ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΕιρΘεσ 526/2020

 

Αγωγή ηθικής βλάβης εξ αδικοπραξίας - Σωματική βλάβη κατόπιν συμπλοκής - Στοιχεία ορισμένου αγωγής - Ένορκες βεβαιώσεις -.

 

Μετά το Ν. 4335/2015 η κλήση για ένορκη και η αίτηση για λήψη αυτής θεωρούνται δικόγραφα και η παράσταση γίνεται ενώπιον Δικαστηρίου, άρα  απαιτείται παράσταση πληρεξουσίου δικηγόρου, ειδάλλως η ένορκη βεβαίωση είναι ανυπόστατη και δε λαμβάνεται υπόψη. Προϋποθέσεις αδικοπραξίας. Απλή σωματική βλάβη. Διαβαθμίζεται σε απλή, παντελώς ελαφρά και ασήμαντη. Έννοια παντελώς ελαφράς σωματικής βλάβης. Ένσταση συντρέχοντος πταίσματος. Ένσταση κατάστασης άμυνας που αίρει τον άδικο χαρακτήρα και προϋποθέσεις αυτής. Ένσταση δικαιολογημένης αγανάκτησης που αίρει τον άδικο χαρακτήρα. Προϋποθέσεις αυτής.  Ηθική βλάβη. Έννοια, περιεχόμενο και κριτήρια προσδιορισμού. Εξουσία δικαστηρίου. Αίτημα αναβολής έκδοσης απόφασης μέχρι το πέρας αμετάκλητα της ανοιγείσας ποινικής διαδικασίας κατ΄άρθρο 250 ΚΠολΔ. Επαρκές το αποδεικτικό υλικό για την μόρφωση εδραίας δικανικής πεποίθησης επί της ουσίας της διαφοράς. Απορρίπτει αίτημα.  Κρίνει τις σωματικές βλάβες ως παντελώς ελαφρές. Δέχεται εν μέρει την αγωγή. Απορρίπτει αίτημα προσωρινής εκτελεστότητας. Επιδικάζει δικαστική δαπάνη κατά την έκταση νίκης και ήττας διαδίκων.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Θεσσαλονίκης Γεωργίου Κωνσταντινίδη)

 

 

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ 526/2020

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Ειρηνοδίκη Ιωάννη θωμαϊδη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου, και τη Γραμματέα ...

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στις 24 Σεπτεμβρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ... του .... και της ..., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός

... αρ. ..., Α.Φ.Μ. ... Δ.Ο.Υ. ...., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Σταύρου Συμεωνίδη (Α.Μ. 8476) ο οποίος κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις.

 

TOY ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ... του .... και της ..., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ... αρ. ..., Α.Φ.Μ. ... Δ.Ο.Υ. ...., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Γεωργίου Κωνστσντινίδη (A.Μ. 10671) ο οποίος κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις.

 

Ο  ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 30-10-2017 [ΓΑΚ .../30-10-2017, ΕΑΚ .../30-10-2017 αγωγή του που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό, για τους λόγους που επικαλείται σ' αυτήν. Η αγωγή προσδιορίστηκε να συζητηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ [όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ, 2 του Ν. 4335/2015], κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

 

Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το σχετικό πινάκιο εκπροσωπήθηκαν οι διάδικοι από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους κατά τα ανωτέρω.

 

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Επειδή με την υπό κρίσιν αγωγή ο ενάγων ισχυρίζεται ότι ο εναγόμενος, κάτοικος Θεσσαλονίκης τέλεσε εναντίον του το αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης (άρθρο 308 ΠΚ) καθώς του προξένησε υπό τις ειδικότερες συνθήκες και περιστάσεις που παραθέτει σωματικές κακώσεις, τις οποίες περιγράφει, προσβάλλοντας τη σωματική του ακεραιότητα καθώς και την τιμή και υπόληψη του, θεμελιώδη στοιχεία της προσωπικότητάς ίου, ότι ο εναγόμενος είναι αποκλειστικά υπαίτιος για την τέλεση του παράνομων, ανήθικων και ποινικώς κολάσιμων πράξεων σε βάρος του η συμπεριφορά του δε του προξένησε ηθική ζημία η οποία βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια μ' αυτήν, όχι με δεδομένο ότι η παράνομη συμπεριφορά του εναγομένου του προκάλεσε ηθική βλάβη θα πρέπει για την ηθική του αυτή βλάβη ο τελευταίος να καταδικαστεί να του καταβάλει το ποσό των 10,040 ευρώ, ποσό το οποίο περιορίζει σε 10.000 ευρώ, δηλ. κατά 40 ευρώ, ρητά επιφυλασσόμενος να διεκδικήσει το υπόλοιπο αυτό ποσό (40 ευρώ) από τα αρμόδια ποινικά δικαστήρια παριστάμενος ως πολιτικώς ενάγων στην ποινική δίκη κατά του εναγομένου, ότι με βάση τα παραπάνω η εισαγόμενη προς επιψήφιση αξίωση του για αποζημίωση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από τον εναγόμενο ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ, ότι η συμπεριφορά του εναγομένου οδήγησε στη ψυχικής σωματική και οικονομική ι ου ταλαιπωρία για τους λόγους που παραθέτει και στη δημιουργία ψυχολογικής και ηθικής του καταρράκωσης, ότι κατόπιν τούτων είναι εύλογο να του επιδικαστεί αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης με βάση τα παραπάνω, ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει το ποσό των 10.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι, την εξόφληση, να κηρυχθεί προσωρινός εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί, τέλος να καταδικαστεί ο εναγόμενος στα εν γένει δικαστικά του έξοδα. Η αγωγή παραδεκτός, μετά την καταβολή του νόμιμου δικαστικού ενσήμου (βλ. το με κωδικό ... ηλεκτρονικό παράβολο), και αρμοδίως (άρθρα 14 παρ. Ια, 22 ΚΠολΔ) εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την τακτική διαδικασία και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις τον άρθρων 914 (σε συνδ» με 308 παρ. 1 ΠΚ), 57, 59, 346 ΑΚ, 907, 908, 1.76 ΚΠολΔ. Μετά ταύτα, η αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν δεδομένου ότι (α) οι διάδικοι κατέθεσαν εμπροθέσμως έγγραφες προτάσεις, ο μεν ενάγων στις 7-2-2018, ο δε εναγόμενος στις -2-2018, καθώς και τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται μ' αυτές, όπως επίσης και τα πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους που τους εκπροσώπησαν στη δίκη, δηλαδή ο μεν ενάγων την από 6-2-2018 εξουσιοδότηση με την οποία παρασχέθηκε απ' αυτόν η έγγραφη πληρεξουσιότητα για την παράσταση του στην παρούσα δίκη προς το δικηγόρο Σταύρο Συμεωνίδη (A.M. Δ.Σ.Θ. 8476) στην οποία υπάρχει βεβαίωση (κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ) ως προς το γνήσιο της υπογραφής του, ο δε εναγόμενος την από 2-2-2018 εξουσιοδότηση - ειδική πληρεξουσιότητα με την οποία παρασχέθηκε απ' αυτόν έγγραφη πληρεξουσιότητα για την παράσταση του στην παρούσα δίκη προς το δικηγόρο Γεώργιο Κωνσταντινίδη (Α.Μ. Δ.Σ.Θ. 10671) στην οποία υπάρχει βεβαίωση (κατά το άρθρο 36 ΚΠολΔ) ως προς το γνήσιο της υπογραφής του, (β) οι διάδικοι κατέθεσαν, επίσης εμπροθέσμως, προσθήκη-αντίκρουση, ο μεν ενάγων στις 12-2-2018 ο δε εναγόμενος στις 21-2-2018, (γ) έχει καταβληθεί πριν από τη συζήτηση και το ανάλογο για το αντικείμενο της τέλος δικαστικού ενσήμου. Εξάλλου, ο εναγόμενος, με τις κατατεθείσες προτάσεις του, (α) υπέβαλε αίτημα αναβολής της συζήτησης της αγωγής εωσότου περατωθεί αμετάκλητα η άνοιγε ίσα ποινική διαδικασία, διότι, όπως ισχυρίζεται, ο ενάγων υπέβαλε κατ' αυτού έγκληση για την πράξη της σωματικής βίας και ήδη έχει ασκηθεί εις βάρος του ποινική δίωξη η άνοιγε ίσα δε ποινική δίκη επηρεάζει τη διάγνωση της διαφοράς, αίτημα νόμιμο στηριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 250 ΚΠολΔ, (β) αρνήθηκε την αγωγή, για τους λόγους που επικαλέστηκε, (γ) πρότεινε ισχυρισμό καταλυτικά της αγωγής που αίρει τον άδικο χαρακτήρα της φερόμενης σωματικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων ένεκα της συμπλοκής τους και επομένως οδηγεί σε άρση του παρανόμου της προσβολής με αποτέλεσμα να μην υφίσταται αδικοπραξία από πλευράς του, ισχυρισμό δηλαδή ότι ο ίδιος βρισκόταν σε άμυνα προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό του από απρόκλητη και άδικη επίθεση του ενάγοντος κατ' αυτού, ένσταση στηριζόμενη στο άρθρο 284 ΑΚ σε συνδ. με το άρθρο 22 ΠΚ, (δ) πρότεινε ισχυρισμό περί δικαιολογημένης αγανάκτησης του ιδίου, στηριζόμενη στο άρθρο 308 παρ. 3 ΠΚ, δοθέντος ότι δέχτηκε τη βιαιότητα της  προηγηθείσης απρόκλητης επιθετικής συμπεριφοράς του ενάγοντος εναντίον του, ισχυρισμό δηλ. περί συνδρομής στο πρόσωπο του ειδικού λόγου που αίρει την αποδοκιμασία της κολάσιμης πράξης της εκ προθέσεως πρόκλησης σωματικών βλαβών και δη της συνδρομής δικαιολογημένης αγανάκτησης από την προηγουμένως εκδηλωθείσα αδικοπρακτική συμπεριφορά του ενάγοντος εναντίον του, ισχυρισμό που συνιστά προσωπικό λόγο απαλλαγής και συνύπαρξης λόγου άρσης του αδίκου (βλ. ΜΠρΠατρ 265/2019 δημοσ. στη «Νόμος»), (ε) ισχυρίστηκε όχι για τις φερόμενες σωματικές βλάβες που ισχυρίζεται ο ενάγων ότι υπέστη είναι αποκλειστικά υπαίτιος ο ίδιος ο ενάγων, άλλως (επικουρικά) ότι είναι συνυπαίτιος κατά ποσοστό 99% καθώς από δικό του -οικείο- πταίσμα αιτιωδώς οδηγήθηκαν στην επίδικη συμπλοκή δεδομένου ότι αυτός (ενάγων) του επιτέθηκε σωματικά και απειλητικά, κατά συνέπεια η αγωγή πρέπει ν' απορριφθεί καθ' ολοκληρίαν άλλως να τη μεταχειριστεί το Δικαστήριο αναλόγως προς τα ποσοστά συνυπαιτιότητας ο πρώτος ως άνω ισχυρισμός συνιστά άρνηση της αγωγής ο δε δεύτερος, που προβάλλεται επικουρικά, ένσταση συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος στην πρόκληση των σωματικών βλαβών που υπέστη (ένσταση συνυπαιτιότητας) στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 300 Α.Κ., (στ) αναφερόμενος στην ουσία της υποθέσεως, σχετικά με τις φερόμενες σωματικές βλάβες του ενάγοντος και το αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης του λόγω ηθικής βλάβης, ισχυρίστηκε ότι, ακόμα και αν υποτεθεί βάσιμη η αγωγή, οι συνέπειες της σωματικής  βλάβης του ενάγοντος είναι επιπόλαιες η δε σωματική βλάβη είναι παντελώς ελαφρά, και όχι απλή όπως διατείνεται ο ενάγων, ως εκ τούτου το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που αιτείται ο τελευταίος, ανερχόμενο στα 10,000 ευρώ, είναι παντελώς αβάσιμο και υπερβολικό, (ζ) ισχυρίστηκε ότι η αγωγή ως προς το αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας διότι ουδόλως εξειδικεύει ο ενάγων επαρκώς το είδος της προσβολής που υπέστη ως προς τα στοιχεία της προσωπικότητας του που αναφέρει η ένσταση αυτή αοριστίας είναι απορριπτέα, διότι (α) γενικότερα, η αγωγή αυτή η βασιζόμενη στην επικαλούμενη ηθική βλάβη του ενάγοντος είναι αρκούντως ορισμένη καθόσον εκτίθενται με ακρίβεια (1) η τέλεση της αδικοπραξίας από τον - κατά τον ενάγοντα - υπόχρεο σε καταβολή της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εναγόμενο, (ίί) η πρόκληση της ηθικής βλάβης στο αιτούμενο αυτήν [χρηματική ικανοποίηση] πρόσωπο (ενάγοντα) εξαιτίας της αδικοπρακτικής  συμπεριφοράς του εναγομένου καθώς και (ιιι) ορισμένο αιτούμενο χρηματικό ποσό {βλ. ΕφΘεσ 1053/2009, ΕφΑθ 8991/1998, δημοσ. στη «Νόμος·»}, (β) ειδικότερα: (a) από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ.β', 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση ή (και) προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας ή (και) ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της περιουσιακού ή μη χαρακτήρα ζημίας (βλ. ΕφΘεσ 880/2011 δημοσ. στη «Κόρος»), εν προκειμένω, δε, εκτίθενται περιστατικά που εξειδικεύουν τα ανωτέρω (βλ. ΕφΑθ 2190/2010 δημοσ. στη «Νόμος»)(b) δεν είναι αναγκαίο να εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής τα προσδιοριστικά εκείνα στοιχεία βάσει των οποίων θα καθορισθεί το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης (όπως π.χ. ο βαθμός του πταίσματος του αδικοπραγήσαντος, η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων μερών κλπ.) καθόσον τα παραπάνω στοιχεία δύνανται να προκόψουν από τις αποδείξεις (βλ. ΕιρΑθ 8981/1998 ό.π.), (σ) οι ειδικότεροι προσδιοριστικοί παράγοντες της ηθικής βλάβης δεν αποτελούν ίδια και αυτοτελή στοιχεία, ώστε η παράθεση τους να είναι απαραίτητη για την πληρότητα της αγωγής, το δικαστήριο, δε, αποφαίνεται γι' αυτά κατά κρίση ελεύθερη και μη υποκείμενη σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 1220/2010 δημοσ, στη «Νόμος»), (c) το δικαστήριο, εφόσον δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής λαμβάνοντας ιδίως υπ' όψιν κριτήρια όπως το είδος της προσβολής, η έκταση της βλάβης, οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, η βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου, η οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών κ.λπ., χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθ’ ενός στοιχείου (ΑΠ 142/2019 δημοσ. στη «Νόμος»), (η) τέλος, αρνήθηκε το αίτημα περί κηρύξεως της εκδοθησομένης αποφάσεως ως προσωρινώς εκτελεστής και ζήτησε ν' απορριφθεί ως αβάσιμο, για τους λόγους που παρέθεσε.

 

Επειδή από την εκτίμηση όλων των νομίμως και μετ' επικλήσεως εκατέρωθεν προσκομιζομένων εγγράφων, χωρίς να ληφθεί υπ’ όψιν η προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα με αριθμ. ../6-2-2018 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος ... ενώπιον της κ. Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης η οποία απαράδεκτα ελήφθη χωρίς την παράσταση πληρεξούσιου δικηγόρου του αιτούντος τη λήψη της ένορκης βεβαίωσης (δηλ. του ενάγοντος) και ως εκ τούτου συνιστά ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο το οποίο δεν μπορεί να ληφθεί υπ' όψιν ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων [όπως έχει κριθεί νομολογιακά (βλ. πιο αναλυτικά ΕιρΧανιων 212/2017 δημοσ. στη «Νόμος», ΕιρΝαουσας 50/2017 αδημ.) όπως κρίθηκε, μεταξύ άλλων, με τις ως άνω αποφάσεις, «...από τη στιγμή που η κλήση για τη λήψη ένορκης βεβαίωσης και η αίτηση για την τελευταία αποτελούν δικόγραφα, διότι ενσωματώνουν διαδικαστικές πράξεις, και η παράσταση στη λήψη ένορκης βεβαίωσης είναι παράσταση ενώπιον δικαστηρίου, όπως προαναφέρθηκε, ισχύει και γι’ αυτές η υποχρεωτικότητα παράστασης δικηγόρου, όπως καθιερώνεται στο ΚΠολΔ 94 § 2, που, φυσικά, συνεπάγεται προκαταβολή εισφορών και κρατήσεων του δικηγόρου στο σύλλογο του οποίου είναι μέλος επί ποινή απαραδέκτου για τις περιπτώσεις που προβλέπεται δηλ. για την αίτηση λήψης της ένορκης βεβαίωσης και την παράσταση στη λήψη της τελευταίας..»] -δεκτού γενομένου και του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου-, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά; Στις 8-1-2017 και περί ώρα 06,00 πμ ο ενάγων, ηλικίας 26 ετών, φοιτητής, πήγε για διασκέδαση στο κατάστημα με την επωνυμία ... που βρίσκεται επί της οδού ... στην περιοχή ... Θεσσαλονίκης με παρέα. Κάποια στιγμή κατευθύνθηκε στην τουαλέτα του   καταστήματος στο επάνω όροφο του μαγαζιού. Βγαίνοντας από χώρο του .. συνάντησε τον εναγόμενο, ηλικίας 30 ετών, ιδιωτικό υπάλληλο, τον οποίο    γνώριζε από κοινούς γνωστούς, ο οποίος τον περίμενε. Αφού έκανε λόγο ο  εναγόμενος για κάποιο κοινό τους γνωστό), τον οποίο θεωρούσε ότι ο ενάγων τον ενοχλεί, και διαμήνυσε στον  τελευταίο με αυστηρό  τόνο να μην  τον ξαναενόχλησει, αμέσως μετά άρχισε ο εναγόμενος να χτυπάει τον ενάγοντα με γροθιές στο πρόσωπο αφού δε ο τελευταίος έπεσε στο έδαφος συνέχισε ο εναγόμενος την επιθετική του συμπεριφορά χτυπώντας τον (κλωτσώντας τον). Εν συνεχεία ο ενάγων, αφού κατάφερε να σηκωθεί απωθώντας τον εναγόμενο, εξήλθε  τρέχοντας από το κατάστημα και κάλεσε την αστυνομία. Ο εναγόμενος τον ακολούθησε, βγήκε από το κατάστημα και εξαγριωμένος απώθησε τον ενάγοντα ο οποίος έπεσε εκ νέου στο έδαφος. Ακολούθησε συμπλοκή μεταξύ των δύο ανδρών επενέβησαν, δε, οι παριστάμενοι (φίλοι των διαδίκων) και απετράπησσν τα χειρότερα. Εν συνεχεία, ο εναγόμενος έφυγε με τη βοήθεια φίλου του για την οικία του ο δε ενάγων μετέβη στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Παπαγεωργίου» όπου του έγιναν οι απαραίτητες εξετάσεις, μετέπειτα, δε, και αφού πήρε εξιτήριο μετέβη στο Α.Τ. Πλατείας Δημοκρατίας όπου εξετάστηκε ενόρκως για το περιστατικό δήλωσε δε ότι επιθυμεί την ποινική δίωξη του εναγομένου για τις σωματικές βλάβες που του προκάλεσε καθώς και ότι επιθυμεί να εξεταστεί από ιατροδικαστή, τα παραπάνω προκύπτουν από την από 8-1-22018 έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρος, δηλ. του ενάγοντος, ενώπιον του Ανθυπαστυνόμου του Α.Τ. .., σε συνδ. με το από 27-4-2017 υπόμνημα παροχής εξηγήσεων σε προανάκριση του νυν εναγομένου ενώπιον του Α.Τ.  … και την από 28-4-2017 έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα, δηλ. του …ενώπιον του Ανθυπαστυνόμου του Α.Τ. ..

 

Περαιτέρω: Ο ενάγων, όπως ήδη ελέχθη, μετέβη στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Παπαγεωργίου» αμέσως μετά το συμβάν, Συγκεκριμένα διακομίστηκε με το  Ε.Κ.Α.Β, στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών στις 8-1-2017 και ώρα 7,05 π.μ., εισήχθη στη Μονάδα Βραχείας Νοσηλείας και πραγματοποιήθηκε ο απαραίτητος κλινικός και εργαστηριακός έλεγχος. Υπεβλήθη σε αξονικές τομογραφίες (εγκεφαλικού και σπλαχνικού κρανίου), σε ακτινογραφίες (αυχενικής μοίρας σπονδυλικής στήλης και θώρακος), σε βιοχημικές και αιματολογικές· εξετάσεις, του έγινε χειρουργική, νευροχειρουργική και ωτορινολαρυγγολογική εκτίμηση. Πήρε εξιτήριο την ίδια ημέρα, λίγο αργότερα, στις 9.00 π.μ., με διάγνωση «διάφοροι άλλοι τραυματισμοί της κεφαλής» (βλ. για τα παραπάνω τη με αρ. πρωτ. ./12-1-2017 Βεβαίωση του Τμήματος Κίνησης Ασθενών του ως άνω νοσοκομείου, το από 8-1-2017· Εξιτήριο Βραχείας Νοσηλείας του νοσοκομείου καθώς και τα προσκομιζόμενα έγγραφα του νοσοκομείου με τα πορίσματα των διενεργηθέντων εξετάσεων), Εξάλλου, την επόμενη ημέρα ο ενάγων εξετάστηκε, κατόπιν σχετικής έγγραφης παραγγελίας του Α.Τ. …, από την Ιατροδικαστή … συνετάγη δε, η με  αριθμ. πρωτ. ./28-2-2017 Ιατροδικαστική Έκθεση της. Στην έκθεση αυτή ία) γίνεται λόγος για το συμβάν, ειδικότερα αναφέρεται όχι «άγνωστος τον χτύπησε με μπουνιά στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος, και συνέχισε να τον κλωτσά στο σώμα», (β) γίνεται αναφορά στο πόρισμα του εργαστηρίου αξονικού τομογράφου καθώς και στο πόρισμα του ακτινοδιαγνωστικού εργαστηρίου του νοσοκομείου σύμφωνα με το πρώτο πόρισμα εμφανίζεται «εικόνα μικρού, ρωγμώδους κατάγματος στο πρόσθιο τοίχωμα του ιγμορείου», ενώ όπως προκύπτει από το δεύτερο πόρισμα δεν παρουσιάζονται παθολογικά ευρήματα, (γ) γίνεται λόγος στο εξιτήριο του νοσοκομείου και στη διάγνωση «Επιφανειακός τραυματισμός της κεφαλής», (δ) γίνεται λόγος για τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης συγκεκριμένα αναφέρονται -μεταξύ άλλων- «εκχύμωση των μαλακών μορίων, χροιάς ερυθράς, της αριστερής μετωποβρεγματικής χώρας, θλαστικό τραύμα της δεξιάς υπεροσφρύσυ χώρας, χειρουργικά συρραμμένο,.εκδορά στο ύψος της ουράς της αριστερής οφρύος, εκτεταμένη θλαστική εξοίδηση των μαλακών μορίων, χροιάς κυανέρυθρης, του άνω και κάτω βλεφάρου του αριστερού οφθαλμού», εκχύμωση των μαλακών μορίων, του έξω κανθού του δεξιού οφθαλμού, θλαστική εξοίδηση των μαλακών μορίων της αριστερής παρειακής χώρας, τραύμα της αριστερής μοίρας του άνω χείλους μετά αιμορραγικών διηθήσεων του βλεννογόνου, επίσης, αναφέρεται σε κεφαλαλγία, άλγος του αριστερού ημισφαιρίου  του προσώπου και άλγος της άνω και κάτω γνάθου, (ε) τέλος, η κ. Ιατροδικαστής κατάληγει στο συμπέρασμα ότι ο ενάγων έφερε κατά την ημέρα της εξετάσεως του τις κακώσεις που αναλυτικά περιγράφονται στην έκθεση προκληθείσες δια θλώντος οργάνου, καθώς και ότι η σωματική του βλάβη χαρακτηρίζεται ως απλή, εξαιρέσει επιπλοκής τινός. Σύμφωνα με τα παραπάνω: Ο εναγόμενος επέδειξε αδικοπρακτική συμπεριφορά κατά του ενάγοντος, κατ' άρθρο 914 ΑΚ, συγκεκριμένα συμπεριφορά παράνομη, δοθέντος ότι πληρούται η αντικειμενική υπόσταση και η υποκειμενική υπόσταση του ποινικού αδικήματος της σωματικής βλάβης του άρθρου 908 ΠΚ [σημειώνεται ότι: παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, το παράνομο της συμπεριφοράς συνδέεται δηλαδή με αντίθεση προς διάταξη νόμου που απαγορεύει τη συγκεκριμένη πράξη {εν προκειμένω άρθρο 308 ΠΚ είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα του δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την παράνομη συμπεριφορά, γίνεται, επίσης, δεκτό ότι για την έννοια του παρανόμου αρκεί η ανθρώπινη συμπεριφορά να αποδοκιμάζεται από το θετικό δίκαιο γενικά και τους σκοπούς του ότι δηλαδή για την κατάφαση της παρανομίας αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης (βλ. Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ, τ, IV, σελ. 700, 711, ΟλΑΠ 2/2019, ΑΠ 209/2018, ΑΠ 316/2018, δημοσιευμένες στη «Νόμος»), και υπαίτια, δοθέντος ότι προκάλεσε στον ενάγοντα σωματικές κακώσεις με πρόθεση, υφίσταται, δε, πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος [αιτιώδης συνάφεια] μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς του και του αποτελέσματος {σωματικών κακώσεων}. Εξάλλου: Οι σωματικές κακώσεις που προκάλεσε ο εναγόμενος στον ενάγοντα εντάσσονται στην κατηγορία των όλως ελαφρών του άρθρου 908 ΠΚ. Ειδικότερα: Από την παραπάνω διάταξη προκύπτει αφενός μεν ότι η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της απλής σωματικής βλάβης συνίσταται στην πρόκληση σε άλλον σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας του κατά οποιονδήποτε τρόπο και αφετέρου ότι το συγκεκριμένο έγκλημα διαβαθμίζεται, ανάλογα με τη σπουδαιότητα της σωματικής βλάβης, σε απλή, σε όλως ελαφρά, η οποία χωρίς να είναι επουσιώδης έχε ι, επιπόλαιες συνέπειες, και σε ασήμαντη που έχει ήπιες συνέπειες. Σωματική κάκωση συνιστά κάθε εξωτερική επενέργεια επί του σώματος, όπως τραύματα, εκδορές, οιδήματα, παραμορφώσεις, και μπορεί, χωρίς να είναι απαραίτητο, να είναι ταυτόχρονα και βλάβη της υγείας, που ως τέτοια χαρακτηρίζεται κάθε διατάραξη των εσωτερικών λειτουργιών, ενώ όλως ελαφρά σωματική βλάβη συνιστούν -όπως έχει κριθεί νομολογιακά- οι εκχυμώσεις, οι θλάσεις, οι εκδορές, η ερυθρότητα, η ζάλη, η κεφαλαλγία, η εγκεφαλική διάσειση. Εξάλλου, εντελώς επιφανειακές και ταχέως ιάσιμες σωματικές κακώσεις, καθώς και, ευχερώς θεραπεύσιμες επουσιώδεις και πρόσκαιρες πτώσεις της υγείας, εντάσσονται αναμφίβολα στην έννοια της εντελώς ελαφρός σωματικής βλάβης. Έτσι, στην έννοια των εντελώς ελαφρών σωματικών βλαβών εμπίπτουν και τα χτυπήματα με γυμνά χέρια στο κεφάλι, στον ώμο, στα χέρια ή στα πόδια (Βλ. ΑΠ 1997/2019, ΑΠ 1228/2019, ΑΠ 20/2019, ΠλημμΘεσσαλ 806/2011, δημοσιευμένες στη «Νόμος»). Στην προκειμένη περίπτωση, και από το συνδυασμό των προσκομιζομένων ιατρικών εγγράφων του Νοσοκομείου «Παπαγεωργίου» και την προαναφερόμενη Ιατροδικαστική Έκθεση, προέκυψε ότι οι σωματικές βλάβες που προκάλεσε ο εναγόμενος στον ενάγοντα πρέπει να χαρακτηριστούν παντελώς ελαφρές, κατ’ αποδοχή του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου, λαμβανομένων υπ’ όψιν των ότι (α) η διάγνωση του Νοσοκομείου Πσπσγεωργίου ήταν  «Επιφανειακός  τραυματισμός της κεφαλής», (β) υπέστη ο ενάγων στο κεφάλι εκχυμώσεις μαλακών  μορίων, θλαστικά τραύματα, εκδορές, θλαστικές οξειδώσεις -ενώ αισθάνθηκε και  κεφαλαλγία-, κακώσεις δηλαδή που έχουν χαρακτηριστεί και κριθεί (νομολογιακά) όλως ελαφρές, με επιπόλαιες συνέπειες επίσης, διεγνώσθη σύμφωνα με τα αποτελέσματα της αξονικής τομογραφίας «εικόνα μικρού, ρωγμώδους κατάγματος στο πρόσθιο τοίχωμα τουΑΡ ιγμορείου», που επίσης συνιστά όλως ελαφρά βλάβη, λαμβανομένου υπ' όψιν, σύμφωνα με την προσκομισθείσα από 9-2-2018 εκτύπωση από την ιστοσελίδα της «Ελληνικής Ορθοπεδικής», του ότι στις περιπτώσεις αυτές αφενός το κόκαλο δεν χάνει τη φυσιολογική του μορφή, απλώς υπάρχει μια ρωγμή -εν προκειμένω μάλιστα μικρή- που απεικονίζεται στην ακτινογραφία, αφετέρου δεν χρήζει ειδικής θεραπείας, (γ) οι κακώσεις αφορούσαν αποκλειστικά στην κεφαλή του ενάγοντος ενώ σε κανένα άλλο σημείο του σώματος του δεν παρατηρήθηκαν κάποια παθολογικά ευρήματα, ούτε διαγνώστηκαν σωματικές κακώσεις, εξάλλου, δεν υπήρξε ούτε επιπλοκή ή επιδείνωση της υγείας του ενάγοντος εξαιτίας των κακώσεων της κεφαλής του,   (δ)  συστάθηκε στον ενάγοντα συνηθισμένη φαρμακευτική αγωγή και αντιβίωση γενικής χρήσεως [βλ. την προρρηθείσα βεβαίωση του νοσοκομείου], όχι κάποια εξειδικευμένη αγωγή ή θεραπεία, επίσης δε, δεν απαιτήθηκε να νοσηλευτεί για κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά εξήλθε του νοσοκομείου την ίδια ημέρα παραμένοντας στο νοσοκομείο μόλις 1,5 ώρες [7.05 π.μ. -9.00 π.μ. (βλ. το προαναφερθέν Εξιτήριο Βραχείας Νοσηλείας του νοσοκομείου)]. Περαιτέρω; Ο εναγόμενος ισχυρίστηκε: (Ι) Ότι ο ενάγων είναι συνυπαίτιος κατά ποσοστό 99% καθώς από δικό του -οικείο- πταίσμα αιτιωδώς οδηγήθηκαν στην επίδικη συμπλοκή δεδομένου ότι ο ενάγων του επιτέθηκε σωματικά και απειλητικά κατά τη στιγμή που απευθύνθηκε σ’ αυτόν ο εναγόμενος και του ζήτησε να μην ενοχλεί μέλος της παρέας του. Πρόκειται περί της ενστάσεως συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος-ενάγοντος κατ' άρθρο 300 ΑΚ. Για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής απαιτείται η συνδρομή των εξής προϋποθέσεων, υποχρέωση προς αποζημίωση, συμβολή του ζημιωθέντος στην επέλευση ή την έκταση της ζημίας του και αιτιώδης συνάφεια της συμπεριφοράς του ζημιωθέντος προς την επέλευση ή την έκταση της ζημίας (βλ. ΑΠ 1306/2011 δημος. στη «Νόμος»). Η ένσταση αυτή πρέπει ν' απορριφθεί, διότι ο ενάγων δεν συνέβαλε στην επέλευση ή στην έκταση της ζημίας του, δηλαδή των σωματικών κακώσεων τις οποίες υπέστη, δοθέντος ότι δεν προέκυψε να είχε προηγηθεί παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά εκ μέρους του κατά του εναγομένου, να είχε προηγηθεί δηλαδή επίθεση του ιδίου κατά του εναγομένου όπως ο τελευταίος υποστηρίζει.

 

(II) Ότι ο ίδιος (εναγόμενος) βρισκόταν σε άμυνα προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό του από απρόκλητη και άδικη επίθεση του ενάγοντος κατ' αυτού. Λεκτέα τα εξής: Για να υπάρχει άμυνα (άρθρο 284 ΑΚ, άρθρο 22 ΠΚ), η οποία αποτελεί λόγο που αποκλείει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης, απαιτείται; άδικη επίθεση που αντικειμενικά αντιφάσκει προς το δίκαιο,  η επίθεση να είναι παρούσα, ως τέτοια δε θεωρείται εκείνη που έχει αρχίσει να πραγματοποιείται και εξακολουθεί καθώς και όταν αμέσως και ασφαλώς επίκειται η πραγμάτωση της, και η προσβολή του επιτιθεμένου να είναι αναγκαία προς υπεράσπιση του ατόμου (βλ. ΑΠ 1189/2016 δημοσ. στη «Νόμος»). Στην προκειμένη περίπτωση δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις άμυνας εκ μέρους του εναγομένου. Δεν προέκυψε, δηλαδή, ο ενάγων να άρχισε να πραγματοποιεί επίθεση κατά του εναγομένου η οποία να εξακολουθούσε ή ότι επέκειτο η πραγμάτωση επίθεσης του κατά τον εναγομένου ώστε ο τελευταίος να επιβαλλόταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του προς απόκρουσιν της επιθέσεως. Επισημαίνεται ότι ο φίλος του εναγομένου ο οποίος εξετάστηκε ενόρκως ενώπιον του ανθυπαστυνόμου του ... (βλ. την από 28-4-2011 έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα), όπως προκύπτει από την κατάθεση του δεν ήταν παρών στο συμβάν εντός τον καταστήματος και δεν μπορούσε συνεπώς να γνωρίζει τι ακριβώς έγινε εκεί, όσο δε αφορά στο περιστατικό που ακολούθησε εκτός του καταστήματος κατέθεσε απλώς ότι είδε τον εναγόμενο με ένα ενοχλητικό άτομο, εννοώντας τον ενάγοντα, να διαπληκτίζονται ενώ «δεν είδε κάποιον να χτυπάει τον άλλον», από την κατάθεση του αυτή, δηλαδή, προκύπτει ότι δεν υπέπεσε στην αντίληψη του, παρότι ήταν μαζί με τον εναγόμενο, ο τελευταίος να βρισκόταν σε νόμιμη άμυνα υπερασπιζόμενος τον εαυτό του δεχόμενος επίθεση από τον ενάγοντα' σημειώνεται, τέλος, παρεμπίπτοντος, ότι ο εναγόμενος, ο οποίος διατείνεται ότι δέχτηκε βάναυση επίθεση του ενάγοντος κατ' αυτού και της σωματικής του ακεραιότητας και βρέθηκε σε νόμιμη άμυνα, δεν προσκόμισε κάποια σχετική με την επίθεση αυτή ιατρική γνωμάτευση που να τον αφορά, ούτε επεδίωξε την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του ενάγοντος σε αντίθεση με τον τελευταίο. Συνεπεία των ανωτέρω, η προταθείσα από τον εναγόμενο σχετική ένσταση πρέπει ν' απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη.

 

(III) Ότι παρασύρθηκε στην πρόκληση των σωματικών κακώσεων στον ενάγοντα από δικαιολογημένη αγανάκτηση εξαιτίας της σκληρής και βάναυσης επίθεσης που δέχτηκε από τον τελευταίο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 308 παρ. 3 ΕΚ, λεκτέα τα εξής: Μια συμπεριφορά που καταρχήν εμφανίζεται παράνομη μπορεί κάποιες φορές να είναι ανεκτή από την έννομη τάξη διότι συντρέχει ειδικός λόγος που αίρει την αποδοκιμασία της, οπότε η πράξη τελικώς δεν χαρακτηρίζεται παράνομη* η δικαιολογημένη αγανάκτηση αποτελεί προσωπικό λόγο απαλλαγής του δράστη για τις ποινικά κολάσιμες πράξεις της εξύβρισης και της εκ προθέσεως πρόκλησης απλής σωματικής βλάβης δυνητικό για το δικαστήριο, πρέπει ο δράστης να παρασύρθηκε στην πράξη εξαιτίας άμεσος προηγηθείσας πράξης του παθόντος εναντίον του ή ενώπιον του η οποία να ήταν ιδιαίτερο σκληρή ή βάναυση, η διάταξη απτή αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των εκατέρωθεν ενεργειών και υποδεικνύει την αποφυγή αυθαίρετης και παράνομης ενέργειας εις βάρος άλλου προσώπου, το οποίο δεν αποκλείεται να αντιδράσει, διότι θεωρεί εαυτό θιγόμενον, η συμπεριφορά του δε αυτή είναι απόρροια προηγηθείσας ενέργειας του δράστη, η οποία, κρινομένη αντικειμενικώς, θεωρείται ως αιτία της μεταγενέστερης ενέργειας του προσβληθέντος προσώπου (βλ. ΜΠρΠατρ 265/2019 δημοσ. στη «Νόμος»), Στην προκειμένη περίπτωση δεν αποδείχτηκε να προηγήθηκε πράξη του παθόντος-ενάγοντος εναντίον του εναγομένου ιδιαίτερα σκληρή ή βάναυση, η επικαλούμενη δηλαδή από τον τελευταίο επίθεση του ενάγοντος εναντίον του, ώστε ο εναγόμενος να παρασύρθηκε στην πρόκληση των σωματικών κακώσεων στον ενάγοντα από δικαιολογημένη αγανάκτηση εξαιτίας αυτής, ως εκ τούτου ο ισχυρισμός αυτός πρέπει ν' απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος. Περαιτέρω: Κατά τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ «σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το Δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγο ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του». Ηθική βλάβη είναι η μη αποτίμηση σε χρήμα ζημία που υφίσταται το πρόσωπο από την προσβολή σε προστατευόμενα από το νόμο έννομα αγαθά του που απορρέουν από τη σωματική, ψυχική ή κοινωνική ατομικότητα του, λ.χ. η ζωή, η σωματική του ακεραιότητα, η τιμή κλπ. Πρόκειται δηλ. για μη περιουσιακή βλάβη που επέρχεται στην ηθική, πνευματική ή σωματική συγκρότηση του παθόντος. Σκοπός της χρηματικής ικανοποίησης είναι η ηθική παρηγοριά και η ψυχική ανακούφιση του παθόντος αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των δυσμενών καταστάσεων που δημιουργούνται συνεπεία μιας αδικοπραξίας και στην παροχή της απαιτούμενης οικονομικής ευχέρειας για την υπερπήδηση ή τη μείωση της μη περιουσιακής βλάβης που επήλθε, για την ανακούφιση του δικαιούχου από τη λύπη, τη στενοχώρια και γενικά τον πόνο που προκάλεσε η προσβολή ενός αγαθού μη αποτιμητου σε χρήμα αλλά και κάθε άλλου αγαθού του που έχει γι’ αυτόν ιδιαίτερη ψυχολογική αξία επιδιώκει την απάμβλυνση του ψυχικού άλγους του θύματος, την αποκατάσταση της ψυχικής ηρεμίας, της ισορροπίας γενικότερα του πλέγματος εκείνου των σύγχρονων κοινωνικών και ηθικών αξιών που διαταράχθηκε από την προσβλητική ενέργεια, για τις οποίες (αξίες) ο νόμος θεσπίζει παροχή κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστή, χωρίς να καθιερώνει αντικειμενικά κριτήρια αντιστοιχίας μεταξύ είδους προσβολής και ψυχικού αντίκτυπου (βλ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου, Αστικός Κωδιξ, τ. IV, σελ. 814, Φράγκου, Χρηματική ικανοποίηση ηθικής βλάβης - ψυχικής οδύνης, ΕλΔνη 45.1590, I. Καρακατσάνη, Η νομική φύσις της χρηματικής ικανοποίησης, ΝοΒ 24.667, ΕφΠειρ 162/2004 ΠειρΝομ 2004.323, ΕφΑΘ 5356/1996 δημοσιευμένες στη «Νόμος»). Φορέας της αξίωσης που πηγάζει από την ως άνω διάταξη είναι αυτός που υπέστη άμεσα την ηθική βλάβη από αδικοπραξία η οποία προσβάλλει δικαίωμα ή έννομο συμφέρον του που προστατεύεται από κανόνα δικαίου [όχι μόνο αστικού αλλά και διοικητικού ή ποινικού περιεχομένου] ο οποίος έχει τεθεί όχι αποκλειστικώς για την προστασία του γενικού συμφέροντος αλλά και για προστασία ιδιωτικών συμφερόντων (ΑΠ 1735/2009, ΑΠ 1323/2001, δημοσιευμένες στη «Νόμος»). Από την προαναφερόμενη διάταξη (932 ΤΑΚ) προκύπτει ότι παρέχεται στο Δικαστήριο η δυνητική ευχέρεια όπως ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που τίθενται από το διάδικο υπ' όψιν του και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής επιδικάσει ή όχι χρηματική ικανοποίηση αν κρίνει όχι επήλθε στον αδικηθέντα ή προσβληθέντα ηθική βλάβη, καθορίζοντας συγχρόνως και το ποσό που θεωρεί εύλογο (ΑΠ 71/2011, ΑΠ 1735/2009, ΑΠ 1760/2001, δημοσιευμ. στη «Νόμος»). Επομένως, ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης κατά τα ανωτέρω χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του Δικαστηρίου της ουσίας (ΑΠ 276/2019, ΑΠ 1094/2011, ΑΠ 1433/2000, ΑΠ 1807/1999, δημοσιευμένες στη «Νόμος»). Το Δικαστήριο κρίνει ποιο είναι το επιδικαστέο ποσό της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά τις αρχές της εύλογης αποζημίωσης. Ως κριτήρια για το καθορισμό του ποσού χρησιμεύουν το είδος και οι συνέπειες της προσβολής, το είδος, ο βαθμός, η διάρκεια και οι συνέπειες της προσβολής της προσωπικότητας του παθόντος-προσβληθέντος, η έκταση της βλάβης, οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, η βαρύτητα του πταίσματος του αδικοπραγήσαντος, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου-παθόντος, η κοινωνική κατάσταση και η οικονομική (περιουσιακή) κατάσταση των διαδίκων μερών, οι ιδιαίτερες προσωπικές και οικονομικές συνθήκες διαβίωσης τους, ο ποινικός χαρακτήρας της πράξης του υπαιτίου, η τυχόν επιβληθείσα ποινή στον υπεύθυνο της αδικοπραξίας, η συμπεριφορά του υπευθύνου μετά την αδικοπραξία κ.λπ., χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου (βλ. Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, Αστικός Κωδιξ, τ. ΙΥ, σελ. 819, ΟλΑΠ 10/2017, Μ 142/2019, ΑΠ  132/2019, ΑΠ 65/2019, ΑΠ 1094/2011, ΑΠ 71/2011, ΑΠ 350/1999, δημοσιευμένες στη «Νόμος»). Εξάλλου: Όσο αφορά στην κρίση του  δικαστηρίου αναφορικά με το ύψος της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης λόγο ηθικής  βλάβης  κατ’ άρθρο 932 ΑΚ, αυτή προκύπτει με βάση τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία που θέτουν στη διάθεση του οι διάδικοι, επιβάλλεται όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 2 παρ. 1 και 25 του Συντάγματος) υπό την έννοια ότι  η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα της κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο  τόπο και χρόνο, που αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων και τούτο, διότι μια απόφαση με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπερμέτρως μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσο αφορά στον παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσο αφορά στον υπόχρεο) το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (βλ. ΟλΑΠ 9/2015, ΑΠ 132/2019, ΑΠ  15/2018, δημοσιευμένες στη «Νόμος»). Στην προκειμένη περίπτωση: Ο εναγόμενος τέλεσε το αδίκημα της σωματικής βλάβης που προβλέπεται και τιμωρείται στο άρθρο 308 ΠΚ, έγκλημα δηλαδή στρεφόμενο κατά του εννόμου αγαθού της σωματικής ακεραιότητας (βλ. ΜΟΔ ΒΟΛ 5/2020 δημοσ. στη «Νόμος»), επιδεικνύοντας αδικοπρακτική  συμπεριφορά κατά του ενάγοντος κατ' άρθρο 914 ΑΚ και παράλληλα προσβάλλοντας το δικαίωμα της προσωπικότητας του τελευταίου (άρθρο 57 ΑΚ), στο περιεχόμενο του οποίου συμπεριλαμβάνονται ως προστατευόμενα και τα σωματικά αγαθά ήτοι ζωή, υγεία, σωματική ακεραιότητα κ.λπ. (βλ. Γεωργιάδη -Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ, τ. 1, σελ. 100). Επομένως, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, βλάβη δηλ. η οποία -χωρίς να είναι περιουσιακή ζημία- επήλθε επί προσβολής του ως άνω μη περιουσιακού αγαθού του (προσβολή του σώματος) (βλ. Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, ο.π., σελ. 114), υφίσταται, δε, αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς του εναγομένου και του ανωτέρω επιζήμιου αποτελέσματος ήτοι της επέλευσης της συγκεκριμένης μη περιουσιακής ζημίας του ενάγοντος. Κατά συνέπεια, έχει νόμιμη αξίωση έναντι του εναγομένου για την αποκατάσταση της μη περιουσιακής (ηθικής) ζημίας του, είναι δηλαδή  δικαιούχος  απαιτήσεως για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δοθέντων του ψυχικού άλγους και της ταραχής που βίωσε από την παραπάνω παράνομη -και ποινικώς κολάσιμη- συμπεριφορά του εναγομένου εναντίον του και την πρόκληση απ’ αυτόν σωματικών κακώσεων, των σωματικών πόνων που δοκίμασε καθώς και της αναστάτωσης και της ταλαιπωρίας που ένιωσε από τη μετάβαση του στο νοσοκομείο, τη {βραχεία} νοσηλεία του και την υποβολή του στις απαιτούμενες εξετάσεις. Ως εκ τούτου, και κατόπιν εκτιμήσεως των οικείων προσδιοριστικών παραγόντων, ήτοι των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, της κοινωνικής απαξίας του ποινικού αδικήματος που τέλεσε με τη συμπεριφορά του ο εναγόμενος, της αποκλειστικής υπαιτιότητας του, δοθέντος ότι ο ενάγων δεν ήταν υπαίτιος του συμβάντος ούτε συνετέλεσε στην πρόκληση της ως άνω μη περιουσιακής του ζημίας (βλ. σχετ. και ανωτέρω), δεν εκδήλωσε δηλ., συμπεριφορά που να συνδέεται αιτιωδώς με την προκληθείσα σ' αυτόν ηθική βλάβη του είδους των προκληθεισών σωματικών βλαβών του ενάγοντος,·που, όπως ήδη αναφέρθηκε, ήταν όλως ελαφρές, με επιπόλαιες συνέπειες (επιφανειακός τραυματισμός κεφαλής -βλ. παραπάνω), της κοινωνικής και περιουσιακής κατάστασης των διαδίκων, και ρε βάση, τέλος, τα δεδομένα της κοινής πείρας, κρίνεται ότι προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη πρέπει να επιδικαστεί στον ενάγοντα ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 3.040 ευρώ το οποίο, εν όψει πάντων των ανωτέρω, αλλά και, του σκοπού της χρηματικής ικανοποίησης και της εξισορροπητικής λειτουργίας που αυτή επιτελεί (βλ. ανωτέρω), πρέπει να θεωρηθεί εύλογο, λαμβανομένης υπ’ όψιν κατά τον καθορισμό του ύφους της και της αρχής της αναλογικότητας (βλ. ανωτέρω) -δεκτού γενομένου του ισχυρισμού του εναγομένου ότι το αιτούμενο ποσό της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, ύψους 10.000 ευρώ, είναι αβάσιμο και υπερβολικό. Εκ του παραπάνω ποσού θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 40 ευρώ, για το οποίο ο ενάγων επιφυλάσσεται να το διεκδικήσει ενώπιον των Ποινικών Δικαστηρίων (βλ. στην αγωγή) [βλ. Κρητικού, Αποζημίωση από τροχαία ατυχήματα, τρίτη έκδοση, σελ. 354, ΕιρΘεσσαλ 1762/2016 δημοσ. στη «Νόμος»], πρέπει, επομένως, να επιδικαστεί στον ενάγοντα το ποσό των 3.000 ευρώ [3.040 - 40]. Τέλος, και όσο αφορά στο αίτημα του εναγομένου περί αναβολής της συζήτησης της αγωγής εωσότου περατωθεί αμετάκλητα η άνοιγε ίσα ποινική διαδικασία, λεκτέα τα εξής: από τη διάταξη του άρθρου 250 ΚΠολΔ, κατά την οποία «Αν είναι εκκρεμής ποινική αγωγή που επηρεάζει τη διάγνωση της διαφοράς, το δικαστήριο μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την αναβολή της συζήτησης εωσότου περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία», προκύπτει ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να αναβάλει τη συζήτηση της υπόθεσης, αν είναι εκκρεμής ποινική αγωγή που επηρεάζει τη διάγνωση της διαφοράς, μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία. Για την εφαρμογή της προϋποτίθεται η ύπαρξη εκκρεμούς ποινικής αγωγής,· η οποία επηρεάζει τη διάγνωση της αστικής δικαιολογητικής σχέσης, με την έννοια ότι τα πραγματικά περιστατικά, που συνθέτουν την υπόσταση της πράξης που τελέστηκε, ασκούν ουσιώδη επιρροή όσο αφορά στα θεμελιωτικά της αστικής δικαιολογητικής σχέσης περιστατικά. Εναπόκειται, όμως, στην έμφρονα κρίση του πολιτικού δικαστηρίου να εξετάσει εάν, με την αναβολή της πολιτικής δίκης, μέχρι να περατωθεί αμετακλήτως η ποινική διαδικασία, θα διευκολυνθεί ή όχι η αποδεικτική διαδικασία για τη βασιμότητα της εκκρεμούς αγωγής (βλ. ΕφΠειρ 45/2015, ΕφΘεσσαλ 1047/2011, ΜΠρΠατρ 35/2020, δημοσ. στη «Νόμος»), παράλληλα, δε, το δικαστήριο οφείλει να συνεκτιμήσει την τυχόν παρέλκυση που θα προκαλούσε αναβολή της συζήτησης, ώστε να τη χορηγεί με σύνεση (Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τ. I, σελ. 526, βλ. και ΕΠρΘεσσαλ 12969/2010 δημοσ. στη «Νόμος») . Στην προκειμένη περίπτωση: Ο εναγόμενος υπέβαλε με τις προτάσεις αίτημα αναβολής της συζήτησης της αγωγής εωσότου περατωθεί αμετάκλητα η άνοιγε ίσα ποινική διαδικασία, στηριζόμενο στο άρθρο 250 ΚΠολΔ, δοθέντος ότι υπάρχει εκκρεμής ποινική δίκη καθώς έχει ασκηθεί εις βάρος του ποινική δίωξη για την πράξη της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, έχει δε εισαχθεί η υπόθεση να εκδικαστεί στο ακροατήριο του Γ' Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης (βλ. τη με αρ. πρωτ. Α.Β.Μ. .../29-1-2018 βεβαίωση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης). Το αίτημα αυτό κρίνεται απορριπτέο ως ουσία αβάσιμο διότι το Δικαστήριο από τα προσκομιζόμενα με επίκληση ενώπιον του αποδεικτικά στοιχεία έχει ήδη μορφώσει εδραία δικανική πεποίθηση για την ουσία της διαφοράς χωρίς να είναι απαραίτητη η αμετάκλητη κρίση του ποινικού δικαστηρίου ως προς το αδίκημα για το οποίο ασκήθηκε, ποινική δίωξη εις βάρος του εναγομένου (βλ. ΕφΘεσσαλ 1047/2011, ΜΠρ-Πατρ 35/2020, ΜΠρΛαμ 6/2019, δημοσ. στη «Νόμος»). Κατ' ακολουθίαν πάντων των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ' ουσία βάσιμη κατά ένα μέρος και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 3.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής {άρθρο 346 ΑΚ}. Όσο αφορά στο αίτημα περί κηρύξεως της παρούσης αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής, λεκτέα τα εξής: Σύμφωνα με το άρθρο 908 ΚΠολΔ το δικαστήριο μπορεί να κηρύξει προσωρινώς εκτελεστή την απόφαση ολικά ή εν μέρει σε κάθε περίπτωση που κρίνει πως συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι γι’ αυτό ή ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στο διάδικο που νίκησε' εξαιρετικοί είναι οι λόγοι οι οποίοι στηρίζονται σε περιστατικά που ασκούν μεγάλη επίδραση στην άμεση ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή, όπως η φύση της απαίτησης, το ύψος αυτής, ο χρόνος γένεσης της απαίτησης κ.λπ., ενώ σημαντική είναι η ζημία η οποία μπορεί να πρόκυψε ι από την επιβράδυνση της εκτέλεσης όταν είναι μεγάλης έκτασης, εν όψει του ύψους και χης φύσης της απαίτησης, της φύσης ενδεχομένως αναγκών που πρόκειται να καλύψει, του ενδεχόμενου αδυναμίας ικανοποίησης της απαίτησης σε μεταγενέστερο χρόνο κλπ (βλ. Βαθρακοκοίλη, ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, τ. Ε', σελ. 160). Στον προκειμένη περίπτωση το αίτημα περί κηρύξεως της προσωρινής εκτελεστότητας πρέπει ν' απορριφθεί καθόσον κρίνεται ότι δεν προέκυψαν πως συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι ούτε ότι καθυστέρηση στην εκτέλεση της παρούσης μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, λαμβανομένων υπ' όψιν της φερεγγυότητας και της οικονομικής -κοινωνικής κατάστασης του εναγομένου καθώς και του (όχι ιδιαίτερα μεγάλου) ύψους του οφειλόμενου απ' αυτόν προς τον ενάγοντα ποσού - δεκτού γενομένου και του σχετικού αιτήματος του εναγομένου, περί απορρίψεως δηλ. του αγωγικού αιτήματος περί κηρύξεως της εκδοθησομένης αποφάσεως ως προσωρινώς εκτελεστής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος του εναγομένου (άρθρο 178 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά ένα μέρος την αγωγή.

 

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων (3,000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου δικαστικά έξοδα τα οποία ορίζει σε εκατόν τριάντα ένα ευρώ και ενενήντα ένα λεπτά (131,91).

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στη Θεσσαλονίκη, στις 28 Αυγούστου 2020 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων.

 

Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ