ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑθ 12367/2018

 

Εγγυητική επιστολή τράπεζας - Δανειστής με εκτελεστό τίτλο - Βεβαιωμένη ύπαρξη χρέους -.

 

Εγγυοδοσία. Επέκταση ευθύνης εγγυητού λόγω ύπαρξης εκτελεστού τίτλου. Με την εγγυητική επιστολή τράπεζας οι συναλλασσόμενοι αποβλέπουν στην άμεση καταβολή από την τράπεζα στον δανειστή του ποσού που καλύπτει η εγγυητική επιστολή, χωρίς ο τελευταίος να προσφύγει στα δικαστήρια. Εγγυητική επιστολή με ρήτρα πληρωμής σε πρώτη ζήτηση. Ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα. Ελευθέρωση εκείνου που εγγυήθηκε για ορισμένο μόνο χρόνο, αν ο δανειστής δεν επιδιώξει δικαστικώς την απαίτησή του μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο του χρόνου αυτού και δεν συνεχίσει τη σχετική διαδικασία χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Αν ο δανειστής έχει εκτελεστό τίτλο κατά το άρθρο 904 παρ. 2 β’-ζ’ ΚΠολΔ ή νόμιμο τίτλο κατά τον ΚΕΔΕ δεν έχει ανάγκη να προβεί σε καμία δικαστική ενέργεια μετά τη λήξη της εγγύησης, αφού η ύπαρξη του χρέους είναι βεβαιωμένη. Απόρριψη ένστασης ελευθερώσεως.

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 12367/2018

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Ψυχογυιού, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τον Γραμματέα Ολύμπιο Τριαντάφυλλου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 4-10-2018 για να δικάσει την υπόθεση

μεταξύ:

 

Του καλούντος - ενάγοντος: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ", ως καθολικού διαδόχου του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ (Ε.Τ.Α.Α)", νομίμως εκπροσωπουμένου, με έδρα την Αθήνα, οδ. Αμερικής αρ. 12, το οποίο παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Ανδρέα Κουτσολάμπρου [AM. ΔΣΑ 12589].

 

Της καθ'ης η κλήση- εναγομένης: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία "ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε." ,νομίμως εκπροσωπούμενης, με έδρα την Αθήνα, οδ. Σταδίου αρ.40, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Αρτεμη Κυριαζή [AM ΔΣΑ 8801].

 

Το ενάγον ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ (Ε.Τ.Α.Α)", ως καθολικός διάδοχος του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ", άσκησε την από 20/5/2013 και με αριθμό κατάθεσης 72264/2046/2013 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά της καθ'ης η κλήση- εναγομένης Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία "ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε,", η οποία συζητήθηκε την 1/12/2016 και επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 282/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών [Τακτική Διαδικασία], δυνάμει της οποίας παραπέμφθηκε η εν λόγω υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, ως καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδίου. Εν συνεχεία δυνάμει της υπό κρίση από 24/4/2017 και με αριθμό καταθ. 532580/598/2017 κλήσης του καλούντος-ενάγοντος ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ", ως καθολικού διαδόχου του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ (Ε.Τ.Α.Α)", ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η εν λόγω αγωγή προσδιορίστηκε να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερόμενη δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό Η5/12.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 847 επ. ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται και επί των εγγυήσεων, που παρέχονται με τις εγγυητικές επιστολές (ΑΠ 884/2013), προκύπτει ότι, η εγγύηση που παρέχεται με την εγγυητική επιστολή αποτελεί, κατ' αρχήν, ετεροβαρή σύμβαση καταρτιζόμενη μεταξύ του δανειστή και του εγγυητή. Με τη σύμβαση αυτή ο εγγυητής αναλαμβάνει έναντι του δανειστή την υποχρέωση να του πληρώσει οφειλή τρίτου πηγάζουσα από έγκυρη έννομη σχέση, στην οποία ο τρίτος (οφειλέτης) παραμένει νομικά ξένος. Ειδικότερα, οι εγγυητικές επιστολές που εκδίδονται από τράπεζες αποτελούν ιδιαίτερο είδος κατά τύπον εγγύησης, δημιούργημα της συναλλακτικής πρακτικής (άρθρο 361 ΑΚ), χαρακτηριστικό της οποίας είναι ότι, με αυτήν οι συναλλασσόμενοι δεν αποβλέπουν στην απόκτηση πρόσθετης φερεγγυότητας, αλλά στην άμεση καταβολή από την τράπεζα στο δανειστή του ποσού που καλύπτει η εγγυητική επιστολή, χωρίς ο τελευταίος να προσφύγει στα δικαστήρια και στη χρονοβόρα διαδικασία τους (ΑΠ 1625/2012). Στην περίπτωση έκδοσης εγγυητικής επιστολής, με ρήτρα πληρωμής σε πρώτη ζήτηση ή με απλή ειδοποίηση σκοπείται η άμεση μετάθεση του χρηματικού ποσού, με το οποίο χορηγήθηκε η εγγυητική επιστολή σ' εκείνον που αυτή απευθύνεται με την επέλευση ορισμένου τυπικά διαπιστούμενου γεγονότος ή με την πάροδο προθεσμίας ή με απλή δήλωση του δικαιούχου προς τον οποίο απευθύνεται η επιστολή, ότι επήλθε ο λόγος της κατάπτωσης αυτής, χωρίς να έχει τη δυνατότητα η εκδότρια της επιστολής Τράπεζα να ελέγχει το υπαρκτό ή το έγκυρο της οφειλής ούτε τον λόγο κατάπτωσης της εγγύησης ή να προβάλει την ένσταση δίζησης. Όπως προεκτέθηκε εκ του ότι η εγγυητική επιστολή δεν ρυθμίζεται ειδικώς ούτε από τις διατάξεις του εμπορικού Νόμου, ούτε άλλου νόμου, ανάλογη εφαρμογή γι' αυτήν έχουν οι διατάξεις των άρθρων 847 επ. ΑΚ. Συνεπώς, όταν με την εγγυητική επιστολή η Τράπεζα εγγυήθηκε για ορισμένο χρόνο, ανάλογη εφαρμογή έχει και το άρθρο 866 ΑΚ, οι διατάξεις του οποίου δεν αντίκεινται στο χαρακτήρα και τη λειτουργία της εγγυητικής αυτής επιστολής (ΟλΑΠ 10/1992 ΝοΒ 41.70, ΑΠ 210/1993 ΝοΒ 1994/399, ΑΠ 48/1996 ΕλλΔνη 1996/1332). Κατά τη διάταξη δε του άρθρου αυτού, εκείνος που εγγυήθηκε για ορισμένο μόνο χρόνο, ελευθερώνεται από την εγγύηση, αν ο δανειστής δεν επιδιώξει δικαστικώς την απαίτηση του μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο αυτού του χρόνου και δεν συνεχίσει τη σχετική διαδικασία χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Από εύνοια προς τον δανειστή παρατείνεται με το άρθρο 866 ΑΚ για ένα ακόμη μήνα η περιορισμένη συμβατικά χρονική διάρκεια της εγγύησης. Έτσι ο εγγυητής επί εγγύησης για ορισμένο χρόνο αντλεί ευεργέτημα και συγκεκριμένα ένσταση ελευθέρωσης αυτού σε περίπτωση καθυστέρησης δικαστικής επιδίωξης της ασφαλιζόμενης απαίτησης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις αυτής της διάταξης [ΑΠ 1093/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 6281/2002 Δ/ΝΗ 2004/1071].

 

Στην περίπτωση που ο εγγυητής δεν έχει την ένσταση δίζησης [ΑΚ 857], ο δανειστής δικαιούται, κατ'επιλογήν του, να στραφεί με τις προϋποθέσεις του άρθρου 866 ΑΚ είτε κατά αυτού είτε κατά του πρωτοφειλέτη, εφόσον δε, οι προϋποθέσεις τηρηθούν, ο εγγυητής συνεχίζει να ευθύνεται ακόμη και μετά την πάροδο του ορισμένου χρόνου εγγύησης [ΑΠ 210/1993 ΝοΒ 1994/399, Καυκάς Κ./Καυκάς Δ. Ενοχικόν, αρθρ. 866 παρ.2, σελ. 519, Γεωργιάδης Απ. ΣΕΑΚ I, αρ. 866, σελ 1666],Εάν όμως ο δανειστής έχει εκτελεστό τίτλο κατά το άρθρο 904 παρ. 2, β-ζ ΚΠολΔ ή νόμιμο τίτλο κατά το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν.Δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ), δεν έχει ανάγκη να προβεί σε καμμιά δικαστική ενέργεια μετά τη λήξη της εγγύησης, αφού η ύπαρξη του χρέους είναι βεβαιωμένη, το δε άρθρ. 866 ΑΚ απαιτεί δικαστική επιδίωξη της απαίτησης και όχι έναρξη αναγκαστικής εκτέλεσης προς είσπραξη αυτής (Καυκάς Ενοχ. Δικ. τόμος Β' έκδ. Β', σελ. 449, πρβλ. και Ε Α 1885/1976 ΝοΒ 24,976).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, το ενάγον με την υπό κρίση αγωγή, εκθέτει ότι δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 25 και 38 Ν. 3655/2008, κατέστη καθολικός διάδοχος του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ", υπεισερχόμενο στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Ότι με το από 28.11.1960 συμφωνητικό μίσθωσης, όπως αυτό τροποποιήθηκε με τα από 10.3.1961, 8.11.1993, 3.7.2002 και 30.9.2008 συμφωνητικά, το "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ", είχε εκμισθώσει στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ", ένα μίσθιο ακίνητο, με τους ειδικότερους αναλυτικά εκτιθέμενους στο συμφωνητικό όρους. Ότι, για την ακριβή εκπλήρωση των όρων της σύμβασης μίσθωσης, η μισθώτρια προσκόμισε στο "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ" αρχικώς τη με στοιχεία GR .../30.9.2008 εγγυητική επιστολή της εναγομένης, ποσού 217.000 ευρώ και εν συνεχεία, μετά τη συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος της εν λόγω εγγυητικής επιστολής , την με στοιχεία GR... εγγυητική επιστολή ποσού 220.586,36 ευρώ, με ισχύ έως 30.9.2010. Ότι λόγω δυστροπίας της μισθώτριας ως προς την καταβολή των οφειλομένων μισθωμάτων, εκδόθηκε, κατόπιν άσκησης σχετικής αγωγής η με αριθμό 1497/2010 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, σύμφωνα με την οποία καταδικάστηκε η μισθώτρια στην απόδοση του μισθίου και στην καταβολή των οφειλομένων μισθωμάτων συνολικού ποσού 673.092,82 ευρώ. Ότι η ανωτέρω απόφαση δημοσιεύτηκε στις 3.8.2010 και αντίγραφο απογράφου αυτής με επιταγή για απόδοση της χρήσης του μισθίου και καταβολή του επιδικασθέντος ποσού στο "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ" επιδόθηκε στη μισθώτρια και συντάχθηκε η με αριθμό 13715/24.9.2010 έκθεση επίδοσης του αρμοδίου δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών .... Ότι, με το με αριθμό πρωτ. .../6.10.2010 έγγραφο του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ενάγοντος προς την εναγομένη, ζητήθηκε η κατάπτωση υπέρ του ενάγοντος της ένδικης εγγυητικής επιστολής. Ότι η εναγομένη με το με αριθμό πρωτ. .../6.10.2010 έγγραφο της αρνήθηκε την ικανοποίηση του αιτήματος του [ενάγοντος] με την αιτίαση ότι η εγγυητική επιστολή είχε λήξει στις 30.9.2010. Με βάση το ιστορικό αυτό, το καλουν-ενάγον ζητεί να υποχρεωθεί η καθ'ης η κλήση-εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 220.586,36 ευρώ, νομιμοτόκως από την 7.10.2010, επικουρικά δε, από την επίδοση της αγωγής, καθώς και να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και να καταδικαστεί η εναγομένη στη δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, για το καταψηφιστικό αντικείμενο της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου από το ενάγον ως ΝΠΔΔ [αρ.28 παρ.4 Ν. 2579/98, 26 παρ.2 Ν.2646/98], παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ' ύλην, ως εκ της επικαλούμενης αξίας του αντικειμένου της διαφοράς, και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 9, 14 παρ. 2, 22 και 33 Κ.ΠολΔ.), είναι, δε, ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 345, 346, 847 επ ΑΚ, καθώς και στα άρθρα 176, 191 παρ.2, 907, 908 Κ.ΠολΔ. Πρέπει επομένως η αγωγή να εξεταστεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 281 Α.Κ. η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια του άρθρου 281 Α.Κ. το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά όταν από την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε ή από τις περιστάσεις που μεσολάβησαν, η εκ των υστέρων άσκηση του δικαιώματος έρχεται σε προφανή αντίθεση προς την ευθύτητα και εντιμότητα που πρέπει να κρατούν στις συναλλαγές, προς τα επιβαλλόμενα χρηστά συναλλακτικά ήθη ή προς τον εγκείμενο στο δικαίωμα κοινωνικό και οικονομικό σκοπό, έτσι ώστε η ενάσκηση του να προσκρούει στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (βλ. Ολ.Α.Π. 19/1998 Ελ.Δ. 1998.310, Α.Π. 30/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1336/1998 Ε.Ε.Ν. 2000.106). Επίσης για να καταστεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος δεν αρκεί μόνο η μη άσκηση αυτού από το δικαιούχο για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλ' απαιτείται να συντρέξουν και άλλα περιστατικά, από τα οποία να συνάγεται συμπεριφορά τέτοια που να δημιουργεί εύλογα την πεποίθηση στον υπόχρεο ότι δεν θα ασκήσει το δικαίωμα του ο δικαιούχος (βλ. Ολ,Α.Π. 2101/1984 Νο.Β. 33. 648, Α.Π. 457/1972 Νο.Β. 20.1279, Παπαδόπουλο, Αγωγές εμπραγμάτου δικαίου 1989, σελ. 286, Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στη διεκδικητική - Εισήγηση στο 23° πανελλήνιο συνέδριο της Ενώσεως Ελλήνων Δικονομολόγων - 1997, σελ. 23, 30).

 

Η εναγομένη με τις προτάσεις της αρνείται την αγωγή και επικουρικά ισχυρίζεται ότι έχει ελευθερωθεί της εγγυήσεως, καθώς η ισχύς της εγγυητικής επιστολής είχε λήξει την 30.9.2010 και το ενάγον αφενός αιτήθηκε την κατάπτωση της εγγύησης την 6/10/2010, αφετέρου δε, δεν επεδίωξε δικαστικά την ικανοποίηση της απαίτησής του, εντός προθεσμίας ενός μηνός από την λήξη της ισχύος της εγγυητικής επιστολής. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένσταση ερειδόμενη στο αρ. 866 ΑΚ και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι το δικαίωμα του ενάγοντος να εισπράξει το ποσό της εγγυητικής επιστολής, ασκείται καταχρηστικά καθώς η εν λόγω αγωγή ασκήθηκε μετά την πάροδο πέντε ετών από την λήξη της εγγυητικής επιστολής χωρίς ποτέ μέχρι τότε να έχει οχληθεί ξανά για την καταβολή του εν λόγω ποσού από το ενάγον, με αποτέλεσμα να της έχει δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι έχει απαλλαγεί της εγγυήσεως. Σύμφωνα, ωστόσο, με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη ο σχετικός ισχυρισμός τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθόσον τα εκτεθέντα στις προτάσεις περιστατικά, και εάν αυτά υποτεθεί ότι αληθεύουν, δεν καθιστούν την άσκηση της αγωγής καταχρηστική. Η μη επιδίωξη της αξίωσης όπως επίσης και η πάροδος του μνημονευόμενου χρονικού διαστήματος δεν αρκούν.

 

Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και νομότυπα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

 

Δυνάμει του από 28 Νοεμβρίου 1960 μισθωτηρίου συμβολαίου, το ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟΝ ΝΟΜΙΚΩΝ", είχε εκμισθώσει στην Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "Α.Ε. ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ", για το χρονικό διάστημα και με τους όρους και συμφωνίες που αναγράφονται σε αυτό, ένα ακίνητο του, ήτοι πολυόροφο κτίριο, επί των οδών ... στην Αθήνα, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από την μισθώτρια ως ξενοδοχείο Α' κατηγορίας με τον τίτλο "Ε Π" (E P HOTEL). Το συμφωνητικό αυτό τροποποιήθηκε από τους συμβαλλόμενους με τα από 10 Μαρτίου 1961, 8 Νοεμβρίου 1993, 3 Ιουλίου 2002 και 30 Σεπτεμβρίου 2008 ιδιωτικά συμφωνητικά. Δυνάμει δε του τελευταίου από 30/9/2008 ιδιωτικού συμφωνητικού παρατάσεως μισθώσεως και ρύθμισης οφειλών συμφωνήθηκαν, μεταξύ άλλων, τα κάτωθι: 1) η μίσθωση παρατάθηκε για δώδεκα έτη από της λήξεως της προηγούμενης παρατάσεως αρχής γενομένης από 1/11/2005 λήγουσα την 31/10/2017, 2) το μίσθωμα αναπροσαρμόσθηκε και ορίσθηκε για την χρονική περίοδο α) από 1/11/2005 έως 31/12/2006 ετησίως στο ποσό των 1.817.229 ευρώ, το δε μηνιαίο μίσθωμα στο ποσό των 151.435 ευρώ, πλέον χαρτοσήμου, β) από 1/1/2007 έως 31/12/2008 ετησίως στο ποσό των 1.300.119,40 ευρώ, το δε μηνιαίο μίσθωμα στο ποσό των 108.343 ευρώ, πλέον χαρτοσήμου, γ) από 1/1/2009 έως 31/12/2009 ορίστηκε το μίσθωμα να αυξάνεται κατά ποσοστό ίσο με ολόκληρο το δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου 12μήνου και όχι με το 75% αυτού, δ) από 1/1/2010 έως 31/12/2010 ορίστηκε το μίσθωμα να αναπροσαρμόζεται κατά ποσοστό ίσο με ολόκληρο το δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου 12μήνου προσαυξημένου κατά μία μονάδα, ε) από 1/1/2011 και εφεξής μέχρι λήξεως της παράτασης της μίσθωσης την 31/10/2017 ορίστηκε το μίσθωμα να αναπροσαρμόζεται ετησίως κατά ποσοστό ίσο με ολόκληρο το δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου 12μήνου προσαυξημένου κατά 2 μονάδες 3) όλες οι διαφορές μισθωμάτων από το μήνα Νοέμβριο 2005 έως την 30/9/2008 και οι επιδικασθείσες δαπάνες με τις υπ' αριθμ. 3084/2007 και 3085/2007 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου ανερχόμενες στο ποσό των 2.597.500 ευρώ, συμφωνήθηκε ότι θα καταβληθούν σε 48 μηνιαίες συνεχείς ισόποσες δόσεις ποσού 54.114,58 ευρώ εκάστη, αρχής γενομένης από την 30/9/2008 έως εξοφλήσεως. Οι μηνιαίες δόσεις ορίστηκαν καταβλητέες εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός αρχής γενομένης από το μήνα Οκτώβριο 2008. Η καθυστέρηση πληρωμής δυο συνεχών ή μη δόσεων ορίστηκε να έχει ως συνέπεια αφενός μεν την απώλεια από τη μισθώτρια της εν λόγω ρύθμισης εξόφλησης του οφειλομένου ποσού, το οποίο καθίσταται ολόκληρο ληξιπρόθεσμο και απαιτητό με τον τόκο υπερημερίας, αφετέρου δε ο εκμισθωτής να δικαιούται να επιδιώξει την αποβολή της μισθώτριας από το μίσθιο διά εκτελέσεως της υπ' αριθμ. 3085/2007 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Για την ακριβή δε τήρηση των όρων της μισθώσεως η μισθώτρια ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ" παρέδωσε την 30/9/2008 στο "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ" την υπ' αριθμ. GR.../30.9.2008 εγγυητική επιστολή της εναγόμενης τράπεζας "ALPHABANK" ποσού 217.000 ευρώ, ίσου με δυο τρέχοντα τότε μισθώματα. Συμφωνήθηκε, δε, ότι η ανωτέρω εγγυητική επιστολή θα αντικαθίσταται και θα αναπροσαρμόζεται κάθε χρόνο ταυτόχρονα με την αναπροσαρμογή του μισθώματος, ώστε να ισούται με δύο τρέχοντα μισθώματα. Η ανωτέρω εγγυητική επιστολή το επόμενο έτος αντικαταστάθηκε και από την μισθώτρια ως άνω ανώνυμη εταιρεία εν συνεχεία παραδόθηκε στο "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ" η υπ' αριθμ. …/1.10.2009 εγγυητική επιστολή της εναγόμενης τράπεζας "ALPHA BANK" ποσού 220.586,36 ευρώ. Δυνάμει της ανωτέρω εγγυητικής επιστολής, η εναγομένη εγγυήθηκε ανεπιφύλακτα, παραιτούμενη από την ένσταση διζήσεως υπέρ της μισθώτριας Α.Ε. ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ "E. P.E HOTEL", για την καταβολή οποιουδήποτε ποσού οφείλει αυτή στο "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΩΝ" μέχρι του ανώτατου ποσού των 220.586,36 ευρώ, λόγω μη καταβολής οποιασδήποτε απαίτησης που απορρέει από την ανωτέρω σύμβαση μισθώσεως. Το εν λόγω ποσό η εναγομένη, με την ανωτέρω εγγυητική επιστολή της, δήλωσε ότι τηρεί στη διάθεση του "ΤΑΜΕΙΟΥ ΝΟΜΙΚΩΝ" και θα καταβληθεί εντός 3 εργασίμων ημερών από τη λήψη εγγράφου αιτήματος για κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής το οποίο θα κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή. Ορίστηκε, δε, ότι η ανωτέρω εγγυητική επιστολή θα ισχύει έως την 30/9/2010, μετά την πάροδο της οποίας θα καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη. Εν συνεχεία, το "ΈΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ" ως καθολικός διάδοχος του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΝΟΜΙΚΏΝ", υπεισερχόμενο στα δικαιώματα και υποχρεώσεις της ένδικης μίσθωσης, επειδή η μισθώτρια εταιρεία από δυστροπία αρνείτο να του καταβάλει την τρίτη δόση της ρυθμίσεως για τα μισθώματα Δεκεμβρίου 2008 έως Ιανουαρίου 2009, ποσού 74.190,54 ευρώ καθώς και μισθώματα των μηνών Φεβρουαρίου έως και Ιουνίου 2009, ποσού 569.513,20 ευρώ, δυνάμει της από 15.6.2009 και με αρ. δικογρ. .../2009 αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών[τμήμα μισθωτικών διαφορών], κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση μίσθωσης, ζήτησε την απόδοση της χρήσης του μισθίου και την καταβολή από την μισθώτρια ανώνυμη εταιρεία του ποσού των 673.092,82 ευρώ. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 1497/2010 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών[τμήμα μισθωτικών διαφορών], η οποία υποχρέωσε την μισθώτρια ανώνυμη εταιρεία να αποδώσει στο ενάγον Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ (Τομέας Ασφάλισης Νομικών)" τη χρήση του μισθίου ακινήτου και να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 673.092,82 ευρώ από την επομένη της δήλης ημέρας κατά την οποία έκαστο μηνιαίο μίσθωμα έπρεπε να καταβληθεί μέχρι την πλήρη εξόφληση. Η εν λόγω απόφαση δημοσιεύτηκε στις 3/8/2010, ενώ αντίγραφο απογράφου αυτής με παρά πόδας επιταγή προς πληρωμή και απόδοση του μισθίου επιδόθηκε στην μισθώτρια ανώνυμη εταιρεία από το ενάγον στις 24 Σεπτεμβρίου 2010. Ακολούθως, το ενάγον δυνάμει του από 6/10/2010 με αρ. πρωτ.... εγγράφου του, αιτήθηκε από την εναγομένη την κατάπτωση υπέρ αυτού της υπ' αριθμ. GR.../1.10.2009 εγγυητικής επιστολής ποσού 220.586,36 ευρώ. Στο εν λόγω έγγραφο, το οποίο περιήλθε στην εναγομένη την 6/10/2010, απάντησε η εναγομένη δυνάμει του από 8/10/2010 με αριθμ. πρωτ. ... εγγράφου της, αρνούμενη να ικανοποιήσει το αίτημα του ενάγοντος με την αιτιολογία ότι έχει λήξει η διάρκεια ισχύος της ένδικης εγγυητικής επιστολής ήδη από την 30/9/2010. Ωστόσο, το ενάγον, ως ανωτέρω αναφέρεται, επεδίωξε δικαστικά την ικανοποίηση της απαίτησης του, ήδη πριν την λήξη της ισχύος της εγγυητικής επιστολής, στρεφόμενο κατά της πρωτοφειλέτριας μισθώτριας εταιρείας, επιδίδοντας της μάλιστα στις 24/9/2010 και αντίγραφο απογράφου της υπ' αριθμ. 1497/2010 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών[τμήμα μισθωτικών διαφορών], με παρά πόδας επιταγή προς πληρωμή και απόδοση του μισθίου ακινήτου. Το γεγονός ότι η εναγόμενη εγγυήτρια τράπεζα είχε παραιτηθεί από την ένσταση διζήσεως δεν σημαίνει ότι το ενάγον έπρεπε να στραφεί και κατά αυτής καθώς, όπως αναφέρεται και στη μείζονα νομική σκέψη στην αρχή της παρούσας, το ενάγον δικαιούτο κατ’ επιλογήν του, να στραφεί, είτε κατά αυτής [εγγυήτριας] είτε κατά της πρωτοφειλέτριας ανώνυμης εταιρείας. Εφ' όσσν, λοιπόν, το ενάγον νομικό πρόσωπο ήδη πριν την λήξη της ισχύος της εγγυητικής επιστολής είχε τίτλο εκτελεστό κατά της πρωτοφειλέτριας ανώνυμης εταιρείας, δεν χρειαζόταν να προβεί μετά τη λήξη του ορισμένου χρόνου της εγγυητικής επιστολής σε περαιτέρω δικαστική ενέργεια, καθώς η ύπαρξη του χρέους είναι βεβαιωμένη. Συνεπώς, η εναγόμενη εγγυήτρια τράπεζα, συνέχισε να ευθύνεται ακόμη και μετά την πάροδο του ορισμένου χρόνου εγγύησης, απορριπτόμενης της σχετικής ενστάσεως ελευθέρωσης αυτής ως ουσιαστικά αβάσιμης. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η καθ'ης η κλήση -εναγομένη να καταβάλει στο καλούν-ενάγον Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ", ως καθολικού διαδόχου του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ (Ε.Τ.Α.Α)" (αρ. 51 και 53 Ν. 4387/2016 σε συνδυασμό με την ΥΑ Φ80000/οικ 60871/16291 Υφ Εργασίας Κοιν. Ασφάλισης και Κοιν. Αλληλεγγύης -ΦΕΚ Β'3/2017), το ποσό των διακοσίων είκοσι χιλιάδων πεντακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και τριάντα έξι λεπτών (220.586,36 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα κατά την οποία ζητήθηκε η κατάπτωση και πληρωμή του ποσού της ένδικης εγγυητικής επιστολής, ήτοι από την 7/10/2010. Η απόφαση δεν πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, διότι το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, τους οποίους άλλωστε το ενάγον δεν επικαλείται, ούτε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία σ' αυτό. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος πρέπει να επιβληθούν, κατόπιν αιτήματος του [άρθρα 176 εδ. α' 191 αρ. 2 ΚΠολΔ, ΑΠ 100/2002 ΕλΔ 43(2002). 1033], σε βάρος της εναγομένης λόγω της ολικής ήττας της στην δίκη, μειωμένα, κατά το άρθρο 22 παρ. 1 και 3 του ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 § 18 του ΕισΝΚΠολΔ, και εφαρμόζεται και επί του ενάγοντος ΝΠΔΔ , λόγω αντίστοιχης εξομοίωσης αυτού με το Δημόσιο [ΟλΑΠ 16/2009, 27/2009, ΑΠ 1043/2008], σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

 

Δέχεται την αγωγή.

 

Υποχρεώνει την καθ' ης η κλήση-εναγομένη να καταβάλει στο καλούν-ενάγον νομικό πρόσωπο το ποσό των διακοσίων είκοσι χιλιάδων πεντακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και τριάντα έξι λεπτών (220.586,36 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα κατά την οποία ζητήθηκε η κατάπτωση και πληρωμή του ποσού της ένδικης εγγυητικής επιστολής, ήτοι από την 7/10/2010.

 

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στις 8 Νοεμβρίου 2018.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                          Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ