ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΚορίνθου 41/2019

 

Ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής - Διαδικασία πιστωτικών τίτλων - Προϋποθέσεις έκδοσης διαταγής πληρωμής - Αλληλόχρεος λογαριασμός - Σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου -.

 

Παραδεκτή σώρευση ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ και ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Εσφαλμένη εισαγωγή αιτήσεως ενώπιον δικαστηρίου κατά την τακτική διαδικασία και όχι κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους. Το δικαστήριο κρατεί την υπόθεση και την εκδικάζει κατά την αρμόζουσα διαδικασία, εφόσον οι αποκλίσεις της τηρηθείσας τακτικής διαδικασίας δεν είναι ουσιώδεις. Απαραίτητο περιεχόμενο αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής. Πρέπει να αναφέρεται η έννομη σχέση από την οποία απορρέει η απαίτηση και δεν αρκεί απλή παραπομπή στα επισυναπτόμενα έγγραφα. Η αιτία της πληρωμής ως απαιτούμενο στοιχείο της έκδοσης διαταγής πληρωμής. Η εκδιδόμενη διαταγή περιέχει την αιτία της πληρωμής όταν περιλαμβάνει και χωρίς έστω νομικό χαρακτηρισμό της απαιτήσεως έκθεση περιστατικών που εξατομικεύουν την αποδεικνυόμενη εγγράφως απαίτηση, για την οποία εκδίδεται η διαταγή, ούτως ώστε να προκύπτει ο λόγος της αντίστοιχης οφειλής. Πρέπει να μη δημιουργείται καμία αμφιβολία από το ολόκληρο το περιεχόμενο της διαταγής ως προς την αιτία της πληρωμής. Βασικό στοιχείο της έννοιας του αλληλόχρεου λογαριασμού είναι η ύπαρξη συμφωνίας υπαγωγής σε κοινό λογαριασμό απαιτήσεων και των δύο μερών. Δεν συντρέχει περίπτωση αλληλόχρεου λογαριασμού όταν η συνδέουσα τα μέρη έννομη σχέση δεν είναι τραπεζικό άνοιγμα πίστωσης, αλλά κοινός δανεισμός. Ο νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης και η επιλογή των εφαρμοστέων κανόνων ανήκει στο Δικαστήριο. Αν προκύπτει από τις αποδείξεις ότι συνάφθηκε από τα μέρη σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενοι χαρακτήρισαν τη σχέση τους ως σύμβαση παροχής δανείου με ανοιχτό λογαριασμό.

 

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΤΙΤΛΩΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 41/2019

 

Αριθμός κατάθεσης ανακοπής: ./10-1-2014

Αριθμός κατάθεσης δικογράφου πρόσθετων λόγων ανακοπής: ./18-4-2016

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Πολυξένη Καριώτη, Πάρεδρο, την οποία όρισε η Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Μαργαρίτα Λιάκουρα.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 21η Νοεμβρίου 2018 για να δικάσει τη με αριθμ. καταθ. ./10-1-2014 ανακοπή και το με αριθμ. καταθ. ./18-4-2016 δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής μεταξύ:

 

ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ - ΔΙΑ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: του ... με  Α.Φ.Μ. ..., κατοίκου (οδός αριθμ. ), ο οποίος παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Αγγελικής Κωστάρα (AM ΔΣΚ: 586), η οποία κατέθεσε προτάσεις.

 

ΤΗΣ ΚΑΘΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ - ΚΑΘΗΣ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΚΟΠΗΣ: ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», με Α.Φ.Μ. ., που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Αμερικής αριθμ. 4) και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της ... AM ....), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

 

Ο ανακόπτων ζητεί να γίνει δεκτή η από 9-1-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./10-1-2014 ανακοπή του καθώς και το από 18-4-2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./18-4-2016 δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής, εκ των οποίων η μεν ανακοπή προσδιορίστηκε να συζητηθεί αρχικά στη δικάσιμο της 4-3-2015, το δε δικόγραφο πρόσθετων λόγων στη δικάσιμο της 18-5-2016 και κατόπιν αναβολών στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκαν στο πινάκιο.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Νόμιμα φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η από 9-1-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./10-1-2014 ανακοπή καθώς και το από 18-4-2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./18-4-2016 δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής, τα οποία υπάγονται στην ίδια διαδικασία και πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθώς έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ παράλληλα επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρα 31 παρ. 1, 246 του ΚΠολΔ).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αυτό ίσχυσε μετά την τροποποίησή του από τα άρθρα 14 παρ. 1 και 19 παρ. 4 του Ν. 4055/2012 και πριν την εκ νέου τροποποίησή του με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 9 παρ. 2 του Ν. 4335/2015, στις ανακοπές κατά διαταγής πληρωμής (των άρθρων 632 και 633 ΚΠολΔ), που ασκήθηκαν από την 2-4-2012 έως και την 31-12-2015, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παρ. 1 περ. α' ΚΠολΔ, δηλαδή αυτές εκδικάζονται πάντοτε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους (κατά τα άρθρα 635 - 644 ΚΠολΔ), χωρίς να είναι νομικώς κρίσιμο, αν με τη διαδικασία αυτή εκδικάζεται η απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής ενώ και κατά το άρθρο 937 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως αυτό ίσχυσε μετά την προσθήκη του με το άρθρο 19 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 και πριν την αντικατάσταση του με το άρθρο όγδοο, του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (που εφαρμόζεται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά την 1-1-2016), στις δίκες σχετικά με την εκτέλεση για την εκδίκαση των ανακοπών εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παρ. 1 περ. α' ΚΠολΔ. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αυτό ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο τέταρτο, του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 αν η υπόθεση δεν υπάγεται στη διαδικασία κατά την οποία έχει εισαχθεί, το Δικαστήριο αποφαίνεται γι' αυτό αυτεπαγγέλτως και διατάσσει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία δικάζεται, χωρίς να απαιτείται παραπομπή της υπόθεσης στην προσήκουσα διαδικασία, εκτός εάν η τήρηση της προσήκουσας διαδικασίας συνοδεύεται και από αντίστοιχη υπαγωγή της διαφοράς σε άλλο δικαστήριο ή εφαρμογή διαφορετικών δικονομικών κανόνων, όπως λ.χ. η τήρηση προδικασίας, που απαιτεί η διαδικασία κατά την οποία πρέπει να εκδικασθεί η υπόθεση. Η έννοια της διάταξης αυτής, κατά την κρατούσα άποψη, είναι ότι το δικαστήριο υποχρεούται να διακρατήσει την υπόθεση και να τη δικάσει εφαρμόζοντας τη διαδικασία, που αρμόζει με γνώμονα την αρχή της οικονομίας της δίκης, υπό την προϋπόθεση ότι τηρήθηκαν οι δικονομικοί κανόνες της διαδικασίας αυτής. Η διαφορά ως προς την εγγραφή στο πινάκιο δεν ασκεί έννομη επιρροή, αφού αυτή απαιτείται μόνο για την ολοκλήρωση του προσδιορισμού της δικασίμου (ΕφΔωδ 17/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 157/2002 ΑχαΝομ 2003.256, ΕφΑΘ 1999/2000 ΕΔΠολ 2002.182, ΕφΑΘ 7006/1993 ΕλλΔνη 35.1115, ΕφΑΘ 3537/1992 ΝοΒ 40.891).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση ανακοπή και το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής, ο ανακόπτων ζητεί να ακυρωθεί, για τους λόγους, που ειδικότερα εκτίθενται σ' αυτήν: α) η υπ' αριθμ. ./2013 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθής η ανακοπή το ποσό των 30.401,04 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, για απαίτηση προερχόμενη από κατάλοιπο αλληλόχρεου λογαριασμού και β) η από 9-12-2013 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτωθι του αντιγράφου εξ απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθής η ανακοπή το συνολικό ποσό των 39.101,49 ευρώ καθώς και να καταδικαστεί η τελευταία στα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, τα κρινόμενα δικόγραφα, στα οποία παραδεκτά σωρεύονται, κατά τα άρθρα 218 και 585 παρ. 1 ΚΠολΔ: α) η ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, με την οποία πλήττεται η διαταγή πληρωμής και έχει ως αίτημα την ακύρωσή της και β) η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, που βάλλει κατά πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης (και δη κατά της επιταγής προς πληρωμή, ως προδικασία της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης) και έχει ως αίτημα την ακύρωσή της, καθώς υπάγονται στο ίδιο καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιο Δικαστήριο, δικάζονται με το ίδιο είδος διαδικασίας και η σύγχρονη εκδίκαση τους δεν επιφέρει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, σύγχυση, αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπο (κατά τα άρθρα 632 παρ. 1 εδ. α', 933 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, όπως ίσχυσαν από 2-4-2012 με την έναρξη ισχύος του Ν. 4055/2012, αφού δεν γίνεται επίκληση πράξεων εκτέλεσης μετά την επίδοση της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή) εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, δοθέντος ότι το μεν δικόγραφο της ανακοπής ασκήθηκε στις 10-1-2014, δηλαδή μετά τη δημοσίευση και την από 2-4-2012 έναρξη ισχύος του Ν. 4055/2012, το δε δικόγραφο πρόσθετων λόγων στις 18-4-2016, θα τύχουν όμως εφαρμογής και γι' αυτό οι ίδιοι δικονομικοί κανόνες που ίσχυαν κατά το χρόνο κατάθεσης της ένδικης ανακοπής, παρά το ότι κατατέθηκε μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015, καθώς, κατά την άποψη που υιοθετεί το παρόν Δικαστήριο, προκειμένου για ήδη εκκρεμείς πριν από την 1-1-2016 ανακοπές οι επ' αυτών πρόσθετοι λόγοι που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (βλ. άρθρο 1, άρθρο ένατο παρ. 2 και 4 του Ν. 4335/2015) εξακολουθούν να διέπονται από το προϊσχύσαν (κατά το χρόνο κατάθεσης της ανακοπής) δίκαιο, διαφορετικά θα καταλήγαμε στο άτοπο να εκδικάζονται εξ ορισμού συναφή δικόγραφα (ανακοπή και πρόσθετοι λόγοι ανακοπής) κατά διαφορετική διαδικασία. Ωστόσο, εσφαλμένα εισήχθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατά την τακτική διαδικασία και όχι κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους. Εντούτοις, κατ' εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 591 παρ. 2 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο θα κρατήσει την υπό κρίση υπόθεση και θα δικάσει αυτήν κατά την αρμόζουσα διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους, κατά τις διατάξεις των άρθρων 635 επ., 643 και 591 παρ. 1 περ. α' ΚΠολΔ, εφόσον οι μέχρι τούδε αποκλίσεις της τηρηθείσας τακτικής διαδικασίας για την προπαρασκευή των διαδίκων από την τηρητέα ως άνω ειδική διαδικασία δεν είναι ουσιώδεις, κατά τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω μείζονα πρόταση της παρούσας. Περαιτέρω, η ένδικη ανακοπή έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, ήτοι: α) για την ανακοπή του άρθρου 632 παρ. 1 ΚΠολΔ εντός της κατά το άρθρο 632 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, δεδομένου ότι η τελευταία έλαβε χώρα την 16-12-2013 (βλ. την από 16-12-2013 επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Ναυπλίου ... επί του επικυρωμένου φωτοαντιγράφου της με αριθμό ./2013 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου), ενώ η κρινόμενη ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και επιδόθηκε στην καθής η ανακοπή στις 10-1-2014 (βλ. τη με αριθμό ./10-1-2014 έκθεση κατάθεσης δικογράφου και την υπ' αριθμ. ./10-1-2014 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Ναυπλίου ...) και β) για την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ πριν την έναρξή της, κατά το άρθρο 934 παρ. 1 περ. α' ΚΠολΔ, προθεσμίας, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε πριν την αντικατάστασή του από το άρθρο 1, άρθρο όγδοο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, εφόσον μετά την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή δεν έχει επακολουθήσει άλλη πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς να συνυπολογίζονται στις ανωτέρω προθεσμίες οι ημέρες του Σαββάτου, της Κυριακής και των τυχόν αργιών που εμφιλοχωρούν, καθότι δεν είναι εργάσιμες ημέρες (βλ. τη διάταξη του άρθρου 144 παρ. 3 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 3994/2011 και σχετικώς τις ΑΠ 232/2014, ΑΠ 323/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 421/2005 ΕλλΔνη 46.1076, ΑΠ 695/2003 ΕλλΔνη 45.114). Ομοίως και οι πρόσθετοι λόγοι ανακοπής ασκήθηκαν παραδεκτά με ιδιαίτερο δικόγραφο και εμπρόθεσμα, εφόσον κοινοποιήθηκαν στην καθής η ανακοπή στις 18-4-2016 (βλ. τη με αριθμό ./18-4-2016 έκθεση κατάθεσης δικογράφου και την υπ' αριθμ. ./18-4-2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Ναυπλίου .), ήτοι οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση (άρθρα 585 παρ. 2 και 933 παρ. 1 τελευτ. εδ. ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, τα κρινόμενα δικόγραφα να γίνουν τυπικά δεκτά και να ερευνηθούν, περαιτέρω, ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των επιμέρους λόγων ανακοπής.

 

Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 626 παρ. 1 ΚΠολΔ προϋπόθεση για την έκδοση διαταγής πληρωμής είναι η εκ μέρους του δικαιούχου της απαιτήσεως υποβολή αιτήσεως η οποία κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου και συντάσσεται έκθεση κάτω από αυτήν. Κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, το δικόγραφο της αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να περιέχει: α) τα οριζόμενα στα άρθρα 118 και 119 παρ. 1 ΚΠολΔ, β) αίτηση - (αίτημα) εκδόσεως διαταγής πληρωμής και γ) την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή χρεογράφων με τους τυχόν οφειλόμενους τόκους των οποίων ζητείται η καταβολή, ενώ, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του αυτού άρθρου, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσόν της. Προς τούτο πρέπει να αναφέρεται η έννομη σχέση από την οποία απορρέει η απαίτηση και δεν αρκεί απλή παραπομπή στα επισυναπτόμενα έγγραφα. Απαιτείται σχετικώς να εκτίθενται στην αίτηση τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, τα οποία εξατομικεύουν την απαίτηση από απόψεως αντικειμένου, είδους και τρόπου γενέσεως της και τα οποία υπαγόμενα σε κανόνες ουσιαστικού δικαίου να δικαιολογούν συμπέρασμα αντίστοιχης συγκεκριμένης οφειλής εκείνου κατά του οποίου απευθύνεται η αίτηση έναντι του αιτούντος (ΑΠ 54/1990 ΕλλΔνη 32.62, ΕφΘεσ 110/2008 ΕπισκΕΔ 2008.740, ΕφΔωδ 56/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περιέχει δε η εκδιδόμενη διαταγή το κατά το άρθρο 630 στ. δ' ΚΠολΔ απαιτούμενο στοιχείο της αιτίας της πληρωμής, όταν περιλαμβάνει και χωρίς έστω νομικό χαρακτηρισμό της απαιτήσεως έκθεση περιστατικών που εξατομικεύουν την αποδεικνυόμενη εγγράφως απαίτηση, για την οποία εκδίδεται η διαταγή, ούτως ώστε να προκύπτει ο λόγος της αντίστοιχης οφειλής (ΑΠ 54/1990, ΕφΘεσ 110/2008, ο.π.), πρέπει επομένως να μη δημιουργείται καμία αμφιβολία από ολόκληρο το περιεχόμενο της διαταγής ως προς την αιτία της πληρωμής (ΕφΠειρ 656/2011 ΔΕΕ 2012.44, ΕφΛαρ 287/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

II. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 47, 64, 67 του Ν.Δ. 17-07/13-08-1923 «περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών», 112 ΕισΝΑΚ, 668 ΕμπΝ και 361, 436, 438 ΑΚ συνάγεται ότι ο αλληλόχρεος (ή ανοικτός ή τρεχούμενος) λογαριασμός υπάρχει όταν δύο πρόσωπα συμφωνούν με σύμβαση να μην επιδιώκονται ή διατίθενται μεμονωμένα οι εκατέρωθεν απαιτήσεις που προκύπτουν από τις μεταξύ τους συναλλαγές, αλλά να φέρονται σε κοινό λογαριασμό με σκοπό να εκκαθαρίζονται και να αποσβέννυνται κατά το κλείσιμο του λογαριασμού αυτού, που θα γίνεται κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα, με τρόπο ώστε μοναδική μεταξύ τους απαίτηση να αποτελέσει το κατάλοιπο του λογαριασμού, που τυχόν θα υπάρχει. Βασικό στοιχείο της έννοιας του αλληλόχρεου λογαριασμού είναι η ύπαρξη συμφωνίας υπαγωγής σε κοινό λογαριασμό απαιτήσεων και των δύο μερών και συνεπώς δεν υπάρχει αλληλόχρεος λογαριασμός, εάν δεν υπάρχει η δυνατότητα - τουλάχιστον - εκατέρωθεν αποστολών και από τα δύο μέρη. Η ύπαρξη απλώς της δυνατότητας αυτής είναι αρκετή για να υπάρχει αλληλόχρεος λογαριασμός και είναι αδιάφορο εάν πραγματικά έγιναν κατά τη διάρκεια λειτουργίας του αποστολές και από τα δύο μέρη ή μόνο από το ένα από αυτά (ΑΠ 530/2015, ΑΠ 248/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1795/2007 ΧρΙΔ 2007.925, ΑΠ 79/1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Επιπλέον, στην έννοια του αλληλόχρεου λογαριασμού περιλαμβάνεται και ο ανοικτός λογαριασμός πίστωσης σε τράπεζα, που κινείται με διαδοχή αναλήψεως του δανείου (πίστωσης) από τον πιστούχο και τμηματικές αποδόσεις τούτου από τον ίδιο, με τους οικείους τόκους και προμήθειες. Δηλαδή, η εξέλιξη της πίστωσης παρακολουθείται, διαφορετικά εξυπηρετείται, διαφορετικά κινείται με αλληλόχρεο λογαριασμό, μέσω του οποίου η χρήση της πίστωσης μπορεί να γίνεται κατ' επανάληψη, εφόσον ο πιστούχος φροντίζει όπως, το υφιστάμενο ανά πάσα στιγμή υπόλοιπο του λογαριασμού, μην υπερβαίνει το συμφωνηθέν όριο της πίστωσης (ΑΠ 667/2001 Δ 2003.236, ΑΠ 1343/2000 ΕλλΔνη 2002.419, ΕφΘεσ 794/2007 Αρμ. 2008.1198, ΕφΑθ 1646/2006 ΕλλΔνη 2007.627). Επομένως, δεν συντρέχει περίπτωση αλληλόχρεου λογαριασμού, όταν η συνδέουσα τα μέρη έννομη σχέση δεν είναι τραπεζικό άνοιγμα πίστωσης, αλλά κοινός δανεισμός, όταν δηλαδή η μεν δανείστρια τράπεζα καταβάλλει το δάνεισμα στον οφειλέτη ή με βάση σύμβαση υπόσχεσης δανείου εφάπαξ ή τμηματικά, ο δε δανειζόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να το επιστρέψει εφάπαξ ή τμηματικά, όπως στην περίπτωση χρεωλυτικού δανείου που αναλαμβάνει την υποχρέωση να το αποδώσει σε τακτές προσυμφωνημένες δόσεις. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 806, 807 και 361 ΑΚ σαφώς προκύπτει ότι η σύμβαση χρεωλυτικού δανείου, ήτοι εκείνη κατά την οποία ο αντισυμβαλλόμενος προβαίνει σε τμηματικές καταβολές προς τη δανείστρια τράπεζα, καθορισμένες εκ των προτέρων κατά χρόνο και κατά ποσό για την κάλυψη παρασχεθέντος δανείου, είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του αλληλόχρεου λογαριασμού, οι δε δοσοληψίες από το χρεωλυτικό δάνειο, ως από τη φύση τους, δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν με την τήρηση ανοικτού λογαριασμού, αφού δεν είναι απαιτητό από την αρχή το σύνολο του χρέους (ΕφΘεσ 1695/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για το λόγο αυτό αφενός κάθε δόση είναι διακριτή από τις υπόλοιπες και διατηρεί την αυτοτέλεια και την ατομικότητά της, ενώ δεν είναι δυνατή η παρακολούθηση της ως μέρους ενός ετερογενούς συνόλου, που περιέχει κεφάλαια και άληκτα χρεωλύσια, αλλά και κονδύλια του ίδιου λογαριασμού, τα οποία προέρχονται από διαφορετικές αιτίες που επιβάλλουν ανομοιογενή μεταχείριση και αφετέρου δεν είναι δυνατό το περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού και ο ανά τρίμηνο ανατοκισμός του συνόλου του καταλοίπου, διότι κάθε δόση του τοκοχρεωλυτικού δανείου περιέχει και άληκτους τόκους, οι οποίοι δεν είναι επιτρεπτό να εκτοκίζονται. Κάθε δε συνομολόγηση κατά την οποία το τοκοχρεωλυτικό δάνειο θεωρείται ως αλληλόχρεος λογαριασμός, είναι παράνομη, αφού γίνεται με το σκοπό πορισμού εκ μέρους της τράπεζας - δανείστριας έμμεσων και ανεπίτρεπτων ωφελημάτων που παρέχονται στη διάταξη του άρθρου 112 ΕισΝΑΚ και ιδίως του ανά τρίμηνου ανατοκισμού (ΑΠ 79/1995 ΝοΒ 1996.628, ΕφΘεσ 3078/2002 ΕΕμπΔ 2005.592, ΠΠρΑθ 576/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΚορ 251/2012 ΕΠολΔ 2012.758, ΠΠρΚορ 21/2015, ΜΠρΚορ 368/2017 αδημοσίευτες, ΜΠρΘεσ 7402/2015 ΕφΑΔ 2015.802). Τέλος, ο νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης και η επιλογή των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου ανήκει στο Δικαστήριο, το οποίο αποφαίνεται με βάση τα προτεινόμενα από τους διαδίκους και αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και είναι αδιάφορη η ονομασία, την οποία έδωσαν στη σύμβαση τα μέρη. Ετσι, στην περίπτωση που προκύπτει από τις αποδείξεις ότι συνάφθηκε από τα μέρη σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενοι χαρακτήρισαν τη σχέση τους ως σύμβαση παροχής δανείου με ανοικτό λογαριασμό (ΑΠ 1468/2005 ΕλλΔνη 2006.91, ΑΠ 157/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 5415/2003 ΕλλΔνη 2004.492, ΠΠρΑΘ 65/2014, ΠΠρΑΘ 1822/2013, ΠΠρΑΘ 1550/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο πρόσθετο λόγο της ανακοπής, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής τυγχάνει ακυρωτέα, διότι σε αυτήν αλλά και στην αίτηση της καθής η ανακοπή για την έκδοση της δεν αναφέρεται η πραγματική αιτία πληρωμής, που είναι, πέραν της σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, και η αναφερόμενη αυτοτελής σύμβαση δανείου, αλλά το σύνολο του αιτούμενου ποσού αναφέρεται εσφαλμένα ως χρεωστικό κατάλοιπο του (ίδιου) αλληλόχρεου λογαριασμού. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι παραδεκτός και νόμιμος, ως στηριζόμενος στις διαλαμβανόμενες στις ανωτέρω υπό στοιχεία I. και II. μείζονες σκέψεις διατάξεις και πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

 

Από την προσήκουσα εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ' επικλήσεως προσκομιζόμενων εγγράφων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: ο ανακόπτων έλαβε, με την έγγραφη εγγύηση του μη διαδίκου ..., με διάφορες συμβάσεις χρηματοδότηση από την αρχική καθής τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», καθολικός διάδοχος της οποίας είναι η νυν καθής τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» με συγχώνευση δια εξαγοράς δυνάμει της υπ' αριθμ. ./5.11.2014 πράξης του συμβολαιογράφου Πειραιά ..., η οποία εγκρίθηκε με την υπ' αριθμ. ./20.11.2014 απόφαση του Υπ. Ανάπτυξης, καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. και δημοσιεύθηκε στο Φ.ΕΚ. Ειδικότερα, ο ανακόπτων, έχων την ιδιότητα του πιστούχου σύναψε με την καθής η ανακοπή στο Κιάτο Κορινθίας την υπ' αριθμ. .../11-12-2003 σύμβαση, με την οποία του χορηγήθηκε πίστωση με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό μέχρι του ποσού των 30.000 ευρώ, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους που περιλαμβάνονται σε αυτήν, μεταξύ των οποίων και του υπ' αριθμ. 1 όρου: «...Ο τόκος, που υπολογίζεται τοκαριθμικά και η προμήθεια, όπου ισχύει, λογίζονται και πρέπει να καταβάλλονται στις 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, δηλαδή κατά το ανά τρίμηνο περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού, σύμφωνα με το άρθρο 112 του Εισαγωγικού Νόμου του Α.Κ.». Για την εξυπηρέτηση της εν λόγω σύμβασης ανοίχθηκε ο υπ' αριθμ. ... λογαριασμός. Ακολούθως, καταρτίστηκε στο Κιάτο η από 9-9-2004 πρόσθετη πράξη της υπ' αριθμ. .../11-12-2003 σύμβασης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού, με την οποία συμπληρωματικά προς τους όρους της αρχικής σύμβασης ο ανακόπτων - πιστούχος και ο μη διάδικος εγγυητής ανέλαβαν την υποχρέωση να μην εκποιήσουν την περιουσία τους και να μην παράσχουν υπέρ τρίτων εμπράγματα βάρη επ' αυτής χωρίς την έγγραφη συναίνεση της καθής η ανακοπή. Στη συνέχεια, με την από 13-2-2009 πρόσθετη πράξη της υπ' αριθμ. .../11-12-2003 σύμβασης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού και των όρων λειτουργίας του λογαριασμού όψεως με αριθμό ... (όροι καταθέσεων) αφενός αυξήθηκε κατά το ποσό των 5.000 ευρώ το ποσό που συμφωνήθηκε να χορηγηθεί στον ανακόπτοντα δυνάμει της αρχικής σύμβασης πίστωσης, ώστε το συνολικό ποσό της χορηγηθείσας πίστωσης να ανέρχεται στις 35.000 ευρώ, αφετέρου συνομολογήθηκαν οι όροι χρήσης του υφιστάμενου υπ' αριθμ. ... λογαριασμού όψεως του ανακόπτοντος, μεταξύ των οποίων και το δικαίωμα χρήσης της ως άνω πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό με υπεραναλήψεις από τον τελευταίο αυτό λογαριασμό όψεως μέχρι του συνολικού ποσού των 5.000 ευρώ. Τέλος, μεταξύ των ιδίων ως άνω συμβαλλομένων και υπό τις ίδιες ως άνω ιδιότητες καταρτίστηκε στο Κιάτο η από 20-5-2011 σύμβαση, που τιτλοφορείται πρόσθετη πράξη της υπ' αριθμ. .../11-12-2003 σύμβασης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού, δυνάμει της οποίας ο ανακόπτων αναγνώρισε το χρεωστικό υπόλοιπο, που εμφάνιζε ο ως άνω αλληλόχρεος λογαριασμός την 20-5-2011, απορρέον: α) από τον υπ' αριθμ. ... λογαριασμό ύψους 30.758,58 ευρώ πλέον δεδουλευμένων τόκων από 1-4-2011 μέχρι την υπογραφή της πρόσθετης πράξης ποσού 697,46 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων από την υπογραφή της εν λόγω σύμβασης έως την ολοσχερή εξόφληση και β) από τον υπ' αριθμ. ... λογαριασμό ύψους 5.167,80 ευρώ πλέον δεδουλευμένων τόκων από 1-4-2011 μέχρι την υπογραφή της πρόσθετης πράξης ύψους 77,15 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων από την υπογραφή της εν λόγω σύμβασης έως την ολοσχερή εξόφληση, ήτοι συνολικά το ποσό των 35.926,38 ευρώ πλέον δεδουλευμένων τόκων και εξόδων από 1-4-2011 μέχρι την υπογραφή της πρόσθετης πράξης, συνολικού ποσού 1.074,61 ευρώ (βλ. τον σχετ. υπ' αριθμ. 3 όρο). Επιπρόσθετα, με τον υπ' αριθμ. 4 όρο της ίδιας σύμβασης οι συμβαλλόμενοι λαμβάνοντας υπόψη τη δυσμενή αλλαγή στην οικονομική κατάσταση του ανακόπτοντος προέβησαν σε ρύθμιση του ανωτέρω συνολικού χρεωστικού υπολοίπου ενώ με τον υπ' αριθμ. 5 όρο συμφώνησαν το κλείσιμο του ως άνω λογαριασμού και τη μεταφορά των χρεωστικών υπολοίπων του σε νέους λογαριασμούς ρύθμισης που θα ανοίγονταν για την υλοποίηση της ρύθμισης με τους ακόλουθους όρους: «Α. Το ως άνω συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο ποσού ΕΥΡΩ (34.998,59) ΤΡΙΑΝΤΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΕΝΝΙΑΚΟΣΙΩΝ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΟΚΤΩ ΚΑΙ ΠΕΝΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΛΕΠΤΩΝ (πλην του ποσού των δεδουλευμένων τόκων και εξόδων από 01-01-2011 έως σήμερα, για το οποίο ειδικότερα κατωτέρω ορίζεται) θα μεταφερθεί και θα παρακολουθείται πλέον από νέο λογαριασμό ρύθμισης, ο οποίος θα ανοίξει κατά τα ανωτέρω για τις ανάγκες της παρούσης πρόσθετης πράξης ρύθμισης και θα εξοφληθεί σε εξήντα (60) μήνες, με εξήντα (60) ισόποσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, εκάστης ποσού ΕΥΡΩ (798,12) ΕΠΤΑΚΟΣΙΩΝ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΟΚΤΩ ΚΑΙ ΔΩΔΕΚΑ ΛΕΠΤΩΝ, της πρώτης καταβλητέας την 20-06-2011, εκάστη δε των επόμενων την αντίστοιχη ημερομηνία εκάστου επόμενου μήνα, σύμφωνα με αναλυτικό πίνακα δόσεων κατά ημερομηνίες και ποσά, που προσαρτάται στην παρούσα και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της, με τη ρητή συμφωνία, ότι ο αριθμός των δόσεων και η ημερομηνία καταβολής τους παραμένουν αμετάβλητες καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης σε αντίθεση με το ύψος της δόσης, το οποίο ενδέχεται να μεταβάλλεται λόγω μεταβολής του ισχύοντος επιτοκίου. Οι όποιες διαφορές προκύπτουν κάθε φορά λόγω της μεταβολής του επιτοκίου για την τρέχουσα δόση, θα προστίθενται ή θα αφαιρούνται από το ποσό της τελευταίας δόσης. Β. Όσον αφορά το προαναφερόμενο ποσό ΕΥΡΩ (2002,40) ΔΥΟ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΔΥΟ ΚΑΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΛΕΠΤΩΝ, που απορρέει από δεδουλευμένους τόκους από 01-01-2011 έως την υπογραφή της παρούσας, πλέον εξόδων, τα οποία ο οφειλέτης ρητά και ανεπιφύλακτα αναγνωρίζει, θα μεταφερθεί και θα παρακολουθείται πλέον από νέο λογαριασμό ρύθμισης, ο οποίος θα ανοίξει κατά τα ανωτέρω για τις ανάγκες της παρούσης πρόσθετης πράξης ρύθμισης και θα εξοφληθεί σε έξι (6) μήνες, με έξι (6) ισόποσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, εκάστης ποσού ΕΥΡΩ (346,60) ΤΡΙΑΚΟΣΙΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ ΕΞΙ ΚΑΙ ΕΞΗΝΤΑ ΛΕΠΤΩΝ, της πρώτης καταβλητέας την 20-06-2011, εκάστη δε των επόμενων την αντίστοιχη ημερομηνία εκάστου επόμενου μήνα, σύμφωνα με αναλυτικό πίνακα δόσεων κατά ημερομηνίες και ποσά, που προσαρτάται στην παρούσα και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της.» Περαιτέρω, στους υπ' αριθμ. 5.Γ. και 6 όρους καθορίστηκε το συμβατικό επιτόκιο και το επιτόκιο υπερημερίας της νέας αυτής σύμβασης ενώ στον υπ' αριθμ. 8 όρο ρυθμίστηκε το δικαίωμα της καθής η ανακοπή για κλείσιμο όλων των ανωτέρω λογαριασμών ρύθμισης της εν λόγω σύμβασης αλλά και για καταγγελία της αρχικής σύμβασης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού, σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης από τον ανακόπτοντα δύο δόσεων από τις οριζόμενες στον ως άνω υπ' αριθμ. 5 όρο. Για την παρακολούθηση της ρυθμιζόμενης οφειλής του ποσού των 34.998,59 ευρώ ανοίχθηκε ο υπ' αριθμ. ... λογαριασμός και για την παρακολούθηση της ρυθμιζόμενης οφειλής του ποσού των 2.002,40 ευρώ ανοίχθηκε ο υπ' αριθμ. ... λογαριασμός. Από τα ανωτέρω και την αναλυτική μελέτη της τελευταίας από 20-5-2011 σύμβασης μεταξύ των διαδίκων προκύπτει ότι η αρχική υπ' αριθμ. .../11-12-2003 σύμβαση ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού μετατράπηκε σε σύμβαση δανείου, το δε χρεωστικό κατάλοιπο αυτής (34.998,59 ευρώ και 2.002,40 ευρώ) μεταφέρθηκε σε νέους λογαριασμούς και συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε εξήντα (60) και έξι (6) αντίστοιχα μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεολυτικές δόσεις σε ρητή ημερομηνία, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω σύμβαση. Εξάλλου, στην ίδια σύμβαση αναγράφηκαν οι ειδικότεροι όροι, ο ειδικός σκοπός τους, το επιτόκιο, η διάρκεια, η ημερομηνία αποπληρωμής των ορισθεισών τοκοχρεωλυτικών δόσεων, η λήξη τους και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο - όρος διαφοροποίησης από την αρχική σύμβαση. Από τους προαναφερθέντες αυτούς όρους της από 20-5-2011 σύμβασης προκύπτει ότι πρόκειται περί τοκοχρεολυτικού δανείου και όχι περί σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, αφού ορίστηκε συγκεκριμένη διάρκεια αυτού καθώς και η εκάστη (δήλη) ημέρα τμηματικής επιστροφής του, επιπλέον η πληρωμή καθορίστηκε σε τοκοχρεωλυτικές δόσεις, ενώ συνδέθηκε το δικαίωμα της καθής η ανακοπή για κλείσιμο του με τη μη εμπρόθεσμη καταβολή δύο εκ των ως άνω ορισθεισών δόσεων, οι δε ως άνω καταβολές από τον οφειλέτη ανακόπτοντα μπορούσαν να γίνουν μόνο με τους προαναφερόμενους όρους και επιπρόσθετα ο τελευταίος δεν είχε τη δυνατότητα καταβολής οποτεδήποτε στη δανείστρια οποιουδήποτε χρηματικού ποσού, το οποίο να πιστώνεται στα πλαίσια λειτουργίας ενός αλληλόχρεου λογαριασμού. Έτσι, οι προαναφερθέντες δύο λογαριασμοί, που κινήθηκαν από την καθής η ανακοπή για την παρακολούθηση της ως άνω χορήγησης, εκ των οποίων ο μεν υπ' αριθμ. . έκλεισε οριστικά στις 23-7-2012 με υφιστάμενο κατά το κλείσιμο χρεωστικό κατάλοιπο ποσού 31.342 ευρώ, ο δε υπ' αριθμ. . έκλεισε στις 19-12-2011 μετά από ολοσχερή εξόφληση του υπολοίπου του, ήταν απλοί δανειακοί δοσοληπτικοί λογαριασμοί και όχι αλληλόχρεοι, αφού εξυπηρετούσαν σύμβαση κοινού δανείου. Συνεπώς, η ανωτέρω από 20-5-2011 σύμβαση, που χαρακτηρίστηκε από τους διαδίκους ως πρόσθετη πράξη αποτελεί απλή δανειακή σύμβαση και όχι σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού, χωρίς να παίζει ρόλο ο χαρακτηρισμός που έχει δοθεί σ' αυτήν από τους ίδιους τους συμβαλλομένους και ήδη αντιδίκους, σύμφωνα και με όσα εκτίθενται στην ανωτέρω υπό στοιχείο II. μείζονα σκέψη. Η σύμβαση αυτή είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του αλληλόχρεου λογαριασμού, οι δε δοσοληψίες από το χρεωλυτικό δάνειο, από τη φύση τους, δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν με την τήρηση ανοικτού λογαριασμού, αφού δεν είναι απαιτητό από την αρχή το σύνολο του χρέους. Εξάλλου, η επίμαχη φερόμενη ως πρόσθετη πράξη μεταξύ των διαδίκων δεν αποτελούσε στην ουσία «πρόσθετη πράξη», ήτοι τμήμα του αρχικού αλληλόχρεου λογαριασμού, και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν υπήρχε η δυνατότητα εκατέρωθεν αποστολών και από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Επομένως, στην παρούσα περίπτωση δεν μπορούν να έχουν ισχύ, ως ασυμβίβαστα με την έννοια του κοινού δανείου, τα συμφωνηθέντα με την αρχική σύμβαση, ότι ο τόκος θα είναι πληρωτέος ανά τρίμηνο και δη κατά το ανά τρίμηνο περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού σύμφωνα με το άρθρο 112 του Εισαγωγικού Νόμου του Α.Κ. (βλ. τον υπ' αριθμ. 1 όρο της αρχικής σύμβασης), ως αντιφάσκοντα με τη φύση της σύμβασης δανείου. Πλην όμως η καθής η ανακοπή υπέβαλε ενώπιον της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου την από 10-10-2013 αίτησή της για την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του ανακόπτοντος και του μη διαδίκου εγγυητή, στην οποία αναφέρεται στην υπ' αριθμ. ./11-12-2003 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, στις ως άνω δύο αναφερόμενες πρόσθετες πράξεις αυτής και τελευταία στην από 20-5-2011 σύμβαση, που χαρακτηρίζεται από την ίδια ως πρόσθετη πράξη της αρχικής σύμβασης, αποτελούσα αναπόσπαστο μέρος αυτής. Ακολούθως, αναφέρονται στη διαταγή πληρωμής οι υπ' αριθμ. . και . λογαριασμοί, στους οποίους μεταφέρθηκε το ως άνω χρεωστικό κατάλοιπο από τον αρχικό αλληλόχρεο λογαριασμό που κινήθηκε από την καθής η ανακοπή από την έναρξη της αρχικής χορήγησης μέχρι την ημερομηνία υπογραφής της εν λόγω σύμβασης (20-5-2011) και χαρακτηρίζονται και αυτοί (οι λογαριασμοί) ως αλληλόχρεοι. Επομένως η καθής η ανακοπή στηρίζει την απαίτηση της (μόνο) σε χρεωστικό κατάλοιπο αλληλόχρεου λογαριασμού που, κατά τα εκτιθέμενα στην αίτηση της, κινήθηκε δυνάμει μίας ενιαίας σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, σε συνδυασμό με τις προαναφερθείσες πρόσθετες πράξεις. Η τελευταία όμως σύμβαση με ημερομηνία 20-5-2011 δεν αποτελεί τμήμα μίας ενιαίας σύμβασης πίστωσης, ούτε οι λογαριασμοί που κινήθηκαν για την εξυπηρέτηση της ήταν αλληλόχρεοι, αλλά αντίθετα συνιστά μία νέα αυτοτελή σύμβαση δανείου, αιτία, όμως, η οποία ουδόλως εκτίθεται στην αίτηση της καθής η ανακοπή για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, με βάση την οποία εκδόθηκε σε βάρος του ανακόπτοντος η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει σε αυτήν το ποσό των 30.401,04 ευρώ, πλέον του νομίμου τραπεζικού τόκου υπερημερίας από την 23-07-2012 και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, απάντων των εν λόγω ποσών ανακεφαλαιοποιούμενων και ανατοκιζόμενων σύμφωνα με τους όρους της αρχικής υπ' αριθμ. .../11-12-2003 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και με αιτία αποκλειστικά και μόνο την εν λόγω σύμβαση. Επομένως και στην προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής εκτίθεται εσφαλμένα η αιτία της πληρωμής, δεδομένου ότι όχι μόνο δεν γίνεται αναφορά σε σύμβαση δανείου, αλλά περαιτέρω χαρακτηρίζεται εσφαλμένα αυτή ως πρόσθετη πράξη της αρχικής σύμβασης πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό. Ωστόσο, με το να θεωρήσει η καθής η ανακοπή, ότι η ανωτέρω πρόσθετη πράξη είχε το χαρακτήρα του αλληλόχρεου λογαριασμού και να την εντάξει στην αρχική σύμβαση ανοίγματος πίστωσης δια ανοικτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού, ενήργησε παρανόμως, αφού έλαβε ανεπίτρεπτα ωφελήματα και ιδίως τον ανά τρίμηνο ανατοκισμό, ο οποίος αποτελούσε όρο της αρχικής σύμβασης και δεν δύναται να τύχει εφαρμογής στις συμβάσεις τοκοχρεολυτικών δανείων, που εκ της φύσεως τους δεν δύνανται να εξυπηρετηθούν με την τήρηση ανοικτού λογαριασμού, αφού σε αυτές δεν είναι από την αρχή απαιτητό το σύνολο του χρέους, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα. Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στις ως άνω μείζονες σκέψεις, κατά παραδοχή του πρώτου πρόσθετου λόγου της ανακοπής και παρελκομένης της έρευνας των λοιπών λόγων της ανακοπής και του δικογράφου πρόσθετων λόγων ανακοπής, οι οποίοι καθίστανται πλέον άνευ αντικειμένου, εφόσον κατατείνουν στην ακύρωση της ίδιας διαταγής πληρωμής (ΑΠ 1054/1999 ΕλλΔνη 40.1540, ΕφΑΘ 1294/2009 ΕλλΔνη 52.190, ΕφΘεσ 2292/2006 ΧρΙΔ 2007.156, ΕφΑθ 5824/2001 ΕλλΔνη 43.185, ΕφΑθ 260/2001 ΕλλΔνη 42.1372), να γίνει δεκτή η κρινόμενη ανακοπή και το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ως βάσιμα κατ' ουσίαν και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες: α) υπ' αριθμ. 1043/2013 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου και β) η από 9-12-2013 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτωθι του αντιγράφου εξ απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής (άρθρο 633 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η καθής η ανακοπή, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος [άρθρα 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 παρ. 1 περ. i. α), 65 και 68 παρ. 1 του Ν. 4194/2013], κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./10-1-2014 ανακοπή και το με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./18-4-2016 δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εκδίκασή τους κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή και το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής.

 

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ' αριθμ. ./2013 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου και την από 9-12-2013 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτωθι του αντιγράφου εξ απογράφου της εν λόγω διαταγής πληρωμής.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθής η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Κόρινθο σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 30 Ιανουαρίου 2019 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους και θεωρήθηκε αυθημερόν.

 

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ