεκτό ότι μη νομίμως με αυτές

μειώθηκαν οι καταβληθείσες συντάξεις των ανωτέρω μηνών, κατ΄εφαρμογή των διατάξεων του ν.4093/2012, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το ν.4111/2013, ενώ περαιτέρω υποχρεώθηκε το ΕΤΑΑ να καταβάλει στον ... το συνολικό ποσό των 760 ευρώ, που αντιστοιχεί στις μη νομίμως περικοπείσες συντάξεις που αυτός έλαβε κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 30.11.2013.

 

2. Επειδή, η συζήτηση της υπόθεσης έγινε νόμιμα, αν και δεν παραστάθηκαν τόσο το εκκαλούν ΝΠΔΔ (ΕΦΚΑ), όσο και ο δεύτερος και ο τρίτος των εφεσιβλήτων (... και Σωματείο Ηπατομοσχευθέντων Ελλάδας), οι οποίοι είχαν κλητευθεί νομότυπα και

εμπρόθεσμα μετά από σύντμηση της προθεσμίας κλήτευσης 15 ημέρες πριν από τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, κατ΄άρθρο 128 παρ.4 του ΚΔΔ (βλ. τις από 16.5.2017 και 19.5.2017 εκθέσεις επίδοσης της Γραμματέα ΔΕΑ ... και της Αρχιφύλακα ...).

 

3. Επειδή, η κρινόμενη έφεση κατά το μέρος που στρέφεται κατά του δευτέρου και τρίτου των εφεσιβλήτων (... και Σωματείου Ηπατομοσχευθέντων Ελλάδας), ως προς τους οποίους απορρίφθηκε η ανωτέρω προσφυγή - αγωγή, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, εφόσον το εκκαλούν ΝΠΔΔ, ως νικήσας διάδικος, δεν έχει, κατά το άρθρο 93 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, έννομο προς τούτο συμφέρον. Επομένως, η κρινόμενη έφεση είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία κατά το μέρος που στρέφεται κατά του πρώτου εφεσιβλήτου ...

 

4. Επειδή, με το άρθρο πρώτο παρ. ΙΑ του ν. 4093/2012, «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 - Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» (Α΄ 222/12.11.2012), όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε από το άρθρο 34 παρ. 4 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18, 25.1.2013) με έναρξη ισχύος - σύμφωνα με το άρθρο 49 παρ. 4 του ίδιου νόμου - από 5.12.2012, ορίσθηκαν τα εξής: «ΙΑ.5. 1. Από 1.1.2013 η μηνιαία σύνταξη ή το άθροισμα των μηνιαίων συντάξεων άνω των 1.000,00 ευρώ από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία μειώνονται ως εξής: α. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος άνω των 1.000,01 ευρώ και έως 1.500,00 ευρώ μειώνεται στο σύνολο του ποσού κατά 5% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000,01 ευρώ. β. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος από 1.500,01 ευρώ έως 2.000,00 ευρώ μειώνεται στο σύνολο του ποσού κατά 10% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.425,01 ευρώ. γ. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος από 2.000,01 ευρώ έως 3.000,00 ευρώ μειώνεται κατά ποσοστό 15% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.800,01 ευρώ. δ. Ποσό σύνταξης ή συντάξεων από 3.000,00 ευρώ και άνω μειώνεται κατά ποσοστό 20% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 2.550,01 ευρώ. Στο ως άνω άθροισμα λαμβάνονται υπόψη τα μερίσματα, καθώς και κάθε είδους προσαυξήσεις. Επί του αθροίσματος αυτού το ποσό της μείωσης επιμερίζεται αναλογικά σε κάθε φορέα ή τομέα και αποτελεί έσοδο του οικείου ασφαλιστικού φορέα ή τομέα. Για τον υπολογισμό του ποσοστού της μείωσης λαμβάνεται υπόψη το καταβλητέο ποσό συντάξεως ή του ως άνω αθροίσματος την 31.12.2012 μετά τις μειώσεις και τις παρακρατήσεις της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων. Από τις ανωτέρω μειώσεις εξαιρούνται όσοι λαμβάνουν το μηνιαίο εξωϊδρυματικό επίδομα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (Α΄ 68), όπως ισχύουν. 2. ... ΙΑ.6. 1. … 3. Από 1.1.2013 τα επιδόματα και δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη ή καταστατική διάταξη για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων και τομέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και του ΟΓΑ, του NAT και της Τράπεζας της Ελλάδος καταργούνται. …». Σχετικά με τις ρυθμίσεις αυτές, στην αιτιολογική έκθεση του τελευταίου τούτου νόμου -χωρίς καμία μνεία των προηγουμένως επιβληθεισών μειώσεων- αναφέρεται ότι η ανωτέρω μείωση συντάξεων «προκειμένου να είναι σε δικαιότερη βάση, γίνεται στο σύνολο της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης ή κύριων συντάξεων ή κύριας και επικουρικής σύνταξης ή μερίσματος που υπερβαίνουν τα 1000,00 ευρώ κατά μήνα. Η μείωση βαίνει αυξανόμενη, ανάλογα με το ύψος της σύνταξης ή των συντάξεων, προκειμένου τα βάρη να κατανέμονται ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα των συνταξιούχων».

 

Περαιτέρω, όσον αφορά στις περικοπές των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας, στην ανωτέρω αιτιολογική έκθεση, εκτίθεται ότι «…οι νέες δημοσιονομικές ανάγκες απαιτούν την περαιτέρω μείωση των κρατικών δαπανών. Μεταξύ των άλλων μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών κρίθηκε σκόπιμη και αναγκαία η περικοπή όλων των δώρων και του επιδόματος αδείας για όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και όλους τους συνταξιούχους, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και η εξασφάλιση της μελλοντικής συνέχισης της καταβολής των παροχών στους δικαιούχους.».

 

5. Επειδή, μετά τις διαδοχικές περικοπές και μειώσεις (ν.3845/2010, ν.3863/2010, ν.3985/2011, ν.4024/2011, ν.4046/2012), σε συνέχεια δε και προς εφαρμογή του εγκριθέντος κατά το έτος 2012 δεύτερου «Μνημονίου Συνεννόησης» (ν. 4046/2012), ακολούθησαν, κατά τα προεκτεθέντα, το ίδιο αυτό έτος, δύο ακόμη νομοθετήματα με αντικείμενο την περαιτέρω περιστολή κυρίων και επικουρικών συντάξεων: Ο ν. 4051/2012, με το άρθρο 6 του οποίου μειώθηκαν αναδρομικά κατά 12%, όπως αναλυτικά προαναφέρθηκε, οι κύριες συντάξεις που υπερβαίνουν τα 1.300 ευρώ και οι επικουρικές συντάξεις, με κλιμάκωση του ποσοστού μειώσεως (10%, 15% και 20%) αναλόγως του ύψους αυτών και με κατοχύρωση κατώτατου ορίου 200 ευρώ, καθώς και ο ν. 4093/2012, με το άρθρο πρώτο του οποίου, αφ’ ενός μεν μειώθηκαν εκ νέου, σε ποσοστά από 5% έως και 20%, οι από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία συντάξεις, που υπερβαίνουν αθροιστικώς τα 1.000 ευρώ, αφ’ ετέρου δε καταργήθηκαν πλέον για όλους τους συνταξιούχους τα επιδόματα και δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας. Στις αιτιολογικές εκθέσεις των εν λόγω διατάξεων, όπως έχει εκτεθεί, δεν μνημονεύονται καθόλου οι προηγηθείσες περικοπές, η δε λήψη των νέων μέτρων αιτιολογείται με γενική αναφορά στις «δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας», στη «δυσμενή οικονομική κατάσταση συγκεκριμένων ασφαλιστικών φορέων» και στην ανάγκη «να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης[…]».

 

Στο ανωτέρω, εξ άλλου, δεύτερο Μνημόνιο προβλεπόταν σχετικώς, κατά τα ήδη επίσης εκτεθέντα, ότι για «την πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής του προγράμματος» και εν όψει «των συνεχών προβλημάτων της Ελλάδας με τη φορολογική συμμόρφωση», θα χρειαζόταν η λήψη «επιπρόσθετων μέτρων», ότι «το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής θα επιτυγχανόταν μέσω περικοπών δαπανών που θα αποσκοπούσαν στη μόνιμη μείωση του μεγέθους του κράτους», ότι «πολλές από αυτές τις περικοπές θα έπρεπε να αφορούν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις», και ότι «η μεγάλη εναπομείνασα δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε κατ’ ανάγκη να περιλαμβάνει περαιτέρω προσαρμογές των συντάξεων […] με τρόπο που να προστατεύονται οι χαμηλοσυνταξιούχοι […]».

 

6. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 2287- 2288/2015), σε κάθε περίπτωση, η περικοπή των συντάξεων δεν μπορεί να παραβιάζει αυτό που αποτελεί το συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, κατ΄άρθρο 22 παρ.5 του Συντάγματος, τη χορήγηση δηλαδή στο συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζοντας τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υποστάσεως (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή, και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή με τρόπο που δεν αφίσταται, πάντως, ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου. Περαιτέρω, με τις πιο πάνω αποφάσεις κρίθηκε ότι κατά την επιχειρηθείσα με τις ανωτέρω διατάξεις νέα, για πολλοστή φορά, περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών της ίδιας ομάδας θιγομένων, ο νομοθέτης δεν εδικαιολογείτο πλέον να προχωρήσει σε σχετικές ρυθμίσεις χωρίς ειδική έρευνα του αντικειμένου αυτών, αλλά όφειλε, να προβεί σε εμπεριστατωμένη μελέτη, προκειμένου να διαπιστώσει και να αναδείξει τεκμηριωμένα ότι η λήψη των συγκεκριμένων μέτρων ήταν συμβατή με τις  σχετικές συνταγματικές δεσμεύσεις, τις απορρέουσες, μεταξύ άλλων, από το θεσμό της κοινωνικής ασφαλίσεως, τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας και την προστασία της αξίας του ανθρώπου. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις των νόμων 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ του ν.4093/2012, αντίκεινται στις προπαρατεθείσες συνταγματικές διατάξεις και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και είναι συνεπώς, ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. Τούτο δε αφορά τις περικοπές όχι μόνο των κύριων, αλλά και των επικουρικών συντάξεων (ΣτΕ Ολομ.2287/2015 σκ.24).

 

7. Επειδή, ακολούθως, όπως κρίθηκε με τις ίδιες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (σκ.25 της ΣτΕ 2288/2015 και σκ.26 της ΣτΕ 2287/2015), στο άρθρο 95 του Συντάγματος του 1975 ορίζεται ότι: «1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών... β) ... γ) Η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ’ αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. δ) ...». 2. ... 3. ... 4. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει. 5. ...». Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, προβλέφθηκε και ρυθμίσθηκε ο θεσμός της πρότυπης ή «πιλοτικής» δίκης, η οποία αφορά πάσης φύσεως διαφορές, ακυρωτικές ή ουσίας. Εξάλλου, η δικονομία του Συμβουλίου της Επικρατείας ερυθμίζετο παγίως με ειδικά νομοθετήματα, περιορισμένης εκτάσεως, συμπληρωνόταν δε με παραδοχές μιας ευέλικτης νομολογίας. Ειδικώς το ζήτημα των συνεπειών της ακυρωτικής αποφάσεως απετέλεσε αντικείμενο του άρθρου 50 του αρχικού νόμου περί Συμβουλίου της Επικρατείας 3713/1928 (Α΄ 273), το οποίο όριζε στην παρ. 1: «Η δεχομένη την αίτησιν απόφασις απαγγέλλει την ακύρωσιν της προσβαλλομένης πράξεως, επαγομένη νόμιμον αυτής κατάργησιν έναντι πάντων…». Με όμοιο περιεχόμενο και σε ταυτάριθμο άρθρο επαναλαμβάνεται η ρύθμιση στο ν.δ. 170/1973 και εν συνεχεία και στο ισχύον άρθρο 50 του π.δ. 18/1989, το οποίο ορίζει στην παρ. 1: «Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη». Την παρατεθείσα διάταξη του άρθρου αυτού, την οποία το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως εφήρμοζε με την έννοια ότι η ακύρωση της διοικητικής πράξεως ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεώς της, τροποποίησε το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), το οποίο προσέθεσε παρ. 3β έχουσα ως εξής: «Σε περίπτωση αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατά διοικητικής πράξεως, το δικαστήριο, σταθμίζοντας τις πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί κατά το χρόνο εφαρμογής της, ιδίως δε υπέρ των καλόπιστων διοικουμένων, καθώς και το δημόσιο συμφέρον, μπορεί να ορίσει ότι τα αποτελέσματα της ακυρώσεως ανατρέχουν σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο του χρόνου έναρξης της ισχύος της και σε κάθε περίπτωση προγενέστερο του χρόνου δημοσίευσης της απόφασης...». Με τη νέα διάταξη εδόθη η δυνατότητα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό προϋποθέσεις τις οποίες το ίδιο σταθμίζει, να αποκλίνει, σε εξαιρετικές πάντως περιπτώσεις, από τον κανόνα της αναδρομικής ακυρώσεως και να καθορίσει μεταγενέστερο χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως. Τα αυτά και για τους ίδιους λόγους δέον αναλογικώς να ισχύσουν και επί αγωγών και άλλων διαφορών ουσίας, που άγονται προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας μέσω του νέου δικονομικού θεσμού της πρότυπης δίκης (πρβλ. ΔΕΚ C43/75 της 8.4.1976 Defrenne κατά Sabena και C-262/78 της 17.5.1990 Barber). Στην προκείμενη περίπτωση, η, κατά τα ανωτέρω, διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012 θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων, όχι μόνον στους ενάγοντες, αλλά και σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη.

 

Ενόψει των δεδομένων τούτων, το Δικαστήριο, μετά στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξυμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, ορίζει ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα επέλθουν μετά τη δημοσίευση της παρούσης αποφάσεως. Οίκοθεν νοείται ότι για τους ενάγοντες και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα.

 

Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων, που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, συνταξιοδοτικές παροχές τους, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της παρούσης αποφάσεως. Η κρατήσασα δε αυτή άποψη δεν συγκρούεται ούτε με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος περί της αξιώσεως δικαστικής προστασίας, αλλά ούτε και με το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής, διότι αφ’ ενός μεν η αναδρομικότητα των συνεπειών των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν είναι αυτονόητη και αποκλειστική κάθε άλλης ρυθμίσεως, αφ’ ετέρου δε με τον ως άνω τιθέμενο περιορισμό, δεν διαταράσσεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικουμένων, εφόσον αυτοί δεν αποστερούνται των δικαιωμάτων τους, τα οποία απλώς περιορίζονται, για τους προαναφερόμενους λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος (βλ. ΣτΕ 4741/2014 Ολομ.).

 

8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Στον πρώτο εφεσίβλητο ..., δικηγόρο, χορηγήθηκε με την 45350/23.6.2011 πράξη του Διευθυντή Παροχών του ΕΤΑΑ- ΤΑΝ, κύρια σύνταξη αναπηρίας σε ποσοστό 80%, εφόρου ζωής (μεταμόσχευση ήπατος), ύψους 985,67 ευρώ, με ημερομηνία έναρξης 10.2.2011, ενώ ελάμβανε επίσης και επικουρική σύνταξη ύψους 423,15 ευρώ.

 

Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.4093/2012, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το ν.4111/2013, με τις πράξεις καταβολής κύριας και επικουρικής σύνταξης του ΕΤΑΑ, μηνών Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 2013, οι οποίες έχουν τη μορφή τρίμηνου εκκαθαριστικού σημειώματος, οι μειώσεις στη σύνταξη του πιο πάνω εφεσιβλήτου ανήλθαν στο ποσό των 49,20 ευρώ μηνιαίως στην κύρια σύνταξη και σε 20,10 ευρώ στην επικουρική (βλ. το από 24.1.2014 ενημερωτικό σημείωμα συντάξεων Δ΄ τριμήνου 2013 που προσκόμισε πρωτοδίκως το ΕΤΑΑ). Με την με ημερομηνία κατάθεσης 15.1.2014 προσφυγή αγωγή που άσκησε ο ... ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών προέβαλε ότι οι διατάξεις του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, όπως τροποποιήθηκαν με το ν.4111/2013, είναι αντισυνταγματικές, καθόσον η περικοπή των συντάξεών του αδικαιολογήτως έγινε για δημοσιονομικούς λόγους και προσβάλλει τον πυρήνα του δικαιώματός του στην κοινωνική ασφάλιση, ενώ επιπλέον προέβαλε ότι από τις αντίστοιχες μειώσεις των συντάξεων (κύριων και επικουρικών), εξαιρούνται αδικαιολόγητα οι συνταξιούχοι του δημοσίου που έχουν αδιακρίτως άνω του 80% ποσοστό αναπηρίας, ενώ, όσοι ανήκουν στους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς, όπως και ο ίδιος, εξαιρούνται μόνο εφόσον είναι παραπληγικοί ή τετραπληγικοί, τούτο δε αντίκειται στην αρχή της ισότητας. Ως εκ τούτου, με το ως άνω ένδικο βοήθημα ζήτησε αφενός να τροποποιηθούν οι προσβληθείσες πράξεις καταβολής κύριας και επικουρικής σύνταξης, μηνών Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 2013, κατά το μέρος που με αυτές επήλθαν μειώσεις στις συντάξεις του και αφετέρου να του καταβληθεί, ως αποζημίωση, το ποσό των 760 ευρώ, που αντιστοιχεί στις μη νομίμως περικοπείσες συντάξεις του, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 30.11.2013 (11 μήνες Χ 69,10). Με την εκκαλούμενη απόφαση έγινε δεκτή η προσφυγή - αγωγή, κατά το μέρος που ασκήθηκε από τον πρώτο εφεσίβλητο ..., τροποποιήθηκαν οι προσβληθείσες πράξεις καταβολής σύνταξης και υποχρεώθηκε το ΕΤΑΑ να καταβάλει στον ανωτέρω το ποσό των 760 ευρώ.

 

9. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις, είναι αντισυνταγματικές οι περικοπές των συντάξεων των συνταξιούχων των φορέων υποχρεωτικής κύριας και επικουρικής ασφάλισης, οι οποίες διενεργήθηκαν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, όπως τροποποιήθηκαν με το ν.4111/2013. Ενόψει δε του ότι η πιο πάνω προσφυγή - αγωγή κατατέθηκε στις 15.1.2014, δηλαδή πριν από τη δημοσίευση στις 10.6.2015 των 2287 και 2288/2015 αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα έχει, κατά τα αναφερόμενα στην έβδομη σκέψη της παρούσας, αναδρομικό χαρακτήρα και συνεπώς μη νομίμως περικόπηκαν οι συντάξεις (κύρια και επικουρική) που ελάμβανε ο πρώτος εφεσίβλητος ... από το ΕΤΑΑ κατά το έτος 2013, όπως ορθά έκρινε και το Πρωτόδικο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, ο δε αντίθετος λόγος της κρινόμενης έφεσης του ΕΤΑΑ και ήδη ΕΦΚΑ, κατά τον οποίο εσφαλμένα έκρινε η εκκαλουμένη ότι οι επιχειρηθείσες με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 περικοπές στις συντάξεις αντίκεινται στις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, ενώ έπρεπε να δεχθεί ότι οι πιο πάνω μειώσεις επιβλήθηκαν για λόγους δημοσίου συμφέροντος, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

Περαιτέρω, εξαιτίας των ως άνω παράνομων μειώσεων, ορθά με την εκκαλούμενη απόφαση υποχρεώθηκε το ΕΤΑΑ να καταβάλει, ως αποζημίωση, στον πρώτο εφεσίβλητο Πλούταρχο Σουβλή το συνολικό ποσό των 760 ευρώ, που αντιστοιχεί στις περικοπείσες συντάξεις του χρονικού διαστήματος από 1.1.2013 έως 30.11.2013, περί του ύψους του οποίου άλλωστε δεν προβάλλεται καμία αμφισβήτηση από το εκκαλούν Ταμείο.

 

10. Επειδή, κατ΄ακολουθία, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση στο σύνολό της, αλλά να μην καταλογιστούν δικαστικά έξοδα σε βάρος του εκκαλούντος ΕΦΚΑ, λόγω μη υποβολής σχετικού αιτήματος από τους εφεσιβλήτους (άρθρο 275 παρ.7 του ΚΔΔ).

 

 

 ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

 Απορρίπτει την έφεση.

 

 Η απόφαση δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 31 Αυγούστου 2017.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                            Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΛΠΙΔΑ ΑΝΔΡΟΝΙΚΑΚΗ- ΓΟΥΔΗ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΗΓΑΣ