ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΕιρΠατρών 69/2021

 

Προφορικές συμβάσεις δανείων - Αναγνωριστική αγωγή -.

 

Συμβάσεις δανείων που καταρτίστηκαν προφορικά. Μη εξόφληση. Τροπή καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό. Δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου. Αγωγή με την οποία ζητείται να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα τα ποσά που αναφέρονται στην αγωγή νομιμοτόκως τα οποία του οφείλει βάσει συμβάσεων δανείων που καταρτίστηκαν προφορικά. Προσκόμιση με της προτάσεις του ενημερωτικού εγγράφου περί δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς. Δεν προέκυψε η κατάρτιση των επίδικων συμβάσεων. Ουσιαστικά αβάσιμη αγωγή καθώς ο ενάγων δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία ικανά να στηρίξουν την ιστορική βάση της αγωγής του.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

 

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός Απόφασης 69/2021

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από τον Ειρηνοδίκη ’γγελο Σιμιτζή και τη Γραμματέα Αικατερίνη Μέρμηγκα.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 24 Μαρτίου 2021 για να δικάσει την εξής υπόθεση:

 

Του ενάγοντος: ., κατοίκου Αγριλιάς Αχαΐας, με ΑΦΜ ., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις, εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, προθεσμίας, δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Δήμητρας Ρηγόπουλου, δυνάμει της από 23-12-2020 εξουσιοδοτήσεως και δεν παρουσιάσθηκε κατά τη συζήτηση.

 

Της εναγομένης: ., κατοίκου Αγριλιάς Αχαΐας, η οποία κατέθεσε προτάσεις, εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, προθεσμίας, δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Χρυσάνθης Κυριαζή, δυνάμει της από 23-12-2020 εξουσιοδοτήσεως και δεν παρουσιάσθηκε κατά τη συζήτηση.

 

Ο ενάγων ζητά να γίνει δεκτή η από 11-9-2020 αγωγή του, η οποία απευθύνεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ./15-9-2020 και για την συζήτηση της οποίας, μετά την παρέλευση των εκ των διατάξεων των §§1 και 2 του άρθρου 237 ΚΠολΔ νομίμων προθεσμιών και το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας δυνάμει της με αριθμό 38/21-1-2021 πράξης της Προϊσταμένης του Ειρηνοδικείου Πατρών ορίσθηκε αρχική δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο. Ακολούθως, αφού εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε, το Δικαστήριο

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 4640/2019 (Φ.Ε.Κ. Α' 190/30-11-2019), όπως το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 4647/2019 (Φ.Ε.Κ. Α' 204/16-12-2019), «1. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. 2. Πριν από την προσφυγή στο Δικαστήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς ή μέρους αυτής σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία και τη διαδικασία αυτής των άρθρων 6 και 7 του παρόντος. Το ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής που τυχόν ασκηθεί ή με τις προτάσεις το αργότερο μέχρι τη συζήτησή της, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τις αγωγές που έχουν κατατεθεί από 30.11.2019 έως σήμερα.» (ήτοι έως τη 16-12-2019, ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 4647/2019).

 

Με την κρινόμενη αγωγή, κατ' εκτίμηση του συνόλου του περιεχομένου και του αιτήματός της, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι με έγκυρες προφορικές συμβάσεις δανείων που κατήρτισε το έτος 2001 με την εναγόμενη, η οποία είναι αδελφή του και για το λόγο αυτό δεν καταρτίσθηκαν εγγράφως οι συμβάσεις, μεταβίβασε κατά κυριότητα σε αυτή τον μήνα Απρίλιο του 2001 το ποσό των 5.000.000 δρχ., άλλως των 14.673,51 ευρώ και τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους το ποσό των 2.000.000 δρχ., άλλως των 5.869,41 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 20.542,92 ευρώ. Ότι συμφώνησαν το ποσό να του το επιστρέψει ατόκως και τμηματικά. Ότι μέχρι σήμερα παρά τις οχλήσεις του δεν του έχει επιστρέψει το ως άνω συνολικό ποσό, πέραν του ποσού των 800,00 ευρώ και ως εκ τούτου του οφείλει το ποσό των 19.742,92 ευρώ. Περαιτέρω, εκθέτει ότι αν και με εξώδικη όχληση - πρόσκληση του κατήγγειλες τις συμβάσεις δανείων και της έταξε προθεσμία για την καταβολή του οφειλόμενου υπόλοιπου ποσού μέχρι την 31η-1-2019, εκείνη με την από 10-12-2018 εξώδικη απάντηση της αρνήθηκε ότι είχαν καταρτίσει συμβάσεις και ότι έλαβε οιοδήποτε χρηματικό ποσό από αυτόν. Με βάση το ιστορικό αυτό, το οποίο εκτίθεται εκτενέστερα στην κρινόμενη αγωγή, όπως το αίτημα του παραδεκτά περιορίσθηκε με τις προτάσεις του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, ζητεί να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των 19.742,92 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και έως την εξόφληση και να καταδικαστεί η εναγομένη στη δικαστική του δαπάνη.

 

Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 8, 9, 10, 14 παρ. 1 και 22 ΚΠολΔ), εφαρμοζόμενης της τακτικής διαδικασίας (άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015). Η αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 806 επ., 361, 340, 345, 346, ΑΚ, 70, 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, με τη σημείωση ότι και για το αναγνωριστικό αίτημα της αγωγής οφείλονται τόκοι από την επίδοση της, αφού και μετά την εν μέρει παραίτηση από το καταψηφιστικό αίτημα εξακολουθεί η υπερημερία του οφειλέτη, η οποία άρχισε από την επίδοση σε αυτόν της αγωγής, η οποία μετά από την παραπάνω παραίτηση, διατηρεί τον χαρακτήρα της οχλήσεως του οφειλέτη (Ολ. ΑΠ 13/1994 ΕλλΔνη 35, 1259). Επομένως, κατά το μέρος που η κρινόμενη αγωγή κρίθηκε νόμιμη πρέπει να εξεταστεί παραπέρα και στην ουσία της, καθόσον η προβλεπόμενη στις διατάξεις του άρθρου 3 §§ 1 και 2 Ν. 4640/2019 «Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις - Περαιτέρω εναρμόνιση προς Οδηγ. 2008/52 κ.λπ. διατάξεις» διαδικασία, η οποία ήταν αναγκαία για το παραδεκτό της συζήτησης της υπό κρίση αγωγής, έχει τηρηθεί, αφού αν και ο ενάγων προσκομίζει με τις προτάσεις του το από 24-12-2020 ενημερωτικό έγγραφο  περί δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διευθέτησης της διαφοράς, υπογεγραμμένο από τον ίδιο και την πληρεξούσια δικηγόρο του τηρουμένου μάλιστα και του πλεονάζοντος τύπου της βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής του ενάγοντος από την πληρεξούσια δικηγόρο του, η εν λόγω ενημέρωση έλαβε χώρα μετά την κατάθεση της υπό κρίση αγωγής στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου (σχετικά με την προθεσμία ενημέρωσης και προσκόμισης του ενημερωτικού αυτού εγγράφου βλ. την υπό στοιχ. I νομική σκέψη της παρούσης), ήτοι μετά τη 15η-9-2020 (βλ. τη με αριθμό ./15-9-2020 έκθεση κατάθεσης δικογράφου) και δη την 24η-12-2020, οπότε και βεβαιώνει ο ενάγων στο ως άνω ενημερωτικό έγγραφο ότι έλαβε γνώση και αντίγραφο αυτού, το Δικαστήριο θεώρει πως ο σκοπός του νόμου πληρώθηκε καθώς σε κάθε περίπτωση ο ενάγων ενημερώθηκε και παρά ταύτα προχώρησε με την κατάθεση των προτάσεων του στις 29-12-2021 (βλ. σχετική σημείωση γραμματέα επί αυτών) με στόχο να συζητηθεί η αγωγή του. ’λλωστε, η τυχόν κήρυξη της συζήτησης ως απαράδεκτης για το λόγο αυτό θα οδηγούσε στην κατάθεση κλήσης για ορισμό εκ νέου συζήτησης, όπου όμως και πάλι το ενημερωτικό έγγραφο που θα προσκόμιζε ο ενάγων για να θεραπευθεί το απαράδεκτο της συζήτησης θα έφερε ημερομηνία σύνταξης και λήψης γνώσης και αντιγράφου αυτού μεταγενέστερη της ήδη ασκηθείσας αγωγής. Επίσης δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου ενόψει του αναγνωριστικού χαρακτήρα της αγωγής.

 

Η εναγόμενη με τις προτάσεις της αρνείται γενικά και ειδικά τα πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν την αγωγή.

 

Από την εκτίμηση της προσαγόμενης από τον ενάγοντα υπ' αριθ. ./22-12-2020 ένορκης βεβαίωσης της ., εξαδέλφης των διαδίκων, της ., συζύγου του ενάγοντος και του ., κουμπάρου του ενάγοντος, ενώπιον τη συμβολαιογράφου Πατρών ., που λήφθηκε κατόπιν νομότυπου και εμπροθέσμου κλήτευσης της εναγομένης (βλ. την υπ' αρ. .Ε/17-12-2020 έκθεσης επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πατρών .), της προσαγόμενης από την εναγομένη υπ' αριθ. ./17-12-2020 ένορκης βεβαίωσης του ., γιου της εναγομένης και του ., ανιψιού των διαδίκων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πατρών ., που λήφθηκε κατόπιν νομότυπου και εμπροθέσμου κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. την υπ' αρ. ./24-12-2020 έκθεσης επιδόσεως του δικαστική επιμελητή του Πρωτοδικείου Πατρών .), από όλα τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, για κάποια εκ των οποίων γίνεται ειδική μνεία κατωτέρω χωρίς ωστόσο κανένα να παραλείπεται για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο κατ' άρθρο 336§4 ΚΠολΔ, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι δύο αντίδικοι είναι αδέλφια. Ο ενάγων κατά το παρελθόν υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένος κατασκευαστής οικοδομών και ήταν οικονομικά εύρωστος. Από την αρχή δε της πολυετούς οικονομικής κρίσης που εισήλθε η χώρα, ήτοι από τα τέλη του έτους 2009 και εντεύθεν, ως είναι γνωστό, ο κατασκευαστικός τομέας επλήγη με αποτέλεσμα και ο ενάγων να περιέλθει σε ιδιαιτέρως δεινή οικονομική κατάσταση. Η οικογένεια της εναγομένης από το έτος 1992 μέχρι το έτος 2011 διατηρούσε στην Πάτρα επιχείρηση κατασκευής ξύλινων επίπλων. Οι δύο αντίδικοι κατά το παρελθόν είχαν αρμονικές σχέσεις, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από αμφότερους, πλην όμως, ο ενάγων στις 23-11-2018 επέδωσε στην αδελφή του και εδώ εναγόμενη την από 23-11-2018 εξώδικη διαμαρτυρία - πρόσκληση - δήλωσή του με την οποία ισχυριζόταν ότι το έτος 2001 κατήρτισαν δύο έγκυρες συμβάσεις δανείου και ένεκα αυτών της παρέδωσε αρχικά το ποσό των 5.000.000 δρχ., άλλως των 14.673,51 ευρώ και τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους το ποσό των 2.000.000 δρχ., άλλως των 6.869,41 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 20.542,92 ευρώ και ότι συμφώνησαν η επιστροφή του ποσού να γίνει ατόκως και τμηματικά σε αόριστο χρόνο. Ότι παρά τις οχλήσεις του για την επιστροφή ολόκληρου του ποσού, του είχε επιστρέψει μόνο το ποσό των 800,00 ευρώ και με την εξώδικη αυτή πρόκληση του την καλούσε το αργότερο μέχρι την 31η-1-2019 να του αποδώσει ατόκως το οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό των 19.742,92 ευρώ. Επομένως, ο ενάγων με το προδιαληφθέν εξώδικο του προέβαλε τον ένδικο ισχυρισμό του, ήτοι ότι η εναγομένη του οφείλει το ποσό των 19.742,92 ευρώ, ως συνολικό οφειλόμενο υπόλοιπο από τα δύο ποσά που μετά την κατάρτιση δύο άτοκων δανειακών συμβάσεων με την ανωτέρω της είχε δώσει, αιτιολογώντας δε στην αγωγή του ότι η μη τήρηση έγγραφου τύπου οφειλόταν στη σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης που συνέδεε τα δύο αδέλφια και πλέον αντιδίκους. Ομοίως δε, οι ενόρκως βεβαιούντες, των οποίων οι καταθέσεις εμπεριέχονται στην ανωτέρω προσαγόμενη υπ' αριθ. η/22-12-2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Πατρών η, αν και επιβεβαιώνουν τα ως άνω, δεν υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες στην κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος κατάρτιση των επίδικων δανειακών συμβάσεων. Μάλιστα, οι ενόρκως αυτοί βεβαιούντες, οι οποίοι είναι, όπως προελέχθηκε, οικεία πρόσωπα του ενάγοντος και συγκεκριμένα εξαδέλφη, σύζυγος και κουμπάρος του, κατέθεσαν ότι ο ενάγων πριν την οικονομική κρίση στην οποία εισήλθε η χώρα υπήρξε πολύ επιτυχημένος κατασκευαστής και ότι συνήθιζε να κάνει δωρεές, αλλά και να δανείζει ατόκως χρήματα σε συγγενείς και φίλους του που βρίσκονταν σε οικονομική δυσχέρεια, χωρίς να λαμβάνει σχετικά αποδεικτικά, να τηρεί έγγραφο τύπο κ.λπ. Επιβεβαίωσαν δε, ότι ο ενάγων έκανε δωρεές χρημάτων και χορήγησε τα επίδικα άτοκα δάνεια στην εναγόμενη, όπως και το έτος 2005 στον αδελφό τους ... το ποσό των 8.000,00 ευρώ, ο οποίος του έχει επιστρέψει μόνο το ποσό των 250,00 ευρώ, ενώ αρνείται να του επιστρέψει το υπόλοιπο ποσό καθώς και τα έπιπλα που του είχε χρησιδανείσει ο ενάγων και περιγράφονται στις καταθέσεις τους. Από το δε προσαγόμενο αντίγραφο της με αριθ. κατάθεσης ./2-11-2020 από 1-11-2020 αγωγής του ενάγοντος, ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας «Αφοι ... ΟΕ» και της τελευταίας, κατά του αδελφού του ενάγοντος, ..., ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, προκύπτει ότι ο ενάγων και η εταιρεία αξιώνουν από τον εκεί εναγόμενο να καταβάλει το ποσό των 355.458,066 ευρώ, το οποίο σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του αντιστοιχεί στο ήμισυ των χρεών της εταιρείας τους. Αντιθέτως, οι ενόρκως βεβαιούντες, των οποίων οι καταθέσεις εμπεριέχονται στην ως άνω προσαγόμενη υπ' αριθ. ./17-12-2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Πατρών ..., που είναι οικείοι της εναγομένης, ήτοι ο γιος της και ο ανιψιός της (γιος του έτερου αδελφού των αντιδίκων, του ...), κατέθεσαν ότι ουδέποτε ο ενάγων δάνεισε τα επίδικα ποσά στην εναγομένη ή άλλα ποσά στα έτερα αδέλφια του ή χρησιδάνεισε έπιπλα στον αδελφό του .... Τα δια δε, ισχυρίζεται και η εναγομένη, η οποία είχε απαντήσει στην από 23-11-2018 εξώδικη διαμαρτυρία - πρόσκληση - δήλωσή του ενάγοντος με την από 10-12-2018 εξώδικη απάντησή της, ισχυριζόμενη ότι ουδέποτε του επέστρεψε καταρτίσθηκαν οι εδώ ένδικες δανειακές συμβάσεις και ως εκ τούτου επέστρεψε το ποσό των 800,00 ευρώ και ότι με όλα τα ανωτέρω συκοφαντείται. Δεδομένου ότι ο ενάγων κατά το παρελθόν υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένος επαγγελματίας και είχε μεγάλα εισοδήματα, όπως τούτο προκύπτει και από το προσαγόμενο αντίγραφο της υποβληθείσας από τον ενάγοντα, κοινής μετά της συζύγου του ..., φορολογικής δήλωσης του οικονομικού έτους 2002, με την οποία δήλωσε ο καθένας τους επιχειρηματική αμοιβή Ο.Ε. το ποσό των 19.448.646 δρχ., είχε τη δυνατότητα και να δανείζει χρήματα, αλλά και να δωρίζει ποσά. Όμως επειδή υπήρξε επιτυχημένος επαγγελματίας - επιχειρηματίας - έμπορος, γνώστης της αγοράς και των συναλλακτικών ηθών, δεν κρίνεται αρκούντως πειστικό ότι προέβαινε σε χορήγηση ατόκων δανείων τόσο στην εναγομένη όσο και γενικότερα σε φίλους και συγγενείς του, με γνώμονα τον συναισθηματισμό του, χωρίς να τηρεί έγγραφο τύπο ή έστω να διασφαλίζει την αποπληρωμή τους λ.χ. με κάποιο αξιόγραφο, ακόμη και εάν οι δανειακές συμβάσεις καταρτίζονταν με την αδελφή του και ήδη εναγομένη. Πολλώ δε μάλλον, δεν κρίνεται αρκούντως πειστικό ότι δεν όριζε γενικά κατά την κατάρτιση δανειακών συμβάσεων, αλλά και ότι δεν όρισε εν προκειμένω στην εναγομένη απώτατη προθεσμία αποπληρωμής των δανείων, από τη στιγμή μάλιστα που παρέρχονταν τα έτη χωρίς καταβολή ποσών από μέρους της. Ο ενάγων ήδη από την έναρξη της οικονομικής κρίσης στην οποία εισήλθε η χώρα, δηλαδή ήδη από το έτος 2009-2010, περιήλθε και ο ίδιος σε δυσχερή οικονομική κατάσταση. Ο ίδιος άλλωστε ισχυρίζεται στην προειρημένη από 1-11-2020 αγωγή του κατά του αδελφού του ,.,..,  ότι η Ο.Ε. της οποίας είναι νόμιμος εκπρόσωπος, δημιούργησε οφειλές που υπερβαίνουν τα 700.000, 000 ευρώ. 0 ενάγων όμως παρά την πολυετή οικονομική του δυσχέρεια, δεν προέκυψε ότι ενήργησε έτσι ώστε η εναγόμενη να του εξοφλήσει κατά την έναρξη (ή και αργότερα) της οικονομικής του δυσχέρειας τη, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, οφειλή από τα δύο δάνεια που της χορήγησε, αλλά ούτε ότι επεδίωξε να συνταχθεί κάποιο αποδεικτικό όταν -κατά τον ενάγοντα- η εναγομένη του κατέβαλε μόνο το ποσό των 800,00 ευρώ έναντι της οφειλής της, όπως εύλογα θα αναμενόταν να πράξει κάποιος που όπως ο ενάγων, που λόγω της επιτυχημένης επαγγελματικής του σταδιοδρομίας στον χώρο των κατασκευών και της πώλησης ακινήτων, έχει πολύ μεγαλύτερη εμπειρία στις συναλλαγές από τον μέσο συνετό άνθρωπο. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι, ο ενάγων δεν προσκόμισε οιοδήποτε αποδεικτικό ανάληψης των ποσών που ισχυρίζεται ότι παρέδωσε στην εναγομένη, καθόσον λόγω του ύψους αυτών, εύλογο θα ήταν τα χρήματα να είχαν αναληφθεί από κάποιο τραπεζικό του λογαριασμό, ενώ επίσης δεν αιτιολόγησε για ποιο λόγο η εναγομένη -σύμφωνα με τον ισχυρισμό του- του ζήτησε να της δανείσει το επίδικο χρηματικό ποσό. Επομένως, δεν αποδείχθηκαν τα εκτιθέμενα στο ένδικο δικόγραφο πραγματικά περιστατικά, καθώς ουδόλως προέκυψε η κατάρτιση των επίδικων συμβάσεων, προκειμένου το Δικαστήριο να είναι σε θέση να διαγνώσει εάν η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα οιοδήποτε ποσό από την αιτία αυτή.

 

Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει του ότι ο ενάγων δεν προσκόμισε αποδεικτικά μέσα ικανά να στηρίξουν την ιστορική βάση της αγωγής του, το Δικαστήριο δεν σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση για την αλήθεια των πραγματικών ισχυρισμών, που αποτελούν την ιστορική βάση της και γι' αυτό η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τα δε δικαστικά έξοδα της εναγομένης πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του ενάγοντος λόγω της ήττας του (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων.

 

Απορρίπτει την αγωγή.

 

Επιβάλλει στον ενάγοντα τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Πάτρα στις 13 Μαΐου 2021, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ