ΜονΠρΘεσ 35756/2005

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Κτηματολόγιο - Αγωγή διόρθωσης πρώτης εγγραφής -.

 

Αναγνώριση του προσβαλλόμενου, λόγω της ανακριβούς πρώτης εγγραφής, δικαιώματος και διόρθωση της πρώτης εγγραφής με αγωγή, η οποία εκδικάζεται με την τακτική διαδικασία. H αγωγή πρέπει να κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου, στον προϊστάμενο του κτηματολογικού γραφείου. Επίσης, η αγωγή πρέπει να καταχωρείται, με ποινή απαραδέκτου, στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου, μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κατάθεση της. Aσκηση διεκδικητικής αγωγής κατά του Ελληνικού Δημοσίου: υποχρεωτική τήρηση διοικητικής προδικασίας, ανεξάρτητα αν το ακίνητο κατέχεται ή όχι από το δημόσιο. Η προδικασία συνίσταται στην επίδοση με δικαστικό επιμελητή αίτησης θεραπείας προς το Δημόσιο, η οποία περιλαμβάνει τις αξιώσεις του αιτούντος και ακριβή περιγραφή του ακινήτου, συνοδεύεται από τοπογραφικό διάγραμμα, τίτλους και στοιχεία των μαρτύρων αγωγή, η οποία ασκείται μετά την 30.07.1999 χωρίς την τήρηση της παραπάνω προδικασίας, κηρύσσεται απαράδεκτη από το αρμόδιο δικαστήριο.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

ΜονΠρΘεσ 35756/2005

 

 

(Απόσπασμα)... Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του ν. 2664/1998, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του από το ν. 3127/2003: «Πρώτες εγγραφές είναι εκείνες που καταχωρίζονται ως αρχικές εγγραφές στο κτηματολογικό βιβλίο, κατά μεταφορά από τους κτηματολογικούς πίνακες, σύμφωνα με την παρ. 2 περ. β' του άρθρου 3. Οι πρώτες εγγραφές, επί των οποίων στηρίζεται κάθε μεταγενέστερη εγγραφή, υπόκεινται στις ρυθμίσεις του παρόντος κεφαλαίου. Σε περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής μπορεί να ζητηθεί, με αγωγή ενώπιον του αρμοδίου καθ' ύλην και κατά τόπον πρωτοδικείου, η αναγνώριση του δικαιώματος που προσβάλλεται με την ανακριβή εγγραφή και η διόρθωση, ολικά ή μερικά, της πρώτης εγγραφής. Η αγωγή (αναγνωριστική ή διεκδικητική) ασκείται από όποιον έχει έννομο συμφέρον μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε (5) ετών, εκτός αν πρόκειται για το Ελληνικό Δημόσιο και για μόνιμους κατοίκους εξωτερικού ή εργαζομένους μόνιμα στο εξωτερικό κατά τη λήξη της πενταετούς αυτής προθεσμίας, για τους οποίους η προθεσμία άσκησης της αγωγής είναι επτά (7) ετών. Η αποκλειστική προθεσμία αυτής της παραγράφου αρχίζει από τη δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβερνήσεως της απόφασης του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος, που προβλέπει το άρθρο 1 παρ. 3. Η αγωγή απευθύνεται κατά του αναγραφόμενου ως δικαιούχου του δικαιώματος στο οποίο αφορά η πρώτη εγγραφή ή κατά των καθολικών του διαδόχων και κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου της συζήτησης, στον προϊστάμενο του οικείου κτηματολογικού γραφείου. Σε περίπτωση ειδικής διαδοχής στο δικαίωμα στο οποίο αφορά η πρώτη εγγραφή, η αγωγή πρέπει να στραφεί τόσο κατά του φερομένου με την πρώτη εγγραφή ως δικαιούχου ή των καθολικών του διαδόχων, όσο και κατά του ειδικού διαδόχου ή των περισσότερων διαδοχικών ειδικών διαδόχων αυτού...». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, σε περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία, μπορεί, όποιος έχει έννομο συμφέρον, να ζητήσει με αγωγή, που απευθύνεται ενώπιον του κατά τις γενικές διατάξεις αρμοδίου καθ' ύλην και κατά τόπο (Μονομελούς ή Πολυμελούς) Πρωτοδικείου, την αναγνώριση του προσβαλλόμενου με την ανακριβή εγγραφή δικαιώματος και τη διόρθωση της πρώτης εγγραφής. Η αγωγή αυτή δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία και κοινοποιείται με ποινή απαραδέκτου της συζητήσεως της στον προϊστάμενο του οικείου Κτηματολογικού Γραφείου. Επίσης, κατά τις παραγράφους 1 περ. ιβ' και 5 του άρθρου 12 και 2 εδ. 4 του άρθρου 13 του ιδίου νόμου, η σχετική αγωγή πρέπει να καταχωρίζεται στο οικείο κτηματολογικό φύλλο μέσα σε προθεσμία, κατ' ανώτατο όριο, τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση της, αλλιώς είναι απαράδεκτη η συζήτησή της.

 

 

Εξάλλου, κατά το άρθρο 24 του ν. 2732/1999, με το οποίο αντικαταστάθηκε η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του α.ν. 1539/1938, ορίζεται ότι: «οποιοσδήποτε αξιώνει δικαίωμα κυριότητας ή άλλο, εκτός της νομής, εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, ανεξάρτητα αν αυτό κατέχεται από το Δημόσιο ή τον ίδιο, οφείλει, πριν υποβάλει σχετική αγωγή στο αρμόδιο, κατά τις κείμενες διατάξεις, δικαστήριο, να κοινοποιήσει με δικαστικό επιμελητή προς το Δημόσιο αίτηση, η οποία θα περιλαμβάνει τις αξιώσεις του, δηλαδή το δικαίωμα του, το είδος, την έκταση, την ακριβή θέση όπου κείται το ακίνητο και τα όρια του, μετά τοπογραφικού διαγράμματος συνταγμένου από μηχανικό, και τους τίτλους στους οποίους στηρίζει το δικαίωμα του, ως και τα ονόματα και την ακριβή διεύθυνση κατοικίας των μαρτύρων, οι οποίοι μπορούν να καταθέσουν υπέρ αυτού», καθώς και ότι: «αγωγή, που ασκείται χωρίς να έχει τηρηθεί η ως άνω προδικασία, κηρύσσεται απαράδεκτη από το αρμόδιο δικαστήριο». Γίνεται φανερό ότι με το άρθρο αυτό, η ισχύς του οποίου άρχισε από τη δημοσίευση του νόμου τούτου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (άρθρο 28 του ίδιου νόμου) στις 30.7.999 (ΦΕΚ Α' 154/99), καθιερώνεται, κατά τροποποίηση της σχετικής ρυθμίσεως του άρθρου 8 παρ. 1 του α.ν. 1539/1938, η τήρηση της προδικασίας της αιτήσεως θεραπείας πριν από την άσκηση οποιασδήποτε κατά του Δημοσίου διεκδικητικής ή αναγνωριστικής κυριότητας αγωγής, ανεξαρτήτως αν το ακίνητο κατέχεται ή όχι από το Δημόσιο (ΕφΑθ 3194/2001 ΕλλΔνη 2002.828). Η νέα αυτή νομοθετική ρύθμιση εναρμονίζεται, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του νόμου, πληρέστερα προς την συνταγματικώς επιβαλλόμενη προστασία των δασών και του περιβάλλοντος γενικότερα. Έτσι, από τις 30.7.99 και εφεξής η τήρηση της εν λόγω διοικητικής προδικασίας, αποτελούσα προϋπόθεση του παραδεκτού της σχετικής αγωγής και εξεταζόμενη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης (βλ. σχετ. ΑΠ311/68 ΝοΒ 16.841), απαιτείται όχι μόνον εφόσον το ακίνητο κατέχεται από το Δημόσιο, όπως εγίνετο δεκτό υπό το προηγούμενο καθεστώς (βλ. ΑΠ547/91 Δνη 32.1238, ΑΠ271/80 ΝοΒ 28.1711, ΑΠ1381/77 ΝοΒ 26.1063, ΑΠ34/77 ΝοΒ 25.973).